Λίγες μέρες μετά την sold out συναυλία τους στο Principal στη Θεσσαλονίκη και εν μέσω πυρετωδών προετοιμασιών για τη συναυλία τους στις 30 Μαρτίου στο Gazarte στην Αθήνα, ο Δημήτρης Κορομηλάς συνάντησε τον Θωμά και τον Λευτέρη από τους Great Gig. Το μακροβιότερο και σημαντικότερο ελληνικό αφιερωματικό συγκρότημα που εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες με σεβασμό, συνέπεια και πολλή αγάπη κρατά ζωντανή επί σκηνής την πάντα επίκαιρη μουσική των Pink Floyd.
Δ – Πέρασαν σχεδόν δύο δεκαετίες. Δεκαεννέα χρόνια από τη πρώτη σας συναυλία στο ξυλουργείο του μύλου. Όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, τι έμεινε ίδιο, τι άλλαξε;
Λ– Σίγουρα άλλαξαν οι άνθρωποι. Η βασική δομή της μπάντας παραμένει η ίδια αλλά πέρασαν από αυτή πολλοί συνεργάτες. Εδώ και τρία χρόνια πλέον έχουμε αυτή την σύνθεση που έχουμε τώρα. Θεωρούμε ότι είναι και η καλύτερη που είχαμε μέχρι σήμερα. Άλλαξαν επίσης τα κομμάτια και οι επιλογές που έχουμε στο ρεπερτόριο μας. Από την αρχή που ξεκινήσαμε έχουν προστεθεί πολλά κομμάτια, έχουμε καλύψει πλέον το μεγαλύτερο μέρος της δισκογραφίας των Floyd. Σίγουρα έχει αλλάξει και η ποιότητα του show καθώς έχουν βελτιωθεί οι προβολές που χρησιμοποιούμε στις παραστάσεις και όλο το οπτικοακουστικό υλικό έχει εμπλουτιστεί.
Θ- Επίσης είναι πλέον μεγαλύτερο το stage.
Λ – Και οι χώροι άλλαξαν, επίσης σημαντικό. Μεγαλύτεροι χώροι, περισσότερος κόσμος. Στη Θεσσαλονίκη πλέον συνεργαζόμαστε τα τελευταία χρόνια με το Principal καθώς είναι ο μόνος χώρος που μπορεί να χωρέσει τόσο εμάς όσο και τον κόσμο που έρχεται στις παραστάσεις μας.
Δ – Αυτά τα 19 χρόνια κατά πόσο βλέπετε το κοινό σας να μεγαλώνει μαζί με εσάς σε μία παράλληλη διαδρομή με τους Great Gig και κατά πόσο το βλέπετε να ανανεώνεται με μικρότερες ηλικίες;
Λ – Βλέπουμε κόσμο που μας παρακολουθούσε από την αρχή να συνεχίζει να έρχεται. Το φοβερό είναι να βλέπεις ανθρώπους που παλιότερα ερχόταν μόνοι τους, τώρα να φέρνουν τα παιδιά τους, να έρχονται ολόκληρες οικογένειες στις παραστάσεις. Υπάρχει μία πολύ μεγάλη γκάμα ηλικιών.
Θ – Σε λιγότερο σοβαρό ύφος έχω να προσθέσω δύο περιστατικά. Το ένα είναι πως στο τελευταίο live είχα μπροστά μου δύο παιδιά, παίζει να ήταν δεκατρία με δεκαπέντε. Ήξεραν όλους τους στίχους απ’ έξω!! Ντρεπόμουνα που έριχνα κλεφτές ματιές στο tablet μου. Το δεύτερο είναι πως καθώς πεινούσα μετά το live πήγα να πάρω μία κρέπα και μπαίνοντας στην κρεπερί με σταματάει πατέρας με τις δύο κόρες του και μου λέει: “Τώρα μόλις φύγαμε και εμείς από το live σας”. Ήταν πολύ ευχάριστο να βλέπεις πατέρα να πηγαίνει με τα παιδιά του σε rock συναυλία. Φορούσαν μάλιστα και μπλούζες Metallica οπότε ήταν στον σωστό rock δρόμο.
Δ – Είσαστε όλοι μουσικοί που έχετε μια διαδρομή πέρα από τους Great Gig και με άλλα μουσικά σχήματα. Έτσι όπως παρατηρείτε τον κόσμο πάνω από τη σκηνή. Σε τι διαφέρει το κοινό των Great Gig και κατ’ επέκταση των Floyd σε σχέση με το κοινό που έρχεται να δει άλλα πράγματα που κάνετε;
Λ – Αυτό θα το απαντήσει ο Θωμάς που είναι πολύ πιο ενεργός με άλλα project από τους υπόλοιπους.
Θ – (γέλια..) Ο κόσμος των Floyd δεν χορεύει. (γέλια..). Είναι κάτι σαν inside joke αυτό. Λοιπόν, είχε πάει ο Λευτέρης σε τηλεοπτική συνέντευξη….
Λ – Ωωω ναι, τραυματική εμπειρία!
Θ – …Και η εισαγωγή είναι: “Και ποιος δεν έχει χορέψει στις μουσικές των Pink Floyd”.
Λ – Η εισαγωγή στη συνέντευξη ήταν αυτή. Μου κοπήκαν τα γόνατα.
Θ – Οπότε ναι, ο κόσμος των Floyd δεν χορεύει… Το όλο πράγμα με τους Great Gig είναι πολύ πιο καλλιτεχνικό, πολύ πιο “εσωτερικό” σε σχέση με άλλα live και αυτό αποτυπώνεται και στον κόσμο. Είναι κόσμος που έρχεται να παρακολουθήσει ένα οπτικοακουστικό show, μία παράσταση, σε αντίθεση με άλλες συναυλίες που ο κόσμος θα πάει να εκτονωθεί, να χορέψει, να τραγουδήσει.
Λ – Είναι πιο ψυχαγωγικό, με την αυστηρή έννοια του όρου. Οι θεατές κατά προτίμηση είναι καθιστοί και είναι επικεντρωμένοι σε αυτό που παρακολουθούν. Δεν θα δεις κόσμο να μιλάει κλπ. Υπάρχουν και οι προβολές με τα video πίσω από τους μουσικούς στη σκηνή και όλοι είναι πολύ προσηλωμένοι σε αυτό που βλέπουν. Πολλές φορές αυτό μας προβληματίζει. Λες τώρα τους αρέσει, δεν τους αρέσει… Αλλά ναι, τελικά τους αρέσει!!
Δ- Οι Great Gig είναι η σημαντικότερη και μακροβιότερη Ελληνική tribute μπάντα στους Pink Floyd. Για κάθε μεγάλο συγκρότημα του παρελθόντος υπάρχουν πλέον δεκάδες tribute μπάντες σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη που αναπαράγουν το ρεπερτόριο του. Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει τα “αφιερωματικά” συγκροτήματα τόσο δημοφιλή στις μέρες μας;
Θ – Κατά την άποψη μου υπάρχουν δύο πολύ βασικά στοιχεία. Πρώτα από όλα η αγάπη που έχουν οι ίδιοι οι μουσικοί για την μπάντα στην οποία κάνουν tribute. Το δεύτερο είναι πως ένα tribute, για τα μαγαζιά σημαίνει πιο σίγουρη επιτυχία και μεγαλύτερη προσέλευση κόσμου. Για έναν διοργανωτή μια tribute μπάντα είναι πιο ασφαλές στοίχημα. Ακόμα και σε μικρότερους χώρους.
Λ – Σαφώς είναι και η δίψα του κόσμου να ακούσει ζωντανά τη μουσική που αγαπάει και που δεν έχει την πολυτέλεια να ακούσει από τις ίδιες τις μπάντες. Μερικές φορές έχει να κάνει και με την μπάντα την ίδια και με τον τρόπο που αποδίδει τη μουσική αυτών των συγκροτημάτων. Προσωπικά δεν θα με ενδιέφερε να ακούσω κάποιον να παίζει διασκευές των Pink Floyd. Δεν θα με ενδιέφερε να ακούσω το προσωπικό του στοιχείο, να ακούσω την μουσική των Pink Floyd μέσα από το δικό του φίλτρο. Αυτό ήταν και κάτι που θέσαμε από την αρχή ως στόχο. Να μπορέσουμε να παίξουμε αυτά τα τραγούδια όσο γίνεται πιο πιστά, όσο γίνεται πιο κοντά στο πρωτότυπο. Θεωρώ πως αυτό το έχουμε καταφέρει σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό και το αναγνωρίζει και ο κόσμος. Έτσι κάπως ερμηνεύεται και η αποδοχή που έχει αυτό που κάνουμε.
Δ- Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε στην προσπάθειά σας να αποδώσετε τη μουσική των Pink Floyd με τη μέγιστη δυνατή λεπτομέρεια και τον σεβασμό που αρμόζει;
Λ – Σίγουρα αρχικά ο ήχος. Το να καταφέρουμε το ηχητικό αποτέλεσμα να είναι, δεν θα πω ίδιο, αλλά όσο γίνεται πιο κοντά σε αυτό που έχει ακούσει κάποιος από τους ίδιους τους Floyd, είναι μία τεράστια πρόκληση. Καλώς ή κακώς η τεχνολογία είναι ένα τεράστιο κομμάτι του ήχου που ακούει και αγαπάει ο κόσμος, οπότε είναι ένα αντικείμενο συνεχούς έρευνας και μελέτης το οποίο και στη δική μας περίπτωση σταδιακά εξελίχθηκε και έφτασε στο σημείο που είναι σήμερα.
Δ- Σε ένα set list που συνεχώς ανανεώνεται, ποιο τραγούδι από όλα αυτά που έχετε παίξει κατά καιρούς σας δυσκόλεψε περισσότερο;
Λ – Δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο. Είναι ένα σύνολο πραγμάτων. Έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε μουσικούς που έχουν πολύ μεγάλη εμπειρία. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα είναι και καθηγητές μουσικής άρα υπάρχει η γνώση. Τώρα το να βρεις τους κατάλληλους τραγουδιστές που θα μπορέσουν να αποδώσουν τα φωνητικά κάποιων απαιτητικών κομματιών ήταν μία πρόκληση που θεωρώ ότι την φέραμε εις πέρας.
Θ – Εγώ έχω κάποια κομμάτια που τα βλέπω να έρχονται στο setlist όταν παίζουμε και λέω: όπα… καλώς τα μας!! Πρώτα από όλα είναι το “Hey You” το οποίο θέλει συγκεκριμένη κιθάρα με συγκεκριμένο κούρδισμα και με διαφορετικό setup στις χορδές οπότε είναι περίεργο το feeling στο αριστερό χέρι όπως επίσης και στον αρπισμό. Είναι πολύ περίεργη η αίσθηση της μετάβασης από ένα βασικό ακουστικό όργανο σε μία άλλη κιθάρα που έχει εντελώς διαφορετικό setup.Επίσης πάρα πολύ με δυσκόλεψε το Don’t Leave me Now με τα μετρήματα του.
Δ- Θωμά έχεις αναλάβει επί το πλείστον τις φωνητικές μελωδίες και την ερμηνεία των στίχων του Roger Waters. Ποιος είναι ο στίχος που πονάει πιο βαθιά, που όταν τον τραγουδάς σε αγγίζει περισσότερο;
Θ – Ανέκαθεν με άγγιζε το “Together we stand, divided we fall…” που κλείνει το Hey You. Παίζουμε επίσης το The Gunner’s Dream από το The Final Cut. Όλο το κομμάτι είναι τρομερό και μιλάει πολύ βαθιά μέσα στη ψυχή μου. Υπάρχουν πολλά στιχουργικά διαμάντια στους Floyd αλλά αυτά είναι δύο πολύ αγαπημένα σημεία.
Δ- Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει τη μουσική των Pink Floyd να είναι τόσο διαχρονική ώστε μισό αιώνα μετά να παραμένει επίκαιρη;
Λ – Η μουσική πορεία τους είχε ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό: πάντα αποζητούσαν την καλλιτεχνική δημιουργία, την έκφραση. Είχαν επίσης την τύχη, ότι δημιούργησαν να το δημιουργήσουν σε μία συγκεκριμένη εποχή. Πάντα πίστευα ότι μία τόσο αριστουργηματική μπάντα όσο οι Pink Floyd, αν σχηματιζόταν σήμερα, μπορεί να μην είχε την ίδια απήχηση. Το timing αυτό , σε συνδυασμό με το ότι η μουσική τους δεν αποσκοπούσε στην εμπορική επιτυχία αλλά ήταν επικεντρωμένη στο κομμάτι του πειραματισμού και της δημιουργίας, έκανε όλο τους το υλικό να έχει τα χαρακτηριστικά που το καθιστούν διαχρονικό.
Δ- Σε έναν έφηβο που δεν έχει ακούσει ποτέ του Pink Floyd πως θα περιγράφατε την μουσική τους; Για ποιους λόγους θα του λέγατε να έρθει στη συναυλία σας και να ακούσει αυτή τη μουσική;
Θ – Νομίζω ότι η απάντηση σχετίζεται με την προηγούμενη ερώτηση. Οι Pink Floyd στον στίχο τους, με καυστικό τρόπο, θίγουν διαχρονικά θέματα όπως ο πόλεμος, ο χρόνος που περνάει, το χρήμα κλπ. Οπότε σε έναν έφηβο θα έλεγα άκου αυτό γιατί πιθανόν θα συμβαδίσει με τους προβληματισμούς που ήδη έχεις.
Δ- Ποια είναι τα επόμενα βήματα των Great Gig;
Λ – Το επόμενο μεγάλο βήμα είναι η συναυλία μας στην Αθήνα, στις 30 Μαρτίου στο Gazarte στη κεντρική σκηνή. Ήταν ένας στόχος που είχαμε εδώ και χρόνια. Είναι η πρώτη φορά που θα παίξουμε στην Αθήνα. Τώρα γιατί δεν κατεβήκαμε τόσα χρόνια; Δεν είμαστε και η πιο εύκολη μπάντα. Είμαστε ένα δεκαμελές σχήμα με ιδιαίτερες απαιτήσεις στον εξοπλισμό και συγκεκριμένες προδιαγραφές που δεν μπορείς να παίξεις οπουδήποτε.
Θ – Η ανάγκη για όλον αυτόν τον εξοπλισμό, προτζέκτορες led walls κλπ αυτομάτως περιορίζει και τον αριθμό των χώρων στους οποίους μπορούμε να φιλοξενηθούμε. Και τα logistics είναι πολύ δύσκολα για 10 άτομα.
Λ – Το θέμα είναι ότι το timing είναι αυτό. Είναι τώρα και προέκυψε στην καλύτερή μας περίοδο. Είναι μία πολύ καλή ευκαιρία να παίξουμε και σε ένα κοινό που δεν μας έχει δει ποτέ. Να μια πρόκληση μια που μιλούσαμε πριν για προκλήσεις.
Δ- Κλείνοντας την κουβέντα μας υπάρχει κάτι που θα θέλατε να προσθέσετε;
Θ – Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τους μαθητές φωνητικής της Αρετής Βαλαβανοπούλου από το AMS που στη τελευταία μας συναυλία στο Principal, συμμετείχαν στο Another Brick in the Wall.
Λ – Ναι ήταν μια πολύ όμορφη παρέμβαση.
Θ – Επίσης πρέπει να βρούμε τους λόγους για τους οποίους δεν υπάρχουν δωδεκαθέσια van ώστε να κατέβουμε παρέα όλοι μαζί στην Αθήνα. (γέλια..).
Δ- Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας. Εύχομαι καλή επιτυχία στο live σας στο Gazarte στην Αθήνα.
Θ + Λ – Εμείς ευχαριστούμε.
Οι Great Gig είναι:
Λευτέρης Κοντογιάννης (φωνή, κιθάρες)
Θωμάς Βλιαγκόφτης (φωνή, κιθάρες)
Βασίλης Στεργίου (τύμπανα)
Μανώλης Πηλείδης (κιθάρα)
Πέτρος Σπυριδέλης (μπάσο)
Ηλίας Πετρίδης (keyboards)
Βαγγέλης Μώκος (σαξόφωνο)
Αρετή Βαλαβανοπούλου (φωνητικά)
Ευαγγελία Καλόστου (φωνητικά)
Γιώργος Οικονόμου (video projections)
Επιμέλεια/σύνταξη: Δημήτρης Κορομηλάς