RIDE: “Interplay”

ALBUM

Τα ρεύματα της μουσικής μοιάζουν με αυτά της ζωής, καθώς η πλημμυρίδα και η άμπωτη εναλλάσσονται. Οι Ride έζησαν στο πετσί τους αυτή την πραγματικότητα, όταν η σοβαρή κρίση δημοτικότητας τους τσάκισε το 1996, και τους βύθισε σε μια απουσία 18 χρόνων. Επιστρέφοντας το 2014, έχουν ήδη ξεπεράσει τη χρονική διάρκεια της πρώτης τους περιόδου και φέτος μας προσφέρουν το τρίτο άλμπουμ της δεύτερης περιόδου και συνολικά έβδομο, με τον τίτλο “Interplay”.

Ο τίτλος των πρωτοπόρων του shoegaze είναι κάτι που αυτονόητα θα τους ακολουθεί πάντα, και η θριαμβευτική αναβίωση του είδους τον τελευταίο καιρό, προσφέρει μια ευρύχωρη άνεση στους Ride να επαναπροσδιοριστούν με όποιο τρόπο θέλουν. Με το “Weather Diaries” του 2017 και το “This Is Not A Safe Place” του 2019 , απέδωσαν τις απαραίτητες δόσεις για τα στερητικά της παλιάς σκληροπυρηνικής τους στρατιάς, αλλά ταυτόχρονα συστήθηκαν σε ένα εντελώς νέο κοινό.  

Δώδεκα τραγούδια που συμπληρώνουν σχεδόν μια ώρα πέρασαν από την κονσόλα του Richie Kennedy και από το αναγκαίο φινίρισμα της μίξης του Claudius Mittendorfer. Η ισχυρή αίσθηση που αφήνει μια πλήρης πτήση πάνω από το περιεχόμενου του δίσκου είναι η πρόθεση να περιληφθούν όλα τα πρόσωπα και οι ροπές των Ride. Αυτό αμέσως υποδηλώνει πως η μπάντα δεν λειτουργεί σαν πλήρωμα νοσταλγίας που θα κατευνάσει τις ορέξεις των σταθερών φίλων της, αλλά κάνει τελικά το άλμπουμ που αυτή θέλει. Και αυτό που θα μπορούσε να καταλήξει σε ένα ανεξέλεγκτο χάος, ακούγεται τελικά σαν μια επιδέξια παρέλαση μουσικών μελισσών που συλλέγουν στρατηγικά τα δείγματα των πρότερων σταθμών τους για να γεμίσουν με ήχους το παρόν.

Κυνηγώντας ακόμα σαν αιώνιοι έφηβοι την αίσθηση της απόδρασης, το εναλλακτικό καταφύγιο των ονείρων, την αποφυγή της στεγνής σύγχρονης ζωής, φροντίζουν να μας ωθήσουν στον κατάλογο του “Interplay” με δυο εισαγωγικές ανθεμικές συνθέσεις άμεσης επαφής. Όμως είναι μόνο η αρχή, καθώς ο κατάλογος των Ride κάθεται πάνω στη shoegaze βάση τους, καλοδέχεται όμως πολλά παράπλευρα δάνεια, με alt/indie rock, folk, dream pop, αλλά και synth pop δόσεις. Μια φλέβα New Order διατρέχει συχνά τις πιο ρυθμικές συνθέσεις, ενώ ακόμα και ο τίτλος του “Monaco” κλείνει το μάτι σε αυτό τον υπαινιγμό που γεννήθηκε ήδη έντονα στο “Last Frontier”. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις που αρχίζουν με το διχασμένο “Light in a Quiet Room”, όταν το τρυφερό πρώτο του μισό υποσκελίζεται από την παραμορφωμένη κακοφωνία της συνέχειας. Το επίμονο, ρυθμικό “I Came to See the Wreck” αποκτά στη σταδιακή του εξέλιξη μια Depeche Mode κορύφωση, ενώ ο παγωμένος υπνωτισμός του “Stay Free” βηματίζει πραγματικά αλλόκοτα ανάμεσα στα υπόλοιπα τραγούδια. Το “Essaouira” με τους ενδιαφέροντες ήχους στις κιθάρες και μια ψυχεδελική trip hop περιπλάνηση, αγγίζει εύκολα το βάθρο του πειράματος. Προσωπικά για μένα, που ψάχνω να απολαύσω την ετεροχρονισμένη εφηβική τους άνοιξη με μια ψύχραιμη και ισορροπημένη προσέγγιση, ο σταθμός του “Sunrise Chaser” με κάνει πολύ συχνά να χάνω το επόμενο δρομολόγιο.

Οι Ride τίμησαν την πολυτέλεια της shoegaze ευδαιμονίας αυτής της εποχής και πήραν το χώρο και τα ρίσκα τους. Συχνά με μια στιχουργική απλότητα και αφέλεια που ίσως τιμά το ανέμελο πνεύμα τους, ακούμπησαν ένα πληθωρικό άλμπουμ με περισσότερες βαθιές γωνιές από αυτές που διακρίνονται αρχικά. Το κουαρτέτο της Οξφόρδης έχει ακόμα τα θέλγητρα, και δεν χρωστά τίποτα σε κανέναν. Κάπως έτσι στάθηκε απέναντι σε όλες τις νέες προκλήσεις, ακολουθώντας τις δικές του δημιουργικές ιδιοτροπίες.

Είδος: Shoegaze/Indie Rock
Εταιρεία: Wichita Recordings / PIAS
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 29 Μαρτίου 2024

Website
Facebook

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1182 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.