Άρθρο – HEART: “Barracuda”

ΑΡΘΡΟ

Μια από τις μπάντες που σημάδεψε τη μουσική προϊστορία του Seattle στη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, είναι οι Heart. Αποτέλεσε ουσιαστική μια πρόσμιξη μουσικών με δράση σε προηγούμενα σχήματα των 60’s και των 70’s, όπως ο κιθαρίστας Roger Fisher και ο μπασίστας Steve Fossen, που είχαν ήδη περάσει από τους The Army, Hocus Pocus και White Heart. Μαζί τους συστρατεύτηκαν οι αδερφές Wilson, η Ann στα φωνητικά και το φλάουτο, και η Nancy στη ρυθμική κιθάρα και τα φωνητικά. Ο ντράμερ Michael Derosier και ο κιθαρίστας – κημπορντίστας Howard Leese συμπλήρωσαν την ομάδα.

Η ιστορία πίσω από ένα από τα μυθικά τους τραγούδια, το “Barracuda”, μας φέρνει πίσω στο 1977, και την κυκλοφορία του τρίτου τους άλμπουμ, με τον τίτλο “Little Queen”, το οποίο κυκλοφόρησε από την “Portrait”. Έχει προηγηθεί μια πολύ σοβαρή διαμάχη με την προηγούμενη εταιρεία, την Mushroom Records, η οποία προέκυψε στη διάρκεια των ηχογραφήσεων του δεύτερου δίσκου τους, του “Magazine” και ενώ το γκρουπ δούλευε ήδη στο Βανκούβερ γι’ αυτό.

Η Mushroom είχε την ατυχή ιδέα να γιορτάσει την εμπορική επιτυχία του πρώτου τους άλμπουμ “Dreamboat Annie” με μια ολοσέλιδη διαφήμιση στο τεύχος του περιοδικού Rolling Stone της 30ης Δεκεμβρίου 1976. Τα δυο πετυχημένα singles του δίσκου, “Crazy on You” και “Magic Man”, έσπρωξαν το δίσκο στο νούμερο 7 του Billboard, και τελικά έγινε πλατινένιος.  Όμως ο σχεδιασμός της διαφήμισης ήταν θρασύς και παρέπεμπε σε εξώφυλλο ταμπλόιντ περιοδικού, εικονίζοντας τις αδερφές Wilson με γυμνούς ώμους, όπως στο εξώφυλλο του “Dreamboat Annie”, με τη συνοδευτική λεζάντα “It was only our first time!” Η υπονοούμενη αιμομικτική ερωτική υπόθεση αποτέλεσε μια αισχρή προσβολή για τις αδερφές Wilson. Οι συνέπειες αποδείχθηκαν ιδιαίτερα τραυματικές γι’ αυτές, καθώς οι δημοσιογράφοι και οι κυνικοί επαγγελματίες της μουσικής βιομηχανίας συνέχισαν να αναπαράγουν την εντύπωση που είχε δημιουργηθεί. Μάλιστα στη διάρκεια ενός “meet and greet” μετά από μια εμφάνιση στο Detroit, ένας από τους σπασίκλες της δισκογραφικής εταιρείας με ένα σατέν κόκκινο rock & roll μπουφάν της δεκαετίας του ’70, πλησιάζει τν Ann και τη ρωτά: “λοιπόν Άννι, πώς πάει μωρό μου, τι κάνει ο εραστής σου;” Αρχικά η Ann νόμισε πως αναφερόταν στον μάνατζερ του γκρουπ Mike Fisher, τον αδερφό του κιθαρίστα Roger Fisher, με τον οποίο είχε πράγματι σχέση εκείνο τον καιρό. Ο τύπος όμως συνέχισε: “όχι, δεν λέω για τον Μάικ, για την αδερφή σου λέω, για σένα και την αδερφή σου!”

Οι ηχογραφήσεις για το νέο άλμπουμ σταμάτησαν, οι αδερφές Wilson επιχείρησαν  να επαναδιαπραγματευτούν με την εταιρεία τα ποσοστά των δικαιωμάτων τους, και το συγκρότημα απαίτησε τελικά να αποχωρήσει από το συμβόλαιό του. Μόνο πέντε ημιτελείς ηχογραφήσεις έγιναν κατά τη διάρκεια αυτών των προβών του 1976. Το “Magazine” κυκλοφόρησε αρχικά στις 19 Απριλίου 1977 από την Mushroom Records σε ημιτελή μορφή, χωρίς την άδεια του συγκροτήματος. Ο παραγωγός Mike Flicker τερμάτισε στη συνέχεια τη σχέση του με την εταιρεία. Το συμβόλαιο όριζε ότι ο Flicker θα ήταν ο παραγωγός όλων των ηχογραφήσεων που θα έκαναν οι Heart. Το συγκρότημα εκμεταλλεύτηκε την άποψη ότι από τη στιγμή που η Mushroom δεν ήταν σε θέση να εξασφαλίσει τις υπηρεσίες του Flicker θα ήταν ελεύθεροι να υπογράψουν με άλλη δισκογραφική. Προσέλαβαν έναν δικηγόρο για να επιλύσει τη διαφορά και υπέγραψαν με την Portrait Records, μια θυγατρική της CBS Records (τώρα πια Sony Music Entertainment).

Η αντίδραση της Ann στον σεξισμό της μουσικής βιομηχανίας ήταν να κλειστεί στο δωμάτιό της και να γράψει τους οργισμένους στίχους του “Barracuda”, παρομοιάζοντας τη βρώμικη πλευρά της με το επικίνδυνο ψάρι. Όπως είχε ομολογήσει σε μια συνέντευξή του ο παραγωγός Mike Flicker, το τραγούδι γεννήθηκε εννοιολογικά από πολλές διαφορετικές “μαλακίες” του χώρου της μουσικής βιομηχανίας. Ο “Barracuda” θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε, από έναν τοπικό promoter μέχρι τον πρόεδρο της δισκογραφικής εταιρείας. Από ένα τραγούδι προσωπικής εκδίκησης κατέληξε σε μια ευρύτερη έκφραση της συνολικής εμπειρίας.

Από την πλευρά της, η Nancy κατάλαβε την οργή που προερχόταν από τα λόγια της Ann και προσπάθησε να τα ταιριάξει με ένα κατάλληλα επιθετικό κιθαριστικό μέρος. Η έμπνευση είχε τις ρίζες της σε μια άλλη ισχυρή γυναίκα της μουσικής βιομηχανίας, αν και ήταν μια που δεν ήταν απαραίτητα ταυτισμένη με την ανάλογη οργή: την Joni Mitchell.

“Ανοίγαμε για ένα συγκρότημα που λεγόταν Nazareth στην Ευρώπη και επίσης για τους Queen. Οι Nazareth είχαν μια επιτυχία με ένα τραγούδι της Joni Mitchell που διασκεύασαν με τον τίτλο “This Flight Tonight” που είχε ένα παρόμοιο ριφ.  Οπότε το δανειστήκαμε κάπως, και το μεταφέραμε στο “Barracuda”. Και είδαμε τα παιδιά από τους Nazareth αργότερα και ήταν θυμωμένοι: Πήρες το riff μας!”, θυμάται η Nancy.

“Αλλά έτσι είναι όλοι”, συνεχίζει. “Δανείζεσαι από αυτό που αγαπάς και μετά φτιάχνεις το δικό σου. Είναι επίσης ένας από αυτούς τους ήχους, είναι ένας από αυτούς τους τόνους κιθάρας που ακόμα προσπαθώ να καταλάβω τι κάναμε. Είναι δύσκολο να ξαναδημιουργηθεί”.  Οι Heart θα συνέχιζαν να παλεύουν με τον αχαλίνωτο σεξισμό της μουσικής βιομηχανίας σε τη διάρκεια της καριέρας τους, οπότε ίσως είναι σκόπιμο το πιο έντονο χτύπημα εναντίον της να μεταφραστεί  στο πιο χαρακτηριστικό τους τραγούδι. Το “Barracuda” μόλις έχασε το top 10 του Billboard Hot 100, αλλά θα ήταν η σημαία του συγκροτήματος στα χρόνια που προηγήθηκαν της κυριαρχίας τους στο MTV στην κορυφή των charts. Ακούστηκε σε πολύ πετυχημένες τηλεοπτικές σειρές, όπως οι The Sopranos, My Name Is Earl και Chuck, και στις ταινίες Wag the Dog, Charlie’s Angels, Roll Bounce, You Again, The campaign, και Identity Thief.

Σήμερα παραμένει ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια τους και αποτελεί απόδειξη της δύναμης του να αντιστέκεσαι ενάντια στην χυδαία ύβρη και τον μισογυνισμό.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1188 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.