Άρθρο – GREAT WHITE: Η μοιραία νύχτα της φωτιάς στο The Station

ARTICLE

Ένα παλιό εκκοκκιστήριο που χτίστηκε το 1946 στη γωνία της λεωφόρου Cowesett και της οδού Kulas στην πόλη του West Warwick στην πολιτεία Rhode Island της Νέας Αγγλίας, έμελλε να μείνει στην ιστορία για τη φονική πυρκαγιά που ξέσπασε το βράδυ της 20ης Φεβρουαρίου 2003.

Το μοιραίο “The Station” πριν μετατραπεί σε nightclub και συναυλιακό χώρο, είχε λειτουργήσει επίσης σαν εστιατόριο και ταβέρνα. Το 1972 ξέσπασε μια φωτιά στο κτίριο στο οποίο τότε λειτουργούσε το εστιατόριο “Julio’s”, αλλά δεν υπήρχαν άνθρωποι μέσα και προκλήθηκαν μόνο σημαντικές ζημιές στο εσωτερικό του κτίσματος. Ένα άλλο εστιατόριο πήρε τελικά τη σκυτάλη το 1974, μετά τις επισκευές, και το 1985 μετατράπηκε σε παμπ που έκλεισε στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Το 1991 άνοιξε ένα νυχτερινό club, το οποίο αγοράστηκε από τους αδερφούς Michael και Jeffrey Derderian τον Μάρτιο του 2000.

Τους μήνες πριν τη μοιραία νύχτα, το κτίριο είχε επιθεωρηθεί από τον υπεύθυνο πυροσβέστη του West Warwick, Denis Laroque. Επισημάνθηκαν εννέα μικρές παραβιάσεις του κώδικα, πουθενά όμως δεν έγινε λόγος για τον εύφλεκτο αφρό πολυουρεθάνης που χρησιμοποιήθηκε για ηχομόνωση, και ήταν ενάντια στον κώδικα. Η επόμενη επιθεώρηση, τον Δεκέμβριο του 2002, επίσης αγνόησε τον αφρό και δόθηκε η έγκριση για το κτίριο στο αντίστοιχο έντυπο.

Το The Station είχε φιλοξενήσει συχνά συναυλίες hard rock συγκροτημάτων της δεκαετίας του ’80, καθώς και διάφορες tribute μπάντες. Κάποια μικρά τοπικά γκρουπ που είχαν παίξει, χρησιμοποίησαν πυροτεχνήματα χωρίς προβλήματα, ενώ μια tribute μπάντα στους Kiss είχε ρίξει και βολίδες τον Αύγουστο του 2002.

Τον Φεβρουάριο του 2003, οι Great White βρίσκονταν σε μια περιοδεία 18 εμφανίσεων. Εκείνη τη στιγμή στη σύνθεση του γκρουπ υπήρχαν δυο από τα αρχικά τους μέλη, ο τραγουδιστής Jack Russell και ο κιθαρίστας Mark Kendall, ο οποίος είχε επιστρέψει σε αυτή τη μορφή του γκρουπ που αναφέρονταν σαν “Jack Russell’s Great White”. Τη μπάντα συμπλήρωναν ο κιθαρίστας Ty Longley, ο οποίος πέθανε στη φωτιά, ο μπασίστας David Filice και ο ντράμερ Eric Powers. Η δημοτικότητά τους που είχε κορυφωθεί στις αρχές των 90’s, είχε πια μειωθεί αισθητά και έπαιζαν σε μικρά clubs, χωρητικότητας 500 ατόμων.

Οι Great White είχαν την πρόθεση και το σχεδιασμό να χρησιμοποιούν πυροτεχνήματα στις εμφανίσεις τους, πολλοί όμως ιδιοκτήτες δεν τους έδωσαν την άδεια, επικαλούμενοι ανησυχίες για την ασφάλεια. Μάλιστα, ο Dominic Santana, ιδιοκτήτης του The Stone Pony στο New Jersey είχε πει στους δημοσιογράφους πως η μπάντα χρησιμοποίησε τα πυροτεχνήματα χωρίς την άδειά του, στις 14 Φεβρουαρίου 2003, και χωρίς να αναφέρεται στο συμβόλαιο.

Η συγκεκριμένη, μοιραία συναυλία της 20ης Φεβρουαρίου είχε διοργανωθεί από τον Michael Gonsalves, έναν dj του rock ραδιοφωνικού σταθμού WHJY, ο οποίος ήταν γνωστός στο κοινό σαν “Doctor Metal”, καθώς ήταν ο οικοδεσπότης της εκπομπής “The Metal Zone”, της μακροβιότερης Heavy metal ραδιοφωνικής εκπομπής στην Αμερική, εκείνο τον καιρό.

Τη βραδιά ανέλαβαν να ανοίξουν δυο άλλα σχήματα, οι Trip από το Vancouver της Washington, και οι Fathead, ένα τοπικό σχήμα του Rhode Island. Όλα τα μέλη των Trip κατάφεραν να βγουν από το club, αλλά δυο μέλη των Fathead, τα ξαδέρφια Keith και Steven Mancini μαζί με τη σύζυγο του Steven, Andrea, χάθηκαν στη φωτιά.

Οι Great White ανέβηκαν στη σκηνή στις 11:07. Σύμφωνα με τα εισιτήρια, στον χώρο υπήρχαν 462 άτομα, ενώ η μέγιστη χωρητικότητα, σύμφωνα με την άδεια ήταν για 404. Η φωτιά ξεκίνησε ενώ έπαιζαν το πρώτο τους τραγούδι, το “Desert Moon”. Τα πυροτεχνήματα άρχισε ο μάνατζερ της περιοδείας, Daniel Biechele, και ουσιαστικά ήταν τέσσερις κυλινδρικές συσκευές που πετούσαν έναν συγκεκριμένο ψεκασμό σπινθήρων, οι δυο ήταν σε γωνία 45 μοιρών προς τις δυο άκρες, και οι άλλες δυο ήταν στραμμένες προς την κορυφή, στη μέση.

Οι σπινθήρες προκάλεσαν άμεσα ανάφλεξη στον μονωτικό αφρό και στις δυο πλευρές, όπως και στο επάνω μέρος από τα τύμπανα, στο πίσω τμήμα της σκηνής. Οι ορατές από τα πρώτα δευτερόλεπτα φλόγες έδωσαν αρχικά την εντύπωση στον κόσμο πως ήταν μέρος του show. Όταν όμως η φωτιά έφτασε στο ταβάνι και οι καπνοί άρχισαν να βγαίνουν, οι θεατές κατάλαβαν πως η κατάσταση ήταν πια ανεξέλεγκτη. Το συγκρότημα σταμάτησε να παίζει, και ο Russell με μια σχετική πρώτη ψυχραιμία είπε στο μικρόφωνο “Wow… that’s not good”. Μόλις ένα λεπτό μετά ην ανάφλεξη, οι Great White έχουν εγκαταλείψει τη σκηνή, ο συναγερμός πυρκαγιάς αρχίζει να χτυπά, δυστυχώς όμως δεν υπήρχε σύνδεση με την τοπική πυροσβεστική υπηρεσία. Ο πυκνός καπνός έκανε ασφυκτική την ατμόσφαιρα στο The Station, το πλήθος προσπαθούσε να εγκαταλείψει το χώρο με κάθε τρόπο, αλλά η φωτιά μέσα σε μόλις έξι λεπτά τύλιξε ολοκληρωτικά το κτίριο. Ενώ υπήρχαν τέσσερις έξοδοι, ο πανικός οδήγησε σχεδόν όλο τον κόσμο στην εξώπορτα. Το στρίμωγμα στο σημείο εκείνο απέκλεισε ουσιαστικά εντελώς την έξοδο, και έτσι προέκυψαν αρκετοί θάνατοι όπως και τραυματισμοί στους θαμώνες και το προσωπικό.

Η πυρκαγιά έγινε γνωστή στην πυροσβεστική υπηρεσία του West Warwick από πολλές κλήσεις κινητών τηλεφώνων στο 911, όπως και από έναν αστυνομικό που βρισκόταν εκεί. Το πρώτο πυροσβεστικό όχημα έφτασε δέκα λεπτά αργότερα, ακολουθούμενο από άλλα τρία λίγο μετά. Η συνολική διαθέσιμη πυροσβεστική δύναμη της πόλης κινητοποιήθηκε όπως και ενισχύσεις από το Warwick, το Coventry και το Cranston. Το εστιατόριο “Cowesett Inn” που βρισκόταν ακριβώς απέναντι μετατράπηκε σε προσωρινό κέντρο πρώτων βοηθειών στους πρώτους πληγέντες. Όσοι χρειάστηκαν ιατρική περίθαλψη μεταφέρθηκαν άμεσα στο νοσοκομείο του Kent. Μια ώρα μετά τη φωτιά, κατέρρευσε ένα μέρος της στέγης , και ένα άλλο το πρωί. Μέχρι το μεσημέρι της 21ης Φεβρουαρίου, όλοι οι τραυματίες είχαν μεταφερθεί, και ο δρόμος είχε καθαριστεί.

Ο αρχικός αριθμός των νεκρών ήταν 96 άτομα, ακόμη όμως τέσσερις πέθαναν στο νοσοκομείο τις επόμενες εβδομάδες, ανεβάζοντας τον αριθμό τους στους 100. Τραυματίστηκαν 230 θεατές ενώ μόλις 132 διέφυγαν ακέραιοι. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν τέσσερις υπάλληλοι του The Station, όπως και ο dj Mike “Dr Metal” Gonsalves, ο διοργανωτής της τραγικής νύχτας.

Μετά την πυρκαγιά αποδόθηκαν πολλαπλές αστικές και ποινικές υποθέσεις. Ο Daniel Biechele, ο μάνατζερ της περιοδείας των Great White που είχε πυροδοτήσει τα πυροτεχνήματα, ομολόγησε την ενοχή του σε 100 κατηγορίες για ανθρωποκτονία από αμέλεια το 2006 και καταδικάστηκε σε δεκαπέντε χρόνια φυλάκιση, εκτίοντας τελικά τα τέσσερα. Ο Biecele απελευθερώθηκε από τη φυλακή το 2008 αφού ορισμένες οικογένειες των θυμάτων εξέφρασαν την υποστήριξή τους στο αίτημά του. Ο Jeffrey και ο Michael Derderian, ​​οι ιδιοκτήτες του The Station, αποδέχθηκαν τις ευθύνες και απέφυγαν τη δίκη: ο Michael εξέτισε την ίδια ποινή με τον Biecele και αποφυλακίστηκε το 2009, ενώ ο Jeffrey καταδικάστηκε σε 500 ώρες κοινωφελούς εργασίας. Οι νομικές πράξεις κατά πολλών μερών, συμπεριλαμβανομένων και των Great White, επιλύθηκαν με οικονομικούς διακανονισμούς ως το 2008.

Η απώλεια τόσων ζωών θα αντιπροσώπευε μια τραγωδία οπουδήποτε, αλλά χτύπησε ιδιαίτερα σκληρά στο Rhode Island, τη μικρότερη πολιτεία της χώρας, όπου κανένα μέρος δεν απέχει περισσότερο από μία ώρα με το αυτοκίνητο. Πολλοί από τους επιζώντες της πυρκαγιάς ανέπτυξαν διαταραχές μετατραυματικού στρες μετά το γεγονός.

Το “Station Fire Memorial Park”, ένα μόνιμο μνημείο για τα θύματα της πυρκαγιάς, άνοιξε τον Μάιο του 2017 στη θέση όπου κάποτε βρισκόταν το The Station.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 894 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.