CARISMA: Ένα χαμένο δανέζικο παραμύθι

TRIBUTES

Τα μουσικά ρεύματα είναι σαν την πλημμυρίδα και την άμπωτη, φουσκώνουν και απλώνονται κουβαλώντας διάφορους περιστασιακούς ταξιδιώτες και μετά κρύβονται αφήνοντας πίσω τους σημάδια μιας παροδικής μοίρας. Κάπου εκεί στη δεκαετία του ’90, κάποιες απόπειρες περιφρονήθηκαν σχεδόν οριστικά και βίαια, από μια λαίλαπα που η μουσική βιομηχανία θεώρησε πως θα την βγάλει από το αδιέξοδο και θα την βοηθήσει να κερδίσει κάποια χρόνια ανακύκλωσης του κοινού.

Για τους Δανούς Carisma, που βίωσαν την αδιέξοδη διαδρομή εκείνης της εποχής, τα ψηφιακά ίχνη είναι πια ελάχιστα, και αυτό που απέμεινε να δημιουργεί απορίες και μια νοσταλγική πίκρα είναι η ίδια η μουσική τους. Δρώντας σε όλη της τη διαδρομή σαν κουαρτέτο, η μπάντα είχε βάση της την Κοπεγχάγη, την πόλη του Nyhavn, του παλιού γραφικού καναλιού, όπου σε κάποιο από τα σπίτια του πέρασε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του ο παραμυθάς Hans Christian Andersen.

Με την πρώτη τους εκφραστική απόπειρα να αποτελεί το EP “In a Moonland”, που κυκλοφόρησε την 1η Σεπτεμβρίου 1992, μια ανεξάρτητη απόπειρα όπως άλλωστε και όλη η διαδρομή τους, οι Δανοί δίνουν αμέσως το ξεχωριστό στίγμα τους. Η τετράδα, που παρέμεινε σταθερή όσο οι Carisma παρέμειναν ενεργοί, αποτελούνταν από τον Kare Amelung στη φωνή, το μπάσο και τα keyboards, τον Jon Froda στις κιθάρες, τον Jesper Arvidson στα ντραμς, και τον Jan Black στα keyboards.

Το EP ουσιαστικά περιείχε τέσσερις συνθέσεις (το “If We Could” σε δυο διαφορετικές μίξεις), και ένα σύντομο, όμορφο ακουστικό εξόδιο, το προφητικό “Time Was n’t Right”. Με την είσοδο του “Entre Nous” ακούγονται κυριολεκτικά να αυτοσυστήνονται, απλώνοντας έναν αμίμητο, λιτό λυρισμό με ντελικάτα φωνητικά που γεφύρωσαν το AOR με το progressive metal, ρίχνοντας το βάρος στη μελωδία. Με την ενισχυμένη και πιο σύνθετη εξέλιξη του “If We Could”, έχουν ξεδιπλώσει τα χαρτιά τους και μια εκπληκτική ικανότητα να δένουν ευκολομνημόνευτους κρίκους . Το mid tempo “Live And Let Live” χρωστά ξεκάθαρα πολλά στην mainstream περιοχή των Queensryche, γεγονός που αποτελεί ισχυρό παράγοντα στη γενική τους φιλοσοφία. Η καρδιά όμως του EP νομίζω πως καιροφυλακτεί στο διαμάντι “Sir Dusty Rope”, και αν μου ζητούσε κάποιος να του αποκρυπτογραφήσω την ιδιαίτερη γοητεία αυτών των άγνωστων Δανών με μια επιλογή, εκεί θα κατέληγα.

Περίπου τρία χρόνια αργότερα, οι Carisma συναντιούνται με τον αγαπημένο μας παραμυθά Hans Christian Andersen στο μοναδικό άλμπουμ τους, το “1825”, που κυκλοφόρησε στις 15 Οκτωβρίου 1995. Πρόκειται για ένα μεγαλεπήβολο εγχείρημα, ένα concept άλμπουμ βασισμένο σε μια πραγματική εμπειρία του Andersen, όταν σε ηλικία 20 ετών παραβρέθηκε στον απαγχονισμό τριών συνεργών σε μια δολοφονία ενός πλούσιου ευυπόληπτου πολίτη, δυο ανδρών και της κόρης του. Μια απαγορευμένη ιστορία αγάπης που οδηγείται τελικά σε έναν άγριο φόνο, είναι η ιστορία που αναλαμβάνουν να αναπλάσουν μουσικά οι Carisma στα έντεκα τραγούδια του “1825”, όταν την 8η Απριλίου, ένα απόγευμα Παρασκευής εκείνης της χρονιάς οι τρεις μαύροι ήρωες της περιπέτειας του άλμπουμ, εκτελέστηκαν μπροστά στο συγκεντρωμένο πλήθος.

Οι Carisma έχουν εξελίξει το λυρικό, οικονομικό progressive metal τους πάνω στο νήμα μιας υπέροχης αφηγηματικής ισορροπίας. Το άλμπουμ είναι ένα μυστικό δώρο για κάθε ακροατή που εκτιμά την αξία της μελωδίας, της μετρημένης τεχνικής και των συναισθηματικών περιγραφών. Ο πλουραλισμός στις μεταστροφές της ιστορίας είναι υπέροχα φυσικός, τα τραγούδια κατακτούν γρήγορα τη μνήμη με μια ποιότητα που διαρκώς μεγαλώνει, και το διακριτικό progressive των αθόρυβων στολιδιών, της ρυθμικής ευρηματικότητας, των εξωτικών μελωδιών, βρίσκει έναν νέο εμπνευσμένο υπηρέτη στο πλήρωμα των τεσσάρων Δανών. Το μοναδικό άλμπουμ των Carisma είναι ένα concept κόσμημα που, όπως όλα τα μεγάλα concept άλμπουμ της μουσικής ιστορίας, ξεπερνά τα σύνορα και την ένταση της ιστορίας του.

Στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία και με την απουσία επίσημης στήριξης μιας δισκογραφικής εταιρείας, το άλμπουμ παρέμεινε στην αφάνεια. Με ελάχιστες πληροφορίες να υπάρχουν γύρω από τις λεπτομέρειες της εξέλιξής τους, το cd single “New World”, που κυκλοφορεί –σύμφωνα με τα δεδομένα του topic Carisma στο YouTube- την 1η Φεβρουαρίου 1996, αποτελεί το κύκνειο άσμα τους. Περιέχει τρία τραγούδια, το ομότιτλο, που μοιράζεται μεταξύ ενός folk υπαινιγμού και του γνωστού ρυθμικού λυρισμού τους, το “Fly Like an Eagle”, έναν γλυκό, μελαγχολικό ύμνο με αυτοκόλλητο ρεφρέν, και την επανεκτέλεση του “Time Was n’t Right”, απλωμένο σε κανονική διάρκεια και εμπλουτισμένο ηχητικά συγκριτικά με τον σύντομο επίλογο του “In a Moonland”.

Κάπου εδώ, χάνονται οριστικά και άδικα τα ίχνη τους. Μέσα στην ίδια αδηφάγα χοάνη που κατέληξαν πολλά αιρετικά γκρουπ μιας δύσκολης εποχής και συγκυρίας, οι τέσσερις αφηγητές της Κοπεγχάγης έχασαν οποιαδήποτε πιθανότητα συνέχειας. Και με το πέρασμα των χρόνων, μοιάζει αυτή η απουσία λεπτομέρειας και πληροφορίας να κάνει τη μουσική κληρονομιά τους ακόμα πιο εθιστική και πολύτιμη.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 887 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.