OPETH: “The Last Will and Testament”

ALBUM

Ορμώμενος από την καθηλωτική σειρά “Succession”, ο Mikael Akerfeldt αποφασίζει να βυθιστεί και να επενδύσει την έμπνευσή του στον κόσμο των οικογενειακών μυστικών, των διεκδικήσεων του πλούτου και των απρόβλεπτων αποκαλύψεων. Έχοντας σαν ορμητήριο μια ιστορία που σκάρωσε και τοποθετείται χρονικά λίγο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο ηγέτης των Opeth έχει ανακαλύψει πια την πρώτη ύλη για το 14ο στούντιο άλμπουμ τους.

Έχουμε να κάνουμε με την ιστορία ενός πλούσιου, συντηρητικού πατριάρχη (του οποίου η σύζυγος είναι στείρα), του οποίου η τελευταία διαθήκη αποκαλύπτει συγκλονιστικά οικογενειακά μυστικά. Ο δίσκος ξεκινά με την ανάγνωση της διαθήκης του πατέρα στο αρχοντικό του. Μεταξύ των παρευρισκομένων είναι τρία αδέρφια, δίδυμα αγόρια και ένα νεαρό κορίτσι, το οποίο, παρά το γεγονός ότι είναι ορφανό και έχει πολιομυελίτιδα, έχει μεγαλώσει από την οικογένεια. Η παρουσία της στην ανάγνωση της διαθήκης προκαλεί έντονες υποψίες και ερωτηματικά στα δίδυμα αγόρια, τα οποία είναι αποτέλεσμα αναπαραγωγής με δότη. Κατά την ανάγνωση της διαθήκης τα δίδυμα διαπιστώνουν ότι δεν έχουν συγγένεια με τον πατριάρχη και κατά συνέπεια μένουν εκτός διαθήκης. Το κορίτσι είναι το μοναχοπαίδι του πατριάρχη εξ αίματος και έτσι είναι η αληθινή κληρονόμος του, αν και είναι στην πραγματικότητα η κόρη της υπηρέτριας του πατριάρχη.

Πέντε χρόνια μετά το “In Cauda Venenum”, και με τη συνεχή πρόκληση της διαφοροποίησης, ο Akerfeldt αποφασίζει να δεσμευτεί στις προκλήσεις ενός concept άλμπουμ, και να χαράξει το νέο μουσικό δρόμο της μπάντας πάνω στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης ιστορίας. Έχοντας πρώτα ο ίδιος το βάρος να ενσαρκώσει φωνητικά διαφορετικούς ρόλους στην εξέλιξη των γεγονότων, επιστρατεύει και τα γνώριμα growls του. Άλλωστε η φιλοσοφία που ακολουθεί στη σύνθεση είναι σαφώς υποταγμένη στις ανάγκες, τις ανατροπές, και τις πτυχές της εξέλιξης στην ιστορία μας.

Αυτό μας φέρνει συνολικά αντιμέτωπους με έναν δίσκο ενός απρόσμενου πλήθους ιδεών και θεμάτων. Η επιμονή στην ανάπλαση κάθε λεπτομέρειας στην ιστορία του, φέρνει έναν απαιτητικό σκελετό σε όλα τα τραγούδια, με άφθονες εκτροπές, εναλλαγές και αντιθέσεις στις εντυπώσεις. Οι Opeth ακολούθησαν συχνά στις τελευταίες τους κυκλοφορίες τον πλούσιο δρόμο τέτοιων επιλογών, εδώ όμως, με οδηγό την αφήγηση και με στόχο την απόδοση μιας σειράς εκπλήξεων και αποκαλύψεων, η μουσική παρουσιάζει μια γραμμική πορεία ανάλογων εξελίξεων. Όσοι είχαν την εντύπωση πως με την επιστροφή των growls υπάρχει και μια ταυτόχρονη ανάκληση πρότερων εποχών, ας το ξεχάσουν. Ο χαρακτήρας της μουσικής του άλμπουμ είναι ξεκάθαρα απαιτητικό progressive metal, και κοντά σε αυτό όλα τα συνοδευτικά μουσικά μπαχαρικά που λατρεύει ο Μιχάλης. Μαζί με μια ακολουθία από επιβλητικά τεχνικά ριφ συνδράμουν ψυχεδελικές, 70’s prog περιγραφές, jazzy εντυπώσεις, fusion ευρήματα και ακουστικά ξέφωτα. Η γενναία αυτή επιλογή κάνει το δίσκο ένα μη άμεσο άκουσμα που αποκαλύπτει σταδιακά τα χαρίσματά του με κάθε νέο πλήρη κύκλο. Είναι άλλωστε κάτι αναμενόμενο που έχει συμβεί συχνά με ανάλογα εγχειρήματα, και με τις εντυπώσεις από τις απανωτές επαναλήψεις να γίνονται ανάγλυφες, θεωρώ πως με τον χρόνο θα σκαρφαλώσει πολύ ψηλά στις προτιμήσεις των φίλων της μπάντας και όχι μόνο.

Η προσήλωση στον στόχο του Akerfeldt υποδηλώνεται και από την απουσία τίτλων σε όλα τα τραγούδια, πλην ενός, του τελευταίου “A Story Never Told”, έναν πανέμορφο, λυρικό επίλογο. Σε όλα τα υπόλοιπα υπάρχει το αντίστοιχο σύμβολο της παραγράφου με τον αριθμό της σειράς του, ακολουθώντας τη λογική της ανάγνωσης της διαθήκης. Με τον ίδιο τρόπο, η μουσική έχει αυτές τις κινηματογραφικές μεταστροφές, στις οποίες συνδράμει αισθητά και η φωνητική ευελιξία του αρχηγού. Υπάρχει μια γενική μυστηριώδης, σκοτεινή, δυσοίωνη αίσθηση, μια ρεαλιστική απόδοση της ανθρώπινης απληστίας, της ρυθμιστικής δύναμης του πλούτου και της αναπόφευκτης μοίρας του θανάτου. Σε όλο αυτό το καλά δομημένο μωσαϊκό ηχητικών εντυπώσεων, κοντά στο Moog, το Hammond και το Mellotron, που συγκρούονται ή ανάλογα συνωμοτούν με τα μπετόν ριφ, έρχεται και το φλάουτο του αειθαλούς Ian Anderson να προσθέσει τα μοναδικά του χρώματα, πέρα από τις αφηγηματικές φράσεις του μυθικού ηγέτη των Jethro Tull. Ο νέος της ομάδας, ο Φινλανδός ντράμερ Waltteri Väyrynen δίνει ένα απολαυστικό ρεσιτάλ και με παρέπεμψε άμεσα στο ύφος του σπουδαίου Joe Nevolo των Shadow Gallery. Όλες οι υπόλοιπες γνώριμες μεγάλες αξίες της παρέας είναι εκεί, υπηρετώντας ακόμα μεγαλύτερες προκλήσεις. Διακριτική αλλά και ουσιαστική η σύντομη φωνητική συνδρομή του Joey Tempest των Europe στο δεύτερο τραγούδι της ιστορίας.

Αναμφισβήτητα, ο Akerfeldt έβαλε δύσκολα στον εαυτό του και τον ώθησε σε μακρύτερες προκλήσεις, πέρα από διπλωματικές σκοπιμότητες και αναμίξεις εποχών. Το συγκεκριμένο έργο έχει μια δεδομένη λογική προσέγγισης που την καθορίζει ο θεματικός του πυρήνας και η συνθετική του λογική. Όσοι συνδυάσουν τους στίχους με τη μουσική θα έχουν κάποια στιγμή προσεγγίσει το συνολικό αποτέλεσμα του δίσκου στον ακροατή, ένα αποτέλεσμα που για μένα προσωπικά, έστω και αν βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, είναι αξιοθαύμαστο. Κάθε τρομακτικός, θεατρικός, υπαινιγμός για την αποκάλυψη ενός οικογενειακού δράματος που υποβόσκει στο σχεδόν γοτθικό του εξώφυλλο, ζωντανεύει μέσα σε αυτή τη συναρπαστική μουσική περιπέτεια. Όλα βέβαια ξεκινούν και καταλήγουν στις προσωπικές ανάγκες του καθένα, και “περί ορέξεως κολοκυθόπιτα”…

Είδος: Progressive Metal/Rock
Εταιρεία: Moderbolaget – Reigning Phoenix
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 22 Νοεμβρίου 2024

Website
Facebook

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1162 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.