Editorial – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ: Friday on my Mind

EDITORIAL

(“May today be the Fridayest Friday that ever Fridayed”)

Παρασκευή, αγία ή όχι, είναι για κάποιους η προστάτιδα των ματιών, όμως για τις ορδές των καθημερινών ανθρώπων που ψάχνουν το νόημα απέναντι στη σκληρότητα του πανδαμάτορα χρόνου, η προστάτιδα της γιορτής, της απόδρασης, της παροδικής πολυτέλειας, της μικρής προσωπικής αποθέωσης. Πόσες Παρασκευές να πέρασαν άραγε στην ιστορία από τον εντοπισμό της αρίθμησης του χρόνου στην αρχαία Ελλάδα, το 753 π.Χ. , και πότε άνθισε πραγματικά ο σημερινός καταλυτικός της ρόλος;

Κατά τις γραφές, την πέμπτη μέρα εργασίας και δημιουργίας ο Θεός έφτιαξε τα πτηνά και τα ψάρια, και αυτή η δράση μακριά από το έδαφος και τη γη πραγματικά βολεύει έναν φαντασμένο σε κάθε πιθανό συμβολισμό διαφυγής.  Η ιστορική διαδρομή μικρή σημασία έχει πια μπροστά στην καθιερωμένη εβδομαδιαία συγκίνηση της Παρασκευής. Η αναμφισβήτητη πραγματικότητα είναι πως η κατευθυνόμενη καθημερινότητα των ενήλικων αλλά και των παιδιών, με το σχολείο να συμβαδίζει παράλληλα εγκαθιστώντας στη συνείδηση επαναληπτικά την προοπτική της εργασίας, είναι αυτή που περνά το στέμμα στο πανέμορφο κεφάλι αυτής της μέρας.

Ο οικουμενικός συναγερμός της είναι ένα άτυπο συντονισμένο ραντεβού που παγώνει τις υποχρεώσεις. Τα αγαπημένα ρούχα και παπούτσια είναι τα παπούτσια της Παρασκευής. Η στολή του δραπέτη από τη μιζέρια και την καθημερινότητα μοιάζει σχεδόν με πανοπλία. Ακόμα και η περίφημη συμμορία από το Manchester, η Quality Street Gang εμφανίζονται σαν “Friday night, they ‘ll be dressed to kill”, στο κλασικό “The Boys Are Back in Town”  των Thin Lizzy. O κυνικός και δύστροπος Robert Smith εκείνης της περιόδου απελευθερώνει μια σχεδόν εφηβική αφέλεια για χάρη των εικόνων της Παρασκευής που απολαμβάνει, στο αναμενόμενα πετυχημένο “Friday I ‘m in Love”. Όμως αυτός που στο μυαλό μου αποτύπωνε το πολύχρωμο, γιορταστικό καρναβάλι της με τόσο ισχυρούς συνειρμούς, ήταν ο Fish στο “Heart of Lothian”, και το υπέροχο περιγραφικό του κρεσέντο and anarchy smiles at the royal mile, and we ‘re waiting on the fly boys, sly boys, wide boys, rooting, tooting cowboys, lucky little ladies at the watering holes, they ‘ll score the Friday night goals”.

Υπήρξε πάντα τόσο ευρύχωρη η υπόσχεση και προσδοκία της Παρασκευής που στο ταραγμένο μετεφηβικό μου μυαλό έβρισκα μέσα σε αυτή μια σεβαστή υποψία ισότητας. Ήταν τότε που ταυτίστηκαν οι υπέροχες έξοδοι της παρέας με το “Friday on my Mind” της έκδοσης του Gary Moore, και η νεανική αλαζονεία πότιζε την αίσθηση πως η πολυτέλεια της Παρασκευής ήταν φυσικά κτήμα και βίωμα της γενιάς μας. Αρκετά αργότερα βέβαια, μαζί με τη γενική απομυθοποίηση πολλών τέτοιων σύντομων θέσεων, είχε έρθει και η πληροφορία πως το τραγούδι ήταν των Αυστραλών The Easybeats, μια γνώση που μας γύριζε πια πίσω στο 1967, καταλύοντας κάθε περιορισμό χρόνου και τόπου.

Μια από τις πειστικότερες παραισθήσεις αυτής της ανάγκης να αποφύγεις τη μέρα αυτή κάθε εργασιακή υποψία, είναι αυτή που πιάνεις τον εαυτό σου να θεωρεί σχεδόν αόρατους τους σερβιτόρους που θα φέρουν το ποτό σου. Αυτό το βράδυ θέλεις να έχει εξαφανιστεί το ρεύμα του κάματου από παντού τριγύρω σου, όσοι κάνουν κάτι είναι ρομπότ, εξωγήινοι, εθελοντές που το απολαμβάνουν ή μυστήρια πλάσματα μιας εξωτικής φαντασίας που βγαίνουν πάντα αυτή τη νύχτα της εβδομάδας.

Κάποια στιγμή έπεσα τυχαία πάνω σε μια ομάδα που είχαν τον τίτλο “Monday’s Lovers” και το μότο τους ήταν “ας κάνουμε τις Δευτέρες μας Παρασκευές”. Την πρώτη ενστικτώδη γλαφυρότητα αντικατέστησε γρήγορα ένας βαρύς σκεπτικισμός, σαν να άκουγα επιτέλους μετά από τόσα χρόνια φημών και εικασιών στον κολασμένο κόσμο του rock & roll, ένα ανάποδο μήνυμα με ξεχωριστή σημασία.

Αυτή είναι η Παρασκευή, μια πρόσκαιρη, επαναληπτική γομολάστιχα, το προσωρινό ξεθώριασμα ενός λάθους. Είναι η χωματερή που θα πετάξεις όλη την εβδομάδα καταναγκαστικών πράξεων, τους στεγνούς επαναληπτικούς κύκλους, τις άδειες, ανάλατες αδιάφορες μέρες της ζωής σου. Η Παρασκευή είναι μια τεράστια, οικουμενική πινακίδα νέον που πάνω της γράφει “ΛΑΘΟΣ” σε όλες τις γλώσσες. Όταν θα περιμένεις στο τέλος της ζωής σου να περάσεις τις μαργαριταρένιες πύλες του παραδείσου και του βιβλικού τραγουδιού του Paddy McAloon, θα κοιτάξεις τον μπροστινό σου και θα αναρωτηθείς πόσες Παρασκευές έζησε. Η πρόσθεση μπορεί να σκοτώσει και μελλοθάνατο.

Οι αμέτρητες συντονισμένες χρωματιστές Παρασκευές κάθε γεωμετρικού μήκους και πλάτους εξακολουθούν να συγκρατούν την διαδρομή της ανθρωπότητας σε μια παραδοξότητα που δίνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαφυγή απέναντι στην αλλαγή. Τυπικές εργασιακές σταθερές που συντηρούν τη ρουτίνα και την υποβάθμιση της αξίας της καθημερινότητας την περιμένουν να σκουπίσει σαν καλή καθαρίστρια τις βρωμιές στις ζωές μας, έστω και αν αυτές θα ξαναβγούν.

Μια πιθανή στυγερή δολοφονία της Παρασκευής μας θα μπορούσε να αποδειχθεί ένας αποτελεσματικός τρόπος να αποκαλύψουμε επιτέλους στους εαυτούς μας πως πήραμε τις ζωές μας λάθος, αφήνοντας τους πηδαλιούχους στο απυρόβλητο.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1161 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.