Δεν μπορώ να ξέρω πόσες φορές ξεγελάστηκαν αυτοί που πιστεύουν ακόμα στα θαύματα από κάποια νέα κυκλοφορία των heavy doom stoner rockers Sword από το Austin του Texas, θεωρώντας πως συνέβη επιτέλους η επιστροφή των παραδοσιακών metallers με το ίδιο όνομα από τον Καναδά. Χρειάστηκε να περάσουν 34 ολόκληρα χρόνια, όμως το πλήρωμα του χρόνου έφτασε, και έχουμε τον τρίτο τους δίσκο με τον άμεσο τίτλο “III”.
Μετά το ντεμπούτο “Metalized” του 1986, που έτυχε σημαίνουσας προσοχής και τους εξασφάλισε ρόλο opening act σε μεγάλα ονόματα σαν τους Motorhead, τους Metallica (στην περιοδεία του “Master of Puppets”), και τον Alice Cooper, και το δεύτερο άλμπουμ “Sweet Dreams” του 1988, οι Καναδοί χάθηκαν από τον μουσικό χάρτη. Οι γνώριμες, καταιγιστικές αλλαγές των μουσικών trends της δεκαετίας του ’90, τους ρούφηξαν, όπως έγινε με πλήθος άλλων ονομάτων. Ο τραγουδιστής τους Rick Hughes σχημάτισε τους glam metallers Saints & Sinners, οι οποίοι χάθηκαν σύντομα μετά την κυκλοφορία του ομότιτλου άλμπουμ τους. Το άλμπουμ “The Best of Sword” κυκλοφόρησε από την παλιά τους ετιαρεία, την Aquarius Records τον Οκτώβριο του 2006, το “Metalized” επανακυκλοφόρησε το 2009, και το γκρουπ επανασυνδέθηκε το 2011, με διάφορες ζωντανές εμφανίσεις σε φεστιβάλ. Το ζωντανό άλμπουμ “Live Hammersmith” που βγήκε το 2016, περιλαμβάνει ηχογραφήσεις από την περιοδεία τους με τους Motorhead, το 1987.
Η απάντηση για το τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς μετά από τόσα χρόνια απουσίας της μπάντας, δόθηκε πριν καν ακουστεί η πρώτη νότα του νέου άλμπουμ από τους ίδιους, όταν έγραψαν πως ένα κουτί με παλιά demos και τραγούδια που είχαν απορριφθεί τότε από την εταιρεία, ήταν αρκετά για να ανάψουν τη φλόγα της εκδίκησης με ένα νέο άλμπουμ. Το σημαντικότερο από την προσήλωση στην ίδια μουσική ταυτότητα, στις ρίζες της μπάντας είναι όμως, πως αυτή εκδηλώνεται και σερβίρεται με την αυθεντική σύνθεση: πέρα από τον Rick πίσω από το μικρόφωνο, ο κιθαρίστας Mike Plant, ο μπασίστας Mike Laroque και ο ντράμερ Dan Hughes (αδερφός και συνιδρυτής με τον Rick) είναι στις θέσεις τους ζωντανεύοντας ένα σχεδόν χαμένο όνειρο ενός περιορισμένου αλλά πιστού κοινού.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία πως παίρνεις ακριβώς αυτό που περιμένεις, αν γνωρίζεις το μουσικό ύφος των Καναδών. Με οχτώ νέους τίτλους σε 35 λεπτά μουσικής, οι Sword παραμένουν απόλυτα πιστοί στο παραδοσιακό 80’s metal τους, με συμπαγείς ρυθμικές συνθέσεις που συνήθως θα πάρουν το mid tempo μονοπάτι. Ιδανική επιλογή για όσους αγαπούν την πρώιμη φάση των Savatage, τους κλασικούς Accept, τους Priest των αρχών της δεκαετίας του ’80, τους mid tempo Metallica, από την εισαγωγή του “Bad Blood” εντυπωσιάζουν με την ενέργεια και τη φρεσκάδα τους, ενώ η πιο ευχάριστη έκπληξη είναι η φωνητική συνέπεια του Rick Hughes που ακούγεται παντού σε απίθανη ετοιμότητα.
Συνθετικά, αποφεύγουν κάθε πιθανότητα νεωτερισμού, έχουν ακόμα όμως τη γοητεία των χαρακτηριστικών φωνητικών μελωδιών σε αρκετά από τα τραγούδια, που δένονται κόμπος με τα κλασικά ριφ. Το μπάσιμο του δίσκου είναι αφοπλιστικό στο πρώτο μισό του, με το “Dirty Pig” να διεκδικεί με αξιώσεις τον τίτλο του επικείμενου single, ενώ το αυτοβιογραφικό “Unleashing Hell” το κερδίζει στο νήμα με την αφηγηματική νοσταλγία του που σε γυρίζει πίσω στο 1986. Πιθανά, ένα πιο ισχυρό φινάλε θα πρόσφερε μεγαλύτερη δικαιοσύνη στην επιστροφή των Καναδών, ίσως όμως να ζητάμε και πολλά από ένα γκρουπ που έσβησε εντελώς τις μηχανές για δεκαετίες.
Είναι δύσκολο να αποφύγεις να το αντιμετωπίσεις σαν μια νοσταλγική κυκλοφορία, και το γεγονός πως το πρωταρχικό υλικό είναι παλιό δεν θα σε βοηθήσει. Από την άλλη όμως, είναι μια ευπρόσδεκτη ένεση καλογραμμένου παραδοσιακού metal με εξαιρετική παραγωγή, που δεν θα σου αλλάξει σίγουρα τη ζωή, θα σου θυμίσει όμως έντονα την άμεση, αρχέγονη αξία αυτής της μουσικής.
Είδος: Heavy Metal
Εταιρεία: Massacre Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 25 Νοεμβρίου 2022
Website: https://www.swordmetalized.com/
Facebook: https://www.facebook.com/Sword.Metalized