TERRY MARSHALL AND FRIENDS: “Living the Blues”

ALBUM

Όταν μια από τις επιδραστικότερες μορφές της παγκόσμιας μουσικής, αποφασίζει να κυκλοφορήσει το πρώτο του album σε ηλικία 77 ετών, τότε η είδηση αυτή, δε μπορεί παρά ν’ αποτελεί μείζον καλλιτεχνικό γεγονός. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε απλά μ’ έναν αναγνωρισμένο μουσικό που αποφάσισε να καταθέσει τις εμπειρίες του στη blues. Πέρα από την μακρά του πορεία ως επαγγελματίας μουσικός από την ηλικία των 16, με αδιανότητες συνεργασίες στο παλμαρέ του, ο Terry Marshall, μαζί με τον πατέρα του Jim, συνείσφερε καθοριστικά στην εξέλιξη της τεχνολογίας ήχου, μέσω της δημιουργίας των εμβληματικών ενισχυτών Marshall, που άλλαξαν την πορεία της rock και όχι μόνο μουσικής για πάντα.

Η ιστορία αυτή ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60, όταν οι κιθαρίστες της εποχής, όπως ο Pete Townshend των The Who, ζήτησαν κάτι «πιο δυνατό» για τις ζωντανές τους εμφανίσεις. Ο Terry, ως μουσικός που δεν περιοριζόταν στους παραδοσιακούς ενισχυτές Vox ή Fender, κατάλαβε ότι χρειαζόταν κάτι καινοτόμο για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της νέας μουσικής σκηνής. Έτσι, μαζί με τον πατέρα του, δημιούργησε τον πρώτο Marshall amplifier, που γρήγορα έγινε ο πυλώνας για τον ήχο μεγάλων συγκροτημάτων όπως για τους Led Zeppelin και Deep Purple. Αυτή η τεχνολογική καινοτομία προσέφερε στον Terry μια θέση στην ιστορία της μουσικής.

Παρά την επιτυχία του στον τομέα των ενισχυτών, ο Terry Marshall δεν εγκατέλειψε ποτέ την αγάπη του για τη μουσική, τις ζωντανές ερμηνείες κυρίως και τα στούντιο σε δεύτερο λόγο. Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στα 16 του χρόνια και συνεργάστηκε με θρυλικούς καλλιτέχνες όπως ο Eric Clapton, ο John Mayall κι ο Ritchie Blackmore. Η επιθυμία του για ζωντανές ερμηνείες και αυθόρμητες δημιουργίες αποτυπώνεται ξεκάθαρα στο “Living the Blues”, ένα έργο που τιμά τις ρίζες της blues και συνδέεται άμεσα με την πολυετή εμπειρία του στη σκηνή.

Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε ζωντανά μέσα σε μόλις τέσσερις ημέρες, χωρίς πρόβες και χωρίς προσχεδιασμένες ενορχηστρώσεις. Αυτό το αυθόρμητο ύφος ηχογράφησης προσέδωσε μια ιδιαίτερη ζωντάνια στο αποτέλεσμα, που αναδεικνύει την αυθεντικότητα / διαχρονικότητα της blues μουσικής. Ο Terry Marshall συγκέντρωσε μια ομάδα ταλαντούχων μουσικών, με τους οποίους έχει συνεργαστεί σε διαφορετικές φάσεις της καριέρας του, για να καταγράψει ζωντανά τη φυσική αυτή ενέργεια.

Ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζονται οι εμπειρίες και οι προσλαμβάνουσες διαφορετικών γενεών καλλιτεχνών, είναι εντυπωσιακός. Στο άλμπουμ συμβάλλει μια πληθώρα εξαιρετικά ταλαντούχων μουσικών κι ερμηνευτών, όπως ο Nick Simper (Deep Purple, Warhorse) στο μπάσο, η Emma Wilson, η Alice Armstrong και η Zoe Schwarz στα φωνητικά, ο Paul Long στο όργανο, Hugh Budden στη φισαρμόνικα, ο Kev Hickman και ο Paul Gordon White στα drums κι ακόμα ο βιρτουόζος Laurence Jones, ο Robert Hokum, ο Peter Parks (Warhorse) κι ο Robin Bibi στις κιθάρες, επίσης ο εξαιρετικός Krissy Matthews σε κιθάρα και φωνητικά, να πλαισιώνονται από τον υπέροχο Terry Marshall στο σαξόφωνο. Ο συγκερασμός νέων και βετεράνων, δημιουργεί ένα έργο που γεφυρώνει τις γενιές και αναδεικνύει την εξέλιξη κι αναμφισβήτητα τη διαχρονικότητα της blues.

Για πάμε στο δια ταύτα τώρα, τα τραγούδια και τους συντελεστές. Όλα ξεκινούν από ακρογωνιαίο λίθο της blues “Hoochie Coochie Man” (του Willie Dixon και πρώτη εκτέλεση από τον τρισμέγιστο Muddy Waters το 1954), με την ενέργεια και την αισθητική να παραμένει υψηλή με τους νεότερους ερμηνευτές, όπως ο Krissy Matthews και η Alice Armstrong, να φέρνουν φρέσκο αέρα στο εμβληματικό αυτό κομμάτι. Ακολουθεί το “Phone Booth” (του Robert Cray, από το 1983), στο οποίο αποτυπώνεται τη διασταύρωση του παραδοσιακού blues με τη σύγχρονη blues-rock αισθητική. Η συγκεκριμένη εκτέλεση, διατηρεί την αυθεντικότητα του τραγουδιού, ενώ οι μουσικοί προσθέτουν έναν πιο ζωντανό, jam χαρακτήρα, με πρωταγωνιστές τους Paul Long στο όργανο και τον Nick Simper στο μπάσο. Ακολουθεί το “Voodoo Woman” (του Willie Dixon από 1975 και με την ερμηνεία αυτή της Koko Taylor), με την Emma Wilson να προσδίδει μια συναισθηματική / αισθαντική και πλούσια ερμηνεία, αποτίοντας φόρο τιμής στην κλασική εκτέλεση.

Το πολυαγαπημένο “Worried Dreams” του B.B. King από το 1953, με το Marshall στο σαξόφωνο και τον εκπληκτικό Peter Parks στην κιθάρα, απογειώνουν το κλασικό blues, σε μια ερμηνεία (γιατί με ερμηνείες έχουμε να κάνουμε κι όχι απλά μ’ εκτελέσεις) με βάθος, ένταση κι ιδιαίτερο αισθαντισμό, όπως αρμόζει. Ξεχωρίζουν, δίχως άλλο, τα “Doctor Feelgood” της θρυλικής Aretha Franklin και του Ted White (από το 1967), σε μια μαγευτική ερμηνεία από την Emma Wilson και το σαξόφωνο του Marshall να προσθέτει μια ζεστή και νοσταλγική ατμόσφαιρα, όπως επίσης και το “Smokestack Lightning” του Howlin’ Wolf (από το 1956)΄, όπου στην παρούσα εκτέλεση να δίνεται ακόμα μια ζωή στο πολύπαιγμένο αυτό κομμάτι, με την κιθάρα του Krissy Matthews να διατηρεί τον χαρακτηριστικό ύφος του Howlin’ Wolf.

Το “Living the Blues” δεν είναι απλώς ένα άλμπουμ διασκευών, αλλά η αποτύπωση της ζωής του Terry Marshall μέσα από τη blues. Το έργο αυτό, που κυκλοφορεί σε μια περίοδο όπου η επεξεργασία της μουσικής είναι πιο τυποποιημένη από ποτέ, αναδεικνύει την ανάγκη επιστροφής στην αυθεντικότητα και την απλότητα της ζωντανής ερμηνείας κι εμπειρίας. Το ντεμπούτο αυτό άλμπουμ δεν θα μπορούσε να είναι πιο ειλικρινές κι αυθεντικό, καθώς συνδυάζει τις εμπειρίες μιας ζωής αφιερωμένης στη μουσική με την ώθηση για να κρατηθεί ζωντανή η παράδοση της blues για τις νέες γενιές.

Είδος: Blues
Δισκογραφική: Marshall Records
Ημ. Κυκλοφορίας: 11 Οκτωβρίου 2024

Facebook
YouTube Channel

Avatar photo
About Παναγιώτης Σπυρόπουλος 87 Articles
Γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 70 και μεγάλωσε στα Δυτικά της Αθήνας, γαλουχημένος με ρεμπέτικα και λαϊκά από το σπίτι, κλασική / λόγια μουσική στα ωδεία, τον σκληρό ήχο μιας οργισμένης κι επαναστατημένης εφηβείας, τα blues σε μια περίοδο ανώριμης εξέλιξης και από progressive metal ηχοτοπία σε φάση περισυλλογής. Προσπαθεί να ισορροπήσει σ’ ένα αντεστραμμένο κόσμο, απαλλαγμένος από τη δικτατορία των πεποιθήσεων των άλλων. Δε θα ερμηνεύσει την τέχνη στους δημιουργούς της, αλλά θα μοιραστεί τις εντυπώσεις που αποκόμισε μ’ ένα ευρύτερο κοινό.