BOZ SCAGGS: “Boz Scaggs”

ALBUM TRIBUTE

BOZ SCAGGS

Πριν από πενήντα τρία περίπου χρόνια, κυκλοφόρησαν μερικά άλμπουμ ορόσημο, τα οποία «σμίλεψαν» το ροκ της επόμενης δεκαετίας. Το “Crosby, Stills & Nash”, από τα σπουδαιότερα της δισκογραφίας τους, το ομώνυμο ντεμπούτο των Allman Brothers Band, που έθεσε τα θεμέλια για το southern rock του εβδομήντα, ενώ το εκθαμβωτικό σκηνικό της λευκής soul-pop που θα στηνόταν με τους Hall & Oates λίγο αργότερα, «σιγονταρίστηκε» από τον Boz Scaggs, με λιγότερη λάμψη, αλλά περισσότερη αυθεντικότητα.

Ας βάλω όμως εδώ μια παρένθεση, παραθέτοντας ένα προσωπικό βίωμα, γιατί είναι ευκαιρία να γίνει και ένας συσχετισμός με τον τρόπο που διανέμεται η μουσική σήμερα. Αν κάποιος με ρωτούσε ποια είναι η προσωπική μου δεκάδα με τους καλύτερους δίσκους όλων των εποχών, ο πρώτος που θα ερχόταν στο μυαλό είναι ο ομώνυμος του Scaggs στην Atlantic το 1969, για δυο λόγους. Ο ένας είναι ότι είναι φοβερό album, ο άλλος είναι βιωματικός και έχει να κάνει με τον τρόπο που τον ανακάλυψα.

Πριν ακόμα σαρώσει το streaming τα πάντα, ένας τρόπος να μαθαίνουμε μουσική ήταν οι βόλτες στο Μοναστηράκι. Εκεί συναντούσαμε πωλητές με πολλές γνώσεις, που για να τις αποκτήσεις τότε δεν ήταν και εύκολη υπόθεση. Με προθυμία μας έλυναν απορίες ενώ πολλές φορές ακούγαμε με θαυμασμό συζητήσεις των συλλεκτών δίπλα τους, γύρω από θέματα νέων και παλιών κυκλοφοριών. Εκτός αυτού, πολλοί συλλέκτες – φίλοι της μουσικής, θυμάμαι ότι πήγαιναν στα δισκοπωλεία και αγόραζαν δίσκους με βάση την ετικέτα ή το εξώφυλλο, χωρίς πολλές φορές να έχουν ιδέα περί τίνος πρόκειται. Αυτό συνέβαινε κατά κόρον με τις κυκλοφορίες της Chess, της Motown και της Blue Note.

Στην δική μου περίπτωση η αγορά του συγκεκριμένου δίσκου έγινε με βάση το έτος κυκλοφορίας και την εταιρεία, την Atlantic, που εκείνη την περίοδο έβγαζε αριστουργήματα. Αυτά βέβαια για το σημερινό δεκαοκτάρη είναι ψιλά γράμματα, αφού ό,τι θέλει να ακούσει, απέχει από αυτόν ένα κλικ μακριά.

Ας αφήσουμε στην άκρη την νοσταλγία για την ουσία του θέματος. Ο Boz Scaggs δεν έκανε το ντεμπούτο του με αυτήν την κυκλοφορία. Υπήρξε μέλος των Steve Miller Band και είχε ηχογραφήσει ήδη ένα ακουστικό folk-blues άλμπουμ που κυκλοφόρησε κάπου το 1966.

Συμπαραγωγή του Scaggs, του μηχανικού Marlin Greene και του Jann S. Wenner, ιδρυτή και διευθυντή σύνταξης του Rolling Stone, το album δεν έκανε επιτυχία αλλά άνοιξε το δρόμο προς την επιτυχία του τραγουδιστή-τραγουδοποιού από το Σαν Φρανσίσκο, ως σόλο καλλιτέχνη, με πωλήσεις εκατομμυρίων την επόμενη δεκαετία .

Έχοντας επιστρέψει στο Bay Area μετά από διάφορα ταξίδια, ο Scaggs έγραφε υλικό και αναζητούσε ηχητική κατεύθυνση όταν συνάντησε τον Wenner, ο οποίος έμενε απέναντι. Με την ενθάρρυνση του Wenner, άρχισε να ηχογραφεί demo, ένα από τα οποία ολοκληρώθηκε, παρουσία του τεράστιου Jerry Wexler της Atlantic. Με την ιδέα της ηχογράφησης όχι εκεί αλλά στο Νότο, ο Scaggs αποφάσισε να επισκεφθεί τα ιστορικά στούντιο στο Μέμφις, Muscle Shoals υποδυόμενος τον ρεπόρτερ τoυ Rolling Stone. Ο Scaggs όντως είχε γράψει μερικές κριτικές για το περιοδικό, αλλά αυτήν τη φορά, χρησιμοποίησε αυτή τη σύνδεση έχοντας μαζί του και την επαγγελματική κάρτα του περιοδικού με σκοπό να «βουτήξει» στην ατμόσφαιρα των στούντιο και να κάνει ερωτήσεις σαν να ήταν ρεπόρτερ.

Όλοι ήταν χαλαροί και φιλόξενοι. Ένας όμως από τους μουσικούς ρώτησε: «Λοιπόν, είσαι δημοσιογράφος του Rolling Stone, έτσι; Μου αρέσει πολύ η δουλειά σου με αυτό το συγκρότημα στο οποίο ήσουν. Έχεις εγκαταλείψει τη μουσική;».

«Ήταν πάνω που μόλις είχα περάσει την πόρτα. Ένιωσα αμήχανα. Αλλά «έσπασε ο πάγος» και τους είπα την αλήθεια για το τι έκανα εκεί», αφηγείται ο ίδιος σε ένα απόσπασμα συνέντευξης για το περιοδικό RS.

Ο Scaggs συνάντησε εκεί και έναν άλλο μελλοντικό συνεργάτη του άλμπουμ, τον κιθαρίστα Duane Allman, ενώ ήταν παρών και σε μια πρόβα των Allman Brothers Band. Ο Scaggs θυμάται τον Duane να ξεχωρίζει από την ομάδα, είχε μακριά μαλλιά, χάντρες, μπότες και ήταν ταπεινός και αστείος.

Εκτός όμως από την παρουσία του Duane, οι session μουσικοί των Muscle Shoals και ο παραγωγός βέβαια, είναι αυτοί που δίνουν στις ηχογραφήσεις την χροιά της γνησιότητας ως προς την μουσική που εκπροσωπούσε.

Το αποτέλεσμα δεν είναι ένας δίσκος καθαρά «γαλανομάτικης» soul (“Blue Eyed Soul”).

Σίγουρα τα εναρκτήρια “I’m Easy” και “I’ll Be Long Gone” έχουν τόση «ψυχή» όσο οτιδήποτε άλλο έχει βγει από τα θρυλικά στούντιο, αλλά ο Scaggs δεν ήταν ικανοποιημένος με το να μείνει σε ένα είδος. Η Americana, η country, τα blues μαζί με το R&B, συμπληρώνουν το κομμάτια αυτής της κυκλοφορίας. Το “Another Day” μπορεί να ακούγεται λίγο βαρετό, μόνο και μόνο γιατί ο υπόλοιπος δίσκος είναι απλά τέλειος. Από τη διασκευή στο τραγούδι του Jimmie Rodgers “Waiting for a Train” και το «λαϊκό» “Look What I Got”, έως την εκτεταμένη 11λεπτη επική blues εκδοχή “Loan Me a Dime”, είναι να απορείς πως, με τέτοιους δυναμίτες, δεν έκανε επιτυχία.

Η σκέψη της ηχογράφησης του album στα Muscle Shoals ήταν ιδιοφυής. Το στούντιο και οι μουσικοί κληροδότησαν στο άλμπουμ τη «μυϊκή του δύναμη» και γέννησαν ένα μέρος της ψυχής του, παράλληλα όμως στα τραγούδια διακρίνεται και και το όραμα του Scaggs, το οποίο είναι ευρύ και βαθύ. Οι funky, «χαμηλές ερμηνείες», βοήθησαν να γίνει όχι μόνο ένα υπέροχο ντεμπούτο, αλλά και ένα παντοτινό αριστούργημα της soul με «μπλε μάτια».

Avatar photo
About Βαγγέλης Νασόπουλος 23 Articles
Γεννήθηκε στην Τρίπολη Αρκαδίας την χρονιά που οι Metallica κυκλοφόρησαν το μυθικό ντεμπούτο τους. Σε βρεφική ηλικία κατέστρεψε την βελόνα του πικάπ του γείτονα , ενώ για παιχνίδια είχε τα εξώφυλλα του Iron Fist , του Powerage και Live Evil . Η μεγάλη του αγάπη είναι το ραδιόφωνο. Τα τελευταία 20 χρόνια συντονίζεται από τις 4 στις 5 στο Α πρόγραμμα ραδιοφωνίας ,για να ακούσει την εκπομπή που διαμόρφωσε τα γούστα του. Η μουσική και οι ταινίες , ήταν και θα είναι διέξοδος από την τρέλα της καθημερινότητας. Ευγνωμονεί τα ξαδέρφια και τα αδέρφια του που του κόλλησαν το μικρόβιο της μουσικής . Η μισή του καρδιά βρίσκεται στην Μεσσηνία και άλλη μισή στην Μακεδονία γενέτειρα της αγαπημένης του.