Θα γράψεις για τη συναυλία μιας tribute μπάντας; Αναρωτήθηκα συχνά πριν το βράδυ της Παρασκευής στο “Circus”. “Θα γράψω για τη συναυλία μιας tribute μπάντας”, απάντησα στον εαυτό μου με βεβαιότητα καθώς, σχεδόν μιάμιση ώρα μετά τα μεσάνυχτα, άφηνα πίσω μου τα αναμμένα πια φώτα του Τσίρκου . Είχα ήδη αρχίσει να επιχειρώ την ταξινόμηση κάποιων επίκαιρων συνειρμών και σκέψεων, που επιστρέφουν συχνά τα τελευταία χρόνια, και χτες συνόδεψαν αρμονικά την ηχητική απόλαυση του “Σιδηρού Τέρατος”.
Η νύχτα ήταν ολοκληρωτικά “tribute”. Με το όνομα Lab Against The Machine που φανέρωνε τι θα περιμέναμε, οι νεαροί καλεσμένοι που επωμίστηκαν το αναγκαίο ζέσταμα του κοινού, διάλεξαν μια χούφτα απαιτητικά τραγούδια από το πάνθεον των ηρώων τους και στάθηκαν με περίσσιο θάρρος μπροστά σε αρκετό κόσμο που είχε έρθει από νωρίς και πύκνωνε συνεχώς.
Το ελπιδοφόρο κουαρτέτο των μαθητών του μουσικού ωδείου The Lab δεν φοβήθηκε να βουτήξει στα βαθιά, και να κινηθεί στον χώρο του groove, funk, rap και alternative metal. Απέναντι σε τραγούδια που χαρακτήρισαν και σημάδεψαν μια εποχή αλλαγών και εξελίξεων, οι νεαροί μουσικοί όχι μόνο το διασκέδασαν, αλλά κατάφεραν να κάνουν και εμάς να διασκεδάσουμε, όντας πανέτοιμοι, προβαρισμένοι, με ένα ευπρόσδεκτο θράσος που τους έστησε σταθερά απέναντι στο κοινό. Και η θέρμη με την οποία τους αντιμετώπισε ο κόσμος δεν είχε να κάνει με παραχωρητική συμπάθεια λόγω του νεαρού της ηλικίας, αλλά με το τσαγανό τους και την εκτελεστική τους συνέπεια. Με ένα συνολικό επίπεδο που μόνο υποσχέσεις αφήνει, κέρδισαν δικαιωματικά το πρώτο χειροκρότημα.
Όσο πληθαίνουν οι καθημερινές ειδήσεις για εμβληματικούς μουσικούς που απλά σταματούν τη δράση τους, ή ακόμα χειρότερα φεύγουν από τη ζωή, εκεί που οι ξεπεσμένοι πια χαρτογιακάδες της μουσικής βιομηχανίας ιδρώνουν λίγο παραπάνω, εμείς βλέπουμε τη νοσταλγία μας να θεριεύει ψάχνοντας λύσεις. Δεν είναι έκπληξη πως εδώ και χρόνια σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη αυξάνονται οι tribute μπάντες στα μεγάλα, ιστορικά ονόματα του metal: το υποκατάστατο μπορεί να λειτουργήσει θαυματουργά όταν πληροί τις ανάλογες προϋποθέσεις. Οι Iron Beast ήταν το πολύ δυνατό δέλεαρ ενός σχήματος που τιμά τους σημαιοφόρους αυτής της μουσικής στα πρώτα από τα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας του ’80, και από την καθιέρωσή τους στην υπόλοιπη διαδρομή ως σήμερα. Συχνά οι ελιτιστές ακροατές αυτού του χώρου, και περισσότερο αυτοί οι μανιώδεις σκαπανείς που ψάχνουν το επόμενο άγνωστο διαμάντι μέσα στις φυλλωσιές της υπερπροσφοράς μουσικής, καλλιεργούν έναν σνομπισμό και μια απαξίωση απέναντι στους καθιερωμένους γίγαντες του χώρου. Η στεγνή αλήθεια είναι όμως πως κανείς δεν είναι ένοχος για τη δημοφιλία του.
Ψαχούλεψα για ώρα τα πρόσωπα στον χώρο του “Circus” χτες, για να δεχτώ την ισχυρή επιβεβαίωση πως πέρα από το καραβάνι των βετεράνων που έφτασε να προσκυνήσει, υπήρχαν πολλά νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, ακόμα στην εφηβεία, περήφανα με τα T-shirts των Iron Maiden, που έζησαν έντονα τη νύχτα στην πρώτη γραμμή. Απέναντι σε μια εποχή όπου κάθε είδους αεράκι, άνεμος ή θύελλα μεταφέρει σκουπίδια ήχων, στίχων και στάσεων ζωής, να βλέπει κανείς αυτά τα παιδιά να έχουν επιπλεύσει μέσα στη λαίλαπα, είναι τουλάχιστο συγκινητικό. Και ακριβώς σε αυτό το σημείο συναντούμε τους Iron Beast, οι οποίοι βγήκαν να μεταφράσουν όλες αυτές τις σκέψεις και περιπλανήσεις του μυαλού σε καυτή μουσική, δυναμική σκηνική παρουσία και ένα ταξίδι γεμάτο οπτικοακουστικές εκπλήξεις. Και αυτό έγινε πράξη με τον απόλυτο σεβασμό, την θρησκευτική προσήλωση και την παθιασμένη αγάπη για το τεράστιο αυτό γκρουπ.
Όπως κάθε μπάντα που στοχεύει στην άμεση σύνδεση με τους εμπνευστές της, οι Iron Beast μας καλωσόρισαν στο μεγάλο show τους με την αναμενόμενη εισαγωγή του θρυλικού “Doctor Doctor” των UFO. Οι συνειρμοί μας έχουν τυλίξει πια ως το λαιμό, και ο συνολικός ήχος που ακουμπά αισθητικά τους μέντορές τους κάνει αυτή την άνευ όρων παράδοση ακόμα πιο εύκολη. Το γκρουπ μας έχει ετοιμάσει μια ηχητική επίθεση μόνο από highlights, φανερά εστιασμένη στα άλμπουμ της πρώτης περιόδου του γκρουπ, και με πολύ απαιτητικές επιλογές από αυτά. Μοναδικά επικά διαμάντια της διαδρομής τους ζωντανεύουν μπροστά μας με έναν υψηλό συνδυασμό εικόνας και ήχου. Οι ανάλογοι φωτισμοί που ακολουθούν τις εξελίξεις και τις διαθέσεις των τραγουδιών, τα κοστούμια του τραγουδιστή Τάσου Λάζαρη που άλλαζαν ανάλογα με το θέμα των τραγουδιών, αλλά πάνω από όλα, αυτή η φορτισμένη, τόσο σφιχτή και άψογη απόδοση των συνθέσεων απογείωσαν το κοινό του Τσίρκου. Με τέτοια εφόδια και δολώματα μας έσπρωξαν σε κόσμους ύμνων, όπως τα ταξίδια των “Stranger in a Strange Land”, “Rime of the Ancient Mariner”, “Powerslave”, “Seventh Son of a Seventh Son”, για να ξεκινήσω με τις άμεσες αδυναμίες μου. Στην καταιγίδα του “The Trooper”, ο Λάζαρης βρέθηκε να κραδαίνει τη βρετανική σημαία, στο “Aces High” όρμησε με μάσκα πιλότου, στο “Fear of the Dark” περπάτησε σαν αινιγματική λογοτεχνική φιγούρα της παράδοσης του Νησιού κρατώντας το φανάρι του, στο συγκινητικό tribute στον Di’Anno “ Killers”, ο Eddie εμφανίστηκε απειλητικός, ενώ στο μεγαλείο του “Quest for Fire” περπάτησε δεινόσαυρος στη σκηνή. Για όσους αναρωτιούνται, ναι, παίχτηκε και το τραγούδι που μετονομάστηκε σε “μεγάλο απωθημένο των Ελλήνων οπαδών”, και ήδη ο Μέγας Αλέξανδρος κοιμάται πιο ήσυχος.
Μην τολμήσει κανείς να υποθέσει πως τα επιμέρους στολίδια των Iron Beast κουβαλούσαν το κύριο βάρος της παράστασης. Πάνω στο σανίδι ήταν έξι άνθρωποι, οι οποίοι πρώτα αυτοί λάτρευαν περισσότερο και από εμάς όλα τους τα εγχειρήματα, έδιναν την ψυχή τους, στηριζόμενοι από έναν ήχο αμιγώς “Maiden” που κυμάνθηκε από πολύ καλός ως απίθανος. Όλα τα υπόλοιπα happenings απογείωσαν μια νύχτα που ήταν αδύνατον να μην πάει καλά, ακόμα και αν ο Λάζαρης αντιμετώπισε μια ισχυρή φαρυγγίτιδα τις προηγούμενες μέρες: ευτυχώς που μας το είπε, αλλιώς μάλλον δεν θα καταλαβαίναμε τίποτα.
Με έναν επιβλητικό Eddie που φούσκωσε και στάθηκε στη σκηνή στο τελευταίο μέρος του setlist, μας εξόντωσαν με το καλό κατευόδιο των “Phantom of the Opera”, “Wasted Years”, “Running Free”, και μας αποχαιρέτησαν σε αποθέωση, νομίζοντας (αυτοί και εμείς) πως θα ξεμπερδεύαμε έτσι. Μέσα σε απόλυτη ευδαιμονία και γενική απαίτηση να εξαφανίσουμε και τα τελευταία αποθέματα της φωνής του Τάσου, βουτήξαμε όλοι μαζί σε άλλη μια διαδρομή προς την αγχόνη, αγαπώντας αναλλοίωτα, αιώνια και άφθαρτα το μυθικό “Hallowed Be Thy Name”.
Τα πρόσωπα κάτω από τα αναμμένα φώτα λένε μόνο την αλήθεια, και η χαρά που περισσεύει φέρνει την ίδια ώρα εκείνες τις σκέψεις για όλους αυτούς που ο χρόνος τους προσπερνά. Αυτούς μόνο, όχι την κληρονομιά τους. Οι Iron Beast έπιασαν τον Eddie από τον λαιμό, μάλλον από υπερχείλιση αγάπης, και έδωσαν με τον πιο αποστομωτικό τρόπο την απάντηση σε όλους αυτούς που απαξιώνουν απάτητες κορυφές με πρόσχημα την εμπορική τους καταξίωση. Η σκιά τους από το ψηλότερο σημείο αγκαλιάζει όλα εκείνα τα αγόρια και κορίτσια σε όλα τα “Circus” του πλανήτη που δεν έπεσαν στη χοάνη.
(Υστερόγραφο: δεν χρησιμοποιήθηκαν καπνογόνα στη διάρκεια της παράστασης).
Φωτογραφίες: Δημήτρης Ζαμπός