Η τέταρτη metal ημέρα του Release Athens Festival, νομίζω ότι είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για κάθε μεταλλόφιλο που βρίσκεται στην χώρα μας, εγχώριο ή μη. Άλλωστε δεν έχεις την δυνατότητα να βλέπεις να παίζονται συχνά σε live κομμάτια των Celtic Frost, ούτε να βλέπεις αυτήν την τεράστια μορφή του ακραίου ήχου που λέγεται Max Cavalera, όπως και ένα από τα metal φαινόμενα των ημερών μας, τους Parkway Drive. Από την άλλη, ήταν και η ημέρα που είχε τις περισσότερες πιθανότητες να ενώσει το old school κοινό με την νέα γενιά μεταλλάδων, μιας και οι δύο κατηγορίες οπαδών θα έπρεπε να συνυπάρξουν για κάποιες ώρες στον ίδιο χώρο. Αν κατάφερε αυτή η ημέρα να πετύχει τον απώτερο “σκοπό” της; Θεωρείται ότι υπήρχε περίπτωση να μην τα “έβρισκαν” αυτές οι δύο γενιές, σε μία ημέρα όπου ο ακραίος ήχος είχε την τιμητική του; Ε, διαβάστε τι συνέβη λοιπόν…
Αυτά τα “προβλήματα” έχουν οι καθημερινές. Μία αναποδιά στη δουλειά και όλα πάνε πίσω. Έχοντας καθυστερήσει λοιπόν, μου φάνηκε αδύνατο ότι θα μπορούσα να προλάβω την έναρξη των δικών μας Skybinder, που ήταν και η πρώτη μπάντα χρονικά της ημέρας. Μετά κόπων και βασάνων στην εθνική, κατάφερα να χάσω μόλις 10 λεπτά από το set των Αθηναίων metalcorers, όμως πρόλαβα να διακρίνω την ενέργεια του group επί σκηνής και τα εξαιρετικά vibes που μετέδωσε στους λιγοστούς η αλήθεια είναι παρευρισκόμενους. Αν θέλετε, οι Skybinder ήταν ότι πιο κοντινό ηχητικά στους headliners της βραδιάς και η μπάντα που ανέλαβε να δώσει στο πλήθος μια πρώτη γεύση του τι θα ακολουθούσε αργότερα το βράδυ. Οι Αθηναίοι metalcorers βρέθηκαν σε πολύ καλή μέρα, ιδιαίτερα κινητικοί στο σανίδι και με εκπληκτικό δέσιμο και παίξιμο, κατάφεραν να κερδίσουν τους λίγους οπαδούς του ακραίου ήχου που είχαν μαζευτεί από νωρίς. Η αλήθεια είναι ότι με την πάροδο του χρόνου, έκαναν την εμφάνιση τους και κάποια μικρά pit με headbanging και χορό, που έστειλαν ένα “μήνυμα” ικανοποίησης προς το group που το δέχτηκε με ιδιαίτερη χαρά, μοιράζοντας ακόμη πιο πολύ πόνο, όσο περνούσε η ώρα. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε η εξαιρετική “ρητορική” και επικοινωνία του frontman της μπάντας, που λειτούργησε ευεργετικά και για τους ίδιους και για τους οπαδούς, μιας και οι καιρικές συνθήκες ήταν “βασανιστικές”. Highlight της εμφάνισης τους, σίγουρα τα “Deadweight”, όπου έγινε χαμούλης, και το “My Severance”, όπου έκλεισε ιδανικά μία δυνατή παρουσία. Θετικό πρόσημο, για ένα νέο group που κάνει τα πρώτα του βήματα τώρα και δεν κώλωσε, παρόλο που είχε μπροστά του “γίγαντες” του ακραίου ήχου.
Skybinder Setlist:
Intro
Dagger
Fathoms
Chasing Lights
Mirage
Sea Of Regrets
Cruel Sun
Deadweight
My Severance
Παρόλο που ήταν περασμένες 19:00, η ζέστη έδειχνε να έχει απλώσει για τα καλά το δίχτυ της και να κάνει την ατμόσφαιρα κάπως αφόρητη. Η προσέλευση του κοινού είχε αυξηθεί σημαντικά, όμως σε καμία περίπτωση δεν ήταν η ενδεικτική του συναυλιακού “τιμήματος” που θα ζούσαμε. Οκ, οι Triptykon παίζανε, αλλά ρε παλικάρια το set ήταν βασισμένο στους πατέρες του ακραίου ήχου Celtic Frost, τι άλλο ακριβώς χρειαζόταν για να είστε όλοι οι λάτρεις του εκεί; Ναι, ξέρω, δεν υπάρχει η οικονομική άνεση, για να τα κάνουμε όλα, όμως όταν υπερηφανεύεσαι ότι μεγάλωσες με Celtic Frost, δεν θα ήταν και σώφρων να βρίσκεσαι εκεί; Χωρίς ιδιαίτερες χρονοτριβές και ακριβώς στην ώρα τους, οι Triptykon πάτησαν τη σκηνή του Release και η θρυλική μορφή ονόματι Tom G. Warrior δέχτηκε ένα γερό καλωσόρισμα. Όσοι “πιστοί” ήταν από νωρίς εκεί, έμοιαζαν να ήξεραν ακριβώς τι θα συμβεί, τι θα ζούσανε για την επόμενη ώρα και λίγο παραπάνω. Οι Ελβετοί metallers υπό τους ήχους του “Into The Crypts Of Rays”, έδειξαν αριστοτεχνικά δεμένοι και εξαιρετικοί επαγγελματίες, με έναν αξιέπαινο ήχο που δεν θύμιζε σε τίποτα τις προηγούμενες δύο metal μέρες και τα προβλήματα που είχαν, πράγμα που με έκανε να πιστέψω ότι η συγκεκριμένη εμφάνιση θα ήταν highlight από μόνη της. “Visions Of Mortality” και τα πρώτα moshpit έκαναν την εμφάνισή τους. Οι “πάλιουρες” είχαν ήδη ζεσταθεί και έδιναν τον παλμό και στο νεότερο κοινό, που ακολουθούσε με δέος. “Dethroned Emperor” και στις πρώτες σειρές τα πρώτα headbanging ήταν γεγονός. Δύσκολο να ξεχωρίσεις old school ή μοντέρνοι οπαδοί, μιας και είχαν γίνει ήδη κουβάρι.
Από εκεί και μετά, το χάος. “Morbid Tales” και έβλεπες τα pit να εναλλάσσονται, πότε δεξιά, πότε αριστερά και πότε στη μέση της αρένας. Μου ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να διακρίνω το ξύλο που έπεφτε, όμως η αλήθεια είναι ότι «ότι γίνεται στο pit, μένει στο pit». Οι τρομεροί Ελβετοί του Warrior, έδιναν μαθήματα ακραίου metal, σεβόμενοι στο έπακρο το όνομα των Celtic Frost. Οι Triptykon έδειχναν άρτιοι τεχνικά, με “καλοκουρδισμένη” κίνηση στη σκηνή, που έδινε τον χώρο στη μπάντα να αποδίδει τα μέγιστα. Τα χτυπήματα απανωτά, με “Procreation (Of The Wicked)”, “Return To The Eve” και “Nocturnal Fear” να φέρνουν το απόλυτο “σκοτάδι” στην Πλατεία Νερού. Ο Tom G. Warrior και η παρέα του ήρθαν να μας μυήσουν στη “θρησκεία” των Celtic Frost και τίποτα δεν έδειχνε να τους σταματάει. “Circle Of The Tyrants” και το πλήθος παραληρούσε σε κάθε νότα των Triptykon. Ο Warrior έμοιαζε ενθουσιασμένος με τις αντιδράσεις του κοινού και δεν σταμάτησε να ευχαριστεί όλους όσους βρέθηκαν σε αυτό το ραντεβού με την ιστορία. “Visual Aggression” και “Suicidal Winds” έσπειραν τον πανικό στο ήδη εκστασιασμένο πλήθος, όμως οι Ελβετοί ήταν “αχόρταγοι”. Δεν είχαν σκοπό να σταματήσουν, αν δεν κατάφερναν να περάσουν και στον τελευταίο οπαδό τι εστί Celtic Frost και η βαριά κληρονομιά τους. Το “Usurper” γέμισε με ικανοποίηση τους old school παρευρισκόμενους, ενώ το “Jewel Throne” έβαλε ακόμη ένα λιθαράκι σε αυτήν την μοναδική μουσική παράσταση των Triptykon. Μου ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο, να βλέπω “παλιούς” και “νέους” οπαδούς να γίνονται κουβάρι και να απολαμβάνουν την “συνύπαρξη” τους, χωρίς τις προστριβές που η αλήθεια είναι ότι έχουν στοιχίσει στον χώρο μας. Άλλωστε, την ίδια μουσική νοιαζόμαστε και γουστάρουμε, ότι “διαχωριστικό” και αν έχει μπροστά. Η συνέχεια ανήκε στα “Dawn Of Megiddo” και “(Beyond The) North Winds”, που απέδειξαν για ακόμη μία φορά ότι η μπάντα ήταν σε μεταλλικό “οργασμό”. Η δύση του ήλιου μπορεί να έφερε μια κάποια δροσιά, όμως η κόλαση του “Necromantical Screams” χτύπησε σαν κομήτης την Πλατεία Νερού. Τρομερός συγχρονισμός μπάντας και κοινού, έστησαν ένα ιδανικό τελευταίο σκηνικό, προτού ο Tom Warrior και η παρέα του αποσυρθούν στα διαμερίσματα τους. Όλεθρος πραγματικός, ίσως η πιο μεστή παρουσία στο φετινό Release, από ένα group που ξέρει να σέβεται το παρελθόν. Οι Triptykon σάρωσαν και αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Τυχεροί όσοι προλάβαμε και ακούσαμε την κληρονομιά των Celtic Frost, έστω και από μία άλλη μπάντα, αλλά με την ηγετική παρουσία του Tom G. Warrior.
Triptykon Performing Celtic Frost Setlist:
Into The Crypts Of Rays
Visions Of Mortality
Dethroned Emperor
Morbid Tales
Procreation (Of The Wicked)
Return To The Eve
Nocturnal Fear
Circle Of The Tyrants
Visual Aggression
Suicidal Winds
The Usurper
Jewel Throne
Dawn Of Megiddo
(Beyond The) North Winds
Necromantical Screams
Το σκοτάδι που έπεσε για τα καλά πλέον, έφερε μία κάποια ανάσα δροσιάς, ενώ η στιγμή των Βραζιλιάνων Soulfly του Max Cavalera είχε φτάσει. Η αλήθεια είναι ότι περίμενα με αγωνία αυτήν την εμφάνιση των Βραζιλιάνων groove/thrash/deathsters, μιας και η προηγούμενη εμπειρία μου σε ένα Chania Rock Festival πριν μερικά χρόνια, με είχε γεμίσει με ικανοποίηση, τέτοια που έγινα μεγάλος fan της μπάντας. Και πραγματικά ήξερα τι μπορώ να περιμένω πάνω κάτω, αλλά με τίποτα δεν μπορούσα να φανταστώ μια τόσο εκρηκτική και καθηλωτική εμφάνιση των “δαιμόνων” Soulfly. Το logo του group που δέσποζε στο background, άρχισε να αλλάζει χρώματα και υπό τους ήχους του “Back To The Primitive”, οι Βραζιλιάνοι ξεκίνησαν το δικό τους party. Η μπάντα έδειχνε σε δαιμονιώδη φόρμα και ο ηγέτης Cavalera έμοιαζε να βρίσκεται σε τρομερή διάθεση, με απίστευτη ενέργεια. Ήταν αδύνατο με τέτοια είσοδο, το πλήθος να μην ανταποδώσει με headbanging και μικρά moshpit και έναν άκρατο ενθουσιασμό που έφερε χαμόγελα ικανοποίησης σε ολόκληρη την Πλατεία Νερού. Νομίζω ότι συγκριτικά με εκείνη την εμφάνιση στο Chania Rock Festival, οι Soulfly ήταν δύο “σκαλιά” πάνω σε απόδοση, χωρίς υπερβολές. “No Hope=No Fear” για τη συνέχεια και οι πρώτες σειρές είχαν ήδη πάρει φωτιά. Οι Βραζιλιάνοι έδειχναν έκπληκτοι από την αγάπη των οπαδών και συγχρόνως “ρουφούσαν” την θετική ενέργεια για να συνεχίσουν ακόμα πιο δυναμικά, ακόμα πιο εκρηκτικά. Χωρίς ανάσα, καθώς δεν ήταν ποτέ στο φόρτε τους οι “κουβεντούλες” με το κοινό, συνέχισαν με το “Downstroy” και μετά ο απόλυτος όλεθρος. Δύο αγαπημένα κομμάτια, που δείχνουν στο έπακρο την συνθετική ευφυΐα του Max Cavalera, με ρυθμό που σε παρασύρει, τα “Seek ‘N’ Strike” και “Frontlines” ήρθαν να ξεσηκώσουν την Πλατεία Νερού. Πραγματικός χαμός, κυκλικά moshpit σχεδόν παντού, καπνογόνα, ανελέητο headbanging και sing along στο ρεφρέν, με το σύνολο του κόσμου εκστασιασμένο, δημιούργησαν ένα μοναδικό σκηνικό που είχα καιρό να αντικρίσω σε ένα τέτοιο μεγάλο festival.
Βέβαια η εμφάνιση των Soulfly, ήταν στα πλαίσια της προώθησης του νέου τους δίσκου “Totem”, οπότε δεν γινόταν να μην παίξουν και νέα κομμάτια. Το “Superstition” είχε το χαρακτήρα αυτό, και το πλήθος έδειχνε να γνωρίζει και τα καινούργια τραγούδια των Βραζιλιάνων, πράγμα που χαροποίησε ιδιαίτερα την μπάντα. Οι εκρήξεις χαράς και ο ενθουσιασμός των παρευρισκόμενων με αυτό που ζούσαν, δεν σταμάτησε ποτέ και οι Soulfly δεν είχαν την διάθεση να σταματήσουν τα απανωτά χτυπήματα. Είχαν έρθει να ισοπεδώσουν την Αθήνα και έμοιαζαν ασταμάτητοι μέχρι να το καταφέρουν. Χωρίς χρονοτριβές “Fire/Porrada” και οι εναλλαγές thrash/death ρυθμού με το groove-άτο tribal χαρακτήρα του κομματιού στη μητρική γλώσσα των Βραζιλιάνων, έδινε μία διαφορετική πνοή στο τραγούδι, κάτι που ο κόσμος έδειχνε να απολαμβάνει. “Filth Upon Filth” και τα moshpit εμφανίστηκαν ξανά. Δεν ξέρω πόσοι επέζησαν από αυτήν την συνεχή σφαγή στα pit, αλλά σίγουρα την επόμενη μέρα θα είχαν αποκτήσει αρκετά “παράσημα” πόνου στο κορμί τους. Ένοιωθες τον ενθουσιασμό, την χαρά, την ικανοποίηση στο πρόσωπο των οπαδών, κάθε φορά που κάποιοι περνούσαν με φόρα από τις μπροστινές σειρές για να πάνε πίσω να χαλαρώσουν, να ξεκουραστούν, να ξειδρώσουν και να επανέλθουν σε λίγα λεπτά και πάλι για να συνεχίσουν το έργο τους. Τα “Prophecy” και “Bleed” έφεραν και πάλι ένα νέο κύμα ενέργειας, ξεσήκωσαν ακόμη περισσότερο το κοινό και με όσες δυνάμεις του έμειναν έπεσε εκ νέου στη “μάχη” των pit. Σίγουρα αρκετών η φωνή σταμάτησε να βγαίνει κάποια στιγμή στο “Prophecy”, αφού το sing along έφτανε μέχρι τα αυτιά του Cavalera και της παρέας του. Διέκρινες τα χαμόγελα στα πρόσωπα των μελών των Soulfly, κάθε φορά που οι κραυγές των οπαδών γίνονταν όλο και πιο δυνατές, όλο και πιο πολλές. Άλλωστε, τι ζητάει και ο καλλιτέχνης; Να βλέπει να αναγνωρίζεται η δουλειά του. Και όταν το βλέπει, τότε είναι σίγουρο ότι παίρνει ακόμη περισσότερη δύναμη να συνεχίσει.
“Tribe” για τη συνέχεια, και η μπάντα έμοιαζε ακούραστη, με αναλλοίωτες δυνάμεις. Οι διασκευές στους The Wailers με το “Get Up, Stand Up” και στους Nailbomb με το “Wasting Away”, άνοιξαν την ηχητική παλέτα των Soulfly και ακούμπησαν και ένα κοινό που δεν ήρθε αποκλειστικά για αυτούς. Τα “Boom” και “No”, έδωσαν και πάλι ένα thrash/death ρυθμό και οι παρευρισκόμενοι συνέχισαν το δικό τους “χορευτικό” ρεσιτάλ. Ο Cavalera δεν σταμάτησε να οργώνει την σκηνή και οι υπόλοιποι του group δεν σταμάτησαν να κοπανιούνται δευτερόλεπτο. Απίστευτες στιγμές, από μία μπάντα γεμάτη όρεξη, γεμάτη ενέργεια και διάθεση να δημιουργήσει μοναδικές μουσικές εμπειρίες με ένα κοινό που μπορεί να ακολουθήσει. Από εδώ και κάτω, δεν νομίζω ότι υπάρχουν τα κατάλληλα λόγια για να εκφράσουν την μοναδικότητα των όσων ζήσαμε. “Refuse/Resist” και όλη η Πλατεία Νερού στον αέρα. Ένα γιγάντιο moshpit, αδιανόητο ξύλο και μία φανταστική έκπληξη. Νομίζω ότι πρόλαβα να δω τον Melechesh Ashmedi να τραγουδά μαζί με τον Max Cavalera, να βουτάει στο κοινό και να γίνεται ένα με τους τρελαμένους οπαδούς. Δεν ξέρω που αλλού θα μπορούσαν να γίνουν αυτά τα πράγματα, πέρα από την χώρα μας. Πραγματικά, μοναδικές μουσικές εμπειρίες, που θα τις διηγούμαστε με υπερηφάνεια στα παιδιά μας στο άμεσο μέλλον. “Jumpdafuckup” και κανένας δεν έμεινε ακούνητος, ενώ το “Eye For An Eye” έκλεισε ιδανικά μία εμφάνιση μεγατόνων, από μία μπάντα που ξέρει να “μαγεύει” τα πλήθη. Μία ισοπεδωτική εμφάνιση, μία καθηλωτική απόδοση και ένα κοινό που ήταν έτοιμο από καιρό να την ζήσει στο έπακρο και να ζητοκραυγάσει τους “κατακτητές”. Οι Soulfly είναι μία τεράστια μπάντα, ένα φαινόμενο του ακραίου ήχου και ο Cavalera συνεχίζει να δημιουργεί μύθους σε όποιο σχήμα και να βρίσκεται. Έχει το άγγιγμα του Μίδα, πως να το κάνουμε. Το γεγονός ότι ο κόσμος έτρεχε κατά κύματα για ανάσες δροσιάς, τονίζει ακόμα περισσότερο το “κολασμένο” show που μόλις είχε τελειώσει. Οι Βραζιλιάνοι θέρισαν κυριολεκτικά στη σκηνή και το κοινό τους αποδέχτηκε ως “κατακτητές”.
Soulfly Setlist:
Back To The Primitive
No Hope= No Fear
Downstroy
Seek ‘N’ Strike
Frontlines
Superstition
Fire/Porrada
Filth Upon Filth
Prophecy
Bleed
Tribe
Get Up, Stand Up (The Wailers cover)
Wasting Away (Nailbomb cover)
Boom
No
Refuse/Resist (Sepultura cover)
Jumpdafuckup
Eye For An Eye
Μετά την “κολασμένη” εμφάνιση των Soulfly και τα απαραίτητα δροσιστικά “ροφήματα”, ήταν η στιγμή των headliners της βραδιάς να πάρουν την σκυτάλη. Βουρ λοιπόν και πάλι για μια καλή θέση κοντά στην σκηνή, όπου η αλήθεια είναι ότι το νεανικό κοινό δεν είχε αφήσει και πολύ χώρο ελεύθερο, μιας και οι Αυστραλοί metalcorers όπως και να έχει αποτελούν τους μουσικούς “ήρωες” του. Αν με ενοχλεί; Καταρχήν, οτιδήποτε έχει metal στο όνομα του, έχει και την απόλυτη στήριξη μου. Δεύτερον και σημαντικότερο, το θεωρώ την φυσιολογική εξέλιξη των μουσικών πραγμάτων, η κάθε γενιά να έχει και τους δικούς της μουσικούς “ήρωες”. Είναι απολύτως σεβαστό. Αυτό που θα έπρεπε να είναι επίσης σεβαστό, είναι ότι αν δεν υπήρχαν οι heavy metal “δεινόσαυροι”, όπως τους ονομάζει η νέα γενιά σήμερα, σίγουρα δεν θα υπήρχαν και αυτοί για τους οποίους μιλάμε σήμερα. Για αυτό λοιπόν, ας αφήσουμε στην άκρη τα όποια “μίζερα” σχόλια και ας απολαύσουμε αυτήν την metal πανδαισία που ζούμε. Θέλετε να “καταντήσουμε”, σαν αυτά που κοροιδέυουμε; Πίσω στα δικά μας και πάλι. Χωρίς καθυστέρηση, οι Αυστραλοί metallers ανεβαίνουν στην σκηνή υπό τους ήχους του “Glitch” και οι πρώτες σειρές αρχίζουν να ξεφεύγουν. Έχοντας προλάβει να δω κάποια βιντεάκια της μπάντας στο “σωλήνα”, ήθελα να επιβεβαιώσω και από κοντά αν πράγματι μπορούν να φτάσουν σε αυτά τα επίπεδα ενέργειας στα show που είχα δει. Οι Parkway Drive, πραγματικά είναι μια μηχανή heavy metal, που όταν πατήσει το γκάζι δύσκολα την προλαβαίνεις. Η ενέργεια που βγάλανε από την αρχή του show, ήταν τέτοια που έμοιαζε εξωγήινη. Εντάξει, και αυτή η μορφή ονόματι Winston McCall, πόσο “Έλληνας” μπορεί να είναι; Τι παλικάρι είναι αυτός, ρε παιδιά; Η επιτομή του όρου performer. Η έκπληξη της μπάντας στη θέα του κοινού, έδειχνε ότι ίσως δεν περίμεναν τέτοια ανταπόκριση. “Prey” για την συνέχεια και η σκηνή γέμισε φωτιές και καπνούς. Θα ήθελα να ψάξω το άλλο πρωί και να βρω ένα μέρος της σκηνής που δεν πάτησε ο ακούραστος Winston, αλλά μάλλον θα έπρεπε να ψάξω σε κάποια άλλη καινούρια σκηνή. “Carrion” και ο κόσμος άρχισε να τραγουδά μαζί με το group, να ουρλιάζει από χαρά που επιτέλους κατάφερνε να δει από κοντά το φαινόμενο Parkway Drive. Και τι φαινόμενο!
Η διάθεση του τραγουδιστή των Αυστραλών είχε πάρει την ανιούσα, για αυτό και άνοιγε συχνά κουβέντα με τους οπαδούς. Δεν μπορούσε να πιστέψει με τίποτα, ότι θα είχε μια τέτοια αποδοχή στο ελληνικό κοινό. Ίσως και να μην πίστευε την δυναμική του εγχώριου metal οπαδικού κινήματος, ακόμη και αν είχε ακούσει τόσα. Είναι αλλιώς να το βλέπεις από κοντά. Η σειρά του “The Void” και το πλήθος πάλι σε παραλήρημα. Είχαν αρχίσει ήδη τα πρώτα headbanging, κάποια μικρά moshpit στις μπροστινές σειρές, αλλά ήταν εμφανές ότι η εκρηκτικότητα των Parkway Drive αργά ή γρήγορα θα κατέλυε κάθε οπαδό που βρισκόταν στην Πλατεία Νερού. “Soul Bleach” και οι παρευρισκόμενοι συνέχισαν το “έργο” τους, να κοπανιούνται δίχως αύριο. Ήταν φανερή η ικανοποίηση των νεαρών οπαδών, που όσο ξύλο και να έτρωγαν στα moshpit δεν το έβαζαν κάτω και συνέχιζαν να παλεύουν για μια θέση εκεί στη μάχη. Το σκηνικό τους θύμιζε κάτι από πεδίο μάχης, με σιδερένια πρόχειρα χαρακώματα χιαστί, όμως ο πόλεμος που μαινόταν στην αρένα ήταν ανεπανάληπτος. Δεν ξέρω αν και οι ίδιοι είχαν φανταστεί κάτι παρόμοιο, όμως οι γεμάτες έκπληξη αντιδράσεις τους έδειχναν ότι δεν περίμεναν τέτοια εξέλιξη. Συνέχεια στο show με “Vice Grip” και το ακροατήριο είχε πάρει φωτιά. Το headbanging δεν σταματούσε, τα moshpit μεγάλωναν και οι αντιδράσεις λατρείας του κοινού γίνονταν όλο και πιο πολλές. Και κάπου εδώ, ο Winston και η παρέα του μας αφιέρωσαν το επόμενο κομμάτι “Dedicated”. Εντάξει, πανικός. Από που να φυλαχτείς, μην σου έρθει και καμιά αδέσποτη. Ρε μάστορα, μην τα κάνεις αυτά. Αφού ξέρεις, τα παίρνουμε τις μετροιτίς και άντε να μας ηρεμήσεις μετά. Και κάπου εκεί, η απόλυτη ηδονή. Τα φώτα έπεσαν, ο Winston χάθηκε μέσα στο κοινό και μόλις άναψαν και πάλι, τσουπ πετάχτηκε και αυτός πνιγμένος στις αγκαλιές των οπαδών. “Idols And Anchors” και τα μυαλά στα μπλέντερ. Ένα γιγάντιο circle pit, που έπιανε όλη την αρένα από μπροστά στη σκηνή μέχρι πίσω στον πύργο του ήχου, έκανε την εμφάνιση του και με το πρόσταγμα του McCall, όλοι έγιναν ένα κουβάρι. Αδιανόητο ξύλο, κοπάνημα μέχρι τελικής πτώσεως και στο τέλος ένα μοναδικό crowdsurfing για να γυρίσει ο Winston στην σκηνή και πάλι. Από τις στιγμές που γεννούν οπαδούς μιας μπάντας και μένουν ανεξίτηλες στο μυαλό των θεατών. Ιστορίες που σε γεμίζουν ικανοποίηση και θα τις μοιράζεσαι αργότερα με τους δικούς σου “ανθρώπους” της νέας γενιάς. “Wishing Wells” και ξανά από την αρχή. Είπαμε, τα show των Parkway Drive σφίζουν από ενέργεια. Αν δεν αντέχεις, κάτσε στο σπιτάκι σου, οκ;
“Sleepwalker” και ολόκληρη η Πλατεία Νερού στο πόδι. Η μπάντα έδειχνε να βρίσκεται σε full ρυθμούς, με το πόδι κολλημένο στο γκάζι και χωρίς να σκέφτεται να φρενάρει. Δεν την ενδιέφερε τι απλώνεται μπροστά της, μόνο πως μπορεί να αποδώσει τα μέγιστα, να αδράξει την ευκαιρία και να αποτελειώσει ένα “διψασμένο” κοινό που έμοιαζε έρμαιο στις ορέξεις των Αυστραλών. Οι Parkway Drive έμοιαζαν με αρπακτικό, που είχε λοκάρει το θήραμα του και ήταν έτοιμο να επιτεθεί και να το κατασπαράξει. Και φυσικά, όλα τα λεφτά η τρέλα που είχε στο κεφάλι ο Winston McCall. Τυπάρα, πραγματικά. Ακόμη μία επιτυχία του group, το “Shadow Boxing”, ακόμη μία σκληρή μάχη στην αρένα. Το εντυπωσιακό βέβαια, ήταν ότι οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι ήξεραν τα κομμάτια και τραγουδούσαν με την μπάντα. Μιλάμε λοιπόν για ένα group, που είχε καταφέρει να μιλήσει στην καρδιά των οπαδών πριν ακόμη έρθει στην χώρα μας. Απίστευτη στιγμή, ίσως η ερμηνεία του “Darker Still” με την συμμετοχή τριών βιολιών και με την συγκινητική απόδοση του McCall, που αν και λίγο φάλτσος στα καθαρά φωνητικά, κατόρθωσε να αγγίξει την ευαίσθητη πλευρά μας. Νομίζω από τις πιο δυνατές στιγμές της βραδιάς, που θα μείνει χαραγμένη στο μυαλό όσων είμαστε εκεί. Και ξανά πάλι γκάζια. “The Greatest Fear” και ξανά πάλι ξύλο. Μα καλά, πως αντέχουν όλοι αυτοί, οι ίδιοι και οι ίδιοι, να τρώνε τόσο ξύλο και να μην τους πειράζει; Και κάπως έτσι τελείωσε η βραδιά, με το “Bottom Feeder” να κλείνει με εξαιρετικό τρόπο μία μεγαλειώδη εμφάνιση των Parkway Drive. Ή όχι; Ήταν δυνατόν για ένα τόσο εκπληκτικό κοινό, να μην είχαν encore; Φωτιές και καπνοί στη σκηνή και “Crushed” για το encore, έδωσαν τροφή για νέα moshpit και headbanging στους οπαδούς, ενώ το “Wild Eyes” μας έδωσε ακόμα μια συγκινητική στιγμή στη βραδιά, με ολόκληρη την Πλατεία Νερού να τραγουδά με την μπάντα το τελευταίο κομμάτι του show. Οι ευχαριστίες των Parkway Drive και η υπόσχεση ότι θα ξανάρθουν, έδειξαν ότι και οι ίδιοι το ευχαριστήθηκαν, ίσως περισσότερο και από εμάς, με όλα όσα έζησαν εκείνο το βράδυ. Τρομερό show, καταιγιστικοί Parkway Drive και ένα κοινό που αποδέχτηκε την πρόκληση και ανταπεξήλθε όπως έπρεπε. Πραγματικοί οδοστρωτήρες οι Αυστραλοί, αξίζουν όλα όσα έχουν ακουστεί για αυτούς και τις εμφανίσεις τους.
Parkway Drive Setlist:
Glitch
Prey
Carrion
The Void
Soul Bleach
Vice Grip
Dedicated
Idols And Anchors
Wishing Wells
Sleepwalker
Shadow Boxing
Darker Still
The Greatest Fear
Bottom Feeder
Encore:
Crushed
Wild Eyes
Στο τέλος της βραδιάς, έβλεπες μόνο χαρούμενες, καταπονημένες από το κοπάνημα φάτσες, φουσκωμένες από ευχαρίστηση και υπερήφανες για τα όσα μοναδικά έζησαν κατά την διάρκεια της ημέρας. Σίγουρα ήταν η πιο δυνατή, η πιο καταιγιστική ημέρα του Release και ακόμη πιο σίγουρα ήταν από τις πιο απολαυστικές και αξεπέραστη σε μουσικές εμπειρίες βραδιά. Η συνέχεια αναμένεται ακόμη πιο έντονη, αλλά ακόμη και έτσι η σημερινή βραδιά ήταν ιστορική. Πολλά μπράβο στην διοργανώτρια και περιμένουμε ακόμη περισσότερες τέτοιες βραδιές, όχι μόνο φέτος αλλά και στα επόμενα χρόνια. Αυτό το κοινό, σίγουρα τις αξίζει, όπως και κάθε μπάντα εκεί έξω που δεν έχει γευτεί την ελληνική metal φιλοξενία, πρέπει τουλάχιστον για μια φορά να τη ζήσει. Τα υπόλοιπα, έρχονται μόνα τους.