IN THE WOODS: “Otra”

Album

Μια από τις οξύμωρες ιστορίες στην μουσική πορεία ενός συγκροτήματος, είναι αυτή που συνοδεύει τους Νορβηγούς από το Kristiansand που συστήθηκαν ως ένας από τους πιο εμβληματικούς εκπροσώπους του Atmospheric Black Metal, υποείδος του δεύτερου κύματος κι εξελίχθηκαν ακολουθώντας progressive, gothic και avant-garde ατραπούς, κυκλοφορώντας σήμερα το 7ο τους album. Κι αν μετά τα τρία album των ’90 ακολούθησε ένα διάλειμμα 17 περίπου χρόνων, το “Otra” έρχεται να σπάσει μια παράδοση που θέλει τους “In the Woods” να αλλάζουν συνεχώς line-up από κυκλοφορία σε κυκλοφορία.

Αυτήν η σταθερότητα πιθανώς να τοποθετεί τις επιδιώξεις της μπάντας σε πιο στέρεες ράγες με πιο ξεκάθαρη στόχευση, όπως φαίνεται τουλάχιστον στις δύο τελευταίες κυκλοφορίες. Η πιο πρόσφατη “αναλώνεται” σε ιστορίες γύρω από τον ποταμό “Otra”, που αφού διασχίσει εκατοντάδες χιλιόμετρα στη νορβηγική ενδοχώρα, εκβάλει στο Skagerrak, το στενό που χωρίζει τη χώρα από τη Σουηδία και τη Δανία κοντά στη γενέτειρα της μπάντας.

Αναμφίβολα η “φυσιολατρική” οπτική δεν απωλέσθη ποτέ, με την “Pagan” ταμπέλα να τους ακολουθεί αρχικά στη θεματολογία και αργότερα στα μουσικά τους χαρακτηριστικά.

Επτά κομμάτια ξεδιπλώνουν το 47 λεπτών concept δημιούργημα, που ανεξάρτητα από τις ιδιαιτερότητες του καθενός, διατηρούν ένα γενικότερο ατμοσφαιρικό πλαίσιο συμπαγούς προσέγγισης χωρίς διακυμάνσεις. Με μια σε βάθος χρόνου εδραιωμένη μελαγχολία ξεκινά το πρώτο κομμάτι “The Things You Should n’t Know”, τα απαλά φωνητικά απλώνονται υπό τη συνοδεία ακουστικής κιθάρας και synths, πριν ξεσπάσει η οργή με growls, βίαια riff και ισοπεδωτικά τύμπανα. Η black metal πλευρά δεν είναι αυτήν που κυριαρχεί πάντως, με το εύηχο ρεφρέν να χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο μέρος του κομματιού και την αέρινη χροιά του Bernt Fjellestad να ξεχωρίζει.

Το “A Misrepresentation of I” ξεκινά με ένα gothic μπάσιμο με αισθητά γρηγορότερες ταχύτητες, τα φωνητικά είναι τραχιά και οι διαθέσεις επιθετικές, μέχρι να έρθει μια πιο σαγηνευτική αλλά εξίσου δυναμική μελωδία με επικεφαλής τις κιθάρες, να δώσει περισσότερο χρώμα και νόημα. Αυτό που προκύπτει σαφέστατα είναι ότι ο Bernt έχει αρχίσει όχι μόνο να βρίσκει τα πατήματά του (γιατί στο “Diversum” δεν είχε ενθουσιάσει), αλλά βάζει κι αυτός ένα καθόλου ευκαταφρόνητο λιθαράκι στο τελικό αποτέλεσμα. Το μουντό τοπίο της έναρξης του “The Crimson Crown” δίνει γρήγορα τη θέση του σε ένα βαρύ κι ασήκωτο riff, με τα καταιγιστικά drums να ενισχύουν το ζοφερό κλίμα και το μπάσο πρόθυμα ζωηρό να δίνει αποφασιστικό παρόν. Μια εξέλιξη που αναμειγνύει gothic με doom, τα καθαρά φωνητικά με διάφορες μορφές γρυλισμάτων και όλα αυτά σε ένα μοτίβο μιας progressive πορείας που στο τέλος της μέρας έχει πολλά να πει.

Όλα τα βασικά συστατικά που παρακολουθήσαμε μέχρι τώρα εμφανίζονται και στο “The Kiss and the Lie” ίσως όχι με την ίδια πετυχημένη συνεκτικότητα, πιο σφοδρές και σκοτεινές πτυχές που κάπου χάνουν το “δρόμο” τους όταν αλληλεπιδρούν με ετερόκλητα στοιχεία . Η μελαγχολία επανεμφανίζεται πιο εμφατικά στο πανέμορφο “Let Me Sing” και σκεπάζει σαν βαριά ομίχλη την ατμόσφαιρα, αλλά αποδεικνύεται εξαιρετική η στιγμή για να εξωτερικευτεί η πιο progressive έκφανση με αλλεπάλληλες αλλαγές σε φωνές, παραμορφωμένους ήχους, πρωτόγονα black metal ψήγματα με την gothic γλυκιά γκρίζα σκιά να σε παρασέρνει στο πέρασμά της.

Το πόσο ευεργετικά είναι τα πλήκτρα με μια ατέρμονη ποικιλία στη χρήση τους, φαίνεται και στο ξεκίνημα του “Come Ye Sinners” που προετοιμάζουν το έδαφος για μια ισοπεδωτική καταιγίδα στην πιο βαριά και απειλητική εκδοχή, με πολλά avant-garde περάσματα που δεν χορταίνεις να απολαμβάνεις τη εξέλιξή τους. Απανωτά εμπνευσμένα riff, τύμπανα που οργιάζουν, καθαρά φωνητικά παλεύουν με αντίστοιχες κραυγές μένους και μια καθορισμένη μελωδία καιροφυλακτεί για να ρίξει φως στο σκοτεινό τοπίο.

Ο επίλογος (“The Wandering Deity”) συνοψίζει τα πλείστα δημιουργικά στοιχεία, που συμπορεύονται αρμονικά στη μεγαλύτερη διάρκεια του album και φανερώνει τη μαεστρία της μπάντας να παρουσιάζει μια συγκεκριμένη απόλυτα συνειδητοποιημένη εικόνα, που δεν ταράσσεται από την εναλλαγή συναισθημάτων μιας και το φόντο της μεγάλης εικόνας έχει ξεκάθαρα γκρίζα απόχρωση.

Αναμφίβολα δεν ζούμε στις εποχές των μεγάλων “επαναστάσεων” τότε που η μπάντα άνοιγε δρόμους, με τις ρηξικέλευθες εμπνεύσεις και δημιουργούσε δέσμες μουσικών “σχολών”. Παρά τo πέρασμα των χρόνων και των συνεχών ανακατατάξεων υπάρχει μια φλόγα στον πυρήνα της ύπαρξης των “In the Woods”, που αρνείται να παραδώσει το πνεύμα της. Ο γοητευτικός τρόπος να ενσαρκώνουν μουσικά την ακαταγώνιστη και συνάμα αγνή φυσική ροή των πραγμάτων που μας περιβάλουν, συναρπάζει και τον πλέον αδιάφορο ακροατή. Το “Otra” με την ποιότητα της ελεγχόμενης ευμετάβλητης ροής του, είναι ένα πανέμορφο album, που υποτάσσεται στις αυτόβουλες “διαθέσεις” του φυσικού περιβάλλοντος και συνεχίζει την ανοδική πορεία της μπάντας που ξεκίνησε με τον προκάτοχό του.

Είδος: Gothic Progressive Metal
Δισκογραφική Εταιρεία: Prophecy Productions    
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 11 Απριλίου 2025

facebook
bandcamp

Avatar photo
About Γιώργος Καπετανόπουλος 60 Articles
Μόλις άνοιξε τα μάτια κατάλαβε ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψει στην άβυσσο από την οποία προήλθε. Μόνο η τέχνη θα μπορούσε να κάνει υποφερτό το ενδιάμεσο φωτεινό διάστημα. “Εικόνες και λέξεις” για την “γη της επαγγελίας” άκουγε περιπλανώμενος στους “δρόμους” πολλές φορές “αιμορραγώντας”, ψάχνοντας πάντα να βρει την “τέλεια συμμετρία”. “Φοβούμενος το φως του ήλιου” θα αφουγκραστεί το “κλάμα των αγγέλων” και τα “πουλιά της νύχτας”, ενώ “κινούμενες εικόνες” θα “ρέουν” σαν “σκηνές από μια ανάμνηση”. Σαν “ευγενής βάρβαρος” θα συναντήσει τον “πρίγκιπα στην γραμμή της φτώχειας” και θ’ αντιληφθεί ότι οι “νεκροί μπορούν να χορέψουν” ακόμη και υπό το “φόβο του σκοταδιού”. Ο “παράδεισος και η κόλαση” είναι εδώ θα ψελλίσει όταν η “πτώση των καρδιών” θα οδηγήσει στο “βαθύ τέλος”.