Ταινία – BASKIN (2015): Το Οθωμανικό δίκαιο στο horror

CRIME - DRAMA - FANTASY

Αν υπάρχει ένα καλό που έκανε το πρόσφατο reboot του Hellraiser, είναι ότι μου θύμισε το Baskin. Κατά τη διάρκεια της προβολής κι ενώ πάλευα με την πλήξη – ή, μάλλον, ακριβώς λόγω της πλήξης – σκέφτηκα ξαφνικά: «Ρε, το Baskin δεν είναι πιο Hellraiser από τούτο δω το Hellraiser»; Ναι, είναι. Κι αυτό γιατί το Baskin εμπνέεται από την αισθητική και την ατμόσφαιρα του Hellraiser, αλλά διαθέτει σε αφθονία δύο στοιχεία, που απουσιάζουν παντελώς από το reboot του 2022: Τρόμο και ούμπαλα. Κι έρχεται, μάλιστα, από την Τουρκία, μία χώρα, που όχι μόνο δεν έχει παράδοση στο σινεμά τρόμου, αλλά, αντιθέτως, έχει ταυτιστεί στη συνείδηση όλων μας με τον Εζέλ, την Φατμαγκιούλ και τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Να όμως που το Baskin έσκασε σαν κεραυνός εν αιθρία, μοίρασε φάπες και υπήρξε μία από τις πιο ευχάριστες horror εκπλήξεις του 2015.

Μια ομάδα άξεστων στην πλειοψηφία τους αστυνομικών λαμβάνει σήμα να διερευνήσει ύποπτο περιστατικό. Κι ενώ ο προορισμός τους είναι γνώριμος, η διαδρομή αποδεικνύεται ασυνήθιστα μεγάλη, όταν δε το βανάκι τους χτυπά διερχόμενο πεζό και καταλήγει μισοβυθισμένο σε λίμνη, συνειδητοποιούν ότι έχουν χαθεί για τα καλά. Το συμβάν φαίνεται να έχει λάβει χώρα σε ένα εγκαταλελειμμένο οίκημα, που λειτουργούσε ως αστυνομικός σταθμός την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όμως οι αλλόκοτοι περίοικοι με τα χασκόγελα και τα υπαινικτικά σχόλια, καθώς κι ένας κουβάς γεμάτος βατράχια εντείνουν την αίσθηση ότι οι ήρωες δεν πατούν στην πραγματικότητα.

Δεν είναι γνωστό αν η όλη κατάσταση σχετίζεται με παιδικό εφιάλτη του νεότερου μέλους της ομάδας ή αν το ύποπτο κρέας, που κατανάλωσαν στο μαγειρείο όπου άραζαν πριν ξεκινήσουν την αποστολή, λειτούργησε ως μαγικό ξόρκι, το μόνο σίγουρο, πάντως, είναι ότι, σε ένα καπρίτσιο της μοίρας και του χωροχρόνου, οι αστυνομικοί καταλήγουν αιχμάλωτοι στα υπόγεια του κτιρίου, που λειτουργεί ως καθαρτήριο / κολαστήριο εξωκοσμικής σέκτας σε αναζήτηση των λίγων εκλεκτών, που μπορούν να ατενίσουν την συμπαντική άβυσσο. Εξυπακούεται ότι η αξιολόγηση και επιλογή των υποψηφίων (εν προκειμένω των αστυνομικών) δεν γίνεται με συνέντευξη, αλλά μέσω ανελέητων βασανιστηρίων και εξευτελισμών, που περιλαμβάνουν ξαντεριάσματα, εξόρυξη ματιών και εξαναγκασμό σε συνουσία. Κι επειδή, όπως λέει ο αρχηγός της σέκτας, η Κόλαση είναι κάτι που κουβαλάς πάντοτε μέσα σου, η μόνη διέξοδος είναι μια ψευδαίσθηση που οδηγεί σε έναν επαναλαμβανόμενο εφιάλτη.

Αν όλα αυτά ακούγονται κάπως μπερδεμένα είναι επειδή το Baskin δεν έχει γραμμική εξέλιξη αλλά την ακατάστατη δομή και τις χρονικές ανακολουθίες ενός ονείρου. Και για όσους δικαίως ανησυχούν για arthouse αρλουμπολογίες, να διευκρινίσω ευθύς εξαρχής ότι η ταινία είναι από την κορυφή ως τα νύχια καθαρόαιμο και ασυμβίβαστο horror, χωρίς ντροπές και εκπτώσεις σε άγρια βία και νοσηρότητα. Ήδη από τις πρώτες σκηνές δημιουργεί με επιτυχία μια ονειρική αίσθηση υφέρπουσας απειλής, που κλιμακώνεται σταδιακά μέχρι την εφιαλτική κορύφωση. Ταυτόχρονα, μέσα από λίγα, σύντομα σε διάρκεια πλάνα, καταφέρνει να σκιαγραφήσει όσο χρειάζεται τους «ήρωες» της ταινίας, οι οποίοι είναι ανατριχιαστικά όμοιοι ως συμπεριφορά με αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε «μέσο Έλληνα»: Αράζουν αναλύοντας τις αποδόσεις στο Πάμε Στοίχημα, διηγούνται κωμικοτραγικά μπλεξίματα με γυναίκες ελευθέρων ηθών, αρπάζονται με την πρώτη ευκαιρία, αν τους θίξει κανείς την υπόληψη και μερακλώνουν με ντερτιλίδικα άσματα – η σχετική σκηνή στο αστυνομικό βαν, όπου η ομήγυρη ξεσπά σε ομαδικό τραγούδι και παλαμάκια με κομπολόγια στα χέρια και οδοντογλυφίδες στο στόμα υπό τους ήχους ψυχεδελικού, χορευτικού ποπ αμανέ μου θύμισε λίγο τη σκηνή στο ελικόπτερο με το Long Tall Sally από το πρώτο Predator, αν κι εδώ το όλο πνεύμα είναι εμφανώς σαρκαστικό. Προσωπικά τους συμπάθησα παρ’ όλη την καφρίλα τους, αλλά ακόμη και αν τους αντιπαθήσει κανείς, σίγουρα θα δικαιωθεί βλέποντας τα μαρτύρια, στα οποία υποβάλλονται αργότερα.

Εκεί που το Baskin ξεκουμπώνεται και κατεβάζει τα παντελόνια με άγριες διαθέσεις, αναδύοντας ταυτόχρονα έντονο άρωμα Hellraiser, είναι όταν κάνει την εμφάνισή της η σέκτα κι αιχμαλωτίζει τους αστυνομικούς στα μπουντρούμια του κτιρίου για «αξιολόγηση»: Όσοι βρίσκονται χαμηλά στην ιεραρχία (αν δεν είναι κι αυτοί αιχμάλωτοι) μοιάζουν με ημίγυμνες bdsm μαινάδες μεταξύ μαρτυρίου και έκστασης, με ιδιαίτερη έφεση στον κανιβαλισμό. Ο φερόμενος υπαρχηγός είναι μια ψηλόλιγνη, μασκοφορεμένη, αμίλητη και ανδρόγυνη φιγούρα, στην οποία πολύ θα ήθελαν να μοιάσουν οι Κενοβιάτες από το πρόσφατο reboot. Αυτός, όμως, που κλέβει την παράσταση είναι ο Πρεσβύτερος της σέκτας – επίτηδες δεν βάζω φωτογραφία για να μην χαλάσω την έκπληξη, θα πω όμως ότι ο τύπος είναι έτσι στην πραγματικότητα κι ότι δεν του έχουν βάλει ίχνος προσθετικού make up. Δεν έχω ιδέα πού πήγαν και τον βρήκαν, πάντως μπαίνει με το σπαθί του στο horror πάνθεον, παρέα με τον Pinhead (τον Doug Bradley εννοώ) και τους λοιπούς δαιμονικούς ήρωες. Και δεν είναι μόνο η εφιαλτική όψη του (διόλου τυχαία η εμμονή της ταινίας με τους βατράχους), αλλά και το μειλίχιο, σχεδόν πατρικό ύφος του όταν ανακοινώνει στους αιχμαλώτους την μοίρα που τους περιμένει αλλά και κατά την εκτέλεση των διαφόρων ακροτήτων. Να σημειώσω δε ότι οι άγριες σκηνές σπλάτερ είναι φτιαγμένες εξ ολοκλήρου με πρακτικά εφέ χωρίς την φαστφουντάδικη torture porn αισθητική του Hostel κι ότι η ατμόσφαιρα νοσηρού, σαδομαζοχιστικού ερωτισμού καταφέρνει να είναι πειστική αποφεύγοντας την παγίδα της trash υπερβολής, όπως ήταν π.χ. ο τραγέλαφος των τελευταίων σκηνών του remake του Suspiria.  

Κλείνοντας, και για να παραφράσω λίγο τον Θου-Βου, horror το λένε και είναι απλό: Δεν χρειάζεται να τετραγωνίσεις τον κύκλο, να εφεύρεις τον τροχό, να τα ανάγεις όλα σε κοινωνικοπολιτικό προβληματισμό, να εκμοντερνίζεις ή να κουράζεις με δίωρες διάρκειες. Το Baskin δεν καινοτομεί, αλλά αυτό που θέλει να κάνει, το κάνει καλά. Έχει σωστές επιρροές (κάτι από Hellraiser, κάτι από David Lynch, κάτι από Λάβκραφτ και κάτι από Argento στους φωτισμούς) τις οποίες τιμά, διατηρώντας, ταυτόχρονα, το προσωπικό του όραμα και ύφος. Και, το κυριότερο, έχει έναν σκηνοθέτη που αγαπάει το άθλημα, ιδρώνει την φανέλα και δεν δίνει μία αν κάποιος ενοχληθεί ή σοκαριστεί – ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή, από το reboot του Hellraiser, που μου έδωσε και την ευχάριστη αφορμή να ξανασχοληθώ με το Baskin. Τέλος, για όσους ενδιαφέρονται, ο εν λόγω σκηνοθέτης (Can Evrenol) συνέχισε με το Housewife, το οποίο, αν και λιγότερο καλό από το Baskin, έχει παρόμοιο ονειρικό κλίμα, εντονότερες επιρροές από Argento στην αισθητική κι ένα φουλ Λαβκραφτικό φινάλε. Τα τελευταία χρόνια το έχει ρίξει σε μη horror σειρές, μεταξύ αυτών το Protector του Netflix, όσο για το αν έχει εγκαταλείψει οριστικά το σπορ για λόγους βιοπορισμού θα το μάθω, όταν καταφέρω να δω την τελευταία του ταινία, Girl With No Mouth, που φαίνεται να διατηρεί κάτι από το αλλόκοτο, προσωπικό του ύφος.

Κείμενο/Επιμέλεια: Στέφανος Δημόπουλος

Avatar photo
About Soundcheck Partner 326 Articles
Souncheck.network