Το NWOBHM δεν ήταν απλά ένα ακόμα μουσικό κίνημα, αλλά μια ηχητική επανάσταση που όπως όλες οι επαναστάσεις διήρκησε λίγο. Ήταν όμως ρηξικέλευθη και άλλαξε μια για πάντα το μουσικό τοπίο. Aυτόνομο και αυθύπαρκτο δεν οργανώθηκε στα γραφεία των δισκογραφικών εταιρειών, αλλά ξεπήδησε μέσα από τις βρετανικές pub και την αυθάδεια της νεολαίας της εργατικής τάξης στα τέλη της δεκαετίας του ’70.
Γεννήθηκε μέσα στους χαλεπούς θατσερικούς καιρούς, όπου όνειρα και ελπίδες συνθλίβονταν κάτω από την μπότα της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας. Οι πιτσιρικάδες εκείνης της εποχής έχοντας ως ιερό δισκοπότηρο το απαύγασμα των Black Sabbath, Deep Purple, Led Zeppelin αλλά και των ύστερων ηρώων Judas Priest και χρησιμοποιώντας ως καύσιμο το βρετανικό punk βάλθηκαν να δημιουργήσουν το δικό τους μουσικό σύμπαν. Όντας τεχνικά αρτιότεροι από τους πάνκηδες και έχοντας εντρυφήσει στο πρωτόλειο heavy metal η δική τους μουσική πρόταση είναι ένα σύμπλεγμα μελωδίας και επιθετικότητας δοσμένο συνήθως μέσα από ακατέργαστες παραγωγές. Για όσους δεν έχουν ιδιαίτερη επαφή με το είδος αρχετυπικός δίσκος είναι το ομώνυμο ντεμπούτο των Angel Witch, ενώ συγκροτήματα όπως οι Iron Maiden, Diamond Head, Tygers of Pan Tang, Girlschool, Def Leppard, Saxon, Demon, Holocaust, Venom, Grim Reaper και Raven αποτέλεσαν τους μπροστάρηδες της αντεπίθεσης. Το NWOBHM είναι γεμάτο επίσης και από συγκροτήματα με μεμονωμένα διαμαντάκια με χαρακτηριστική περίπτωση τους Aragorn με το εξαιρετικό τους single ‘Black Ice’.
Το Λονδίνο στο νότο και το Newcastle στο βορρά της αγγλικής επικράτειας αποτέλεσαν τα ορμητήρια των περισσότερων συγκροτημάτων. Από το δεύτερο άλλωστε έλκουν την καταγωγή τους και οι Satan, ένα συγκρότημα του κινήματος το οποίο με το ντεμπούτο album του ‘Court in the Act’ που κυκλοφόρησε τη δεύτερη μέρα του Αυγούστου το 1983 προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση σε οπαδούς και τους μουσικούς κύκλους της εποχής. Εκεί εκτός από τα trademark στοιχεία του ‘νέου’ κύματος όπως οι κοφτερές κιθάρες, έχουμε επιπλέον τη συνάντηση του ήχου τους με την αυγή του speed/thrash metal. Η ιστορία τους ξεκινά τέσσερα χρόνια νωρίτερα όταν το 1979 στο μουντό και βιομηχανικό Newcastle η παρέα των Steve Ramsey (κιθάρα), Russ Tippins (κιθάρα), Andy Reed (τύμπανα) και Trevor Robinson (φωνητικά) σχημάτισε τους Satan οι οποίοι πήραν την πρωταρχική τους μορφή λίγο αργότερα με την είσοδο του Graeme English (μπάσο). Με μερικές ανακατατάξεις στη συνέχεια, όπως του Sean Taylor που κατέλαβε τη θέση πίσω από το drum set το 1983 και τη φωνάρα του Brian Ross να αναλαμβάνει τα ηνία την ίδια χρονιά μορφοποιήθηκε η κλασική σύνθεση της μπάντας που ηχογράφησε το ‘Court in the Act’.
Όσο και αν σήμερα λογίζεται ως ένας κλασικός δίσκος τους είδους, δεν είχε την ίδια αντιμετώπιση την εποχή που κυκλοφόρησε. Η περιορισμένη προώθηση από τη δισκογραφική και οι πενιχρές του πωλήσεις γέμισαν με απογοήτευση τα μέλη της μπάντας. Εχθρική ήταν και οι αντιμετώπιση του τύπου, όπως εξομολογείται σε παλαιότερη συνέντευξη του ο Russ Tippins στην οποία αναφέρει ότι αρκετοί κριτικοί του χώρου αρκούνταν στο να σχολιάζουν χιουμοριστικά το όνομα του συγκροτήματος αντί να ασχοληθούν με την ουσία του album. Αλλιώτικες οι εποχές εκείνες (ή μήπως όχι τελικά; ) καθώς αντιμετώπισαν κι άλλα προβλήματα λόγω του ονόματος τους, καθώς σε περιοδεία με τους Running Wild στα μέσα του ’80, τοπικές χριστιανικές κοινότητες προσπαθούσαν να εμποδίσουν τη νεολαία να παρακολουθήσει τις συναυλίες τους. Όμως η ιστορία γράφεται από τα πεπραγμένα και τραγούδια όπως τα ‘Trial by Fire’, ‘Break Free’ και ‘Alone in the Dock’ εντάσσουν το ντεμπούτο τους στο θησαυροφυλάκιο του heavy metal.
Το παραπάνω κλίμα απογοήτευσης οδήγησε στην αποχώρηση του τραγουδιστή Brian Ross, ο οποίος εντάχθηκε στις τάξεις των Blitzkrieg. Αντικαταστάτης του ο Lou Taylor ο οποίος, όπως έχει αναφέρει παλιότερα ο Steve Ramsey, όντας μεγαλύτερος σε ηλικία από τα άλλα μέλη δεν ένιωθε άνετα με το όνομα της μπάντας. Αυτό τους οδήγησε στη λανθασμένη απόφαση, κατά την άποψη του Ramsey πάντα, να μετονομαστούν σε Blind Fury και να κυκλοφορήσουν το album ‘Out Of Reach’ το 1985. Το momentum της επιτυχίας είχε πλέον χαθεί και η κυκλοφορία του δεύτερου album με την επωνυμία των Satan (‘Suspended Sentence’ – 1987) και νέο τραγουδιστή τον Michael Jackson με καταγωγή από το Lancaster, αν και συμπαθητικό ως αποτέλεσμα δεν κατάφερε να εμποδίσει μια ακόμα μετονομασία τους, αυτή τη φορά ως Pariah. Με αυτό το όνομα κυκλοφόρησαν τρία album συμπαθητικού power/thrash metal, αλλά ταυτόχρονα μπέρδεψαν ακόμα περισσότερο τους οπαδούς τους με τις συνεχείς βαπτίσεις και εναλλαγές μουσικών κατευθύνσεων.
H πρώτη αυλαία για τους Satan έπεσε το 1989. Ο Steve Ramsey μαζί με τον Graeme English συναντήθηκαν στην αρχή των 90’s με τον τραγουδιστή Martin Walkyier των Sabbat, για να σχηματίσουν μαζί τους θεϊκούς Skyclad και να μεγαλουργήσουν στη συνέχεια. Τα πρώτα σημάδια ανάνηψης για τους Satan φάνηκαν στις αρχές της νέας χιλιετίας με την one-off συναυλία τους στο Wacken το 2004. Η επιστροφή του παραδοσιακού ήχου στην επικαιρότητα λίγο καιρό αργότερα, η εκτίμηση που έτρεφαν προς τους Satan κορυφαίοι μουσικοί του χώρου (βλέπε James Hetfield με το λογότυπο της μπάντας ραμμένο στο γιλέκο του), αλλά και το αυξανόμενο ενδιαφέρον των νεότερων ακροατών που άρχισαν να τους ανακαλύπτουν με τη βοήθεια του διαδικτύου, έστρωσαν το δρόμο της πολυπόθητης επιστροφής.
Η οποία αποδείχθηκε θριαμβευτική με το ‘Life Sentence’ το οποίο κυκλοφόρησε με την κλασική τους σύνθεση τον Απρίλιο του 2013 από τη Listenable Records, ανάγκασε τους μουσικοκριτικούς να υποκλιθούν και ξεκίνησε ένα σερί ποιοτικών κυκλοφοριών έως τις ημέρες μας. Πως μπορεί να γίνει διαφορετικά όταν σ’ αυτό το δίσκο υπάρχουν δυναμίτες όπως το εναρκτήριο ‘Time to Die’, τα ‘Twenty Twenty Five’ και ‘Testimony’ τα οποία ακόμα και τώρα συναντάς στο setlist τους; Το ύφος γνώριμο, κλασικό heavy metal με speed εξάρσεις, αλλά η έμπνευση αναλλοίωτη καθώς στην περίπτωσή τους έχουμε να κάνουμε με καλλιτέχνες που έχουν γράψει χιλιόμετρα και έχουν ράψει πολλά παράσημα στο πέτο τους. To ‘Atom By Atom’ που ακολούθησε δύο χρόνια αργότερα διατήρησε τα υψηλά standards, ενώ η μεταπήδηση στην κραταιά Metal Blade Records για την κυκλοφορία του ‘Cruel Magic’ το 2018 (τι κομματάρα αυτό το ‘Legions Hellbound’;) δεν αφαίρεσε από την ποιότητα αλλά πρόσθεσε δυναμική και ευκαιρίες. Το τελευταίο τους πόνημα ‘Earth Infernal’ που είδε το φως το 2022 είναι λιγότερο ‘εύπεπτο’, αλλά ταυτόχρονα ουδένα σημάδι κόπωσης παρουσιάζει. Η ζωή στην περίπτωση των Satan απένειμε δικαιοσύνη, αλλά κι αυτοί από τη μεριά τους ως έτοιμοι από καιρό άρπαξαν τη δεύτερη ευκαιρία από τα μαλλιά και της έδωσαν να καταλάβει. Κι όλα αυτά την ίδια στιγμή που οι Steve Ramsey και Graeme English διατηρούν ζωντανή την αξιοπρέπεια των Skyclad, ενώ ο Russ Tippins με την παράλληλη μπάντα του, τους Tanith, μας χαρίζει δίσκους γεμάτους με hard rock / proto metal ονειρώξεις.
Οι Satan επί σκηνής είναι καταιγιστικοί όπως απέδειξαν στην προ πενταετίας εμφάνιση τους στο δεύτερο Into Battle Festival. Για όσους τους έχασαν τότε, η Eat Metal Records και ο πρωτομάστορας Γρηγόρης Βαρσάμης δίνουν μια δεύτερη ευκαιρία με την επερχόμενη εμφάνιση τους σε λίγες μέρες στο Κύτταρο (Παρασκευή, 12 Ιανουαρίου). Αναμένεται χαμός σε μια γιορτή όπου οι NWOBHM ήρωες με παλιούς και νέους ύμνους πρόκειται να ταλαιπωρήσουν βάναυσα σβέρκους και να χαρίσουν στιγμές μουσικού μεγαλείου. Beer there!
WEBSITE
FACEBOOK EVENT