ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ: “Δεκαπέντε Εσπερινοί”

ALBUM TRIBUTE

Στις 17 Απριλίου του 1961, ο Μάνος Χατζιδάκις κερδίζει το Όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου τραγουδιού για το τραγούδι «Τα Παιδιά του Πειραιά», που γράφτηκε για τις ανάγκες της ταινίας «Ποτέ την Κυριακή» του Ζιλ Ντασέν. Ο ίδιος δεν παραβρέθηκε καν στην τελετή απονομής, ούτε κάποιος άλλος παρέλαβε το Χρυσό αγαλματάκι, που κέρδισε για το τραγούδι. Σε κείμενο του με τίτλο «Η Ρωμαϊκή Αγορά έτσι όπως γέννησε τα τραγούδια μου», μεταξύ άλλων είχε γράψει: «…Και το επίσημο κράτος με γιόρτασε για το Όσκαρ που πήρα ερήμην μου και έξω απ’ τα δικά μου σχέδια. Πάλεψα χρόνια για ν’ αφαιρέσω αυτό τον “τίτλο τιμής” από την πλάτη μου…». Η διεθνής αναγνώρισή του όμως ήταν προδιαγεγραμμένη, με ή χωρίς το χρυσό αγαλματίδιο στο παλμαρέ του.

Από το 1961 έως το 1964, ο δημιουργικός του οίστρος ήταν στο απόγειό του, συνθέτοντας έργα για τον κινηματογράφο, το θέατρο και για ορχήστρα, που έμελλε να αποτελέσουν σημεία αναφοράς για τον ίδιο, αλλά και για την παγκόσμια δισκογραφία:

“Πασχαλιές μέσα απ’ τη νεκρή γη” (διασκευή 12 παλιών λαϊκών για ορχήστρα) 1961
“Η κλέφτρα του Λονδίνου” (θέατρο), 1961
“The 300 Spartans” (κινηματογράφος), 1961
“Καίσαρ και Κλεοπάτρα”, ερ 21 (θέατρο), 1962
“Οδός ονείρων”, ερ. 20 (θέατρο), 1962
“Μαγική πόλις” (θέατρο, σε συνεργασία με τον Μ. Θεοδωράκη), 1963
“America – America” (κινηματογράφος), 1963
“Το χαμόγελο της Τζοκόντας”, ερ. 22 (για ορχήστρα), 1964

Παρά τη δημοσιότητα, την αναγνώριση, τις διακρίσεις (βραβεία κλπ.), ο Χατζιδάκις ήταν ένα πνεύμα που αποτίνασε τα συμβατικά, αποστρέφονταν μετά βδελυγμίας την εμπορευματοποίηση της τέχνης (του), ανεξάρτητα αν αυτή του έδινε το μέσο (χρήμα), προκειμένου να επιτύχει τους υψηλότερους σκοπούς του ως προς αυτή.

Το 1964, προσκάλεσε στο στούντιο 4 εξαιρετικούς μουσικούς, τους κορυφαίους Έλληνες κιθαρίστες Γεράσιμο Μηλιαρέση και Δημήτρη Φάμπα, την Αλίκη Κρίθαρη στην άρπα και τον Ανδρέα Ροδουσάκη στο κοντραμπάσο. Ο απώτερος σκοπός του; η προσωπική κάθαρση, ο εξαγνισμός του, από τους συμβιβασμούς που έκανε για να «κοινωνήσει» τη μουσική του. Απάλλαξε αυτή από τον στίχο και την παρέδωσε αγνή και καθάρια στο κοινό, μ’ ένα κουιντέτο 5 έγχορδων να αποτελούν το όχημα και την οδό προς τον τελικό του σκοπό. Το αποτέλεσμα οι «15 Εσπερινοί» του 1964.

Οι 15 αυτές γλυκές μελωδίες, είναι απόλυτα βιωματικές. Η ομορφιά, ο πόνος, η γαλήνη, ο έρωτας, η ευτυχία, η προσμονή, ο αποχωρισμός, αποτυπώνονται σε έναν χαρακτηριστικά ομοιόμορφο μουσικό καμβά, αναδεικνύοντας τον αμόλυντο ψυχισμό του καλλιτέχνη, το απαράμιλλο ήθος, την προσήλωση στις αρχές του και τα πιστεύω του, τα βιώματά του.

Απαλλαγμένο από την κινηματογραφική ροή και ενορχήστρωση, το μοναδικό προσωπικό άγγιγμα σε όλα τα επίπεδα, δημιουργεί εικόνες, αναζωογονεί και αναζωπυρώνει συναισθήματα, πλάθει τοπία, γήινα, απογυμνωμένα, αληθινά και αγνά όπως η φύση τα παρέδωσε και το πνεύμα τα ανύψωσε. Είναι ένα έργο πιο κοντά στην αμεσότητα του θεάτρου, ίσως και κάτι παραπέρα από αυτό· εξαίρει την ίδια τη ζωή.

Όλες οι συνθέσεις αποτελούν πνευματικά τέκνα του Μάνου Χατζιδάκι, ολοκληρωτικά ως προς το κομμάτι της σύνθεσης, αλλά από στιχουργικής άποψης τα 13 από τα 15 έργα είναι του ιδίου, εκτός από τον «Κυρ-Μιχάλη» (Ιάκωβος Καμπανέλλης) και το «Το τριαντάφυλλο» (Federico Garcia Lorca και απόδοση στα ελληνικά του Αλέξη Σολωμού). Όλα ξεκινούν από το πλέον αναγνωρίσιμο και «αφορισμένο» από τον ίδιο, «Τα παιδιά του Πειραιά», επιδιώκοντας κατά κάποιο τρόπο να το επαναφέρει και να το επανασυστήσει σε μια πιο Χατζιδακική εκδοχή, απεμπολώντας την εμπορική ταμπέλα του, δίνοντάς του μια πιο ανάλαφρη – λυρική χροιά, αντικαθιστώντας το μπουζούκι με έγχορδα, που δεν αργούν να μας μεταφέρουν σε διαφορετικά ηχοτοπία από αυτά των αρχικών εκτελέσεων.

Ο Χατζηδάκις δεν αρκέστηκε στην εκτελεστική δεινότητα των κορυφαίων κι αξεπέραστων μουσικών με τους οποίους συνεργάστηκε για το μνημειώδες αυτό έργο, αλλά το αποτύπωμα του καθενός ξεχωριστά στοιχειώνει κάθε πτυχή του album. Έχουμε να κάνουμε με μουσικούς που άφησαν ποικιλοτρόπως τη σφραγίδα τους στα εγχώρια και τα παγκόσμια μουσικά δρώμενα.

Ο Γεράσιμος Μηλιαρέσης (1918 – 2005) και ο Δημήτρης Φάμπας (1921 – 1996) καθόρισαν την εξέλιξη και την άνθιση της κιθάρας στη χώρα μας και αποτελούν τους μεγάλους δασκάλους και προπάτορες της, από τους οποίους επηρεάστηκαν και διδάχτηκαν οι επόμενες γενιές σπουδαίων κιθαριστών. Το παίξιμό τους αψεγάδιαστο, χαρακτηριστικό (ευδιάκριτο), αλλά και προσηλωμένο στις απαιτήσεις του συνθέτη.

Η Αλίκη Κρίθαρη (1928-2020) έγραψε ιστορία ως μια από τις πρώτες αρπίστες στην Ελλάδα κι έμελλε να είναι η κορυφαία αρπίστα της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών (ΚΟΑ), καθώς και της Ορχήστρας του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας, (ΕΙΡ) μετέπειτα Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ. Ενώ ο Ανδρέας Ροδουσάκης (1932-1922), ίσως ο κορυφαίος Έλληνας κοντραμπασίστας, αποτελούσε το θεμέλιο λίθο της Ορχήστρας της Λυρικής επί 33 χρόνια (1957-1990), της ορχήστρας των χρωμάτων του Χατζιδάκι, συμμετείχε στα περισσότερα μουσικά σύνολα του Μ. Θεοδωράκη, της Κρατικής ορχήστρας Αθηνών και σε πληθώρα συγκροτημάτων με αμέτρητες δισκογραφικές συμμετοχές.

Για τους 15 Εσπερινούς ο Ανδρέας Ροδουσάκης θα πει σε συνέντευξη του στη κρατική τηλεόραση: «Αυτή ήταν μια από τις μνημειώδεις εργασίες που κάναμε τότε, η οποία ήταν ένα γεγονός πρωτόγνωρο για τη δισκογραφική δουλειά σε διάρκεια και σε ποιότητα. Δεν αρκεί πια να κάνουμε ένα τραγούδι με ρυθμό και μελωδία ή με χρώματα, αλλά αρχίζει πλέον να το κάνει και έντεχνο. Η άρπα με τι κιθάρες, οι δυο κιθάρες μεταξύ τους, το πιάνο με το κοντραμπάσο».

Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον έχει το απόσπασμα από το εξαιρετικό βιβλίο «Ο Ηχοπλάστης Στέλιος Γιαννακόπουλος» (εκδ. ΑΠΑΡΣΙΣ, 2021, Στέλιος Γιαννακόπουλος –Νίκος Πατηνιώτης) για τους 15 Εσπερινούς: «Ένας από τους πρώτους δίσκους που ολοκληρώθηκαν στις νέα εγκαταστάσεις, και μάλιστα σε στέρεο, ήταν οι Δεκαπέντε Εσπερινοί του Μάνου Χατζιδάκι. Η ηχογράφηση έλαβε χώρα στο στούντιο Ι με την REED.17 υπό την επίβλεψη και ευθύνη του Νίκου Κανελλόπουλου…. Η διάταξη στο στούντιο ήταν ως εξής. Το πιάνο του Μάνου είχε στηθεί κάπως κεντρικά στη σάλα και στο δεξί πλευρό διαγώνια πίσω του, σε απόσταση κάποιων μέτρων, βρίσκονταν αντίστοιχα ο Φάμπας και ο Μηλιαρέσης τους οποίους είχαμε διαχωρίσει με ηχομονωτικά παραβάν. Έτσι, κάθονταν πλάι-πλάι υπό ελαφρά γωνία, ο καθένας με το δικό του παραβάν προς την πλευρά του άλλου, έχοντας οπτική επαφή με το κλαβιέ του Μάνου, πίσω από το οποίο στέκονταν σε μικρή απόσταση ο Ροδουσάκης, έτσι ώστε να έχει και εκείνος οπτική επαφή με όλους. Η άρπα βρίσκονταν αριστερά και πιο μακριά από τις κιθάρες, δηλαδή από την πλευρά που είναι η ουρά του πιάνου».

Οι 15 εσπερινοί είναι όμως ο Χατζηδάκις. Ο Χατζηδάκις, ο οποίος σύγκορμος, ψυχή τε και σώματι, παρουσιάζει στο ευρύ κοινό το μεγαλείο της «Ελλάδας του» μέσω της οικουμενικότητας της μουσικής, με απλά υλικά όπως θα έλεγε κι ο Ελύτης. Οι 15 Εσπερινοί είναι η Ελλάδα όπως θα έπρεπε ιδανικά να είναι· λιτή, άμεση, με πλούτο συναισθημάτων, απαντημένα σε κάθε τρίλια του Μάνου στο πιάνο, κάθε χρωματικό πέρασμα στην άρπα, σε κάθε άρπισμα και λεγκάτο από το δίδυμο των κορυφαίων κιθαριστών και το ανεπαίσθητο αεράκι του κοντραμπάσου. 5 έγχορδα σε απόλυτο συντονισμό να περιγράφουν την αναρχία της Άνοιξης, 5 καλλιτέχνες να βάζουν σε τάξη το μυαλό και να εξυψώνουν το συναίσθημα.

Κατά ένα φίλο δάσκαλο μουσικής, οι 15 Εσπερινοί είναι από πολλές απόψεις, το πρώτο ελληνικό unplugged. Ο Χατζιδάκις δε βγάζει μονάχα τα μουσικά όργανα από την πρίζα (η έκρηξη του «ηλεκτρικού ήχου» ήταν στο ζενίθ της τη δεκαετία του ’60), αλλά το σύνολό τους αποτελεί μια κατάθεση ψυχής, ένα ψυχικό δόσιμο – «απογύμνωμα», όπως ο ίδιος ο δημιουργός, γράφει με το μοναδικό του ύφος στο σημείωμα της πρώτης έκδοσης του δίσκου:

«Εσπερινός σημαίνει ευλάβεια Ήλιου, καθώς γυρίζει ευαίσθητος μέσα στην πόλη, γεμάτος από τις αναμνήσεις των ετών, που τέλος γέρνει στο πλάι ν’ αποκοιμηθεί αφήνοντας τριγύρω του ηχώ φωτός, αποκαλυπτικές διαθέσεις και μια λεπτότατη ευωδιά αγάπης. Με Δεκαπέντε Εσπερινούς συλλέγω τη σκορπισμένη ευαισθησία μου και σας την παραδίδω έτσι όπως γεννήθηκε, στ’ αληθινό της βάθρο, εκεί που οι έμποροι δε θα μπορούν να της χαλάν την όψη…»

Τα πάντα εν αρμονία εποίησε. Δίχως ορχηστρικούς καλλωπισμούς ή φωνητικά. Ούτε μισή νότα δεν είναι περιττή, ούτε μια στιγμή χαμένη, ούτε μια παύση άσκοπη, σ’ ένα αέναο έργο ύψιστης αισθητικής.

“Δεκαπέντε Εσπερινοί” tracklist:
A’ Πλευρά
Τα Παιδιά Του Πειραιά
Έγινε Παρεξήγηση
Νυχτερινός Περίπατος
Κυρ-Μιχάλης
Κάθε Κήπος
Το Πάρτυ
Η Τιμωρία
Υμηττός
Β’ Πλευρά
Το Φεγγάρι Είναι Κόκκινο
Ευρυδίκη
Κυρ-Αντώνης
Φέρτε Μου Ένα Μαντολίνο
Ο Ταχυδρόμος Πέθανε
Η Πέτρα
Το Τριαντάφυλλο

Μάνος Χατζιδάκις – Πιάνο
Γεράσιμος Μηλιαρέσης – Κιθάρα
Δημήτρης Φάμπας – Κιθάρα
Αλίκη Κρίθαρη – Άρπα
Ανδρέας Ροδουσάκης – Κοντραμπάσο

Είδος: Ορχηστρικό
Δισκογραφική: Columbia
Ημ. Κυκλοφορίας: 1964

Avatar photo
About Παναγιώτης Σπυρόπουλος 90 Articles
Γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 70 και μεγάλωσε στα Δυτικά της Αθήνας, γαλουχημένος με ρεμπέτικα και λαϊκά από το σπίτι, κλασική / λόγια μουσική στα ωδεία, τον σκληρό ήχο μιας οργισμένης κι επαναστατημένης εφηβείας, τα blues σε μια περίοδο ανώριμης εξέλιξης και από progressive metal ηχοτοπία σε φάση περισυλλογής. Προσπαθεί να ισορροπήσει σ’ ένα αντεστραμμένο κόσμο, απαλλαγμένος από τη δικτατορία των πεποιθήσεων των άλλων. Δε θα ερμηνεύσει την τέχνη στους δημιουργούς της, αλλά θα μοιραστεί τις εντυπώσεις που αποκόμισε μ’ ένα ευρύτερο κοινό.