SHATTERED HOPE, MANOS SIX + THE MUDDY DEVIL (4/3/2022) Temple Athens

LIVE REPORT

372 μέρες.

Ακριβώς 372 μέρες από την τελευταία φορά που το πόδι μου πάτησε σε venue για να απολαύσω ζωντανά μια μπάντα επί σκηνής.

Αν μου έλεγες για μια τέτοια πιθανότητα αποχής στις αρχές του 2020 θα γελούσα, θα σήκωνα την μπύρα μου εις υγείαν του ανέκδοτου που μόλις θα είχες ξεστομίσει και θα συνέχιζα να ιδρώνω στους ρυθμούς της μουσικής που θα έπαιζε δυνατά.

Και μετά, ήρθε η πανδημία. Και τίποτα δεν ήταν πλέον αδύνατο, τίποτα δεν ήταν πια αστείο.

372 μέρες μετά από την τελευταία συναυλία που πάτησα το πόδι μου, το reboot ήταν από πολλές απόψεις, ιδανικό: οι “δικοί μας” Shattered Hope θα παρουσίαζαν επιτέλους το τελευταίο τους album “Vespers” ενάμιση χρόνο μετά την κυκλοφορία του, αφού οι συνθήκες της πανδημίας του Covid-19 δεν τους επέτρεψαν νωρίτερα.

Οι Αθηναίοι είναι μέσα στις μπάντες που με έχουν αγγίξει πραγματικά με το έντονο, παθιασμένο, τίμιο funeral doom / doom-death τους με τα τρία albums τους, ακόμα και με τα demos τους αλλά και με τις ζωντανές τους εμφανίσεις, όσες τέλος πάντων είχα μπορέσει να παρακολουθήσω μέχρι και το 2019 (το θυμάστε το The Room Of Doom Fest II, κύριοι;).

Με ανάμεικτα συναισθήματα χαράς, δισταγμού, ενθουσιασμού, φόβου και συγκίνησης, ξεκίνησα την διαδρομή προς τον Ναό, κλασσικά με τα ΜΜΜ (άλλος εφιάλτης εδώ και δύο χρόνια, ευτυχώς δεν υπήρχε συνωστισμός εκείνη την ώρα της Παρασκευής) και όταν έφτασα, έσκασαν μπροστά μου όλες οι στιγμές που είχα(με) περάσει υπέροχα (ή και όχι, αλλά και εκείνες οι αναμνήσεις υπέροχες φαντάζουν πλέον) σε εκείνον το χώρο αλλά ταυτόχρονα έμοιαζαν πρωτόγνωρες, είχαν μια αίσθηση the day after: ο κόσμος λιγοστός (είμαι σίγουρος πως αν δεν υπήρχε ο Covid θα ήταν ο τριπλάσιος), κάποιες μάσκες και απόσταση, οι χειραψίες και οι αγκαλιές όπως τις ξέραμε από διστακτικές ως και ανύπαρκτες.

Έπιασα την κλασσική, αγαπημένη μου θέση στο θεωρείο του Ναού και μιλώντας με λίγους φίλους που προφανώς και μοιραζόμασταν τον ίδιο ενθουσιασμό για το happening μετά από δύο χρόνια, ο Manos Six με τον Muddy Devil ανέβηκαν στην σκηνή με το western corpsepaint τους και την επιβλητική τους παρουσία, σχεδόν μια ώρα μετά την είσοδο μου στο venue.

Ο Μάνος έχει εμπειρία και κάνει πάντα πολύ καλά αυτό που κάνει, το οποίο τα τελευταία χρόνια είναι σκοτεινή neofolk americana, dark/black country ηχοτοπία με δύο banjos που σίγουρα δεν είναι ο ήχος μου σε καμία περίπτωση, αυτό όμως δεν σημαίνει πως ό,τι συνέβη στην σκηνή του Temple ήταν αδιάφορο – το αντίθετο, οι muddy devils ξέρουν να δημιουργούν ατμόσφαιρα και με τη βοήθεια των τριών καλεσμένων τους σε κρουστά – τρίτο banjo και πλήκτρα, μετέφεραν ιδανικά την μαύρη, δαιμονική μοναξιά των βαλτότοπων μέσα στον Ναό. Α, διασκεύασαν και Of Wand And The Moon, αυτό που το πας; 

Manos Six + The Muddy Devils setlist:
The Death Of David Lynch
Devil Take Me By The Hand
Lucifer
Willow Tree
Hell Is The Law
Fire
You Are My Sunshine
I’m Digging My Grave

Γύρω στις 23.00, ήρθε η ώρα για τους headliners να πατήσουν την σκηνή του ίδιου χώρου που έκαναν το τελευταίο τους προ-Covid live, δυόμιση χρόνια πριν. Με ανανεωμένη σύνθεση, αφού πλέον πίσω από τα τύμπανα βρίσκεται ο Mr. Decemberance himself, Γιάννης Φιλιππαίος, αλλά και με ανανεωμένη διάθεση μετά από τόσα χρόνια, όπως και πάθος της πρώτης φοράς, οι Shattered Hope έσπασαν την σιωπή με τον “Συριγμό”, το μόνο τραγούδι που είχαμε απολαύσει ζωντανά πολύ πριν κυκλοφορήσει το “Vespers”.

Η συνέχεια ανήκε στο “In Cold Blood” και το σχήμα ήδη μου είχε φέρει δυνατή συγκίνηση: ο ήχος ήταν πολύ καλός και ο τρόπος που οι Shattered μετέφεραν το στουντιακό τους αριστούργημα επί σκηνής είχε την ίδια βαρύτητα και την ίδια έντονη αίσθηση, ήταν πραγματική αδικία που το album δεν είχε παρουσιαστεί ήδη ζωντανά επί πολλές φορές μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια.

Κάθε μέλος της μπάντας ήταν σε τρομερή φόρμα, αφοσιωμένοι όλοι τους στο να μεταφέρουν το κάθε συναίσθημα του “Vespers” ατόφιο και oh boy, το κατάφερναν σε όλο του το μεγαλείο.

Στο “Verge”, το dream team κάλεσε στην σκηνή τον Νίκο Σπανάκη των Dodsferd και στα Καζαντζακικά αριστουργήματα “Towards The Land Of Deception”/ “The Judas Tree”, η προσθήκη του Κώστα Πετράκη για την ζωντανή απόδοση της λύρας, με γονάτισε, έφερε δάκρυα στα μάτια και εξαφανίστηκα από το μπαλκόνι του Temple, ταξίδευα ήδη στο Land Of Deception και απλά δεν το ήξερα ακόμα.

Το live με την παρουσίαση του τελευταίου album θα μπορούσε κάλλιστα να τελειώσει εκεί και να είναι τέλειο, αλλά δύο ακόμα εκπλήξεις με περίμεναν, αφού η Ευγενία Θεοχαράτου ανέβηκε στην σκηνή και αμέσως μυρίστηκα πως κάτι από το παρελθόν της δισκογραφίας τους ερχόταν για να μας ταξιδέψει ακόμα πιο βαθιά στο funeral σκοτάδι τους: το “For The Night Has Fallen” ήταν η ταφόπλακα που η καρδιά μας χρειαζόταν αμέσως μετά τους Εσπερινούς. Και εκεί που λες πως καλύτερο δεν γίνεται, η διασκευή του “Μπλε Χειμώνα” των Διάφανων Κρίνων σε μια αποστομωτική doom-death εκτέλεση, μου δημιούργησε σχεδόν αστρικό ταξίδι – έχω φετίχ με τις διασκευές και τούτη εδώ, ήταν ορισμός της έννοιας “διασκευή”.

Θα μπορούσα να γράψω άλλες τρεις σελίδες για το πως οι Shattered Hope με έκαναν να νιώσω με αυτή τους την εμφάνιση. Θα κρατήσω ζωντανά για τον εαυτό μου όλα τα συναισθήματα και τις αισθήσεις και θα εξομολογηθώ πως αυτή, ήταν μια τέλεια, αψεγάδιαστη, άψογη από κάθε άποψη εμφάνιση της μπάντας, εμφάνιση που θα θυμάμαι για χρόνια και θα με ταξιδεύει σε εκείνη την Παρασκευή με την ίδια άνεση που το έκαναν και οι ίδιοι την θησαυρική στιγμή που συνέβαινε. Άλλωστε, ποιος μπορεί να ξεχάσει την πρώτη του φορά; 

Shattered Hope setlist:
Συριγμός
In Cold Blood
Verge
Towards the Land of Deception
The Judas Tree
For the Night Has Fallen
Μπλε Χειμώνας

Φωτογραφίες: Σπύρος Κουρκουλάς

Avatar photo
About Σπύρος Χονδρογιάννης 59 Articles
Γεννημένος στην Αθήνα την χρονιά που οι Rush κυκλοφόρησαν δύο albums, αλλά και που ο Alice Cooper μας καλωσόρισε στον εφιάλτη του, δεν πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να λατρέψει τους Sabbath του Dio και του Tony Martin, τους Fates Warning και τους Sanctuary, τους Candlemass και τους Crimson Glory. 15 χρόνια μετά, τον συνεπήρε η ποίηση των The Mission, Fields Of The Nephilim, And Also The Trees και Nosferatu, ενώ ο απόλυτος συνδυασμός μελωδίας και μαυρίλας του συστήθηκε με φρέσκους, τότε, ήχους των Paradise Lost, My Dying Bride, Anathema, Elend και Katatonia. Ολοκληρώθηκε μόλις ανακάλυψε την μαγεία του David Bowie, του Scott Walker, του Neil Hannon και του Jarvis Cocker αλλά και του J-Rock/Visual Kei πολύχρωμου κόσμου πριν πατήσει τα πρώτα -άντα του. ‘Οταν δεν ασχολείται με τα εξαναγκαστικά βιοποριστικά που ποσώς τον ενδιαφέρουν, κρατάει τα drum sticks του και νιώθει λίγο σαν τους ήρωες του, Neil Peart και Mark Zonder, ενώ ο υπόλοιπος ελεύθερος χρόνος του είναι και πάλι μουσική, μουσική, μουσική - και κινηματογράφος, καθώς τον σπούδασε, όπως και videogaming, γιατί το ιδανικό μέρος να ζει κανείς είναι ξεκάθαρα το Silent Hill, όλοι το ξέρουν αυτό.