Βιβλίο – GEEZER BUTLER “Into The Void: From Birth To Black Sabbath And Beyond”

ΒΙΒΛΙΟ

Οι μουσικές βιογραφίες δεν είναι το φόρτε μου. Αν και θεωρώ ότι έχω διαβάσει αρκετές, λίγες είναι αυτές που μου έχουν μείνει πραγματικά αξέχαστες. Τις περισσότερες φορές κάποιος πληρωμένος γραφιάς αναλαμβάνει να παρουσιάσει τη μουσική προσωπικότητα μέσα από ένα αποστειρωμένο πλαίσιο για να μην θολώσει η εικόνα ή χρησιμοποιώντας κοινότυπες πληροφορίες που βρίσκεις πλέον με τη σέσουλα στο διαδίκτυο. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχουν σαφώς οι αυτοβιογραφίες, αλλά κι εκεί πολλές φορές η έφεση στη συγγραφή δεν ευθυγραμμίζεται πάντα με το μουσικό μεγαλείο του εκάστοτε καλλιτέχνη.

Όταν όμως κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του Terence ‘Geezer’ Butler, όλες μου οι αναστολές εξαφανίστηκαν και έσπευσα να την προμηθευτώ. Κάτσε καλά τώρα, μιλάμε για το θρυλικό μπασίστα και βασικό στιχουργό των Black Sabbath. Έναν από τους τέσσερις γεννήτορες του Heavy Metal και ένα μουσικό που επαναπροσδιόρισε το πώς θα παίζεται το συγκεκριμένο μουσικό όργανο. Έχοντας διαβάσει τις αντίστοιχες βιογραφίες του Tony Iommi και του Ozzy, με διαφορά την κατατάσσω στην κορυφή της μεταξύ τους σύγκρισης. Το βιβλίο του Iron Man είναι περισσότερο στεγνό – επαγγελματικό, ενώ του Madman χωλαίνει στα τελευταία κεφάλαια. Μάλιστα το ‘Into The Void’ το τοποθετώ στα κορυφαία του είδους γενικότερα. Ο Geezer Butler ο οποίος κατέχει αναμφισβήτητα το χάρισμα της γραφής, ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής του με απόλυτη ειλικρίνεια, αυτογνωσία και αυτοσαρκασμό. Μιλάει με περηφάνεια για την Ιρλανδική καταγωγή του, τα δύσκολα παιδικά χρόνια στο μεταπολεμικό Aston του Birmingham, τη ροπή του στο μεταφυσικό και τις προσωπικές του ανησυχίες. Γλαφυρά περιγράφει την άνοδο, την ακμή και την πτώση του θρυλικού συγκροτήματος. Και μετά πάλι απ’ την αρχή.

Σου δίνει να καταλάβεις πως τέσσερις νέοι προερχόμενοι από την εργατική τάξη, ζώντας μέσα στην απόλυτη φτώχεια κλήθηκαν να επιλέξουν το μονοπάτι στο σταυροδρόμι της ζωής τους. Να ζήσουν δηλαδή ως εργάτες σε κάποιο εργοστάσιο της μουντής τους πόλης ή να χαράξουν το δικό τους δρόμο στον κόσμο της μουσικής. Ευτυχώς για εμάς επιλέξανε το δεύτερο και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Τίποτα δεν ήταν εύκολο στην αρχή. Η εχθρική στάση των μουσικών γραφιάδων, οι καυγάδες στα μικρά club που εμφανίζονταν, η αδιαφορία των εταιρειών, αλλά και αργότερα οι εθισμοί και οι καρχαρίες της μουσικής βιομηχανίας που τους απομύζησαν. Όπως ο ίδιος αναφέρει όταν τους ρωτούσαν γιατί δεν καταπιάνονταν με τη δημοφιλή peace and love θεματολογία και η μουσική τους ήταν τόσο σκοτεινή, οι ίδιοι απαντούσαν ότι η ίδια η ζωή τους ήταν μέσα στη μαυρίλα, βαριά κι ασήκωτη. Η μουσική και οι στίχοι τους αποτύπωναν ακριβώς τις δυσκολίες που βίωναν. Όμως μέσα από το πάθος και το αναμφισβήτητο χάρισμα τους, έφτασαν στην κορυφή. Συχνά πυκνά αναφέρεται στη λατρεία του για την Aston Villa, στην αγάπη του για τα ζώα και τη χορτοφαγία, ενώ μέσα από τις σελίδες παρελαύνουν πληθώρα καλλιτεχνών η άποψη του οποίου για μερικούς εξ’ αυτών θα σε εκπλήξει και θα σε κάνει ίσως να αναθεωρήσεις. Κοιτάζοντας τον καθρέπτη κατάματα μιλάει και για τα προσωπικά του πάθη, τη μάχη με το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και την κατάθλιψη.

Δεν ωραιοποιεί, αλλά ταυτόχρονα δεν γίνεται μελό. Πολλές ιστορίες που γνώριζες θα επιβεβαιωθούν και άλλες που νόμιζες ότι ξέρεις θα σου ξανασυστηθούν. Ένα μικρό spoiler ως παράδειγμα…Το ‘Sweet Leaf’ μπορεί να έχει καθιερωθεί ως ο ύμνος των θαυμαστών της ινδικής κάνναβης, αλλά ο τίτλος στη πραγματικότητα βασίστηκε σε μια ιρλανδική μάρκα τσιγάρων ονόματι ‘Sweet Afton’ την οποία προτιμούσε ο Geezer, όταν επισκεπτόταν τους συγγενείς του στο Δουβλίνο, λόγω της γλυκιάς γεύσης του καπνού. Από τα γραφόμενα του ξεχωρίζεις την αγάπη του για τον Ozzy, το σεβασμό του προς τον riffmaster Tony Iommi, αλλά και την κατανόηση του προς τον Bill Ward. Περιστατικά εναλλάσσονται μαεστρικά, η αναφορά του στους στίχους που έγραψε αποτελούν ντοκουμέντο, ενώ οι προσωπικές του τοποθετήσεις αποτελούν ποιοτικές σφήνες για να τον λατρέψεις ακόμα περισσότερο.

Καθηλωτικό, διαβάζεται απνευστί και ευωδιάζει αλήθεια. Κι όταν το τελειώσεις τρέχεις στο πρώτο τους album, το βάζεις στο στερεοφωνικό και αφήνεις τον ήχο της βροχής και της καμπάνας στο βάθος να κάνουν την υπόλοιπη δουλειά…

Είδος: Μουσική βιογραφία
Συγγραφέας: Terence Butler
Εκδόσεις: HarperCollins Publishers
Έτος Έκδοσης: 2023
Σελίδες: 275

Avatar photo
About Γιώργος Μπατσαούρας 94 Articles
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ιερή Πόλη Μεσολογγίου, ενώ τα προεφηβικά του χρόνια τα πέρασε αντιγράφοντας ραδιοφωνικές εκπομπές και μουσικά albums σε ενενηντάρες TDK κασέτες. Ο ουρανός έπεσε στο κεφάλι του όταν πρωτοάκουσε το Use Your Illusion II των Guns N’ Roses και είδε το video της live εκδοχής του Child in time στο κρατικό κανάλι. Τα πρώτα του χαρτζιλίκια τα επένδυσε στα τοπικά δισκοπωλεία αγοράζοντας δίσκους (και από το εξώφυλλο μόνο…), ενώ με το πέρασμα του χρόνου τα μουσικά του ακούσματα επεκτάθηκαν over the rainbow σε περισσότερα hard rock, metal και desert μονοπάτια. Με τα ηχεία στα αυτιά και το κάθε είδος ροκ μουσικής στο κεφάλι αντιμετώπισε τις πραγματικές θαλασσοταραχές, αλλά και αυτές της ζωής. Τα hobbies του πέρα από το αδυσώπητο κυνήγι συναυλιών, αποτελούν τα ταξίδια μέσα από τις σελίδες του Ανυπότακτου Γαλάτη, του θαυμαστού κόσμου του Τόλκιν και των βιβλίων ιστορίας καθώς και η χωρίς ντροπή κατανάλωση b-movies με νεκροζώντανους. Στο τέλος της ημέρας επαναλαμβάνει σαν προσευχή τα λόγια του θείου Lemmy ‘’The Chase Is Better Than the Catch’’ και προσπαθεί την επόμενη να τα κάνει πράξη...