PHASE

INTERVIEW

Ένα τολμηρό ταξίδι από τον πολύπαθο πια κάμπο της Θεσσαλίας στο “Νεόκαστρο” του βορρά, στο περίφημο Νησί που έθρεψε τόσα μουσικά ιδιώματα, αυτό θα μπορούσε να είναι η επικεφαλίδα της ιστορίας των Phase. Το βιβλίο όμως αυτής της επικεφαλίδας το αφήνουμε με απόλυτη ελευθερία στον ιδρυτή και κινητήριο μοχλό της μπάντας, Θάνο Γρηγορίου, σε μια συνέντευξη ποταμό με όλες τις λεπτομέρειες της διαδρομής “Λάρισα- Newcastle”, και με πολύ μεγάλο, ευρυγώνιο ενδιαφέρον.

Ας γυρίσουμε λοιπόν πολύ πίσω, να ξετυλίξουμε το νήμα από την αφετηρία. Θύμισέ μας πότε ιδρύθηκαν οι Phase, ποια ήταν τα ιδρυτικά μέλη, και ποιος ήταν ο μουσικός στόχος τη δεδομένη χρονική στιγμή: τι είδους μουσική θέλατε να δημιουργήσετε και ποια θέματα να αγγίξετε;
Γεια σου Γιώργο και σε ευχαριστώ για την ευκαιρία που μας δίνεις να συστήσουμε την δουλειά μας μέσα από τις σελίδες του Soundcheck

Θα πλατειάσω επίτηδες λίγο γιατί το νήμα είναι αρκετά μπλεγμένο, και μια πιο ολοκληρωμένη αυτοψία ίσως παρουσιάσει ενδιαφέρον για κάποιους από τους αναγνώστες, μιας και το θέμα αυτών των εμφανίσεων είναι η επιστροφή στις ρίζες μας.

Η πρώτη απόπειρα να χτιστεί αυτό που ονομάζεται Phase ήταν 20 χρόνια πριν με τον Γιώργο Αγναντή στα τύμπανα, τον Βασίλη Βαλώζο στις κιθάρες, τον Αποστόλη Παζαρά στη φωνή, και εμένα στο μπάσο. Όπως είχαμε ορίσει το ηχόχρωμα τότε, ήταν ατμοσφαιρικό κιθαριστικό rock με prog και ψυχεδελικές προεκτάσεις. Μουσική που ακούγαμε μαζί σαν γκρουπ εκείνη την περίοδο θυμάμαι συμπεριελάμβανε τους Α Perfect Circle, System of A Down, Doors, Anathema,και Katatonia μεταξύ αλλων. 

Μετά από αρκετές πρόβες απορρίψαμε μια συναυλία με τους Deadsoul Tribe λόγω της τελειομανίας μας και της πεποίθησης ότι δεν ήμασταν έτοιμοι,  έχοντας σαν αποτέλεσμα να αποξενώσουμε τον Βασίλη ο οποίος είχε διαφορετική άποψη. Στάση για την οποία έχω έκτοτε μετανιώσει, άσχετου του τραγικού της υπόθεσης ότι το live τελικά ακυρώθηκε έτσι και αλλιώς. 

Κάναμε ένα demo με τον Θωμά Παπαρίζο στις κιθάρες αμέσως μετά, αλλά αυτή η προσθήκη απλά επιτάχυνε την τροχιά διάλυσης στην οποία είχαμε ήδη μπει, και καταλήξαμε να κάνουμε ανεξάρτητες προσπάθειες, με τον Γιώργο να προσπαθεί με τα ίδια καινούρια κομμάτια μεγάλο μέρος των οποίων είχα γράψει εγώ αντικαθιστώντας τα κομμάτια που είχε συνθέσει κυρίως ο Βασίλης προηγουμένως (αν θυμάμαι καλά, κρατήσαμε επίσης κάποιους σκελετούς από τα παλιά κομμάτια, στους οποίους αντικαταστήσαμε τις κιθάρες με τον Θωμά), ενώ εγώ κράτησα το όνομα σαν ‘νονός’ της μπάντας και μάζεψα καινούριο υλικό δοκιμάζοντας το με διάφορα μέλη μέχρι να γνωρίσω τον Δημήτρη Λύτρα και τον Αλέξη Αρναούτογλου στην σχολή την οποία φοιτήσαμε και οι τρεις. Έτσι, μαζί με τον Χρήστο Γιολδάση αποτελέσαμε το δεύτερο line up με μέλη του οποίου, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, δουλέψαμε πάνω στο πρώτο άλμπουμ με τον Δημήτρη Αθανασέλο να παίρνει την θέση του στο σκαμπό για λίγο. Συμπτωματικά, ο Αλέξης βοηθούσε πρότινος (στο μεσοδιάστημα μέχρι να γνωριστούμε) τον Γιώργο με τα παλιά κομμάτια, χωρίς να προχωρήσει αυτή η προσπάθεια παραπέρα. 

Οι στόχοι που είχαμε στην αρχή ήταν να γράψουμε μουσική την οποία θα θέλαμε οι ίδιοι να ακούμε, και εν μέρει, να θρέψουμε την τότε ματαιοδοξία μας, κάτι το οποίο φυσικά δεν είναι και το πιο υγιές κίνητρο όταν πρόκειται για δημιουργική έκφραση, αλλά δεν είναι ασυνήθιστο για άτομα της τότε ηλικίας μας. Αν είμαι ειλικρινής, πέρα από το ότι ήμασταν αρκετά καλοί παικτικά νομίζω ότι μας έλειπε το υπόβαθρο και η εμπειρία να κάνουμε οτιδήποτε ουσιαστικό την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. 

Έπειτα μέσα από συζητήσεις με το νέο πια σχήμα ορίσαμε τους στόχους μας και την προσέγγιση με την οποία θέλαμε να προσπαθήσουμε να τους πετύχουμε, δημιουργώντας ένα καινούριο κώδικα επικοινωνίας μεταξύ μας, και τελικά ασχολήθηκα με τα φωνητικά όπως ήταν πιο φυσικό γιατί έγραφα τους στίχους, και ντρεπόμουν λιγότερο από τους υπόλοιπους να το κάνω, αφού δεν θέλαμε να διευρύνουμε το σχήμα με παραπάνω μέλη γιατι κατανοήσαμε τις δυσκολίες με τη διατήρηση πολλαπλών και πολύπλοκων σχέσεων μεταξύ μελών ενός συνόλου, σε υγιές επίπεδο. 

Έχει ήδη αναφερθεί πλήθος ονομάτων τα οποία παρέλασαν από τους Phase, αλλά αν αναλογιστεί κανείς το γεγονός ότι ειδικά στην Ελλάδα τουλάχιστον, δεν γινόταν εκ των πραγμάτων ένα εκτός μόδας μουσικό σχήμα με ξεχωριστό κιθαριστικό rock ήχο να αποτελέσει την αποκλειστική βιοποριστική ενασχόληση, και το οτι οι προτεραιότητες των μελών μπορούν να αλλάξουν, ενώ λίγοι έχουν την πολυτέλεια να αφιερώνουν με επιμονή αρκετό χρόνο σε ένα καλλιτεχνικό project με πολλά κινούμενα μέρη, όσο πάθος και να έχουν γι’αυτό, τότε οι αλλαγές στην σύνθεση δεν φαντάζουν και τόσο τραγικές. Ειδικά όταν ληφθεί η μακροβιότητα των Phase υπόψη.

Οι στίχοι σε μεγάλο βαθμό αρχικά, βασιζόντουσαν σε ποίηση του Γιώργου την οποία μετέφρασα (στα Αγγλικά) και συμπλήρωσα ή ανέπτυξα όπου θεώρησα ότι ήταν ταιριαστό. Ήταν σε μεγάλο βαθμό αφηρημένοι, έχοντας να κάνουν, αόριστα μεν, με διάφορες ψυχολογικές καταστάσεις, την απώλεια, την ελπίδα, την εξιλέωση κτλ. Οι στίχοι που δούλεψα για το σχήμα έπειτα, είναι πιο συγκεκριμένοι και ασχολούνται με διάφορες εκφάνσεις της ανθρώπινης κατάστασης, διατηρώντας όμως παράλληλα την δυνατότητα τους για πολυσημία. Τεχνικά θα έλεγα είναι μια ισορροπημένη μίξη μεταξύ συμβολισμού και νοητικού αισθητισμού.

Κάποια στιγμή μετακομίζεις λοιπόν στη Γηραιά Αλβιόνα. Πότε γίνεται αυτό; Εξήγησέ μας τις συνθήκες της απόφασης, πόσο είχαν να κάνουν με το μέλλον των Phase, καθώς και τις πιθανές αλλαγές που έφερε στη σύσταση του σχήματος αυτή η απόφαση.
Αυτό συνέβη περίπου 11 χρόνια πριν. Η απόφαση αυτή είχε πάρα πολλά να κάνει με την εξέλιξη της μπάντας, και ήταν κάτι που είχε αναφερθεί σαν προοπτική και από μέλη προηγούμενης συνθεσης, χωρίς να έχει ωριμάσει πρότινος μέσα μας σαν ιδέα. Η τότε λογίστρια των Pulp, του Jarvis Cocker, και των Kaiser Chiefs μεταξύ άλλων, είχε βλέψεις να ανοίξει την δική της εταιρεια management, και μας έκανε earmark όπως λένε στο χωριό μας εδώ, αν και το μας ‘έβαλε στο μάτι’ ίσως είναι πιο ταιριαστό στην προκειμένη περίπτωση. Ταξίδεψε λοιπόν στην Ελλάδα και μας είδε ζωντανά ενώ μας προσκάλεσε στο Λονδίνο, όπου πέρασα προσωπικά αρκετό καιρό κάνοντας ακουστικές εμφανίσεις ελέγχοντας την σκηνή και την καταλληλότητα της χώρας για να μεταφέρουμε την βάση μας όπως είχαμε συζητήσει μεταξύ μας.

Προερχόμενος από σχετικά μικρή ελληνική πόλη βρήκα τους ρυθμούς ζωής εκεί απαγορευτικούς. Ήρθα σε επαφή με πολύ κόσμο με γνωριμίες στην βιομηχανία, αλλά σαν πόλη μου έδωσε την εντύπωση ότι είναι σαν ένα χωνευτήρι με καιροσκόπους από κάθε σημείο του κόσμου, κάτι το οποίο κάποιους τους εξυπηρετεί, και άλλους όχι.

Κατά συνέπεια, έβαλα πλώρη για το Newcastle το οποίο αποτέλεσε επιλογή λόγω του λειτουργικού μεγέθους της πόλης, όπως μας είχε διαφημίσει ένας φίλος, και τις ομοιότητες της πόλης με την Λάρισα αν είμαι ειλικρινής, με μια πολύ καλή κατά την άποψη μου, ποιότητα ζωής και φιλικούς ανθρώπους. Εκεί μας προσέγγισε ο Jonny, ο τότε μάνατζερ των Crippled Black Phoenix ο οποίος επίσης πίστεψε πολύ σε εμάς.

Άλλοι παράγοντες για την μετακόμιση ήταν η παρότρυνση (κατά αποχώρηση του) του τότε ντράμερ μας Μάριου Παπακώστα, ο οποίος δεν μπορούσε να βρει δουλειά στην Λάρισα όσο και να προσπάθησε, και μετακόμισε στη Γερμανία, όπως επίσης το γεγονός ότι είδα το όλο εγχείρημα επίσης σαν μια νόμιμη διέξοδο από το να κάνω το στρατιωτικό μου όντας πάντοτε ειρηνιστής, και με πρόσφατη εμπειρία έχοντας επισκεφθεί τον Λίβανο και την Συρία για συναυλίες με την κυβέρνηση να παραιτείται στην πρώτη χώρα και ένα εμφύλιο που ξέσπασε ακόμη μαίνεται στη δεύτερη. Μας φάνηκε τόσο παράλογο, άνθρωποι που γνωρίσαμε και αναπτύξαμε σχέσεις δουλεύοντας μαζί για αυτές τις συναυλίες να περνάνε όλο αυτό με ότι συνεπάγεται, και ήταν σαν σαν να ξαναζούμε υπό μια μορφή ένα flashback από τα 90s όταν ερχόντουσαν στα σχολεία λεωφορεία με παιδιά που διέφυγαν των Γιουγκοσλαβικών πολέμων.

Η εγκατάσταση δεν ήταν όσο ομαλή όσο περιμέναμε και λόγω διαφόρων υποχρεώσεων και εμποδίων έγινε σπασμωδικά, και με τη συναίνεση όλων κάναμε συναυλίες με διάφορα touring μέλη όπου αυτό χρειαζόταν. 

Σε παραδοχή με ύστερη γνώση, η απόφαση πάρθηκε πολύ βιαστικά και η μετακόμιση δημιούργησε ένα κάποιο ρήγμα, όπως και γέννησε κάποιες καταστάσεις οι οποίες  μας έχουν πάει ομολογουμένως λίγο πίσω, συν το ότι όλο αυτό συνέπεσε με ένα θέμα το οποίο έχει προκαλέσει ανυπολόγιστη ζημιά και δεν είναι του παρόντος να αναφερθώ σε αυτό. 

Και κάπως έτσι φτάνουμε στο σήμερα…

Για να ολοκληρώσουμε τυπικά με το ιστορικό πλαίσιο της μπάντας, φτάνοντας στο σήμερα, ποιοι είναι οι Phase, και ποια είναι η σύνδεση, σε ότι έχει να κάνει με τα πρόσωπα. με το παρελθόν;
Ο Βασίλης Λιάπης είναι στην μπάντα από το 2011 (ο οποίος ήταν μεγάλος υποστηρικτής της μετακόμισης στο Newcastle) και παίζουμε μαζί μουσική από δέκα χρόνια πριν από αυτό το σημείο, αλλά σπούδαζε στην Βενετία και δεν βόλεψε να κάναμε κάτι με τους Phase πιο πριν. Ο Δαμιανός Χαρχαρίδης συμμετέχει πλέον περιστασιακά σαν δορυφόρος λόγω εκκρεμοτήτων που τον οδήγησαν σε επαναπατρισμό,  ενώ συμμετείχε ενεργά από το 2011 μέχρι το 2019, λίγο μετά την αποχώρηση του από το νησί. Μάλιστα τον είχα προσεγγίσει για συνεργασία με το σχήμα το 2006 ή 2007 αρχικά, κάτι που όμως τότε  είχε αποδειχθεί ατελέσφορο. Το σύνολο συμπληρώνουν οι Alex Fagan στο μπάσο και Jak Kelly στα τύμπανα οι οποίοι παραχωρούν με σεβασμό και χαρά την θέση τους σε παλαιότερα μέλη σε δύο από τις τρεις εορταστικές συναυλίες στην Ελλάδα λόγω της φύσης του εγχειρήματος.

Για να περάσουμε επιτέλους για τα καλά σε όσα συμβαίνουν σήμερα, θα ήταν ζωτικό να μας δώσεις τη δική σου περιγραφή για τη μουσική των Phase, που βρίσκονται λίγο πριν το τρίτο τους άλμπουμ. Φυσικά δεν θα έλεγα όχι σε μια συγκριτική διαδικασία με τα προηγούμενα, για να μας δώσεις μια πιο συγκεκριμένη προσέγγιση στην εξέλιξη της μπάντας.
Πράγματι έχουμε σχεδόν έτοιμο όλο το υλικό του άλμπουμ το οποίο δουλεύουμε στον χώρο μας αυτές τις μέρες. Μουσικά κινείται, σε παρόμοια μονοπάτια με τα άλλα δύο, και τα κομμάτια διέπονται από την ίδια ενδοσκοπική διάθεση με τις υπόλοιπες δουλειές μας..

Ακόμη δεν έχω ιδέα πως μπορεί να χαρακτηριστεί ο ήχος μας, αλλά νομίζω είναι κάτι ανάμεσα σε post punk revival και alternative metal. Νομίζω είναι αρκετά κοντά σε Smashing Pumpkins, Alice in Chains, και A Perfect a Circle αν πρέπει να προσδιοριστεί με παραδείγματα. Σε σχέση με τους πρώτους, ενώ δεν άκουγα ποτέ μου, συγκρίνουν πολλοί την φωνή μου με του Billy Corgan, αλλά απλά μάλλον κάνουμε την ίδια αποτυχημένη προσπάθεια να μιμηθούμε τον Mick Jagger ή τον Van Morrison στα όποια ξεσπάσματα. Παραδόξως βρίσκω κάποιες ομοιότητες στη μουσική μας, και ενώ έχουμε πολλά κοινά ακούσματα δεν θα έλεγα οτι δικαιολογεί κάτι τέτοιο τουλάχιστον άμεσα αυτό. Ο Δαμιανός το αποδίδει στο γεγονός ότι υπήρξα ‘κρυφός οπαδός’ των Placebo οι οποίοι έχουν εμφανείς επιρροές από αυτούς, κάτι το οποίο φαντάζει σαν πιο λογική εξήγηση. 

Νομίζω έχουμε κάποια Prog/Crossover ψήγματα στον ήχο μας, με κάποια διακριτικά τοποθετημένα μεικτά μέτρα, και μη συμβατικές δομές σε σημεία. Όταν ένα κομμάτι μας ήταν μέρος ενός sampler του prog magazine απέσπασε πολύ θετική ανταπόκριση, κάτι που υποστηρίζει αυτή την θεώρηση, αν και σε αυτό το κοινό μαρκέταραν και οι Anathema την μουσική τους, ενώ δεν είναι αμιγώς prog σε καμία περίπτωση. Πρόκειται για ένα αρκετά ανοιχτόμυαλο κοινό, το οποίο αγοράζει δίσκους και merch στηρίζοντας οικονομικά τις μπάντες, όμως δυστυχώς και αυτό μεγαλώνει ηλικιακά και δεν ανανεώνεται.

Αυτή την φορά έχουμε δώσει λίγη παραπάνω σημασία στον ήχο προκειμένου να κάνουμε την ακρόαση μια πιο ευχάριστη εμπειρία, σε σημείο όμως που δεν θα χάνεται η αμεσότητα. Δεν θα είναι μεγάλη απομάκρυνση δηλαδή από το punk και το lo-fi αλλά θα προσπαθήσουμε να φερθούμε όσο πιο δίκαια γίνεται στα κομμάτια, προκειμένου να αναδειχθούν κατά το δυνατόν. 

Τά καινούρια κομμάτια έχουν πάλι ετερόκλητες τάσεις όπως συνηθίζουμε, έχοντας όμως  νόημα στο πλαίσιο του δίσκου και σαφώς είναι πιο ώριμα, όπως θέλουμε να πιστεύουμε πως αισίως είμαστε κ εμείς πια. Πρόκειται για κιθαριστικό ροκ, με κάποια ηλεκτρονικά, blues, folk και ανατολίτικα στοιχεία.

Επίσης να αναφέρω σε αυτό το σημείο ότι δουλεύουμε ξανά την παραγωγή στο δεύτερο άλμπουμ μας το οποίο έπεσε πάνω στην αλλαγή βάσης, και λόγω συγκυρίων ο Δαμιανός, ο οποίος έκανε τρομερή δουλειά στην ενορχήστρωση του, επωμίστηκε και όλο το βάρος της παραγωγής στα τελευταία στάδια, και έμεινε μόνος, αβοήθητος και έρημος να μαζέψει τα συντρίμμια μας λόγω των καταστάσεων.

Ζώντας σε μια εποχή με πολύ πλούσια, αν και κυρίως δυσάρεστα, ερεθίσματα, θα ήταν ενδιαφέρον να μας πεις για τα θέματα του νέου άλμπουμ, αλλά και το γενικό αντίκτυπο όσων συμβαίνουν γύρω μας, σε τοπική αλλά και παγκόσμια κλίμακα, πάνω σας, τόσο σαν μουσικούς όσο και σαν ανθρώπους.
Πραγματικά το σκηνικό είναι τρομακτικά αποθαρρυντικό, και θα περίμενε κανείς να έχουμε ξεφύγει από αυτά. Φυσικά δεν θα μπορούσαμε παρά να συμπεριλάβουμε ένα αντιπολεμικό κομμάτι στον δίσκο. Όπως εξήγησα είμαστε αρκετά ευαισθητοποιημένοι με το συγκεκριμένο ζήτημα.

Σχετικά, είχαμε συμφωνήσει με μια εταιρία διοργανώσεων από την Ουκρανία για μια περιοδεία εκεί και στη Ρωσία μέσα στην πανδημία, αλλά δεν μας έγινε η χάρη. Δεν θα μιλήσω καν για το Ισραήλ – Παλαιστίνη, ή να αναφέρω κάθε πόλεμο που συμβαίνει αυτή τη στιγμή πέρα από τη γειτονιά μας. Είναι πραγματικά θλιβερό το 2024 να είμαστε σε αυτήν την κατάσταση. 

Η κεντρική ιδέα του άλμπουμ έχει να κάνει με το γεγονός ότι όλοι είμαστε παράγωγα του περιβάλλοντος μας, όπως επίσης έχει να κάνει με την οικειότητα η οποία πολλές φορές γεννάει απέχθεια σε όσα αφορά τις σχέσεις, αλλά και την οικειότητα σε σχέση με την χαρτογράφηση της αρεσκείας σε όλους μας. Κάποια κομμάτια πραγματεύονται την κοινωνική αδικία, τις ανισότητες, μοντέλα και μηχανισμούς εξάρτησης μεταξύ άλλων. Όπως και οι άλλες δουλειές μας, δεν θα είναι άκουσμα ίσως για όλες τις ώρες, τουλάχιστον όχι για όλους, αλλά ίσως μόνο για αυτούς που διασκεδάζουν με το να προβληματίζονται. Η καλύτερα να ψυχαγωγούνται. Και δεν το λέω καθόλου ελιτιστικά παρά την εμφανή τάση να το υπεραναλύω ή να υπερδιανοιοποιώ…

Η τέχνη είναι ρευστή και αλλάζει όσο αλλάζει και η κοινωνία, και τα μέσα με τα οποία δημιουργείται, και αναπαράγεται. Αν η πλειονότητα του κόσμου πλέον απαιτεί κομμάτια δευτερολέπτων για το tiktok, αυτό, καθορίζει αυτόματα και την βιομηχανία. Πιο πριν είχαμε μόνο ψηφιακά singles, όπως άλλωστε ξεκίνησε η υπόθεση με τα δισκάκια περίπου, το μέγεθος των όποιων καθόρισε και την στάνταρ διάρκεια ενός pop κομματιού, με το άλμπουμ να είναι μια συλλογή από αυτά μέχρι που τα υλικά αλλάξανε και ένα 12’’ βινύλιο να καθορίζει την διάρκεια ενός άλμπουμ. 

Εμείς που μεγαλώσαμε με μεγάλα rock άλμπουμ, προφανώς έχουμε την τάση να κάνουμε κάτι παρόμοιο. Για τον Μπετόβεν αυτό θα ήταν το αντιστοιχο tiktok ίσως.

Η τέχνη είναι εκεί για να κατοπτρίζει την οποία πραγματικότητα, και από τη στιγμή που είναι δυσάρεστη όπως περιγράφεις, δεν μπορεί παρά να υπάρχει τάση για ανάλογες αναλύσεις. Επίσης λειτουργεί ως ένα εκφραστικό μέσο που αποκαλύπτει την πραγματικότητα, αφοσιώντας τον καλλιτέχνη ως συμβολική θυσία, υπό την μορφή έκθεσης χωρίς ο ίδιος να έχει την ευκαιρία να κρυφτεί μέσα σ’ αυτήν την σχεδόν επιδειξιομανία, αποτελώντας εργαλείο για τον παραλήπτη ο οποίος το χρησιμοποιεί για να κρίνει και να συγκρίνει. Προσφέρει μια ειλικρινή άποψη ενημερώνοντας τις απόψεις του κοινού, σαν το χορό σε μια τραγωδία. Ακόμη και αν ο καλλιτέχνης έχει την διάθεση να κρυφτεί, δεν μπορεί να κάνει κάτι για το  ‘υποκείμενο νόημα’ που υπάρχει στην τέχνη του κάτι που πολλές φορές μπορεί να αγνοεί ο ίδιος, είτε πρόκειται για κείμενο, είτε εικόνα, είτε οτιδήποτε, ενώ αυτό αποκωδικοποιείται από το κοινό πολλές φορές διαισθητικά, και έτσι εκλαμβάνουν, αν δεν έχουν και οι ίδιοι διάθεση να κρυφτούν, κάθε αλήθεια, και κάθε κίνητρο. Τώρα όταν όλα τα μηνύματα είναι εσκεμμένα μιλάμε πια για αυτό που πολλοί φιλόσοφοι θα ονόμαζαν ‘ανώτερη τέχνη’.

Το περιβόητο “Νησί” έχει μια τεράστια μουσική παράδοση και υπήρξε ανέκαθεν γενέτειρα εξελίξεων και ιδιωμάτων, αν και όλα πήγαιναν συνήθως χέρι χέρι με έναν μουσικό τύπο που είχε ευνοούμενους και καταραμένους. Ποιες είναι σήμερα οι κυρίαρχες τάσεις, όπως τις ζείτε από κοντά, και ποια τα περιθώρια για μια μουσική σαν τη δική σας στο περιβάλλον που δραστηριοποιείστε;
Αυτό που περιγράφεις ήταν ένας επιπλέον λόγος να μετακομίσουμε, όμως δυστυχώς δεν ισχύει τίποτα από όσα ελπίζαμε σε διάφορα επίπεδα. Όπως εξήγησα πριν το Λονδίνο είναι μεν ένα χωνευτήρι από κάθε επιρροή αλλά η οποία σκηνή εκεί απαρτίζεται κυρίως από καιροσκόπους, είναι κάπως σαν το Los Angeles όπου οποίος είχε το όνειρο η την ‘λόξα’ ποτέ να γίνει ηθοποιός μετακομίζει εκεί. 

Όταν ανέφερα στους κωμικά λιγοστούς βέρους Λονδρέζους που γνώρισα στην σκηνή, εν συγκρίσει με τους κυρίως Μεσόγειους, Λατινοαμερικάνους, Ανατολικό-Ευρωπαίους και λιγότερους Άγγλους από άλλες πόλεις° ότι θα μετακόμιζα στον βορρά, με θεώρησαν τρελό γιατί το χαρακτήρισαν σαν καλλιτεχνική έρημο. Και δεν είχαν πολύ άδικο τελικά, αν και το θέμα αλλάζει προς το καλύτερο τελευταία. 

Δεν συμβαίνει αυτό που γινόταν ανέκαθεν και πιο πρόσφατα το 90 ας πούμε μέχρι αρχές 2000 με πολλές καινούριες μπάντες, πολλά περιοδικά, και συναυλίες παντού. Τώρα έχει κυρίως tribute bands. Και φταίει αποκλειστικά το ότι έχει αλλάξει τελείως η βιομηχανία. Δυστυχώς δεν θα ξαναδούμε μπάντες σαν τους Beatles, Pink Floyd, Led Zeppelin αν δεν το προτάξει πάλι η μόδα. Αφού πλέον είναι δύσκολο να αισχροκερδεί η βιομηχανία όπως έκανε κάποτε, προσπάθειες τύπου Ed Sheeran, Lewis Cappaldi κτλ που μπορούν να προοδεύσουν φθηνότερα σε αρχικά στάδια, χαίρουν επένδυσης με τον πρόεδρο της Warner να εξηγεί ότι το κόστος να εμφανίσεις μια μπάντα στο προσκήνιο από το πουθενά όπως πχ. οι Royal Blood, κοστίζει περί του ενός εκατομμυρίου. 

Το BBC Introducing έχει κλείσει στις πιο πολλές πόλεις πρόσφατα, το μεγαθήριο της EMI ξεπούλησε το 2013, το NME έκλεισε και επανήλθε σαν free press με περισσότερες διαφημίσεις και απειροελάχιστο περιεχόμενο, και όλα τα μουσικά περιοδικά ευρείας κυκλοφορίας κινδυνεύουν με κλείσιμο.

Στον αντίποδα, υπάρχει δυνατή underground σκηνή στο punk και στον σκληρότερο metal ήχο, με τα φεστιβάλ ακραίου κυρίως ήχου να δίνουν κάποιες ευκαιρίες σε μικρότερα σχήματα. Υπάρχουν σε πόλεις κάποιες προσπάθειες δημιουργίας πυρήνων και συσπείρωσης alternative σχημάτων άλλα φαντάζουν κυρίως hip, αποκλειστικές όπως και ασυνεχείς και παροδικές. 

Εμείς πάλι παρατηρούμε ότι έχουμε ιδιαίτερη απήχηση σε μεγαλύτερες ηλικίες, με τους νεώτερους στην εναλλακτική κουλτούρα να περιορίζονται σε metalcore ακούσματα.

Ένα άλλο επίπεδο στο οποίο επήλθε απομυθοποίηση, και μας πλήγωσε τον ρομαντισμό είναι το πώς λειτουργεί η μουσική βιομηχανία. Όσο και να ακούγαμε τον όρο στην Ελλάδα, δεν φανταζόμασταν ποτέ τον Jimmy Page σαν επιχειρηματία, η τους Black Sabbath σαν μετόχους, με τον Bill Ward να μένει στο Mob Rules παρα την θέληση του λόγω του επιχειρηματικού του ενδιαφέροντος στο σχήμα, ή να μην παίρνει μέρος σε reunion λόγω του ότι θεώρησε την διαπραγμάτευση αδύνατη να υπογραφεί. Το γεγονός ότι όλα τα σχήματα είναι θεμιτές επιχειρήσεις πρώτα, ήταν δύσκολο να το χωνέψουμε, ειδικά όταν έχουμε απορρίψει επιδεικτικά πολλές συμφωνίες οι ίδιοι πρότινος, δρώντας όπως πιστεύαμε θα δρούσαν οι εξιδανικευμένες στο νου μας εκδόσεις των σχημάτων με τα οποία μεγαλώσαμε, όντας παιδιά του σοσιαλισμού του ΠΑΣΟΚ, και της παραοικονομίας ενός συστήματος με χάρες, με κακή σχέση με τα χρήματα. 

Έχοντας δεδομένες τις δυσκολίες της δικής μας χώρας στο ευρύτερο μουσικό ύφος του rock, ποια πράγματα από αυτά που αντιμετώπισες όταν έφυγες στην Αγγλία είχαν τεράστια απόσταση από τα αντίστοιχα εδώ, και σου έκαναν άμεση εντύπωση, δίνοντας πιθανά και απαντήσεις για πολλά ζητήματα της εγχώριας σκηνής;
Το πρώτο πράγμα που μου έκανε τεράστια εντύπωση σε συναυλίες είναι ότι επικρατεί  απόλυτη σιγή, με τον κόσμο να είναι προσηλωμένος καθόλη την διάρκεια των set, και οι γεμάτες ενθουσιασμό συζητήσεις μετά, για τη μουσική, τα κομμάτια και τους στίχους. Επίσης οι μπάντες με τις οποίες έχουμε συναναστραφεί με εξαιρέσεις της τάξεως του 1% εκφράζουν αληθινή εκτίμηση, χωρίς ανθυγιεινό και αθέμιτο ανταγωνισμό, και βλέπουν ο ένας το σετ του άλλου. 

Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι οι τέχνες χαίρουν σεβασμού εν συγκρίσει με την Ελλάδα όπου το να κάνει κάποιος τέχνη είναι αστείο αν όχι ντροπή. Εδώ θα μπορούσε κάποιος να βρει δουλεία σε ένα δημόσιο φορέα εδώ έχοντας στο βιογραφικό μόνο τους Phase ας πούμε γιατί θεωρείται ότι είναι φυσικό να έχουν αναπτυχθεί μεταβιβάσιμες δεξιότητες μέσα από αυτό. Απο την ελεύθερη έκφραση, ανάπτυξη και διατήρηση σχέσεων, ηγετική ικανότητα, διοίκηση, συντονισμό και δεν ξέρω κ εγώ τι άλλο, ανάλογα από τα καθήκοντα που είχε κάποιος στο σχήμα. Βέβαια αυτό φυσικά και οφείλεται στο ότι η μουσική έχει υπάρξει κύριο εξαγώγιμο προϊόν εδώ.

Έχοντας μόλις αλιεύσει ένα κείμενο στο κεντρικό τμήμα της ιστοσελίδας σας που θίγει το ζήτημα της ψυχικής υγείας, και γνωρίζοντας την ευρύτητα των ανησυχιών σου, μπορείς να επεκταθείς για τη δυνατότητα που σας δίνουν οι Phase να απλωθείτε και να αναπτύξετε κάθε είδους δράση και σε άλλα κοινωνικά ζητήματα;
Για μας οι Phase είναι μια πόλυ καλή πλατφόρμα για να προωθήσουμε τέτοιου είδους ευαισθησίες. 

Γενικά η Αγγλία είναι γεμάτη μη κυβερνητικές οργανώσεις και μάλιστα δραστηριοποιούμαι σε μια η οποία πραγματεύεται το κοινωνικό δίκαιο. Ο καθένας με οποιαδήποτε ευαισθησία είναι εύκολο να συσπειρωθεί με ομοϊδεάτες και να διαχειριστεί χρήματα συγκεντρωμένα μέσω εράνου διαθέτοντας κάπου που μπορεί να κάνουν διαφορά. Επίσης μπορούν οι οργανισμοί αυτοί να κάνουν δηλώσεις ενδιαφέροντος σε κυβερνητικά προγράμματα, εννοώ νέοι που θέλουν να αποκτήσουν εμπειρία για το βιογραφικό του όπως  και αρκετοί συνταξιούχοι και άτομα τα οποία παίρνουν επιδόματα και θέλουν να δώσουν πίσω στην κοινωνία, μπορούν και παράγουν έργο εθελοντικά. Υπό μια έννοια, η ιδέα είναι ότι οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες ξέρουν καλύτερα σε ποια θέματα χρειάζεται προσοχή, ενώ η προσέγγιση της κυβέρνησης το ίδιο θέμα μπορεί να ήταν διαζευγμένη από  την πραγματικότητα.

Κατά καιρούς έχουμε προωθήσει μεταξύ  άλλων,  σκοπούς όπως τα  Syria Relief, British Heart Foundation, την διεθνή αμνηστία, οργανισμούς για την ψυχική υγεία, τα παιδιά, την φτώχεια, την αδικία  και την  ανισότητα.

Πώς ήταν ως σήμερα η δράση της μπάντας στο σανίδι και ποιος ο αντίκτυπος του κόσμου στη μουσική σας; Μπορεί μια μπάντα σαν τους Phase να βιοποριστεί με τη μουσική της;
Παίζουμε όσο μας επιτρέπουν οι άλλες μας υποχρεώσεις να το κάνουμε, γιατί μας ανάγκασαν τα προβλήματα που μερικώς προανέφερα να κάνουμε ετεροχρονισμένες προσπάθειες, επίσης προσπαθούμε αυτόν τον καιρό να επικεντρωθούμε στο νέο άλμπουμ.

Υπάρχει η δυνατότητα να βιοποριστεί ένα τέτοιο σχήμα, αλλά θα πρέπει να κινείται σαν τους κυρίους που μελέτησα πριν, με forecasts, quarterly reports και στρατηγικά μοντέλα,  και στη  περίπτωση ενός σχήματος σαν το δικό μας τα  κυρίως έσοδα έρχονται  από τις συναυλίες και το merch. Ένα μέσο σχήμα με μια πολύ χαμηλή  τιμή μαζί  με ένα 7% του κόσμου να επενδύει  τη φορά στο τραπέζι θα χρειάζονταν 200 συναυλίες τον χρόνο με τους φόρους, ασφάλειες, μεταφορά, διαμονή κτλ.

Το Brexit έχει δημιουργήσει καινούρια εμπόδια για μπάντες, στα οποία δεν θα επεκταθώ καν, ενώ από την αρχαιότητα τη στιγμή που όλοι σκοτωνόντουσαν μεταξύ τους οι μουσικοί ταξίδευαν και ήταν ευπρόσδεκτοι από άλλες ομάδες, με πιθανή απόδειξη το ότι ίδια  μουσικά όργανα εμφανίζονται την ίδια περίοδο σε διάφορα μέρη του κόσμου.

Με ένα καλό άλμπουμ, και μια σωστή προώθηση,  είναι παραπάνω  από εφικτό  να ανέβουν η τιμή και τα έσοδα δραματικά και να βγουν αρκετά παραπάνω από όσα χρειάζεται  για να βιοποριστεί ένα τετραμελές σχήμα με καλυμμένο το ποσοστό του μάνατζερ τους, και με προγραμματισμένο το τοκοχρεολύσιο για να αποπληρωθούν τυχόντα δάνεια για το αρχικό κόστος, όπως  πχ για διαφήμιση, η επένδυση σε μια περιοδεία, σε βάθος χρόνου. Μια αναγκαία εξέλιξη, ειδικά γιατί αν αναλογιστεί κανείς ότι όταν  ένας χρόνος έχει μόνο  157 Π/Σ/Κ ή Π/Π/Σ η πρώτη περίπτωση θα ήταν εξοντωτική για ένα γκρουπ.

Τα διλήμματα που απορρέουν  από τη μετάβαση από μερική σε πλήρη απασχόληση  σε ένα μουσικό σχήμα είναι ότι θολώνει αναγκαστικά  η κρίση των ενδιαφερομένων  σε σχέση με αποφάσεις ως προς την μουσική, όπως επίσης  πια μιλάμε ‘craft’και  οχι ‘art’, και φυσικά  σε  μια κατάσταση ανάγκης όπως η πανδημία ή ακόμη και κάτι λιγότερο τραγικό, κάτι τέτοιο θα κατάρρεε όπως στην περίπτωση των Anathema που προανέφερα. Πολλά γκρουπ μπορεί να δίνουν την εντύπωση μιας υγιούς εικόνας  άλλα τα επιχειρηματικά μοντέλα αυτών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων τείνουν να είναι εξαιρετικά εύθραυστα με πολλά ακόμη πιο ‘μεγάλα’ γκρουπ να είναι χρεωμένα ως το λαιμό.

Νομίζω, με ικανοποιητική βεβαιότητα, ότι όσα καταφέραμε μέχρι που φύγαμε, χωρίς καμία απολύτως αρχική επένδυση εκτός των εργατοωρών μας, μόνο ως εντυπωσιακά μπορούν να χαρακτηριστούν…

Με βάζεις και συζητάω πράγματα που δεν πρέπει και σκοτώνω το μυστήριο έτσι, να δω πως θα σε ξεσηκώσουμε την άλλη βδομάδα.

Επιστρέφοντας στην πατρίδα αλλά και στην πόλη σου συγκεκριμένα, ποιες είναι οι σκέψεις και οι διαθέσεις μπροστά σε αυτό; Μπορείς να αποκαλύψεις ποια είναι αυτά που δεν βρήκες μακριά και θα πάρεις με ικανοποίηση μια μικρή δόση σε αυτό το σύντομο πέρασμα; 
Μου φαίνεται πολύ περίεργο το γεγονός ότι έχουμε να παίξουμε 10 χρόνια εκεί. Δεν ξέρουμε τι να περιμένουμε, όμως σίγουρα τα συναισθήματα θα είναι έντονα για όλους. Κάτι που μου λείπει είναι το γεγονός ότι ο χρόνος περνάει πιο αργά εκεί. Κάποιοι θα το περιγράψουν ίσως σαν παθογένεια αλλά εμένα και μου αρέσει και μου λείπει. Επίσης μου λείπει ο υπαρκτός σοσιαλισμός όπως αμυδρά προανέφερα. Και φυσικά, η οικογένεια, φίλοι και το φαγητό.

Website
Facebook
Youtube

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 903 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.