Στο ιδεατό κοιμητήριο των συγκροτημάτων που σταμάτησαν άδοξα την πορεία τους στη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, με τις ιδιαίτερες trend συνθήκες της, η πλάκα των Νεοϋορκέζων Inner Strength πρέπει να στέκει λίγο ψηλότερα, έχοντας μια ξεχωριστή ευκρίνεια. Μετρώντας ξανά και ξανά όλα αυτά τα χρόνια τα όπλα του γκρουπ, παραμένει η αναπάντητη ερώτηση πως δεν τα κατάφεραν τελικά.
Η πρώτη αλλά και ελάχιστα γνωστή ενσάρκωση του γκρουπ δημιουργήθηκε το 1986 στο Long Island της Νέας Υόρκης, με μια αρχική μουσική κατεύθυνση crossover hardcore/punk. Το μοναδικό δείγμα της δράσης τους τότε είναι το demo “Babylon”, μια κασέτα με έξι συνολικά τραγούδια. Τρία χρόνια και τρία demo αργότερα, ο αυθεντικός ιδρυτικός τραγουδιστής Scott Oliva προσπάθησε να δημιουργήσει μια καινούρια σταθερή σύνθεση, μετατρέποντας ουσιαστικά τους Inner Strength στην progressive metal μπάντα που άφησε το ισχυρό στίγμα της τα επόμενα χρόνια στο συγκεκριμένο κοινό και περισσότερο στο underground. Οριστικά, το φθινόπωρο του 1990, είχε καταλήξει στον ντράμερ Joe Kirsch, και στα πρώην μέλη των Arioch, τον μπασίστα Justin Hosman και τον κιθαρίστα Joe Marselle.
Μέσα στον επόμενο μήνα, η νέα σύνθεση έκανε ήδη την πρώτη της ζωντανή εμφάνιση και μπήκε άμεσα στο στούντιο, δουλεύοντας σκληρά σε νέο υλικό για να διεκδικήσει δισκογραφικό συμβόλαιο. Έτσι προκύπτουν τα τρία demo, τα “Within the Dream” και “Shallow Reflections” μέσα στο 1991, και το “Beyond Tomorrow” το 1992. Έχουν μόλις καλωσορίσει το νέο τους ντράμερ, Frank Todarello. Ακολουθεί άμεσα η ηχογράφηση νέων τραγουδιών με τον Bob Van Der Mark στα Legend Studios. Έτσι προκύπτει η οριστική λίστα των τραγουδιών στο μοναδικό full-length του γκρουπ, που κυκλοφόρησε από την άγνωστη γερμανική δισκογραφική Institute of Art Records, το 1993 με τον τίτλο “Shallow Reflections”. Το άλμπουμ πούλησε 2000 αντίτυπα μέσα στην πρώτη εβδομάδα. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, η μοίρα παίζει το πιο σκληρό και άδικο παιχνίδι στην μπάντα. Η εταιρεία καταρρέει ενώ υπάρχουν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις να συνοδέψουν οι Inner Strength τους Dream Theater στην ευρωπαϊκή τους περιοδεία για την προώθηση του “Images and Words”.
Παρά την τεράστια απογοήτευση και την άσχημη εξέλιξη με τη δισκογραφική τους, οι Strength συνέχισαν την πλήρη δράση τους κάνοντας με κάθε ευκαιρία και συγκυρία ζωντανές εμφανίσεις, και κάνοντας ασταμάτητα πρόβες. Παράλληλα ετοίμαζαν πυρετωδώς το δεύτερο άλμπουμ τους, με νέες εξελίξεις στον ήχο τους, και το πλάνο ήταν να ολοκληρωθεί το έργο που είχε τον τίτλο “The Common Theme”. Οι μεγάλες δυσκολίες της εποχής στη μουσική βιομηχανία έφεραν τη φθορά και κάπου στις αρχές του 1997 αποφάσισαν να μετονομάσουν το γκρουπ σε “TILT”, θεωρώντας πως μια νέα αρχή έδινε μια διαφορετική ευκαιρία. Αμέσως μετά όμως αποχωρεί ο Marselle, με τελευταίο τον Oliva να σφραγίζει οριστικά την ιστορία των Inner Strength.
Ο αντίκτυπος του “Shallow Reflections” κράτησε για χρόνια το όνομα του γκρουπ στα στόματα αυτών που αναζητούσαν τη μυστική ιστορία εκείνης της ταραγμένης δεκαετίας και κάτω από το χαλί της επωνυμίας. Οι Strength υπήρξαν μια καταπληκτική μπάντα, που έβαζε τη μεγάλη της τεχνική να υπηρετεί και μια ασύγκριτη δύναμη, είχαν το ταλέντο να χαράξουν τη δική τους γραμμή σε μια εποχή που πλήθος από σχήματα και τάσεις κάλυψαν νέα εδάφη, και το κυριότερο έγραψαν πραγματικά σπουδαία τραγούδια. O Oliva με τον Marselle, θα συνεργαστούν ξανά πρόσφατα στους progsters Sunrise Dreamer, που κυκλοφόρησαν το πρώτο τους άλμπουμ, “A World to Know” το 2021.
Η αχαρτογράφητη περίοδος του γκρουπ, μετά την κυκλοφορία του “Swallow Reflections”, αναδεικνύεται πια με κάθε λεπτομέρεια, μετά από πρωτοβουλία της Divebomb Records, που κυκλοφόρησε το 2019 το “The Common Theme”, συγκεντρώνοντας όλες τις ηχογραφήσεις της περιόδου 1994-1996. Είναι μια σοδειά που μεταφράζεται σε συνολικά 15 τραγούδια, όλα αυτά που προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν για το δεύτερο άλμπουμ τους, έχοντας υποστεί επεξεργασία remastered από τον Jamie King στο στούντιο The Basement Recordings. Η έκδοση συνοδεύεται από ένα πλούσιο φυλλάδιο με πληροφορίες και συνέντευξη με τους Oliva και Marselle. Είναι η τρίτη κυκλοφορία της συγκεκριμένης εταιρείας με υλικό των Inner Strength, καλύπτοντας πια απόλυτα και με πληρότητα τη μουσική τους προσφορά και ιστορία.
Είναι μια έστω ετεροχρονισμένη δικαίωση για το γκρουπ, και μια ευκαιρία για όσους ψάχνουν να ανακαλύψουν μια πραγματικά σπουδαία μπάντα του χώρου που έμεινε από συγκυρίες στα αζήτητα.