DAVID BYRON: Φεύγει πρόωρα από τη ζωή το 1985

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ - 28 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ

Στις 28 Φεβρουαρίου 1985 φεύγει πρόωρα από τη ζωή ο David Garrick, γνωστός στον κόσμο του rock με το καλλιτεχνικό του όνομα David Byron. Είχε γεννηθεί στις 29 Ιανουαρίου 1947, και η φήμη του απλώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 όντας ο βασικός τραγουδιστής στο hard rock συγκρότημα Uriah Heep. Ο Byron διέθετε ισχυρή οπερατική φωνή και χαρακτηριστική σκηνική παρουσία.

Τραγούδησε συνολικά σε δέκα άλμπουμ των Uriah Heep: Very ‘eavy Very’ Umble, Salisbury, Look at Yourself, Demons and Wizards, The Magician’s Birthday, Live, Sweet Freedom, Wonderworld, Return To Fantasy και High and Mighty. Είχε αποκτήσει μια μεγάλη εξάρτηση από το αλκοόλ, κάτι που τελικά τον οδήγησε στην απόλυση από τους Uriah Heep στο τέλος της ισπανικής περιοδείας τον Ιούλιο του 1976.

Ο Hensley είχε πει εκείνη την εποχή πως  “Ο David ήταν ένας από εκείνους τους κλασικούς ανθρώπους που δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά και έψαχνε για παρηγοριά σε ένα μπουκάλι”. Πριν από την απόλυσή του, οι Uriah Heep είχαν εξασφαλίσει τον John Lawton σαν αντικαταστάτη του τραγουδιστή. Ο μάνατζέρ τους εκείνη την εποχή, Bron είπε ότι ο Byron απολύθηκε για “το καλύτερο συμφέρον της ομάδας”. Ο Bron ισχυρίστηκε ότι ο Byron και τα άλλα μέλη των Uriah Heep διαφωνούσαν για κάποιο χρονικό διάστημα σχετικά με θεμελιώδη ζητήματα της πολιτικής του γκρουπ και ότι οι διαφορές είχαν επιτέλους ξεκαθαρίσει οριστικά μετά την πρόσφατη περιοδεία του συγκροτήματος στη Βρετανία και την Ευρώπη. “Η υπόλοιπη ομάδα ένιωσε ότι δεν μπορούσαν πλέον να συμβιβάσουν τη στάση του David με τη δική τους”, ήταν τα λόγια  του Bron.

Ο Byron ηχογράφησε τρία σόλο άλμπουμ: “Take No Prisoners” το 1975, “Baby Faced Killer” το 1978 και “That Was Only Yesterday”, το οποίο ηχογραφήθηκε το 1984, ένα χρόνο πριν από το θάνατό του. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, συνεργάστηκε με τον πρώην κιθαρίστα των Colosseum / Humble Pie, Clem Clempson και τον πρώην ντράμερ των Wings, Geoff Britton, για να σχηματίσουν τους Rough Diamond. Ηχογράφησαν ένα ομότιτλο LP για την Island Records τον Μάρτιο του 1977. Το άλμπουμ πούλησε ελάχιστα και ο Byron τα παράτησε.

Στη συνέχεια, συναντήθηκε με τον κιθαρίστα Robin George για να σχηματίσουν τους The Byron Band, οι οποίοι υπέγραψαν με την Creole Records (μια δισκογραφική που ήταν ίσως μια ακατάλληλη επιλογή αφού ειδικευόταν στην πρώιμη reggae, και συνεργάζονταν με καλλιτέχνες όπως οι Sugar Minott και  Max Romeo) και έκαναν το ντεμπούτο τους με το single “Every Inch of the Way/Routine”. Ακολούθησε ένα ακόμα single, το “Never Say Die/Tired Eyes”, πριν από την κυκλοφορία του άλμπουμ του 1981 “On the Rocks”. Δυστυχώς όμως, όπως και με το προηγούμενο συγκρότημα, τους Rough Diamond, δεν υπήρξε ούτε καλλιτεχνική ούτε εμπορική αναγνώριση.

Ο Mick Box και ο Trevor Bolder κάλεσαν τον Byron να επιστρέψει στους Uriah Heep το 1981, μετά την αποχώρηση του Ken Hensley, αλλά αυτός αρνήθηκε.

Ο Byron πέθανε από επιπλοκές που σχετίζονται με το αλκοόλ, όπως η μεγάλη φθορά στο συκώτι και οι επιληπτικές κρίσεις, στο σπίτι του στο Berkshire στις 28 Φεβρουαρίου 1985. Ήταν 38 ετών. Στην εκπομπή The Friday Rock Show του BBC Radio, ο Tommy Vance έπαιξε το “July Morning” σαν φόρο τιμής.

Στην περιοδεία “Equator”, την εποχή του θανάτου του Byron, οι Uriah Heep του αφιέρωσαν το “The Wizard”. Υπήρχαν επίσης αφιερώματα σε αυτόν και στον επίσης πρόωρα χαμένο σπουδαίο μπασίστα Gary Thain στο άλμπουμ “Sonic Origami” του 1998.

1942– Γεννιέται ο Brian Jones, Άγγλος πολυοργανίστας και τραγουδιστής ,κυρίως γνωστός σαν ο ιδρυτής, ρυθμικός κιθαρίστας και αρχικός ηγέτης των Rolling Stones. Αρχικά ήταν κιθαρίστας, συνέχισε με δεύτερα φωνητικά και έπαιξε μια μεγάλη ποικιλία οργάνων σε ηχογραφήσεις των Rolling Stones και σε συναυλίες.

Αφού ίδρυσε τους Rolling Stones σαν βρετανικό blues σχήμα το 1962, και έδωσε το όνομά του στο συγκρότημα, οι συμπαίκτες του Jones, Keith Richards και Mick Jagger, άρχισαν να αναλαμβάνουν τη μουσική κατεύθυνση, ειδικά αφού συνεργάζονταν ιδανικά στη σύνθεση τραγουδιών. Ο Jones και ο Richards καθιέρωσαν ένα μοναδικό στυλ που ο Richards περιέγραφε σαν την  “αρχαία τέχνη της ύφανσης” στην οποία και οι δύο κιθαρίστες έπαιζαν μαζί ρυθμικά και lead μέρη, κάτι που έγινε σήμα κατατεθέν των Rolling Stones. Ο Jones, όμως, δεν τα πήγαινε καλά με τον μάνατζερ του συγκροτήματος, Andrew Loog Oldham, ο οποίος ώθησε το γκρουπ σε μια μουσική κατεύθυνση μακριά το blues υπόβαθρο του Jones, και μαζί του τσακώθηκε πολλές φορές.

Όταν απέκτησε σοβαρά προβλήματα με το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, η απόδοσή του στο στούντιο έγινε ολοένα και πιο αναξιόπιστη, και τον οδήγησε σε περιορισμένο ρόλο στο συγκρότημα που είχε ιδρύσει. Τον Ιούνιο του 1969, οι Rolling Stones απέλυσαν τον Jones. Ο κιθαρίστας Mick Taylor πήρε τη θέση του στο γκρουπ. Λιγότερο από ένα μήνα αργότερα, ο Jones πνίγηκε στην πισίνα του σπιτιού του στο Cotchford Farm, στο East Sussex. Ο θάνατός του αναφέρθηκε σε τραγούδια πολλών άλλων συγκροτημάτων και ο Pete Townshend και ο Jim Morrison έγραψαν ποιήματα γι ‘αυτό. Το 1989, μπήκε στο Rock and Roll Hall of Fame σαν μέλος των Rolling Stones.

1983– Κυκλοφορεί το “War”, που είναι το τρίτο στούντιο άλμπουμ του ιρλανδικού rock συγκροτήματος U2. Η παραγωγή του έγινε από τον Steve Lillywhite και κυκλοφόρησε στις από την Island Records. Το άλμπουμ θεωρείται σαν το πρώτο απροκάλυπτα πολιτικό άλμπουμ των U2, κυρίως  λόγω τραγουδιών όπως τα “Sunday Bloody Sunday” και “New Year’s Day”, καθώς και του τίτλου, ο οποίος πηγάζει από την αντίληψη του συγκροτήματος για τον κόσμο εκείνη την εποχή. Ο Bono είχε πει ότι “ο πόλεμος φαινόταν να είναι το μοτίβο για το 1982”.

Οι U2 ηχογράφησαν το άλμπουμ από τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο του 1982 στα Windmill Lane Studios με παραγωγό τον Lillywhite, το τρίτο συνεχόμενο άλμπουμ του γκρουπ που έγινε στο στούντιο με τον παραγωγό. Ενώ τα κεντρικά θέματα των προηγούμενων άλμπουμ των U2, “Boy” και “October” ήταν η εφηβεία και η πνευματικότητα, αντίστοιχα, το “War” επικεντρώθηκε τόσο στις φυσικές πτυχές του πολέμου όσο και στις συναισθηματικές επακόλουθες επιπτώσεις. Μουσικά, είναι επίσης πιο σκληρό από τις προηγούμενες κυκλοφορίες του συγκροτήματος. Το άλμπουμ έχει περιγραφεί σαν ο δίσκος όπου το συγκρότημα “μετέτρεψε τον ίδιο τον ειρηνισμό σε σταυροφορία”.

Το “War” αποτέλεσε τεράστια εμπορική επιτυχία, ρίχνοντας το “Thriller” του Michael Jackson από την κορυφή των βρετανικών charts για να γίνει το πρώτο νούμερο ένα άλμπουμ των U2 εκεί. Στις Ηνωμένες Πολιτείες έφτασε στο νούμερο 12 και έγινε το πρώτο χρυσό άλμπουμ του συγκροτήματος. Το συγκρότημα προώθησε το άλμπουμ με την “War Tour” μέχρι το τέλος του 1983.

1993 -Κυκλοφορεί το “Serenades”, που είναι το ντεμπούτο άλμπουμ του βρετανικού rock συγκροτήματος Anathema, μέσω της Peaceville Records.

Είναι το μόνο τους άλμπουμ που περιλαμβάνει τον Darren White στα κύρια φωνητικά. Ο ρυθμικός κιθαρίστας Vincent Cavanagh τραγούδησε σε όλα τα επόμενα άλμπουμ.

Το “Serenade” επεκτείνεται σε υλικό από το “The Crestfallen” EP, αλλά διαθέτει περισσότερους πειραματισμούς και παραλλαγές σε όλη τη διάρκεια. Ηχογραφήθηκε μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου 1992 στα Academy Studios στο Yorkshire, στο ίδιο μέρος όπου είχε ηχογραφηθεί το “The Crestfallen” ένα χρόνο πριν. Το “Serenade” είναι κυρίως ένα death-doom  άλμπουμ. Τα στιχουργικά του θέματα περιλαμβάνουν το θρήνο της αγάπης (“Lovelorn Rhapsody”), τα τραύματα και τον πόλεμο (“Sleepless”) και τον πόθο (“Under a Veil Of Black Lace”). Το άλμπουμ κλείνει με ένα ambient κομμάτι 23 λεπτών.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1153 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.