ROCKWAVE FESTIVAL 2025: KING DIAMOND, PARADISE LOST, TYPHUS, CORRUPTED SYMMETRY (10/7/25) Terra Vibe, Μαλακάσα

ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ

(Γράφει ο Σταύρος Βλάχος)

Μία από τις εξαιρετικά πολυαναμενόμενες εμφανίσεις, όχι μόνο του καλοκαιριού αλλά και πολλών περισσότερων ετών, έμελε να περάσει από «σαράντα κύματα», να ξεπεράσει πρόσφατους στρεπτόκοκκους και φωτιές στην ευρύτερη περιοχή, για να λάβει τη θέση της στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας» και (λογικά) στην αγαπημένη λίστα των περισσοτέρων, ως ένα από τα σημαντικότερα, προσωπικά highlights, διαχρονικά.

Στις 18:35 και με περίπου 100 άτομα και μια σημαία Πολωνίας να κυματίζει κοντά στα κάγκελα της πρώτης σειράς, οι νεανίες, power – progsters, Corrupted Symmetry, εμφανίστηκαν στη σκηνή. «Λιτοί σκηνικά», με εμπιστοσύνη στη μουσική τους και αέρα που δεν παρέπεμπε στο νεαρό της ηλικίας, είχαν υπερκεράσει το «ψυχικό εμπόδιο» (κάπως λιγότερο ο frontman τους, όπως φάνηκε – έχοντας και τον πιο «άχαρο» και δύσκολο ρόλο) και την «κρυάδα» του να «ανοίγουν» για τέτοια μεγέθη, σε ένα φημισμένο φεστιβάλ. Ο αρκετά καλός ήχος, συνολικά, οι άλλοτε μελωδικές στιγμές και οι καλοδουλεμένες συνθέσεις, συντρόφευσαν ευχάριστα, όσους επέλεξαν την αυτονόητη στήριξη από νωρίς, στα «δικά μας» παιδιά, στο σαραντάλεπτο, περίπου, set τους. Κέρδισαν το χειροκρότημα και την προσοχή των «πιστών» και «θαρραλέων», που βρέθηκαν από νωρίς για να στηρίξουν και αυτά τα ταλαντούχα παιδιά.

Corrupted Symmetry setist:
News From Nowhere
As Dark As The Sun
Embrace
Sands Of Time
Drum Solo
Momentary Call
Cosmic Scheme

(Γράφει ο Γιώργος Μπατσαούρας)

Μετά τους Corrupted Symmetry, οι έτεροι συμπατριώτες μας οι Typhus, πάτησαν το σανίδι του Rockwave. Η πρώτη μου επαφή με τη μουσική τους είχε γίνει στο Athens Rocks πριν δυο χρόνια, όταν αποτελούσαν μέρος του line-up του festival, μαζί με τους Candlemass, Rotting Christ και Ghost. Η εντύπωση που αποκόμισα τότε, αρκούντως θετική και περίμενα τώρα με ενδιαφέρον την εμφάνισή τους. Μαζί με εμένα και αρκετοί ακόμα από τους παρευρισκόμενους, καθώς η μικρή υποχώρηση της ζέστης σε συνδυασμό με το φρέσκο αεράκι που ήρθε από το βουνό, έφερε περισσότερο κόσμο μπροστά από τη σκηνή για να τους παρακολουθήσει.

Οι κλαγγές των όπλων που ακούστηκαν από τα ηχεία, μας προετοίμασαν κατάλληλα γι’ αυτό που θα ακολουθήσει. Κι αυτό δεν ήταν άλλο από το δικό τους μείγμα heavy / speed metal και thrash στοιχείων, υψηλών οκτανίων. Κιθάρες που «ξερνούσαν» ασταμάτητα solos και riffs, τσιριχτά φωνητικά κατάλληλα για το είδος που υπηρετούν και εκτελεστική αρτιότητα που κρύβει πίσω της άπειρες ώρες εξάσκησης στο studio. «Ξεχύθηκαν» με το “Catacombs Of Sancre Tor” και αμέσως προθέρμαναν για τα καλά τους σβέρκους μας. Σημείωσα με κεφαλαία γράμματα το “Dyatlov Pass” και το “Terrorzone” με το οποίο ολοκληρώθηκε το set τους.

Με σύμμαχο τον καλό ήχο, μου φάνηκαν ανώτεροι από την προηγούμενη φορά που τους είχα δει, κι αυτό στο δικό μου μυαλό αποκωδικοποιείται ως πρόοδος και θέληση να πάνε ένα βήμα παραπέρα. Μέσα στο Νοέμβριο, όπως μας ενημέρωσαν οι ίδιοι από σκηνής, πρόκειται να παρουσιάσουν live το επερχόμενο album τους με τίτλο “Fate Weaver”, στο Piraeus Club Academy και προτρέπω τους πιστούς του είδους, να αδράξουν αυτή την ευκαιρία.

Typhus setlist:
Catacombs Of Sancre Tor
Only Ashes Remain
Dyatlov Pass
Primordial Hunger
I Stand Defiant
Army Of None
Terrorzone

(Γράφει ο Άγγελος Χόντζιας)

Μερικά «πηγαδάκια» μετά και με τις απαραίτητες αλλαγές στην σκηνή, για να υποδεχτεί τους «μάστορες» του gothic/doom/death ήχου, οι Paradise Lost φάνηκαν πολύ πιο «Άγγλοι» και από τους Άγγλους, πατώντας στο «σανίδι», λίγο νωρίτερα από το «προβλεπόμενο». Με μια «οικειότητα», ίσως και «νιώθοντας» το ελληνικό κοινό πιο κοντά τους, και με έναν άκρατο επαγγελματισμό, έδειξαν εξαρχής τις «προθέσεις» τους να μην «χαϊδέψουν αυτιά», ούτε να «πουλήσουν» οπαδιλίκι, αλλά με το γνώριμο ατμοσφαιρικό, «σοβαρό» και «σκοτεινό» ύφος, να «αγγίξουν» την τέλεια εμφάνιση, ανταμείβοντας τους αγαπημένους τους Έλληνες οπαδούς.

Ο κόσμος πολύ περισσότερος πλέον, μάλλον περίμενε να ακούσει κάποιο καινούργιο κομμάτι, αφού οι Βρετανοί αυτήν την περίοδο ετοιμάζονται να κυκλοφορήσουν το νέο τους album, όμως το σχήμα κράτησε τα «χαρτιά» του «κλειστά», ίσως προμηνύοντας μια νέα εμφάνιση, στο άμεσο μέλλον. Από την άλλη, ο ήχος δεν φάνηκε να τους κάνει το «χατίρι», αφού ακούγονταν «μπουκωμένοι», στο μεγαλύτερο διάστημα του show τους.

Οι Paradise Lost εμφανίστηκαν άριστα προετοιμασμένοι και πιο «συμπαγείς» από ποτέ, επιλέγοντας να ακολουθήσουν «ασφαλή μονοπάτια», με ένα σετ βασιζόμενο στις μεγαλύτερες επιτυχίες, της μέχρι τώρα δισκογραφίας τους (και όσες μπόρεσαν να «χωρέσουν» στην περίπου 1 ώρα που τους αναλογούσε), αποδεικνύοντας περίτρανα γιατί αποτελούν τους «βασιλιάδες» του gothic/doom/death ήχου. Ίσως λίγο «νωθροί» στο ξεκίνημά τους με το “Enchantment”, επηρεασμένοι και από την ζέστη, όμως γρήγορα άλλαξαν το mode και όταν πλέον η «μηχανή» ζεστάθηκε για τα καλά, έδειχναν ασταμάτητοι.

Η αλήθεια είναι, ότι οι Βρετανοί είναι σαν το παλιό καλό κρασί, που όσο ωριμάζει γίνεται καλύτερο, με τους ίδιους να ξεπερνούν κάθε φορά τις προηγούμενες εμφανίσεις τους στην χώρα μας. Υπήρξαν και κάποιες «ενστάσεις» για την «στατική» σκηνική παρουσία τους, όμως προσωπικά τις θεωρώ ολίγον τι «υπερβολικές», μιας και στις τελευταίες 3-4 εμφανίσεις της μπάντας στην πατρίδα μας, δεν «οργίασαν» και τόσο στο «σανίδι», παρά μόνο μουσικά. Όταν δε μετά το “Enchantment” οι Paradise Lost «πυροβολούσαν» αλύπητα με τα “Forsaken”, “Pity The Sadness”, “Faith Divides Us – Death Unites Us”, “Eternal”, “One Second”, “The Enemy”, “As I Die”, “The Last Time”, ‘No Hope In Sight”, “Say Just Words”, τότε το πλήθος δεν σταμάτησε να φωνάζει ρυθμικά το όνομα της μπάντας και να χειροκροτεί, ενώ υπήρχαν στιγμές, που η αρένα «κοπανιόταν» από άκρη σε άκρη. Εντάξει, οι Βρετανοί έχουν έναν δικό τους τρόπο, να μετατρέπουν την «βαριά» και ατμοσφαιρική μουσική τους, σε ένα «εκρηκτικό ηφαίστειο», έτοιμο να σε «καταπιεί» με την καυτή του λάβα.

Η εμφάνιση των Paradise Lost δεν τελείωσε εκεί, με τα “Embers Fire”, “Ghosts” και την διασκευή τους στο “Smalltown Boy” των Bronski Beat, να αποτελούν ένα ιδανικό encore, με το σχήμα να βρίσκεται στο απόγειό του και τους οπαδούς να παραληρούν. Νομίζω ότι οι Βρετανοί, κάθε φορά θα καταφέρνουν να ιντριγκάρουν το ελληνικό κοινό και να ανταποκρίνεται στο κάλεσμά τους, με τους ίδιους να αποδίδουν τα μέγιστα επί σκηνής και να ανανεώνουν την σχέση τους με τους Έλληνες οπαδούς. Μία φοβερή εμφάνιση, με ένα τρομερό setlist, από μια μπάντα που ξέρει πώς να ξεσηκώσει το πλήθος και να το ξεναγήσει στον gothic/doom/death κόσμο του, ακόμη και με μια «στατική», σκηνική παρουσία. Οι “Shadow Kings” είναι ένα τεράστιο «κεφάλαιο» για τον «σκληρό» ήχο και κάθε φορά, κατορθώνουν να μας το υπενθυμίζουν. Νομίζω, ότι κάθε οπαδός που σέβεται τον εαυτό του, οφείλει να τους έχει δει, έστω και μία φορά, ζωντανά. Θεωρώ βέβαιο, ότι θα μας επισκεφθούν πολύ σύντομα, με το νέο δίσκο στις «αποσκευές» τους και εμείς θα τους «τιμήσουμε» εκ νέου.

Paradise Lost setlist:
Enchantment
Forsaken
Pity The Sadness
Faith Divides Us-Death Unites Us
Eternal
One Second
The Enemy
As I Die
The Last Time
No Hope In Sight
Say Just Words
Encore:
Embers Fire
Smalltown Boy (Bronski Beat cover)
Ghosts

(Γράφει ο Σταύρος Βλάχος)

20:30 και η εμφάνιση – παράκληση χιλιάδων οπαδών, εδώ και δύο περίπου χρόνια στα ΜΚΔ, είχε αρχίσει να λαμβάνει «σάρκα και οστά», με μερικά τέτοια, να ξεπροβάλουν στα χέρια μιας εκ των σημαντικότερων φωνών, διαχρονικά, του ήχου, ως «στολίδια» στο μικρόφωνό του. Με το “The Wizard” των Uriah Heep, καθώς και το “Funeral”, ως «μουσικό σεντόνι» και με μία κούκλα στα χέρια, ο King Diamond έκανε την πρώτη του έξοδο, καλωσορίζοντάς μας στο θεατρικό, μουσικό μα και «ανατριχιαστικό» του δρώμενο. Η σκηνή που είχε στηθεί, εντυπωσιακή, με δύο πλαϊνές σκάλες, τρία επίπεδα, και πάνω και στη μέση, στημένο το drum kit.

Με μία κούκλα ανά χείρας και το “Arrival”, αλλά και τα πρώτα solos / δισολίες να καθηλώνουν, μας «έπιασαν από το σβέρκο» από τις πρώτες νότες. Οι Andy LaRoque και Mike Wead, είναι αξιωματικά ικανοί να κλέψουν από την αίγλη και τη δόξα του «Βασιλιά», όντες παράλληλα μέρη μιας αριστουργηματικής μπάντας, που μας «πάγωσε» καθόλη τη διάρκεια του set. Με το κοινό να μοιάζει αποσβολωμένο και πιο «ήσυχο» από την προηγούμενη εμφάνιση, των Paradise Lost, σε μια βραδιά που δεν ήταν από εκείνες που το «δεύτερο όνομα», «έκλεψε την παράσταση» από τον headliner, τα ανωτέρω, δηλαδή το δέος και ο θαυμασμός, ουσιαστικά, αποτελούν την πιθανότερη αιτία γι’ αυτό.

Ο «Βασιλιάς» ως άλλος έμπειρος και υψηλού επίπεδου «ηθοποιός», εκμεταλλευόταν κάθε σπιθαμή της σκηνής, συνεπικουρούμενος από μία ηθοποιό / χορεύτρια, που με ένα λυχνάρι έκανε την εμφάνιση στο “A Mansion in Darkness”. Το, κατά περιόδους, «κυνηγητό» τους, σε ένα, περίτεχνα, στημένο role-playing, όπως στο “Two Little Girls”, εκμεταλλευόμενο και το «παιχνίδισμα» των φώτων, όπως στο “Spider Lilly”, μας έθεσαν εμβρόντητους θεατές, έμπροσθεν ενός οπτικοακουστικού υπερθεάματος, ενός θεατρικού heavy metal έπους, που δε μπορεί άλλος, πέραν του «Βασιλιά», να «στήσει» και να διεκπεραιώσει τόσο μοναδικά και άψογα.

Συστήνοντας το super group, (με πρώτη, δικαιωματικά, την «δική μας» Hel Pyre), που αποτελεί μία ομάδα που οποιοσδήποτε θα ήθελε να έχει για μπάντα του, συνέχισε το set, που έμοιαζε και ο ίδιος να απολαμβάνει. Με τον ήχο εξαιρετικό και τη μπάντα να φτάνει στα αυτιά μας με «μαγικούς συνειρμούς», τη φωνή του, μόνο κάπου στις αρχές και μόνο ελαφρώς, να …. «ανησυχεί» λίγο, έφτασε περνώντας η ώρα να σε κάνει να αναρωτιέσαι, πόσο καλύτερη θα ήταν αν δεν είχε την περιπέτεια τόσων ημερών με τον στρεπτόκοκκο.

Εισάγοντας το “Spider Lilly”, αναφέρθηκε στο νέο του album αλλά και το αντίστοιχο των Mercyful Fate σκορπίζοντας ενθουσιασμό, πριν φτάσει στο αγαπημένο “Two Little Girls”, μέσα από το λατρεμένο, προσωπικά, “The Eye”.

Το πρώτο, έντονο “sing-along” ήρθε με το “Sleepless Nights”, που όπως προαναφέρθηκε, ήταν κατά τη γνώμη του γράφοντα όχι εκούσιο, αλλά ένεκα της συγκλονισμένης, πρότερης φύσης του ακροατηρίου. Τα “King!!King!!King!!” «έδιναν και έπαιρναν» και το ευρηματικό και ευφυές, “Long Live the King”, εισεπράχθη διφορούμενα, ως αρεστό αλλά και …. «αποκρουστικό» (ως….επικήδειος) από τον «Βασιλιά». Το εκπληκτικό solo του LaRoque, «έπαιρνε κεφάλια», ενώ ο King είχε ανελιχθεί στο δεύτερο επίπεδο, απολαμβάνοντας πανοραμικά το πάρτι που είχε στηθεί για τη …. «μεγαλειότητά» του. Υπάρχουν live, που δε σε εμπνέουν να γράψεις διθυράμβους, αλλά αυτή η εμφάνιση δεν ήταν ένα από αυτά…. Πέραν της γενικότερης απέχθειας σε βασιλικούς τίτλους, το heavy metal, έχει και πρέπει να έχει το δικό του «Βασιλιά» και αυτός «οργίαζε», μουσικά, μπροστά στα έκπληκτα μάτια και …. αυτιά μας.

Ήταν σειρά του “Welcome Home”, μαζί με το “The Invisible Guests”, με την δύναμη της εικόνας άνω και κάτω από τη σκηνή και τις υψωμένες γροθιές στον αέρα, επιβεβαίωση ότι ήταν διαρκώς μαζί του, παρότι ίσως δεν ήταν τόσο εμφανές, μέχρι εκείνη την ώρα.

Η στιβαρότητα του rhythm section και η συνεπικουρία της Hel Pyre στα δεύτερα φωνητικά, προσέθεταν στη «βαρύτητα», τον όγκο και την ατμοσφαιρικότητα του ήχου και κάπως έτσι, και μέσω ενός ακόμα παιγνίου με την προναφερθείσα, οδηγηθήκαμε σε δύο, ακόμα, συνθέσεις από το “The Eye”, το “Eye of the Witch” και το “Burn”.

Η καλή και η κακή πλευρά, αποτυπωμένες στο πρόσωπό του, όπως μας εξήγησε στο προηγούμενο, “Masquerade of Madness”, όπου και το λογοπαίγνιο με το “Long Live the King” και το ότι δεν γιορτάζει πλέον γενέθλια, είχε την προσοχή του κοινού, που στα επόμενα, πιθανότατα μεταφέρθηκε δεξιά της σκηνής, σε έναν από τους δύο «κιθαριστικούς μάγιστρους». Τον σπουδαίο, Andy LaRoque.

Στο “Eye of the Witch”, το κοινό φάνηκε να «ξυπνά» από τον «λήθαργο» σε μορφή ξορκιού και να εξαφανίζει μέσω αλμάτων την σκηνή από μπροστά μου, αλλά τα solos του σπουδαίου Andy, δε μπορούσαν να «διακόψουν» τίποτα, παρά μόνο με συνέδεαν με εκείνη την original κασσέτα, της δεκαετίας του ’80, που τον πρωτογνώρισα και με έκανε κοινωνό του μεγαλείου του ταλέντου του, της «κάστας» ενός από τους metal ήρωες και «μύθους», ενός από τους καλύτερους «γητευτές» της εξάχορδης.

Ήταν το “Abigail”, που θα ολοκλήρωνε μία βραδιά που θα μνημονεύεται ανά τα χρόνια, σαν ένα από τα καλύτερα live που έχει βιώσει κάθε ένας από όσους βρεθήκαμε στο Terra Vibe. Το Rockwave Festival, θα έχει στο παλμαρέ του, μία ακόμα «παρασηματική» στιγμή, ερχόμενη στην επέτειο των 30 ετών του. Διορθώνοντας κάποια μικρά, οργανωτικά θέματα που έχουν τη σημασία τους, και που δεν είναι της παρούσης, θα «εγκαθιδρυθεί» ξανά στις προτιμήσεις μας, ως ένα φεστιβάλ που μπορεί ξανά να μας βάζει πάγια στη δύσκολη θέση να μην ξέρουμε πού να πρωτοεμφανιστούμε στα δρώμενά του, αλλά και πως να φτάσει το….«βαλάντιο».

Το προηχογραφημένο, αριστουργηματικό, “Insanity”, ένα από τα ομορφότερα instrumental που έχουν γραφτεί (Andy LaRoque), ηχούσε στα μεγάφωνα. Είχαν περάσει τρία-τέσσερα λεπτά από την τελευταία νότα και η μπάντα σύσσωμη μαζί με τον King Diamond ήταν ακόμα στη σκηνή, ευχαριστώντας και αποχαιρετώντας τον κόσμο. Γυρνώντας προς την έξοδο, θα αντίκριζα ελάχιστη έως καθόλου κίνηση του κόσμου από τις θέσεις τους. Υψωμένα χέρια και συνεχή χειροκροτήματα, απέτιναν φόρο τιμής και ευχαριστίας για αυτό το σπουδαίο και αξιομνημόνευτο βράδυ, που είχαν βιώσει. Ο King, θαρρείς, είχε γίνει ειλικρινές μέλος, και από την πλευρά του, αυτού του vibe. Κάτι μου λέει, όπως αποτυπώθηκε και σε video του Δημήτρη Ζαμπού, ότι δεν τον είδαμε για τελευταία φορά….

King Diamond setlist:
{The Wizard (Uriah Heep song)}
Funeral / Arrival
A Mansion in Darkness
Halloween
Voodoo
Them / Spider Lilly
Two Little Girls
Sleepless Nights
Out From the Asylum / Welcome Home
The Invisible Guests
The Candle
Masquerade of Madness
Eye of the Witch
Burn

Encore:
Abigail
(Insanity)

Φωτογραφίες – Βίντεο: Δημήτρης Ζαμπός







Avatar photo
About Soundcheck Partner 357 Articles
Souncheck.network