VIRTUAL LIES: “Utopia”

ALBUM

Ποτέ δεν κατάφερα απόλυτα να ξεκαθαρίσω αν η περίεργη έξαψη που αισθάνομαι όταν βρίσκομαι αντιμέτωπος με μια αυτόνομη νέα δημιουργία κάποιας άγνωστης μπάντας που απολαμβάνει τη μοναξιά της απόλυτης ανωνυμίας, μου θολώνει το περισκόπιο των αισθήσεων και των αντιλήψεων. Η πραγματικότητα είναι πως τρέφω μια ξεχωριστή ευαισθησία όταν δοκιμάζω το γενναίο ξεκίνημα κάποιων μουσικών, γνωρίζοντας πως γίνομαι αυτόματα μέλος μιας πολύ κλειστής παρέας.

Όταν δοκίμασα για πρώτη φορά να ακούσω το “Utopia”, ακολούθησα την προσφιλή τακτική μου να βυθιστώ στο άλμπουμ χωρίς την παραμικρή πληροφορία για τους δημιουργούς. Απλά, έδωσα την ώθηση και το άφησα να κυλίσει σε έναν χώρο χωρίς την παραμικρή προδιάθεση. Η αρχική εντύπωση που σχηματίστηκε από τη συνισταμένη ξεχωριστών ερεθισμάτων, όπως ο ήχος, η ατμόσφαιρα, τα φωνητικά, και η εξέλιξη των τραγουδιών που μπορεί να θυσιάσει άξαφνα το ρυθμό για μια μυστηριώδη παύση, ήταν ουσιαστικά μια ενθουσιώδης έγκριση να παραμείνω πάνω από το άλμπουμ με μια αναμονή ενθουσιασμού.

Δεν θα κρατήσω , όμως, άλλο τα μεγάλα μυστικά του δίσκου. Οι Virtual Lies είναι από τη Λέσβο, ένα ελληνικό κουαρτέτο με χαρακτήρα, που εκμεταλλεύεται έξυπνα όλα όσα αγάπησε από τον ευρύτερο χώρο του progressive rock και metal. Η πρώτη εύστοχη επιλογή είναι πως δεν έχει θυσιάσει τους ρυθμούς των τραγουδιών για χάρη της πολυπλοκότητας: το groove είναι παρόν, τα τραγούδια σε παίρνουν πάνω στην πορεία τους, άμεσα και αφήνουν το επιβλητικό rhythm section να οδηγεί.

Αυτό που με κέρδισε από την πρώτη στιγμή στο “Utopia” είναι η ανεπιτήδευτη απόπειρα των τεσσάρων μουσικών να εκφραστούν με μια δική τους διαφορετικότητα. Αυτή η άμεση ειλικρίνεια που απλώνει η προσέγγισή τους, δημιουργεί μια γρήγορη επικοινωνία: ακόμα και η αισθητή αντήχηση της DIY παραγωγής καταλήγει να έχει τόσο χαρακτήρα, και να συνεργάζεται αρμονικά με τη μουσική. Η μουσική είναι ξεκάθαρα  riff driven, προωθημένη παράλληλα από το ρυθμικό υπόβαθρο μπάσου-τυμπάνων, όπου ο John Stefanidis με τον Ertouroul Moumin κάνουν ενδιαφέροντα πράγματα. Ευπρόσδεκτα είναι τα εμβόλιμα leads του Nick Kostopoulos, με μια τακτική που συνοδεύει την άποψη της μελωδίας, ενώ ο Antonis “Az” Theodoropoulos, είτε με έξυπνα διπλά φωνητικά, ή με την ελεύθερη έκφραση να απλώνεται και σε αφηγηματικές παρεμβάσεις, προσθέτει μια σοβαρή, μετρημένη και λειτουργική θεατρικότητα.

Σε ένα άλμπουμ που σε ακουμπά με τον ρεαλισμό του, δημιουργεί μια ιδιαίτερη, μοναδική αύρα και σε σπρώχνει σε χρόνους με ιδιαίτερα χρώματα, ποντάροντας στις σελίδες των ήχων που γυρίζουν από τους σκελετούς των ριφ στα ατμοσφαιρικά μέρη, και στα όμορφα leads με την αίσθηση ενός σφιχτού jamming, η ισορροπία της πορείας του είναι σταθερή και ομοιογενής. Ανάμεσα στους δέκα σταθμούς του, ίσως και κάποιος άλλος να επέστρεφε πιο συχνά στα “In The Name Of War”, “Underneath Your Veil” και “My Madness”, ενώ το επιβλητικό “After All…” που κλείνει το ταξίδι αυτό, αποζημιώνει τον ακροατή με έναν τελετουργικό, εμφατικό τρόπο.

Πέρα από την δεδομένη απόλαυση, που στηρίζει πολλά στη συνολική ιδιαιτερότητα και τον χαρακτήρα του δίσκου, το “Utopia” αποτελεί μια σημαντική υποθήκη. Με τον πήχη να έχει τοποθετηθεί σε μια παράξενη και ξεχωριστή γη, και τις αντηχήσεις της πρώτης απόπειρας να έχουν ήδη κερδίσει σημαντικά μερίδια χρόνου, καιροφυλακτούμε ήδη για τη συνέχεια.

Είδος: Progressive rock/metal
Εταιρεία: Ανεξάρτητη κυκλοφορία
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 20 Ιουλίου 2022

Facebook: https://www.facebook.com/Virtual-Lies-101476972381253

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 890 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.