![Sacrifice-Cover72](https://soundcheck.network/wp-content/uploads/Sacrifice-Cover72.jpg)
Πολλές φορές αναφερόμαστε στην επονομαζόμενη “Μεγάλη Τετράδα” του thrash metal των Η.Π.Α. αλλά και στην αντίστοιχη της Γερμανίας αν μιλάμε για Ευρωπαϊκό έδαφος. Παραβλέπουμε όμως μια άλλη «θανατηφόρα» τετράδα, αυτή της μεγαλύτερης σε έκταση χώρας της Βόρειας Αμερικής, του Καναδά. Γιατί θα ήταν τεράστια παράλειψη να μην αναφερόμαστε συχνότερα στους Voivod, Annihilator, Razor και Sacrifice και στην επίδρασή που είχαν και αυτοί στον ήχο του thrash «οικοδομήματος».
Ως γνήσια τέκνα λοιπόν της «μεταλλομάνας» χώρας, οι Sacrifice αποτελούν μέρος του 2ου κύματος του thrash πατώντας πάνω στο δρόμο που χάραξαν οι πρωτοπόροι speed metallers Exciter και Anvil. Με σαφείς επιρροές από τους «ομογάλακτούς» τους Razor, η μπάντα από το προάστιο Scarborough του Τορόντο έχει να επιδείξει μια άκρως εντυπωσιακή ποιοτικά δισκογραφία. Πέρα από το κλασικό πλέον ντεμπούτο τους, “Torment In Fire” (1986) οι Καναδοί πρόσθεσαν στη thrash «βιβλιοθήκη» δύο διαμάντια με τα δύο επόμενα album τους, “Forward to Termination” (1987) και “Soldiers of Misfortune” (1990).
Η κυκλοφορία του “Apocalypse Inside” (1993), πριν την απενεργοποίηση της μπάντας για αρκετά χρόνια, αν και τίμια δεν μπόρεσε να σταθεί δίπλα στα «τέρατα» που είχαν προηγηθεί. Τελευταία δισκογραφική δουλειά των Sacrifice υπήρξε το πολύ καλό comeback “The Ones I Condemn” (2009) για να φτάσουμε 16 ολόκληρα χρόνια αργότερα στο 6ο τους album με τίτλο “Volume Six”. Θα έπρεπε κάποιος να διακατέχεται από άκρατη αισιοδοξία για να περιμένει από τους Καναδούς πως θα κυκλοφορούσαν υλικό άξιο να σταθεί αξιοπρεπώς μπροστά στο ένδοξο παρελθόν.
Κι όμως η αυθεντική τετράδα των Sacrifice κατάφερε να δημιουργήσει ένα δίσκο ικανό να το κάνει και μάλιστα χωρίς να προσπαθήσει και πολύ. Το εξαγριωμένο μπάσιμο του “Comatose”, το στακάτο παίξιμο του “Antidote of Poison” και η thrash ορμή του “Missile” δείχνουν πως οι Rob Urbinati (κιθάρα/φωνητικά) και Joe Rico (κιθάρα) δεν έχουν ξεχάσει πως παίζεται το παιχνίδι, «μοιράζοντας» δωρεάν φυλλάδια» thrash riff-ολογίας.
Από κοντά και το rhythm section της μπάντας, Gus Pynn (ντραμς) τον οποίο θεωρώ ως έναν από τους καλύτερους παίκτες εκεί έξω, αν και αρκετά υποτιμημένο (όπως επίσης πολλοί εκεί έξω) και Scott Watts (μπάσο), πάντα ως ρυθμιστικός και όχι ως απλός υποστηρικτικός παράγοντας. Υπάρχουν αρκετές «εκρηκτικές» στιγμές μέσα στο δίσκο όπως τα “Your Hunger for War” και “Explode” όμως οι Καναδοί δεν «εγκλωβίζονται» στο συνεχές σφυροκόπημα και προσπαθούν να ρίξουν ταχύτητες και να ακουστούν περισσότερο ατμοσφαιρικοί όπως για παράδειγμα στο “Underneath Millenia” που θυμίζει κάπως τις «προοδευτικές» στιγμές από το ”Soldiers of Misfortune”.
Στο 6λεπτο instrumental “Black Hashish” φαίνεται ξεκάθαρα το μουσικό ταλέντο της 4άδας αν και θα ήθελα να υπήρχαν στίχοι και σε αυτό το κομμάτι από τη στιγμή που υπάρχει λίγο πριν ένα ακόμη μικρό ορχηστρικό ιντερμέδιο. Κατά τ ’άλλα η κανονικότητα επιστρέφει με την ιλιγγιώδη ταχύτητα του “We Will Not Survive” για να κλείσει το album με το hardcore punk «επαναστατικό» ξυλίκι του “Trapped In a World” όπου συμμετέχει ο punk τραγουδιστής και παραγωγός, Brian Taylor (ο οποίος είχε κάνει παραγωγή και στα 3 πρώτα τους albums).
Οι Sacrifice, παρά τη μακρά αποχή τους από τη δισκογραφία φαίνεται πως βρήκαν τον τρόπο να επιστρέψουν και μάλιστα με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο. Για όσους δεν έχουν παρακολουθήσει την πορεία τους, το “Volume Six” είναι μια πολύ καλή αρχή. Οι παλιότεροι θεωρώ πως θα το κατατάξουν στις πάνω θέσεις της δισκογραφίας τους. Πάντως εγώ τοποθέτησα το album πίσω από τις κορυφές των “FTT” και “SOM”. Τα «παρακολουθεί» βέβαια από απόσταση αλλά και πάλι «προελαύνει» μαζί τους στον ορίζοντα.
Είδος: Thrash metal
Δισκογραφική: High Roller Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 24 Ιανουαρίου 2025