FEAR FACTORY: 28 χρόνια από τη ”βιομηχανική επανάστασή” τους

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ - 13 ΙΟΥΝΙΟΥ

1995 – Οι Αμερικανοί industrial heavy metallers, Fear Factory κυκλοφορούν το 2ο album τους με τίτλο “Demanufacture” από την Roadrunner Records. Πρόκειται για το πρώτο album με την κλασική πλέον σύνθεση, μετά και την προσθήκη του μπασίστα Christian Olde Wolbers. Όλη η μουσική έχει γραφτεί από τον κιθαρίστα Dino Cazares και τον ντράμερ “πυροβολαρχία” Raymond Herrera. Όσοι ακούσουν ακόμα και τώρα το “Demanufacture” θα διαπιστώσουν ο Herrera είναι άνθρωπος και όχι drum machine (φοβερό;), άσχετα με το αν πολλοί τους “κατηγόρησαν” γι’ αυτό.

Πρόκειται για έναν concept δίσκο που καταπιάνεται με τη μάχη ενός ανθρώπου ενάντια σε μια κυβέρνηση η οποία ελέγχεται από μηχανές. Η ίδια η μπάντα δήλωσε πως εμπνεύστηκε το album από τις ταινίες “Terminator”. Εύκολα το καταλαβαίνει κανείς αυτό, αρκεί να ακούσει τις εισαγωγές των τραγουδιών “Zero Signal” και “Pisschrist” τα οποία έχουν δανειστεί θέματα από το soundtrack του “Terminator 2: Judgment Day”. Το εναρκτήριο riff του ομότιτλου κομματιού ψηφίστηκε 19ο στη λίστα του Total Guitar με τα “βαρύτερα” riffs όλων των εποχών.

Το album ηχογραφήθηκε στα Bearsville Studios Νέας Υόρκης. Στα ίδια studios βρισκόταν και οι Bon Jovi, ηχογραφώντας το “These Days”. Οι Fear Factory βρίσκονταν στο διπλανό studio και ένας από τους μηχανικούς ήχου του Bon Jovi τους ζήτησε να μειώσουν τον ήχο, καθώς η ένταση δημιουργούσε πρόβλημα στα μικρόφωνα των drums της μπάντας. Τα keyboards στο album είναι μια δουλειά του Rhys Fulber, με τον Reynor Diego να συνεισφέρει σε αυτόν τον τομέα μαζί με τον τραγουδιστή της μπάντας, Burton C. Bell. Γενικά αυτή η “βιομηχανοποιημένη” ατμόσφαιρα που προσδίδουν τα πλήκτρα είναι από έναν άλλο χωροχρόνο και συγκεκριμένα από το 2029 μ.Χ. όπου οι μηχανές έχουν επικρατήσει και η ανθρωπότητα παλεύει για την επιβίωσή της. Να ξέρεις ότι οι Fear Factory έστειλαν τον Kyle Reese να προστατέψει τον John Connor, και όχι ο ίδιος ο Connor.

1951 – Γεννιέται στο Hollywood ο Αμερικανο-Ιρλανδός κιθαρίστας, παραγωγός και μουσικός διευθυντής, Howard M. Leese ο οποίος έπαιξε με τους Heart κιθάρα και πλήκτρα για 23 χρόνια (1975 έως 1998). Συνεχίζει να ηχογραφεί και να περιοδεύει ως σόλο καλλιτέχνης και ως κιθαρίστας με τους The Paul Rodgers Band και τους Bad Company. Το 2013, εισήχθη στο Rock and Roll Hall of Fame ως μέλος των Heart.

1965 – Γεννήθηκε στις ΗΠΑ ο drummer Chuck Behler ο οποίος έπαιξε drums για τους Megadeth από το 1987 έως το 1989, ηχογραφώντας το άλμπουμ “So Far, So Good… So What?”. Γι’αυτό τον αναφέρουμε, επειδή έπαιξε σε album των Megadeth.

1985 – Το Αμερικάνικο glam metal συγκρότημα Ratt κυκλοφορεί το 2ο studio album του με τίτλο “Invasion Of Your Privacy” από την Atlantic Records. Η παραγωγή του album είναι του γνωστού παραγωγού, Beau Hill (Europe, Alice Cooper κτλ) και το μοντέλο του εξωφύλλου είναι το μοντέλο του Playboy Marianne Gravatte, η οποία εμφανίστηκε και στο video για το τραγούδι “Lay It Down”. Μην ακούτε “glam metal” και δεν πλησιάζετε. Εδώ το “δεν είναι αυτό που νομίζεις” ισχύει καθώς το album είναι όντως εξαιρετικό.

1988 – Το “τέκνο” του Dan Lilker, οι Nuclear Assault κυκλοφορούν το 2ο album τους με τίτλο “Survive”. Το album έμπασε για τα καλά τη μπάντα στα “μεγάλα σαλόνια” του thrash metal και ήταν επίσης το πρώτο το οποίο μπήκε στο Billboard 200, φτάνοντας στο Νο 145. Crossover thrash metal at its’ best.

1996 – Οι Φινλανδοί Apocalyptica προκαλούν εντύπωση με το ντεμπούτο τους με τίτλο “Plays Metallica By Four Cellos”. Το συγκρότημα προσκλήθηκε να ηχογραφήσει αυτό το album από έναν υπάλληλο της δισκογραφικής εταιρίας μετά από μια παράσταση του 1995 στην οποία ερμήνευσαν μερικά από τα τραγούδια. Τα μέλη αρχικά δεν ήταν σίγουροι για το εγχείρημα νομίζοντας ότι κανείς δε θα άκουγε έναν τέτοιο δίσκο, αλλά ο υπάλληλος επέμενε και έτσι αποφάσισαν να το πράξουν. Η συνέχεια γνωστή, με τους Φινλανδούς να γίνονται πρωτοπόροι σε αυτό το στυλ προσέγγισης των τραγουδιών.

2000 – Το “Crush” είναι το 7ο album του αμερικανικού ροκ συγκροτήματος Bon Jovi που κυκλοφόρησε από την Island Records . Η παραγωγή του έγινε από τους Jon Bon Jovi, Richie Sambora και Luke Ebbin. Το album σηματοδοτεί το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ανάμεσα σε δύο κυκλοφορίες τους,μιας και μεσολάβησαν 5 χρόνια από την κυκλοφορία του “These Days” του 1995. Αφού το αρχικό σχέδιο συνεργασίας με τον παραγωγό Bruce Fairbairn απέτυχε λόγω του θανάτου του ένα χρόνο νωρίτερα, ο Bon Jovi και ο Sambora προσέλαβαν τον Luke Ebbin. Παρά το μεγάλο διάστημα, το album ήταν εξίσου επιτυχημένο με τις προηγούμενες κυκλοφορίες τους και βοήθησε να συστήσει το συγκρότημα σε μια νέα γενιά θαυμαστών.

2008 – Οι Σουηδοί heavy metallers Grand Magus κυκλοφορούν το 4ο στούντιο album τους με τίτλο “Iron Will”. Ο Janne “JB” Christoffersson, αφού τα κατάφερε εξαιρετικά ως τραγουδιστής με τους Spiritual Beggars, επέστρεψε στα “επικά” του καθήκοντα με τους Grand Magus συνχίζοντας το σερί των πολύ καλών κυκλοφοριών.

Avatar photo
About Νίκος Κορέτσης 498 Articles
Γεννήθηκε τη χρονιά που ο Dio δημιουργούσε ποίηση, τραγουδώντας “The world is full of kings and queens, who blind your eyes and steal your dreams…it’s Heaven and Hell”, “σφυρηλατήθηκε” μουσικά ακούγοντας τον Araya να ουρλιάζει “War ensemble” και συνέχισε την ενήλικη πλέον ζωή του διερωτώμενος “How did it come to this? Narcosynthesis” πατώντας στα χνάρια του αείμνηστου Dane. Διανύοντας πλέον την 4η δεκαετία της ζωής του, δηλώνει πιστός υπηρέτης του heavy metal και ανοιχτός σε νέα μουσικά μονοπάτια (με μέτρο), συνδυάζοντας αυτά τα δύο με καλή παρέα και τη συνοδεία άφθονης μπύρας. Θα μπορούσε κάλλιστα να είχε γίνει γιατρός, καθώς προσπαθεί με χειρουργικές κινήσεις να αποφεύγει τις κακοτοπιές που εμφανίζονται στη ζωή του, έχοντας στην κατοχή του το καλύτερο “ιατρικό εργαλείο” που ονομάζεται “ΜΟΥΣΙΚΗ”.