Άρθρο – MIDNIGHT

ARTICLE

Ένα ζεστό βράδυ κάποιου άδικου Ιούλη, αυτού που είχε τον αριθμό 2009 καρφωμένο πάνω του, απολάμβανα τη νυχτερινή, αθώα, ελαφριά, αρχική ζάλη του ζύθου. Η ξύλινη καρέκλα μου είχε μια ανησυχητική αστάθεια που έσβηνε κάπως μέσα στη θορυβώδη αποπλάνηση του πεζόδρομου, ενώ κάποιες garage rock εντυπώσεις έφταναν κουρασμένες από το εσωτερικό του μαγαζιού. Το περιβόητο θεσσαλικό καλοκαίρι έμοιαζε να έχει σταθεί ακίνητο πάνω από την πόλη παραλύοντας τις παρεκτροπές.

Η ζωή έχει βέβαια την πηγαία δύναμη να ανατρέπει αυτές τις επιφανειακές ηρεμίες και συνήθως το καταφέρνει τραβώντας το αρνητικό χαρτί του θανάτου. Το τηλεφώνημα ενός φίλου με ενημερώνει για τον θάνατο του John Patrick Jr. McDonald, ή με μια λέξη του Midnight. Την ίδια στιγμή ένιωσα να διαλύεται η απόσταση σχεδόν δυο δεκαετιών, και να έχω ξανά φρέσκιες όλες εκείνες τις εντυπώσεις που με έδεσαν σφιχτά πάνω στη φωνή του. Η νύχτα άλλαξε τόσο πολύ, και αυτό μάλλον κράτησε ζωντανές όλες τις παραπάνω λεπτομέρειες.

Το επόμενο πρωί βρέθηκα για δουλειά σε κάποιο απομακρυσμένο, ήσυχο χωριό. Ασυνήθιστος στους ήχους που έκοβαν τη γαλήνη του, ένιωσα ένα παράξενο προνόμιο ενώ ταυτόχρονα σκεφτόμουν πόσα περιστατικά της ζωής μου είχα καρφώσει πάνω στα φωνητικά κύματα του νεκρού. Στο κέντρο της μεγάλης αυλής του οικοπέδου υπήρχε ένα παλιό μακρόστενο κτίσμα με χοντρούς τοίχους και τεράστια παράθυρα. Όταν στάθηκα στο εσωτερικό του, περίεργες δέσμες φωτός έφερναν έναν αποπροσανατολισμό και μια εισβολή απόλυτης διαύγειας και ζωής, σχεδόν ενοχλητικής για τη διάθεσή μου. Δούλεψα σαν φάντασμα που διαλυόταν ανάμεσα σε δυο κόσμους, περιμένοντας να επιστρέψω για να γράψω στο myspace της No Budget Team, τον αποχαιρετισμό μου. Υπήρχε η αγωνία αν θα έρχονταν πράγματι οι κατάλληλες λέξεις.

Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, όσο και αν η κάθε θεώρηση για τη ζωή με βάση τους ζωντανούς και χειροπιαστούς έχει κερδίσει και άλλο έδαφος μέσα μου, έχω πιάσει τον εαυτό μου να επιστρέφει συχνά σε εκείνο το απόκρημνο, υπερφυσικό ακρωτήρι του μύθου του Midnight. Με συγχωρώ για κάποια δόση αφέλειας, άλλωστε όλοι έχουμε τις αδυναμίες μας, αλλά αυτό συχνά είναι και το κατώφλι να αναρωτηθώ, από απόσταση πια, ποια ήταν ακριβώς η θέση του Midnight την εποχή που οι Crimson Glory μεσουράνησαν, και αν υπήρχε πράγματι μια προδιαγεγραμμένη μοίρα, ή διαδρομή αν προτιμώ.

Ο ξυπόλητος τραγουδιστής της παραλίας επέστρεψε στη ζωή του παλιού του συμμαθητή Jeff Lords την περίοδο που οι Pierced Arrow μετασχηματίζονταν σε Crimson Glory, και αποτέλεσε το τελευταίο κομμάτι του παζλ. Ο Lords ήξερε καλύτερα από τον καθένα τη λατρεία του Midnight για τη στοιχειωμένη folk των Led Zeppelin, και την περίτεχνη θλίψη των Pink Floyd. Είναι συνολική μαρτυρία πια πως η κύρια μουσική έκφρασή του λειτουργούσε σε ακουστικά τραγούδια, όχι τόσο συμβατικά και ευθυτενή όμως. Μοιράζοντας την ανάγκη να κάνει μουσική, μάλλον υπήρξε αυτός που δέχτηκε να απομακρυνθεί περισσότερο από τον καθένα από τις ασφαλείς περιοχές του. Το όπλο της ευρύτητας της φωνής του ήταν δύσκολο να κρυφτεί και να παραμείνει αναξιοποίητο. Όταν ο κόσμος υποδέχτηκε το ντεμπούτο των Crimson Glory με ανοιχτό το στόμα, αναγνωρίζοντας άμεσα έναν από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές της γενιάς του, ο ίδιος είχε ήδη τρομοκρατηθεί παρακολουθώντας τις ακουστικές του προτάσεις να εξελίσσονται σε μυστηριώδη και επιβλητικά κεφάλαια απαιτητικού heavy metal. Μάλλον ήταν αυτός που χρειαζόταν την μάσκα περισσότερο από τον καθένα, όταν επικαλέστηκαν την συγκεκριμένη εμφάνιση για να προσδώσουν περισσότερο μυστήριο στο προφίλ τους.

 Όταν πέρασαν από τις ατέλειωτες πρόβες στην αποθήκη στο στούντιο, και μετά στις σκηνές του κόσμου, είχε να αντιμετωπίσει μόνιμα τον στουντιακό εαυτό του. Όλες αυτές οι εσωτερικές περιπέτειες, οι χαρακτήρες και οι ιστορίες που ενσάρκωνε στις ερμηνείες του ήταν στα αλήθεια στιγμιότυπα υπερβατικής έκφρασης. Ο Midnight με έναν ριψοκίνδυνο τρόπο κατάφερε να βάλει όλους τους δαίμονές του να δουλέψουν στο στούντιο γι’ αυτόν. Η περίεργη, ευγενική και ευάλωτη ψυχή του, η ταραγμένη ιδιοφυία του, η μυστικιστική του προσέγγιση βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα, σε μια βιομηχανία θεάματος με απαιτήσεις και συγκεκριμένες συμφωνίες. Στην επικίνδυνα ελεύθερη, περιπλανώμενη σκέψη του η υποχρεωτική επανάληψη και η προγραμματισμένη έκθεση του εαυτού του στο κοινό ήταν ένα μαύρο, θεόρατο βουνό. Δεν πίστεψα ποτέ πως το παράταιρο υλικό του μπορούσε να συμβιβαστεί με τη συνέπεια ενός επαγγελματία.

Η χαμένη του αντανάκλαση αποδείχτηκε περισσότερο ανθεκτική από τη φαινομενική της φθορά και πραγματικά άνθισε στα ομιχλώδη, κρυφά, γοητευτικά αλλά και επικίνδυνα σοκάκια του “Transcendence”, που έμοιαζε να βυθίζει τον ερμηνευτή σε έναν κόσμο μοιραίων πράξεων, μαύρων αναμνήσεων και δύσκολων αποφάσεων. Τα χρώματα των δικών του εκφράσεων άνοιξαν νέες προοπτικές , ενώ την ίδια στιγμή η γλυκόπικρη επιθυμία για μια δραστική φυγή αναδυόταν ανατριχιαστικά. Τα προβλήματα των εξαρτήσεων από το αλκοόλ δεν επηρέαζαν πια μόνο την δύσβατη απόπειρα να αναπαράγει τον καλύτερο εαυτό του στη σκηνή, αλλά και τις σχέσεις του με τους συμπαίκτες του. Οι δεσμευτικές συμβάσεις τους με το χώρο άρχισαν να ροκανίζουν την υπομονή τους απέναντι στον σχεδόν στοιχειωμένο χαρακτήρα του. Οι σκληρές περιγραφές των δυσαρεστημένων μελών άρχισαν να μιλούν για έναν “Jim Morrison” μέσα στο συγκρότημα.

Με απροσδόκητα ειρωνικό τρόπο ήταν μάλλον η αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του Jon Drenning στη διάρκεια των περιοδειών που εξάντλησε την υπομονή των περισσότερων και προκάλεσε την απομάκρυνση του ντράμερ Dana Burnell και του κιθαρίστα Ben Jackson. Η νέα μορφή του γκρουπ καταλήγει σε συμφωνία με την Atlantic. Χωρίς κανείς να γνωρίζει με ακρίβεια τις βλέψεις ή τις πιέσεις της νέας εταιρείας, ο Midnight με τον Drenning συνθέτουν μαζί, με πλάνο την κυκλοφορία ενός διπλού άλμπουμ: το ένα από αυτά αναβιώνει ένα ύφος που χρωστά τα περισσότερα στους αγαπημένους του τραγουδιστή led Zeppelin, και στην βαθύτερη επιρροή του, τον Robert Plant. Με την άρνηση της εταιρείας στο ενδεχόμενο διπλού άλμπουμ, αυτό καταλήγει να είναι το ύφος του τρίτου άλμπουμ. Η στροφή αυτή βρίσκει τον Midnight βαθιά ανακουφισμένο και τους φίλους της μπάντας απογοητευμένους και σε σοκ. Η φωνή του έχει ήδη καταπονηθεί αισθητά από το πρόγραμμα των περιοδειών και έχει αποκτήσει μια τραχύτητα στις ψηλότερες περιοχές της. Ταραγμένα πνεύματα εξακολουθούσαν να επιπλέουν μέσα του, βλάπτοντας αισθητά την ψυχική και σωματική του υγεία. Ακολουθώντας τις φωνές που επιχειρούσαν να καθορίσουν τα όρια της ζωής και του θανάτου, η προοπτική μιας επαγγελματικής προσέγγισης του σπάνιου ταλέντου του είχε σχεδόν ξεψυχήσει. Αποχώρησε, ή απομακρύνθηκε ευγενικά πριν ξεκινήσει η περιοδεία προώθησης του “Strange and Beautiful” και απομονώθηκε για χρόνια. Ο Drenning με απροσδόκητη σκληρότητα του καταλόγισε την απόλυτη ευθύνη για την κατεύθυνση του άλμπουμ.

Ζώντας σε περίεργες συνθήκες και παράξενα μέρη, έγραψε ποίηση, μουσική και ζωγράφισε, ακολουθώντας μια αντισυμβατική πορεία που μάλλον του καταλόγισε την φήμη του τρελού ή του παιδικά επιπόλαιου. Το ενδιαφέρον του για τις θρησκείες του κόσμου, τον μυστικισμό, την αστρολογία, η αγάπη του για τη ζωή αλλά και τους αυτόχθονες της Αμερικής τον συνόδευαν σε έναν δρόμο που σφράγισε πως ήταν μοιραία αυτόφωτος και μανιακά ιδιοφυής για να χωρέσει και να παραμείνει σε συμβάσεις της μουσικής αγοράς. Οι περισσότεροι δεν ήθελαν να δεχτούν πως μπορούσε να λάμπει κυνηγώντας την πιο απίθανη μουσική έκφραση που θα ξεπερνούσε κάθε αναμονή, αλλά ταυτόχρονα του ήταν αδύνατο να στριμωχτεί σε τυπικές προσφορές εκτελεστικής επανάληψης. Η ίδια η προσωπική του αποθέωση τον κυνήγησε σαν κατάρα, μέχρι να τον αποτελειώσει.

Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως το απίστευτο πείσμα του τραγούδησε το προφητικό ομότιτλο “Transendence”, με την απόδραση του θανάτου. Ήταν το δικό του πείσμα που καθόρισε τη μοίρα του. Έσπασε ένα αιμοφόρο αγγείο στο στομάχι του και αιμορραγούσε εσωτερικά. Όταν τελικά πήγε στο νοσοκομείο τέσσερις μέρες αργότερα, είχε τόσο πολύ αίμα στο στομάχι του που δεν μπορούσαν να καταλάβουν από πού ερχόταν η αιμορραγία. Το νεφρό και το συκώτι έκλεισαν. Όλο αυτό θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν είχε πάει στον γιατρό όταν άρχισε να έχει τα συμπτώματα, οποιαδήποτε στιγμή μέσα σε αυτές τις τέσσερις ημέρες πριν από τον θάνατό του.

Η πρόωρη απώλειά του γιγάντωσε ξανά τον μύθο αυτού του καταραμένου, θαυμαστού ταλέντου. Άνθρωποι που έζησαν κοντά του αφοσιώθηκαν στην αποστολή να κρατήσουν τη μνήμη του ζωντανή. Το ανεφάρμοστο σχήμα της παθιασμένης του ψυχής συνεχίζει να τινάζεται μέσα από σπασμένα παράθυρα. Είναι από τους ελάχιστους καλλιτέχνες για τους οποίους θα άντεχα να διαβάσω μαρτυρίες ανθρώπων που είδαν τη φιγούρα του μπροστά τους αφού είχε πεθάνει, ή άκουσαν χαλασμένα για χρόνια μουσικά κουτιά να ξαναπαίζουν τη μέρα του χαμού του.

 “It never really ends”.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1188 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.