ΚΑΥΟ DOT: “Every Rock, Every Half-truth Under Reason”

Ένα από τα δυσκολότερα εγχειρήματα είναι να βρεις τον κατάλληλο τόπο και τις ταιριαστές συνθήκες για να εκθέσεις το νέο έργο του Toby Driver και των συνεργατών του. Όταν μια τέτοια δύσβατη έκταση μουσικών εκφράσεων απλώνει την αχλή της μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού, μια προσωπική αμηχανία είναι το λιγότερο που θα επικαλεστείς με την πρώτη δοκιμή του ενδέκατου άλμπουμ των Kayo Dot.

Για περισσότερο από είκοσι χρόνια η διαδρομή τους είναι μια αδιαπραγμάτευτη πρόκληση, μια περιδίνηση σε μια τέχνη σκοτεινή, δύστροπη, προκλητική, δύσβατη, μακρινή, σίγουρα μια υπόθεση όχι για μεγάλα ακροατήρια και φίλους άμεσων ιδιωμάτων. Στην ολόφρεσκη αυτή νέα απόπειρα, ο Driver συγκεντρώνει την αρχική ομάδα του πρώτου τους άλμπουμ, και συμπράττοντας με τους σύγχρονους συνεργάτες του, μας δίνει άλλη μια απαιτητική avant garde περιπέτεια.

Πέντε τραγούδια που υπερβαίνουν τη διάρκεια της μιας ώρας συμπληρώνουν το μικρό επώδυνο σύμπαν του άλμπουμ. Η συντριπτική διάρκεια του δίσκου αποτελεί ένα ταξίδι σε μια ηχητική ομίχλη, μια δίνη ακουστικών ερεθισμάτων που δίνουν την εντύπωση ενός κυκλικού εγκλωβισμού σε κάτι επίμονο, αξεπέραστο, πανούργο, που παγιδεύει τον ακροατή σε μια αμφίσημη δυσφορία. Η πρόκληση της τέχνης των Kayo Dot δεν έχει την παραμικρή υποψία ερεθισμού εύκολων προορισμών στα αυτιά μας, καθώς δημιουργεί μια δύσκολη απόσταση σε οποιαδήποτε εύκολη προσέγγιση. Το ambience που αναπτύσσουν απλώνεται από ένα άρρωστο και βαθιά πληγωμένο chamber ύφος ως μια πειραματική συρραφή ηχογραφημένων εντυπώσεων που δίνουν την εντύπωση πως έχουν καρφώσει ένα παλούκι στην καρδιά οποιασδήποτε απόπειρας δομής.

Κρουστά, κόρνα, synths , σαξόφωνα, κάποιες ομιχλώδεις απόκοσμες κιθάρες, δημιουργούν μια κρούστα και πάνω της ο Driver ακροβατεί με την αίσθηση μιας παρατεταμένης τελετουργίας που μοιάζει να μην βρίσκει μια σωτήρια διέξοδο. Το παχύ στρώμα της προσωπικής δοκιμασίας δεν κάνει τα πράγματα εύκολα για κανέναν, και αν τολμούσα να ισχυριστώ πως ένιωσα να αποκρυπτογραφώ ή ίσως να κατοικώ πιο άμεσα και άνετα σε κάποιο από αυτά, μάλλον θα διάλεγα το “Automatic Writing”, παρά την ίσως απαγορευτική του διάρκεια. Μια περίεργη απειλή μοιάζει να σέρνεται σε ολόκληρο το έργο, μια αναζήτηση χωρίς αποτέλεσμα, καθώς το ηχητικό πνεύμα της μουσικής δίνει την εντύπωση ενός τοπίου χωρίς ορατότητα. Και αν αποκαλύψεις σε κάποιον πως το άλμπουμ κλείνει με το πιο “παραδοσιακό” (με έμφαση στα εισαγωγικά) τραγούδι, το “Blind Creature of Slime”, σίγουρα θα σε κοιτάξει περίεργα, μόνο όμως μέχρι να ακούσει όσα έχουν προηγηθεί.

Το “Every Rock, Every Half-truth Under Reason” μοιάζει να στέκεται μετά από μια γέφυρα με σάπιες σανίδες και τρύπες, κρυμμένο μέσα στην ομίχλη αλλά ασκώντας μια σχεδόν διεστραμμένη γοητεία να δοκιμάσεις τους μυστικούς του χώρους. Όσοι τρομάζουν με τη λέξη “πειραματικό” μάλλον θα νιώσουν γρήγορα τα πόδια τους να μπαίνουν σε μια από αυτές τις τρύπες της γέφυρας, θα κρατηθούν στην επιφάνεια με κόπο και θα γυρίσουν βιαστικά σε κάτι ασφαλές και ευδιάκριτο.

Δεν καμώνομαι πως έχω τα κότσια και την ακουστική αντοχή να επιστρέψω σύντομα και εύκολα σε αυτό. Αλλά από την άλλη, μου είναι δύσκολο να ξεχάσω αυτή την απαιτητική και ελκυστικά ασυνήθιστη αίσθηση που μου άφησε. Κάποιο άγρυπνο σινιάλο μου υπενθυμίζει πως είναι εκεί, και είναι παραπάνω από βέβαιο πως κάποια στιγμή θα το επιχειρήσω ξανά.

Είδος: Avant Garde Metal/Post Rock/Chamber
Εταιρεία: Prophecy Productions
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 1 Αυγούστου 2025

Facebook
Bandcamp

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1326 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.