Άρθρο – WHITESNAKE: “Still of the Night”

ARTICLE

Το τίμημα της λύτρωσης μπορεί συχνά να είναι βαρύ και να σε ακολουθεί για πάντα, και εξαρτάται από τα μέσα που χρησιμοποίησες. Ακόμα και αν ο σπουδαίος Neil Schon των Journey έχει πει πως “είναι τόσο δύσκολο να βρεις κάτι που δεν έχει ξαναγίνει, οπότε παίρνεις ρυθμούς που σου αρέσουν και τους χρησιμοποιείς με τον δικό σου τρόπο”, οι βαθιές επιρροές των Led Zeppelin είναι κάτι που δεν έχει ακόμα συγχωρεθεί στον ηγέτη των Whitesnake, David Coverdale.

Ο έκδηλος θαυμασμός του στη μουσική κληρονομιά των Zeps είναι κάτι που έχει αποκαλυφθεί ήδη από τις μέρες του 1981, στο “Till the Day I Die” του “Come an Get It”, με το κυρίαρχο σινιάλο γι’ αυτό που σχεδίαζε να φωνάζει στο “Slow ‘n’ Easy” του “Slide It In”. Και αν ο μακρυμάλλης τροβαδούρος από το Saltburn άκουσε τα χίλια μύρια για το τραγούδι που ουσιαστικά έσωσε την καριέρα του, το μυθικό πια “Still of the Night”, οι αλληθωρισμοί συνεχίστηκαν σε τραγούδια όπως το “Judgment Day”, και ολοκληρώθηκαν με τη συνεργασία του με τον Jimmy Page στο άλμπουμ του 1993 “Coverdale-Page”. Είναι η εποχή που ο Robert Plant αναφέρεται σχεδόν προσβλητικά σε αυτόν με τον χαρακτηρισμό “David Cover-version”.

Γυρίζουμε πίσω στις αρχές του 1985, όταν ο Coverdale έχει αποσυρθεί με τον κιθαρίστα John Sykes στο Le Rayol της Νότιας Γαλλίας, για να αρχίσουν να συνθέτουν τον διάδοχο του “Slide It In”. Εκεί το τραγούδι πήρε την εμβρυακή του μορφή και τον σεξουαλικό του χαρακτήρα, με έναν εμμονικό βρικόλακα ή κυνηγό που θέλει να είναι μαζί με μια γυναίκα όλη τη νύχτα, αφήνοντας την εντύπωση πως το φως της μέρας τον πληγώνει και γι’ αυτό το αποφεύγει.

Η δημιουργική εξέλιξη του άλμπουμ δεν ήταν όμως τόσο ομαλή. Στις αρχές του 1986 και ενώ τα περισσότερα οργανικά μέρη των τραγουδιών έχουν γραφτεί, ο Coverdale παρατηρεί μια υπερβολικά ρινική χροιά στη φωνή του, ακόμα και όταν μιλά. Επισκέπτεται κάποιους ειδικούς και καταλήγουν πως έχει προσβληθεί από μια σοβαρή λοίμωξη του κόλπου. Αφού πήρε αντιβιοτικά, ο Coverdale πέταξε στα Compass Point Studios στις Μπαχάμες για να συνεχίσει την ηχογράφηση. Όμως η λοίμωξη επέστρεψε τον Μάρτιο του 1986, γεγονός που προκάλεσε την κατάρρευση του διαφράγματος του, απαιτώντας χειρουργική επέμβαση και την ανάγκη για περίοδο αποκατάστασης έξι μηνών. Ο John Sykes από την άλλη, έχει αμφισβητήσει έντονα την αιτία αυτή,  λέγοντας ότι ο Coverdale απλώς υπέφερε από νεύρα και χρησιμοποιούσε κάθε δυνατή δικαιολογία για να αναβάλει την ηχογράφηση των φωνητικών του. Και ο Coverdale έκανε νύξεις για ένα νοητικό μπλοκ που τον εμπόδιζε να τραγουδήσει. Μετά την ανάκαμψη από τη χειρουργική επέμβαση και μερικές αποτυχημένες πρόβες με τον Ron Nevison, κατάφερε τελικά να ηχογραφήσει τα φωνητικά του με τον παραγωγό Keith Olsen.

Στα τέλη του 1986, μεγάλο μέρος του άλμπουμ είχε ολοκληρωθεί. Εκτός από τους βασικούς Άγγλους μουσικούς, τον John Sykes, τον μπασίστα Neil Murray, τον ντράμερ Ainsley Dunbar και τον κημπορντίστα Don Airey, ο Bill Cuomo ηχογράφησε κάποια επιπλέον πλήκτρα, ενώ ο Ολλανδός Adrian Vandenberg και ο Dann Huff ήρθαν για να κάνουν μερικά overdubs στις κιθάρες. Η παραγωγή του έγινε από τους Mike Stone και Keith Olsen.

Από όσους μουσικούς συμμετείχαν το 1987 στις ηχογραφήσεις, αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η επίδραση που είχε ο John Sykes στο άλμπουμ, όχι μόνο με το γράψιμό του (συμμετείχε σε όλα τα κομμάτια εκτός από ένα), αλλά κυρίως με το παίξιμό του. Ο Coverdale έχει πει χαρακτηριστικά: “το να παίζει και να κάνει σόλο στο άλμπουμ του 1987 ο John είναι πραγματικά ορόσημο και είχε μεγάλη επιρροή σε πολλούς ανθρώπους. Ελπίζω να είναι πολύ περήφανος για αυτό, γιατί εγώ είμαι”.

Για όσους γνωρίζουν πολλά από το παρασκήνιο των Whitesnake, ίσως δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ο ίδιος ο Sykes έχει μια διαφορετική ιστορία για το τι συνέβη με το άλμπουμ:

“Εγώ και ο David γράψαμε τα τραγούδια μαζί. Πήγαμε στη Γαλλία, γράψαμε τα τραγούδια και μετά πήγαμε όλο το υλικό στο Los Angeles, όπου βρήκαμε τον ντράμερ Aynsley Dunbar. Ξεκινήσαμε να ηχογραφούμε στο Βανκούβερ με τον Mike Stone στα Little Mountain Studios και καθώς ολοκληρώθηκε το τελευταίο μέρος των τυμπάνων, ο Aynsley έρχεται σε μένα και λέει ότι έχει απολυθεί. Σκέφτηκα ότι ήταν κάπως περίεργο, γιατί ο David δεν είχε μιλήσει σε κανένα από τα μέλη του συγκροτήματος γι’ αυτό. Δεν μπορούσαμε πραγματικά να το καταλάβουμε. Τότε και ο Neil Murray, ο μπασίστας, τελείωσε τα μέρη του και απολύθηκε. Αυτό συνέβη σε διάστημα μηνών. Και μετά, μόλις μάζευα τις κιθάρες, ο Mike Stone τηλεφώνησε στο γραφείο και αποκάλυψε ότι είχε επίσης απολυθεί. Η επιλογή μου ήταν να τα παρατήσω αμέσως, αλλά αυτό θα σήμαινε ότι θα έβαζε κάποιον άλλον να γράψει τις κιθάρες.  Δεν ήθελα να συμβεί αυτό, καθώς είχα γράψει σχεδόν τα πάντα μαζί του. Οπότε τελείωσα τα leads της κιθάρας και μετά έφυγα”.  

Όταν ο Sykes ανακάλυψε ότι ο Coverdale έκανε μίξη του άλμπουμ στο Goodnight LA ​​Studios του Keith Olsen, πέταξε από την Αγγλία για μια τελική αντιπαράθεση. “Πήγα στο στούντιο και τον έπιασα και αρχίσαμε έναν μικρό καυγά με φωνές. Το ένα πράγμα οδήγησε στο άλλο, αυτός μπήκε και κλειδώθηκε στο αυτοκίνητό του, σηκώνοντας τα χέρια του σαν να εννοούσε πως δεν ήταν επιλογή του. Μετά απλά έφυγε”.

Στις 13 Ιουνίου 1987, το “Still of the Night” ήταν το πρώτο single από το ομώνυμο άλμπουμ των Whitesnake, που έγινε γνωστό πλέον σαν “1987”. Οι σκληρότεροι κριτές δεν παρέλειψαν να περιγράψουν πως ο Coverdale σήκωσε το κύριο riff του από το “In My Time of Dying” του Physical Graffiti και έριξε την ένταση σε ένα μεσαίο μέρος που όφειλε πολλά στην ψυχεδελική πτώση στο “Whole Lotta Love”, μαζί με ουρλιαχτά σαν του Robert Plant. Η απάντηση του “κατηγορούμενου” ήταν πως μαζί με κάποιες υποψίες των Led Zeppelin και άλλα πράγματα, το τραγούδι ήταν σε μεγάλο βαθμό ένα υβρίδιο του “Jailhouse Rock” του Elvis Presley και το μεσαίο μέρος του ήταν εμπνευσμένο από ένα τραγούδι του Jeff Beck που λέγεται “Rice Pudding”.

Το βίντεο σκηνοθέτησε ο Marty Callner, ο οποίος, όπως λέει η ιστορία, έδωσε ο ίδιος στον Coverdale τα χρήματα για να το κάνει. Εκείνη την εποχή, ο Coverdale είχε χρέος ύψους 3 εκατομμυρίων δολαρίων και δεν μπορούσε να κάνει τη δισκογραφική του, Geffen, να το πληρώσει. Το βίντεο ήταν το πρώτο από τα πολλά από τους Whitesnake που συμπεριέλαβε την τότε σύζυγο του Coverdale, Tawny Kitaen και γρήγορα κατέκτησε το κοινό του MTV από την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του.

Με δεδομένο ότι το συγκρότημα είχε αλλάξει μουσικούς από τη στιγμή που γράφτηκε το τραγούδι μέχρι την ηχογράφηση του, η σύνθεση των Whitesnake περιλάμβανε πλέον τον Vivian Campbell και τον Adrian Vandenberg στις κιθάρες, τον πρώην μπασίστα των Quiet Riot, Rudy Sarzo και τον Tommy Aldridge στα ντραμς. Ο Sarzo είχε πει πως η νέα σύνθεση δεν είχε καν κάνει πρόβες μαζί πριν γυρίσουν το βίντεο, το οποίο είχε διαμορφώσει η σχεδιάστρια ρούχων Fleur Thiemeyer. Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι του μάνατζμεντ  και των δισκογραφικών εταιρειών που δούλεψαν για να δημιουργήσουν μια εικόνα του γκρουπ όσο το δυνατόν πιο φιλική στο MTV. Σε μεγάλο βαθμό χάρη στα βίντεο του Callner, το άλμπουμ του 1987 απογείωσε τη δημοτικότητα του συγκροτήματος, και ο δίσκος πούλησε 8 εκατομμύρια αντίτυπα, μια εμπορική επιτυχία που οι Whitesnake δεν μπόρεσαν ποτέ να επαναλάβουν.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το “Still of the Night” είναι πια σήμερα ένα από τα κλασικά hard rock τραγούδια όλων των εποχών. Είναι αναμφισβήτητα επίσης το πιο ανθεκτικό τραγούδι των Whitesnake, και φυσικά, παρά τους ισχυρισμούς του Coverdale για το αντίθετο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οφείλει πολλά στους Led Zeppelin. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Coverdale οφείλει ένα τεράστιο χρέος στον John Sykes για τη συνεισφορά του, όχι μόνο στο τραγούδι, αλλά και στο πρωτοποριακό άλμπουμ στο οποίο έπαιξε.

Χωρίς την τεράστια εμπορική επιτυχία του “1987”, θα μπορούσε να έχει έρθει το τέλος των Whitesnake. Αν λάβει κανείς υπόψη τις συνθήκες που επικράτησαν στη διαμόρφωση και την ηχογράφηση του τραγουδιού, το γεγονός ότι ολοκληρώθηκε είναι σχεδόν απίστευτο.

Ο ερωτικός βρικόλακας David Coverdale διατήρησε τον εμμονικό δεσμό του με την Tawny Kitaen ως το 1991, και μάλλον ξαναείδε το φως της ημέρας με το σκληρότερο τρόπο, μέσα από ένα πολυδάπανο διαζύγιο. Η εθισμένη σε ουσίες και ταξιδεμένη σε πολλές επώνυμες αγκαλιές πρώην γυναίκα του  άφησε πρόωρα τον μάταιο τούτο κόσμο, στις 7 Μαΐου του 2021, από διατατική μυοκαρδιοπάθεια.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1190 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.