SEPTICFLESH: “Modern Primitive”

ALBUM

Αν με ρωτούσες ποια είναι η πιο αγαπημένη μου extreme μπάντα της χώρας μου μέχρι και το 2010, θα σου έλεγα χωρίς δεύτερη σκέψη πως είναι οι Septic Flesh. Βέβαια, μόλις δύο χρόνια πριν από το έτος που ανέφερα, οι ίδιοι οι Septic Flesh αποφάσισαν να αλλάξουν το όνομα τους σε “Septicflesh”. Σιγά τα ωά θα μου πεις, σιγά την αλλαγή. Και όσον αφορά στο όνομα, έχεις δίκιο. Κι όμως, όταν αυτές οι δύο λέξεις ενώθηκαν, αρκετά πράγματα άλλαξαν για την αθηναϊκή μπάντα.

Οι Septic Flesh, ένα σχήμα που γεννήθηκε μαζί με τα ‘90s, μας προσέφερε περισσότερα έπη από όσα και εμείς οι ίδιοι θα μπορούσαμε να φανταστούμε. Από το “Temple Of The Lost Race” του 1992 μέχρι και τους Σουμέριους Δαίμονες του 2003, όπου και δήλωσαν το hiatus τους, οι Septs είχαν την μυστική συνταγή για ένα εντελώς δικό τους ατμοσφαιρικό, γοτθικό, νεκρομεταλλικό αμάλγαμα που τους ξεχώρισε παγκοσμίως.

Το 2008, το reboot έγινε κάτω από το “νέο” όνομα και ένα υπέροχο “Communion”, στο οποίο μπορούσες πλέον να διακρίνεις ένα διαφορετικό σμίλευμα του ήχου τους, πέρα από τις λίγες “V for Vagenas” στιγμές και συνθέσεις που θύμιζαν το παρελθόν. Ο συμπαγής, συμφωνικός ήχος του μέλλοντος, είχε ήδη ξεκινήσει και συνεχίστηκε μοναδικά στο “The Great Mass” του 2011.

Μια δεκαετία μετά, το “Modern Primitive” έρχεται να σφραγίσει τον ήχο των Αντωνίου Bros. και της υπόλοιπης παρέας, ακριβώς αυτό τον ήχο που άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά με το “Communion”, τελειοποιήθηκε με το “The Great Mass”, επαναλήφθηκε με το “Titan”, επαναλήφθηκε με το “Codex Omega” και γενικότερα, όπως θα συμφωνούσε και ο Dante Alighieri, η κόλαση είναι η επανάληψη.

Το “Modern Primitive” λοιπόν, είναι η πεμπτουσία της επανάληψης. Όλα τα υπέροχα ορχηστρικά και ατμοσφαιρικότατα στοιχεία του Χρήστου Αντωνίου είναι εδώ, το μεταλλικό τείχος με τον τεχνικότατο drummer Kerim Lechner να το χτίζει είναι εδώ, φυσικά τα ασύγκριτα φωνητικά του μοναδικού Σωτήρη Βαγενά είναι εδώ (και διάολε, είναι ο μόνος λόγος πλούσιου συναισθηματισμού και ανατριχίλας μέχρι και σήμερα), οι συμφωνικές ορχήστρες και οι παιδικές χορωδίες είναι εδώ…όλα είναι εδώ. Σε επανάληψη. Στον αυτόματο πιλότο. Ό,τι ακούς στο “Modern Primitive”, θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται στο “Titan” ή στο “Codex Omega” (και ενδεχομένως έχει βρεθεί). Ακόμα και τα πανέμορφα ορχηστρικά μέρη του, θυμίζουν τα προηγούμενα δύο albums σε βαθμό που το deja-vu είναι δεδομένο. Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ πως πρέπει σε κάθε δίσκο σου να παίζεις κάτι διαφορετικό. Όμως οι συνθέσεις σου, θα πρέπει να ξεχωρίζουν, να σου δίνουν ένα νέο κλειδί συναισθήματος μέσα στον λαβύρινθο του ήχου σου, όσο και αν αυτός δεν αλλάζει (και αφού είναι επιλογή σου, καλά κάνει και δεν αλλάζει).

Σύμφωνα με τις παραπάνω διαπιστώσεις, βρήκα στιγμές σαν τα “Self-Eater”, “Neuromancer” και “A Desert Throne” πιο δυνατές και απολαυστικές από άλλες, τραγούδια δηλαδή που θα έβαζα να ξανακούσω, ενώ από την άλλη θα μπορούσαν να λείπουν τα “Hierophant” και “Coming Storm”, τα οποία ένιωσα λιγότερο εμπνευσμένα. Πάντως στον συνδυασμό ατμόσφαιρας από ορχήστρα / χορωδία και το μέταλλο, με κερδίζει το πρώτο, το οποίο όπως και οι Chaostar είναι τόσο κινηματογραφικό, τόσο soundtrackικό που χωρίς δεύτερη σκέψη με στέλνει πολλές φορές να ακούσω τις orchestral versions (αν υπάρχουν) ή τους Chaostar.

Μέσα σε ένα άρτια εκτελεσμένο album, με άρτια παραγωγή, εξωφυλλάρα με την σφραγίδα του Seth, η πρώτη δουλειά της μπάντας για την Nuclear Blast έχει ένα μόνο ελάττωμα: την στασιμότητα. Κατά πόσο είναι σοβαρό ή όχι, είναι καθαρά θέμα του ακροατή/fan των Septicflesh (μονοκόμματο, τους Septic Flesh να τους αφήσεις ήσυχους, ήταν αψεγάδιαστοι) για να κρίνει.

Είδος: Symphonic Death Metal
Δισκογραφική: Nuclear Blast
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 20 Μαΐου 2022

Official website: https://www.septicflesh.com/
Official Facebook page: https://www.facebook.com/septicfleshband

Avatar photo
About Σπύρος Χονδρογιάννης 59 Articles
Γεννημένος στην Αθήνα την χρονιά που οι Rush κυκλοφόρησαν δύο albums, αλλά και που ο Alice Cooper μας καλωσόρισε στον εφιάλτη του, δεν πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να λατρέψει τους Sabbath του Dio και του Tony Martin, τους Fates Warning και τους Sanctuary, τους Candlemass και τους Crimson Glory. 15 χρόνια μετά, τον συνεπήρε η ποίηση των The Mission, Fields Of The Nephilim, And Also The Trees και Nosferatu, ενώ ο απόλυτος συνδυασμός μελωδίας και μαυρίλας του συστήθηκε με φρέσκους, τότε, ήχους των Paradise Lost, My Dying Bride, Anathema, Elend και Katatonia. Ολοκληρώθηκε μόλις ανακάλυψε την μαγεία του David Bowie, του Scott Walker, του Neil Hannon και του Jarvis Cocker αλλά και του J-Rock/Visual Kei πολύχρωμου κόσμου πριν πατήσει τα πρώτα -άντα του. ‘Οταν δεν ασχολείται με τα εξαναγκαστικά βιοποριστικά που ποσώς τον ενδιαφέρουν, κρατάει τα drum sticks του και νιώθει λίγο σαν τους ήρωες του, Neil Peart και Mark Zonder, ενώ ο υπόλοιπος ελεύθερος χρόνος του είναι και πάλι μουσική, μουσική, μουσική - και κινηματογράφος, καθώς τον σπούδασε, όπως και videogaming, γιατί το ιδανικό μέρος να ζει κανείς είναι ξεκάθαρα το Silent Hill, όλοι το ξέρουν αυτό.