DOOL

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Στην εποχή που ζούμε οι παγιωμένες αντιλήψεις και οι βεβαιότητες φαντάζουν ως τροχοπέδη στην εξέλιξη και πολλές φορές αποδεικνύονται καταστροφικές. Αρκετοί προσπαθούν στις μέρες μας να γραπωθούν από κάθε είδους ταυτότητα, η οποία όταν ρέει μέσα από τα χέρια τους, οδηγεί σε αδιέξοδα. Οι Dool με το εξαιρετικό φετινό τους album “The Shape Of Fluidity”, απαντούν σε ερωτήματα των καιρών μας και βγάζουν τη σκέψη μας από τον επιτηδευμένο λήθαργο. Ο Nick Polak (κιθάρα) προσθέτει ένα λιθαράκι παραπάνω με τις στοχευμένες απαντήσεις του, που αποφεύγουν την κοινοτυπία και αγαπάνε την ουσία.

Καλησπέρα από τη Αθήνα! Έχετε τους χαιρετισμούς όλης της ομάδας του Soundcheck! Ευχαριστώ πολύ που αποδεχτήκατε την πρόσκληση μας!
Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας, Γιώργο!

Ξεκινώντας, θα ήθελα να σου δώσω τα θερμά μου συγχαρητήρια για το νέο σας album “The Shape Of Fluidity” το οποίο βρήκα φανταστικό! Μπορείς να μας μιλήσεις για τη διαδικασία σύνθεσης και ηχογράφησής του;
Λοιπόν, νομίζω ότι θα μπορούσατε να πείτε ότι το «The Shape Of Fluidity» πραγματικά σηματοδότησε μια σχετική απόκλιση, συγκριτικά με το πώς δουλεύαμε στα προηγούμενα μας album. Κυρίως με την έννοια ότι αυτή τη φορά υπήρχε ένα περισσότερο συλλογικό πνεύμα, που βοήθησε αυτό το album να εξελιχθεί, σε αυτό που είναι. Στο παρελθόν, ο τραγουδιστής μας, ο Raven, έγραφε τις περισσότερες ιδέες των τραγουδιών, αλλά για το συγκεκριμένο album η «ομάδα» σύνθεσης των τραγουδιών αποτελούνταν από τον Raven, τον Omar και εμένα. Το πώς δημιουργήθηκαν αυτά τα τραγούδια, πραγματικά διαφέρει. Μερικές φορές κάποιος ερχόταν με ένα έτοιμο πλαίσιο, μερικές φορές ξεκινούσαμε σχεδόν από το τίποτα, και μερικές φορές κάποιος έβγαζε απλά ένα ωραίο riff ή μια συγχορδία. Δημιουργικά, πραγματικά ενισχύαμε ο ένας τον ενθουσιασμό του άλλου και αυτό συνέβαινε και στο studio κατά την ηχογράφηση. Ο Magnus Lindberg ήταν ο τέλειος παραγωγός για εμάς, τόσο ως προς το πώς ταίριαξε στη δυναμική του συγκροτήματος, όσο και για το τι πρόσθεσε ηχητικά και δημιουργικά. Είμαστε πέντε άτομα με πολύ ισχυρή θέληση όσον αφορά τις δημιουργικές μας ιδέες, αλλά ο Magnus έγινε περισσότερο σαν ένα έκτο μέλος της μπάντας που ταίριαξε ουσιαστικά μαζί μας. Όλα αυτά μαζί, δημιούργησαν εξαρχής ένα πολύ δημιουργικό περιβάλλον.

Η αλήθεια είναι ότι είχα λατρέψει επίσης το προηγούμενο album σας, το “Summerland”. Κι όμως το νέο σας album, παρουσιάζει τα ιδία επίπεδα ποιότητας. Να σου πω μια δεύτερη αλήθεια, δεν περίμενα να ξεπεράσετε τόσο σύντομα τους εαυτούς σας. Πραγματικά τώρα, πως το καταφέρατε;
Η υποδοχή του νέου μας album είναι πράγματι μέχρι στιγμής το ίδιο θετική, ή ίσως και πιο θετική, από τον προηγούμενο δίσκο. Νομίζω ότι αυτό το δημιουργικό περιβάλλον που καταφέραμε να δημιουργήσουμε, το γεγονός ότι το κάναμε όλοι μαζί και επιπρόσθετα ότι έχουμε ένα φανταστικό νέο drummer στο πρόσωπο του Vincent Kreyder, όλα αυτά συνέβαλαν στο να φτιάξουμε ένα υπέροχο album. Ο πρωταρχικός μας στόχος είναι πάντα να δημιουργούμε κάτι, στο οποίο θα είμαστε θαυμαστές του εαυτού μας. Αν δεν είμαστε πεπεισμένοι ότι μια ιδέα είναι καλή, τότε δεν θα καταλήξει στο δίσκο ή σε ένα τραγούδι. Νομίζω ότι το μυστικό είναι να δημιουργήσεις κάτι που πιστεύεις πραγματικά ότι είναι το καλύτερο που μπορείς να βγάλεις εκείνη τη στιγμή μέσα από μια ιδέα και να προσπαθείς να είσαι ανοιχτός στα σχόλια των άλλων, μέσα στο κοινό δημιουργικό περιβάλλον.

Ο τίτλος του νέου σας δίσκου είναι πολύ εύστοχος! Στις μέρες μας όπου τα πάντα ρέουν και αλλάζουν συνεχώς, πόσο εύκολο είναι για κάποιον να βρει τη δική του ταυτότητα και να υπερασπιστεί τη διαφορετικότητά του ως ανθρώπινη οντότητα;
Πραγματικά δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση στη θέση κάποιου άλλου, αφού το ταξίδι του καθενός σε όλο αυτό είναι προσωπική υπόθεση. Αυτό που μπορώ να πω όμως, είναι ότι όντως αισθάνομαι ότι ο κόσμος αλλάζει γρήγορα, όπου από τη μια μεριά υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων που προσπαθεί να κρατήσει τα παλιά πρότυπα, τους κανόνες και τις αξίες, ενώ από την άλλη υπάρχουν άνθρωποι που προσπαθούν να «επιπλεύσουν» και να προχωρήσουν με αυτές τις αλλαγές, υπερασπίζοντάς τες στην εξέλιξή τους. Ταυτόχρονα επίσης, υπάρχει τόση πόλωση γύρω μας, γεγονός που καθιστά δυσκολότερο να γιορτάσεις τη διαφορετικότητα και το να είσαι ελεύθερος να επιλέξεις αυτό που θέλεις να είσαι. Υπό αυτή την έννοια, η ερώτησή σου είναι μια άμεση ερώτηση, η οποία εν μέρει αφορά και το album: “Πώς θα ανακαλύψουμε τη δική μας ταυτότητα και θα παραμείνουμε πιστοί σε αυτή, μέσα σε έναν κόσμο που ζητάει τόσα πολλά από εμάς;”.

Η μουσική σας στο “Shape Of Fluidity” γεννά έντονα συναισθήματα και αν κάποιος αφοσιωθεί σε αυτή, οδηγείται από την αγωνία στην κάθαρση. Στις μέρες μας όμως, της “fast food” μουσικής και των streaming πλατφορμών, πόσο εύκολο είναι να φτάσει το μήνυμά σας, σε ένα ευρύτερο κοινό;
Δεν νομίζω καθόλου, ότι ζούμε σε μέρες “fast food” μουσικής. Αν και το μουσικό μου γούστο πάντα έκλινε λίγο περισσότερο προς τις μπάντες από τη δεκαετία του ’60 μέχρι και τη δεκαετία του ’90, υπάρχουν πολλά σύγχρονα συγκροτήματα που δεν θα ήθελα να χάσω και τα οποία νομίζω ότι προσθέτουν πολλά στο τρέχον μουσικό τοπίο. Νομίζω ότι ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την τέχνη διαμεσολαβείται πάντα μέσω της τεχνολογίας, κι αυτό δεν είναι κάτι που συμβαίνει μόνο στην εποχή που ζούμε. Υπήρχαν πάντα ορισμένες τεχνολογίες που έβαλαν το στίγμα τους σε μια συγκεκριμένη εποχή, τόσο όσον αφορά την επιρροή τους στη διαδικασία δημιουργίας, όσο και τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η μουσική μέσω του τρόπου διανομής της. Σίγουρα, η μουσική αγορά φαίνεται υπερκορεσμένη στις μέρες μας με την έννοια ότι μπορεί κάποιος να αναζητήσει σχεδόν τα πάντα στο Spotify και υπάρχει αυτή η συλλογική ιδέα ότι τα τραγούδια δημιουργούνται πιο γρήγορα εξαιτίας αυτού, ειδικά όσον αφορά την pop μουσική. Ταυτόχρονα όμως, με τους Dool καταφέρνουμε να γράψουμε τραγούδια διάρκειας 6-7 λεπτών, όπου πολλοί άνθρωποι φαίνεται να τα απολαμβάνουν και να ενδιαφέρονται για αυτά. Νομίζω ότι υπάρχει επίσης μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων που πραγματικά αφιερώνουν χρόνο για να ακούσουν και να εκτιμήσουν τα μουσικά έργα από την αρχή έως το τέλος, διατηρώντας αμείωτο το εύρος προσήλωσης και ενδιαφέροντος καθόλη τη διάρκεια της ακρόασης. Τούτου λεχθέντος, πιστεύω επίσης, ότι ο πιο σημαντικός τρόπος για να μεταδώσει κάποιος το μήνυμά του, εξακολουθεί να είναι μέσω των ζωντανών εμφανίσεων. Δεν νομίζω ότι αυτό θα αλλάξει εύκολα, ειδικά όσον αφορά τη rock μουσική με την ευρύτερη έννοια.

Στο εξώφυλλο του “Summerland” βλέπουμε το ροζ καπνό και ένα μικροσκοπικό σπίτι. Αντίθετα στο «Shape Of Fluidity» βλέπουμε μια διαυγή και διάφανη σημαία. Τι είναι αυτό που τόσο σε μουσικό, αλλά και σε προσωπικό επίπεδο, σε βοηθά να βγεις από τον «καπνό» και να φτάσεις στη διαύγεια;
Λοιπόν, επιπρόσθετα και εξίσου σημαντικό, η διάφανη σημαία που βλέπετε στο νέο μας album είναι φτιαγμένη επίσης από πάγο. Αυτό συμβολικά μοιάζει, με το σχήμα της ταυτότητάς μας, το οποίο όπως ο πάγος μπορεί να μεταμορφωθεί και να διαμορφωθεί, ώστε να λάβει διαφορετικά σχήματα. Ταυτόχρονα, η πραγματικότητα και ο κόσμος γύρω μας, μοιάζουν με το νερό, το οποίο δεν λαμβάνει ποτέ μια τελική μορφή και επομένως είναι πάντα παροδικό. Υπό αυτή την έννοια, δεν ξέρω αν υπάρχει ποτέ μια τελική κατάσταση διαύγειας στην οποία φτάνουμε διαμέσου του «καπνού», πόσο μάλλον ότι υπάρχει ένας απώτερος τελικός στόχος. Έτσι είναι όταν μιλάμε για την έννοια της ταυτότητας, σε έναν κόσμο που αλλάζει διαρκώς και στον οποίο είμαστε εγγενώς συνδεδεμένοι.

Οι στίχοι σας είναι πολύ ενδιαφέροντες και ακουμπούν την ψυχή του ακροατή, με τον ίδιο τρόπο που το κάνει και η μουσική σας. Τι σας εμπνέει και σας παρακινεί, ώστε να γράψετε νέα μουσική;
Λοιπόν, νομίζω ότι το να είσαι δημιουργικός γενικά είναι ένα τόσο σημαντικό και αναπόφευκτο τμήμα της «ανθρώπινης εμπειρίας». Ανεξάρτητα από το τι κάνετε, το να είστε δημιουργικοί θα σας προσφέρει πάντα κάποιου είδους εκπλήρωση. Όσον αφορά εμένα, αν δεν ήταν η μουσική, πιθανότατα θα ήταν κάτι άλλο που θα με βοηθούσε να το βγάλω αυτό από μέσα μου. Ωστόσο, όσον αφορά τη μουσική, η μεγαλύτερη κινητήριος δύναμη είναι να προσπαθώ να δημιουργήσω κάτι, που πραγματικά να πιστεύω ότι θα προσθέσει στον κόσμο γύρω μου. Αν ξαφνικά γραφτεί ένα υπέροχο riff ή ένα εξαιρετικό σύνολο από συγχορδίες, πραγματικά μπορεί να νιώσω ότι έκανα κάποιου είδους σπουδαία ανακάλυψη. Πάντα υπάρχει η αναζήτηση για όλο αυτό, η οποία μπορεί να είναι απογοητευτική μερικές φορές, αλλά σου δίνει ισχυρότερο κίνητρο όταν τα «καταφέρνεις».

Πώς βιώσατε τη διαδικασία της αποχώρησης του μακροχρόνιου drummer σας, Micha Haring, και την ένταξη του Vincent Kreyder πίσω από το drum kit; Αυτή η αλλαγή επηρέασε με κάποιο τρόπο το τελικό αποτέλεσμα;
Ο Micha ήταν ένας πολύ καλός φίλος μας, και είναι ακόμα, καθώς ήταν εκεί από την αρχή της μπάντας. Ήταν μάλιστα μέρος του solo project του Raven, πολύ πριν από τους Dool. Όταν αποφάσισε να φύγει, αυτό μας προκάλεσε έκπληξη, και στην αρχή δεν μπορούσαμε να φανταστούμε κάποιον που θα μπορούσε να “γεμίσει τα παπούτσια του”. Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να βρεθεί κάποιος που θα ταίριαζε στη δυναμική της ομάδας. Τόσο μουσικά όσο και σε προσωπικό επίπεδο, ωστόσο ο Vincent είναι πραγματικά μια υπέροχη νέα προσθήκη. Ένας εντελώς διαφορετικός drummer και μια διαφορετική προσωπικότητα από τον Micha, με πολύ διαφορετική αίσθηση στο παίξιμό του, και επίσης πολύ διαφορετικός στη μεταξύ μας συνεργασία. Πραγματικά έκανε τα τραγούδια να ζωντανέψουν, καθώς είχε τόσες πολλές ιδέες για αυτά, όσον αφορά τα μέρη των drums. Σίγουρα έχει ήδη αφήσει το στίγμα του στη μπάντα γενικά και στο τελευταίο album ειδικότερα.

Πάμε τώρα σε κάτι λίγο διαφορετικό… Φέτος συμπληρώνονται δέκα χρόνια από το θάνατο του Selim Lemouchi. Προσωπικά, τρέφω απεριόριστο θαυμασμό για το μουσικό του έργο. Στο προηγούμενο album σας, συμμετείχε ως καλεσμένη η αδερφή του Farida. Θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας, μερικές σκέψεις για τον καλλιτέχνη Selim και την κληρονομιά που άφησαν οι The Devil’s Blood στη μουσική μας;
Η Farida ήταν πάντα πολύ κοντά στο συγκρότημα, και ακόμα είναι. Φυσικά, υπάρχει επίσης μεγάλος θαυμασμός για τους The Devil’s Blood από τη μεριά μας. Τα προηγούμενα μας μέλη, ο Micha και ο Jobis, ήταν μέλη των The Devil’s Blood για πολλά χρόνια. Ωστόσο, ειδικά στην αρχή των Dool, ένιωσα ότι οι άνθρωποι ίσως μας συνέδεσαν κάπως υπερβολικά με τους The Devil’s Blood. Φυσικά, ο συσχετισμός γίνεται εύκολα, από τη στιγμή που είμαστε μέρος της ίδιας σκηνής. Ωστόσο, πιστεύω ότι ειδικά στις μέρες μας είμαστε πολύ μακριά από αυτό που προσπάθησε να κάνει ο Selim με τους The Devil’s Blood. Αυτό συμβαίνει τόσο σε αισθητικό και μουσικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο θεματολογίας. Πέρα από αυτό, φυσικά υπάρχει απεριόριστος θαυμασμός για τη μουσική του Selim, κι όχι μόνο σε σχέση με τους The Devil’s Blood.

Στις 22 Νοεμβρίου θα εμφανιστείτε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο An Club στην Αθήνα. Τι πρέπει να περιμένουν οι Έλληνες οπαδοί σας, από αυτό το live;
Είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι για τo πρώτο μας live στην Ελλάδα! Θέλαμε να έρθουμε στη χώρα σας εδώ και χρόνια, αλλά με κάποιο τρόπο, δεν τα καταφέραμε με τα προηγούμενα album μας. Αυτό που μπορούν να περιμένουν είναι ένα set με πολλά νέα τραγούδια, αλλά και κάποια παλαιότερα. Επιπλέον, μια μεγάλη δόση ενθουσιασμού, από την πλευρά μας φυσικά.

Σε ευχαριστώ πολύ για αυτή τη συνέντευξη! Ανυπομονώ για το live σας στην Αθήνα. Ο επίλογος σου ανήκει…
Ευχαριστώ κι εγώ Γιώργο! Νομίζω ότι έχουμε καλύψει ήδη, πολλά θέματα σε αυτή μας την κουβέντα. Ελπίζω να σε δω στη συναυλία μας στην Αθήνα στις 22 Νοεμβρίου και να πιούμε μερικά ποτήρια ούζο ή τσίπουρο!

Website
Facebook
Bandcamp

Avatar photo
About Γιώργος Μπατσαούρας 201 Articles
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ιερή Πόλη Μεσολογγίου, ενώ τα προεφηβικά του χρόνια τα πέρασε αντιγράφοντας ραδιοφωνικές εκπομπές και μουσικά albums σε ενενηντάρες TDK κασέτες. Ο ουρανός έπεσε στο κεφάλι του όταν πρωτοάκουσε το Use Your Illusion II των Guns N’ Roses και είδε το video της live εκδοχής του Child in time στο κρατικό κανάλι. Τα πρώτα του χαρτζιλίκια τα επένδυσε στα τοπικά δισκοπωλεία αγοράζοντας δίσκους (και από το εξώφυλλο μόνο…), ενώ με το πέρασμα του χρόνου τα μουσικά του ακούσματα επεκτάθηκαν over the rainbow σε περισσότερα hard rock, metal και desert μονοπάτια. Με τα ηχεία στα αυτιά και το κάθε είδος rock μουσικής στο κεφάλι αντιμετώπισε τις πραγματικές θαλασσοταραχές, αλλά και αυτές της ζωής. Τα hobbies του πέρα από το αδυσώπητο κυνήγι συναυλιών, αποτελούν τα ταξίδια μέσα από τις σελίδες του Ανυπότακτου Γαλάτη, του θαυμαστού κόσμου του Τόλκιν και των βιβλίων ιστορίας καθώς και η χωρίς ντροπή κατανάλωση b-movies με νεκροζώντανους. Στο τέλος της ημέρας επαναλαμβάνει σαν προσευχή τα λόγια του θείου Lemmy ‘’The Chase Is Better Than the Catch’’ και προσπαθεί την επόμενη να τα κάνει πράξη...