“This is a great band, these are one of the fathers of, forgive the expression, neo-prog.“
Τάδε έφη ο Damian Wilson, ένας μεγάλος γυρολόγος του prog (συμπεριλαμβανομένου και του neo), rock και metal, παρουσιάζοντας τη μπάντα, κατά τη διάρκεια μιας πρόσφατης συναυλίας για την προώθηση του νέου άλμπουμ και τον εορτασμό των 25+ χρόνων (+2 extra λόγω αναβολών εξαιτίας της πανδημίας) των Arena, των οποίων είναι τώρα ο frontman.
Είναι τόσο κακή στάμπα το neo-prog; Όπου κολλάει το “neo” κάτι υπονοείται, κάτι αρνητικό. Μάλλον εδώ η υπόνοια είναι ότι η μουσική έμεινε στάσιμη στα 80ς και απλώς ανακυκλώνει υλικά, οικολογικά μεν αλλά σκοτώνοντας την πρόοδο.
Με τις σκόρπιες αυτές σκέψεις σαν εισαγωγή, έχουμε στα χέρια μας το 10ο στούντιο άλμπουμ των Arena, του Βρετανικού οχήματος του πρώτου drummer των Marillion Mick Pointer (πάντα έτσι θα αναφέρεται, καλώς κακώς) και μιας φιγούρας στα πλήκτρα που άνετα θα έκανε καριέρα σε δραματοποιήσεις του Tolkien, αλλά είναι μια μεγάλη μορφή στο χώρο του προοδευτικού ροκ, μια συνέχεια των Wakeman, Banks, Emerson, τον Clive Nolan. Σημειωτέον ότι ο τρίτος στυλοβάτης, κιθαρίστας John Mitchell δεν είναι ιδρυτικό μέλος, αλλά σίγουρα αρχηγικό. Εδώ και κάποια χρόνια οι Arena συμπληρώνονται από ένα πληθωρικό μπασίστα, τον Kylan Amos, και σήμερα από τον κύριο Damian Wilson στα φωνητικά που αντικαθιστά τον εξαιρετικό Paul Manzi που οδήγησε τη μπάντα την περασμένη δεκαετία.
Το “The Theory of Molecular Inheritance” εξερευνεί (κάπως σαν concept – άλλη λέξη taboo στη μουσική αυτή) τα άτομα, τα μόρια, το DNA και το εγγενές μυστήριο που τα καλύπτει, τις θεμελιώδεις αρχές της βιολογίας, την κληρονομικότητα, την γονιδιακή έκφραση, πώς όλα αυτά χειραγωγούνται στα εργαστήρια, πώς διαπλέκονται στο χωροχρόνο και δημιουργούν ιδιοφυΐες ή δολοφόνους, και στο κάτω κάτω πώς ορίζουν τη δική μας μοίρα σήμερα, χτες και αύριο. Δε πρόκειται για σπονδυλωτή ιστορία αλλά για ένα σκελετό αφήγησης, και λειτουργεί καλά, χωρίς να βαραίνει το τελικό προϊόν.
Η έναρξη του δίσκου είναι σχεδόν θριαμβευτική. Το συμφωνικό μέταλλο του “Time Capsule” ανοίγει δυνατά και δυναμικά, και το εξαιρετικό ρεφρέν του “My Equation” μας υπενθυμίζει ότι οι Arena έχουν έφεση να γράφουν και πιασάρικα ρεφρέν κάπου κάπου (θυμάμαι το “Crack in the ice” από το μακρινό “Visitor”, το “Paradise of Thieves” από το “Double Vision” του 2018). Η φωνή του Wilson σκληραίνει σαφώς τον ήχο, παραπέμποντας περισσότερο σε προοδευτικό μέταλ παρά σε ροκ. Η απλωμένη μπασογραμμή του “21 grams” που σε συνδυασμό με τη γλυκιά ερμηνεία μας οδηγεί σε πιο ετερόκλητες συνθέσεις, το λιτό “Confession” (4ο κομμάτι όπως και το “Going Under” του “Clutching at Straws” με το οποίο ομοιάζει), και το μεγαλοπρεπές “The Heiligenstadt Legacy” που βγάζει όλη την αρχοντιά του ιδιώματος συνεχίζουν με αρκετή φρεσκάδα.
Στο “Integration”, ο αφηγητής Wilson δίνει ρεσιτάλ, για να ακολουθήσει ένα κλασικό keyboard solo βγαλμένο από τα βαθιά 90ς, το “Under the microscope” κλείνει το μάτι στο θρυλικό “Sugar Mice” στις μελωδίες και το “Life Goes on” είναι το κλασικό epic closer, με σόλο-υπογραφή του Mitchell, πατώντας πάντως σε δοκιμασμένη συνταγή/συστατικά που τα δοκιμάσαμε και πιο πριν στο άλμπουμ. Δε λείπουν και άλλες επαναλήψεις θεμάτων, μάλλον στα “Part of You” και “Pure of Heart”. Μπορεί η αιτιατή σχέση να είναι και ανάποδα, αλλά αυτά θα έβγαζα έξω για να αποφύγω την εντύπωση κάποιων αναμασημάτων.
Ο Wilson εν μέσω πανδημίας έστειλε ένα μήνυμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με την κραυγή “χρησιμοποιήστε με όσο το ’χω”. Και όντως, το ’χει, είναι σε δαιμονισμένη φόρμα στο “The Theory of Molecular Inheritance” (και στο τουρ), και κουβαλάει μαζί του μεγάλη εμπειρία και τη δική του, ιδιαίτερη αύρα. Βέβαια, όπως σχεδόν σε όλα τα σχήματα στα οποία έπαιξε, συγκεντρώνει κάπως δυσανάλογα την προσοχή του ακροατή, αφήνοντας κάπως λιγότερο χώρο στις συνθέσεις και στα όργανα, ακούσια ή εκούσια, ή και τα δύο.
Προφανώς (για μένα) το “Clutching at straws” των Marillion είναι μια μουσική αναφορά (ιδιαίτερα στις κιθάρες), όπως και ο πιο τραχύς ήχος των Threshold σε αρκετές στιγμές, εντύπωση πιθανόν ενισχυμένη από τη μεγάλη θητεία του Wilson εκεί. Αλλά ο δίσκος έχει μοντέρνο και εν γένει σκληρότερο ήχο από το παρελθόν (ακόμα και στα πλήκτρα), και δε μοιάζει καθόλου προϊόν ενός τελματωμένου συνόλου, κάθε άλλο.
Δε πρόκειται για το δίσκο που θα επαναπροσδιορίσει το ιδίωμα, αλλά μπορεί να κινήσει ζωηρά το ενδιαφέρον πάρα πολλών αυτιών που κινούνται στα πέριξ, και κρατάει τους Arena στο προσκήνιο, παρά τα 25+ χρόνια.
Είδος: Progressive rock/metal
Δισκογραφική Εταιρεία: Verglas
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 21 Οκτωβρίου 2022
Website: https://www.arenaband.co.uk/
Facebook: https://www.facebook.com/ArenaBandofficial/