
“Μαζέψτε τους λύκους του βορρά, τις μύγες της ανατολής, τα πουλιά του νότου, τα φίδια της δύσης… θάνατος στους άγιους.”
Ο Manuel Gagneux χρησιμοποίησε δυο αστυνομικά κλομπ που σχημάτιζαν έναν ανάποδο σταυρό για το artwork του ΕΡ “Wake of a Nation”, μετά τις μαζικές, αντιρατσιστικές διαδηλώσεις που προκάλεσε η δολοφονία του George Floyd από τον αστυνομικό Derek Chauvin. Δεν ήταν μια σκόπιμη και επίκαιρη εκμετάλλευση των γεγονότων, αλλά η ανάγκη να βγάλει όλα αυτά που ένιωθε από μέσα του. Χωρίς την ψευδαίσθηση πως θα αλλάξει τη γνώμη των ανθρώπων με τη μουσική, παραμένει κάποιος με Αφρικανή μητέρα.
Ο έγχρωμος που γεννήθηκε στη Βασιλεία της Ελβετίας από μουσικούς γονείς που αγαπούσαν τη soul, τη jazz και τη salsa, ήταν αδύνατο να αποφύγει τη μουσική και πιεστικά πολύ μικρός βρέθηκε με ένα σαξόφωνο που στην πραγματικότητα μισούσε. Στην εφηβεία στράφηκε στα κρουστά και την κιθάρα, και ανακάλυψε το punk rock. Απέκτησε την πιο άσχημη BC Rich που υπήρχε και κλειδώθηκε στο δωμάτιό του για τα επόμενα χρόνια. Με την τεράστια, ζωηρή και ενεργή punk σκηνή της Βασιλείας να πολιορκεί πολύπλευρα τη νεανική του περιέργεια, ωθήθηκε στους ακραίους ήχους του metal και του grindcore. Όταν είδε για πρώτη φορά τη λέξη αυτή σε ένα flyer, αναρωτήθηκε τι να είναι…
Υπήρχε ένας χώρος καταλήψεων στην πόλη, ένα από τα κλασικά χαρακτηριστικά καταφύγια της underground μουσικής στην Ευρώπη, από εκείνα τα ωραία μέρη που μοιάζουν σαν να στηρίζονται στα γκράφιτι και τα αμέτρητα αυτοκόλλητα συγκροτημάτων των τελευταίων τριάντα χρόνων. Τώρα έχει χαθεί πια, θύμα πυρκαγιάς, αλλά όταν ήταν παιδί, κάθε Σαββατοκύριακο ο Manuel και οι φίλοι του πήγαιναν εκεί για να χαλαρώσουν και να παρακολουθήσουν συναυλίες από συγκροτήματα όπως το γερμανικό grind συγκρότημα Japanische Kampfhörspiele.
Κάποια από τα πρώτα του συναυλιακά βιώματα εξελίχθηκαν σε ακραία τελετουργικά με γυμνούς performers που αιμορραγούσαν από βελόνες για τατουάζ, στη διάρκεια διαφόρων tattoo noise acts. Ήταν περίπου εκείνη την εποχή που ο Manuel σχημάτισε το πρώτο του συγκρότημα, ένα black metal σχήμα με ένα όνομα – μέσα από την αβέβαια βοήθεια της μνήμης του – κάτι σαν Ateraxie Austere Assumption. Δεν έπαιξαν ποτέ σε καμιά συναυλία. Έπιναν τις φθηνότερες μπύρες που υπήρχαν και ούρλιαζαν σε άθλια μικρόφωνο στο μικρό τους προβάδικο.
Η ακαδημαϊκή μόρφωση του Manuel ήταν μηδαμινή, καθώς παρά την ευστροφία του και την έντονη έλξη για τη λογοτεχνία, εγκατέλειψε το σχολείο στα 16 του χρόνια. Η φιλοδοξία του να σπουδάσει φυσική τον οδήγησε να καταταγεί στον στρατό, μέσω του οποίου νόμιζε πως θα μπορούσε να μπει στο πανεπιστήμιο. Η εγγραφή του στα εργαστήρια πυρηνικής άμυνας αντί να τον οδηγήσουν στο πανεπιστήμιο τον έστειλαν στην πόρτα της εξόδου, καθώς οι δεσμεύσεις, οι περιορισμοί και το αυστηρό πρόγραμμα δεν κυλούσαν ακριβώς στο αίμα του. Τελικά, δεν δίστασε να φύγει στη Νέα Υόρκη για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη μουσική.
Εκεί μοιράστηκε για καιρό το διαμέρισμα ενός blues μουσικού που γενναιόδωρα τον φιλοξένησε, με το αντάλλαγμα να κάνει κάποιες μίξεις για αυτόν. Τότε δημιούργησε τους Birdmask, ένα chamber pop project. Στέλνοντας τη μουσική του στο 4chan, ένα διαδικτυακό φόρουμ με διάφορα θέματα, είχε σαν στόχο τον σκληρό ειλικρινή σχολιασμό από χρήστες που δεν έδιναν δεκάρα γι’ αυτόν. Ταυτόχρονα άρχισε τις προκλήσεις για πειραματισμό ζητώντας από τους χρήστες να του προτείνουν δυο διαφορετικά είδη για να συνθέσει ένα τραγούδι μόλις σε μισή ώρα, εξασκώντας τη δημιουργική του ικανότητα. Προέκυψαν πάνω από σαράντα περίεργες προκλήσεις , όπως “tribal melodic hardcore, Gregorian post-rock, Nashville power electronics, Baroque bro-step”, και ο Manuel δοκίμασε τη δημιουργική του φαντασία. Είναι περίεργο όμως πως τα φέρνει η ζωή, καθώς μέσα από τον συνδυασμό των προτάσεων για “black metal” αλλά και “nigger music” , σχημάτισε το δικό του μονοπάτι, προσδιορίζοντας τελικά το ύφος του γκρουπ Zeal & Ardor, σαν την απάντηση στην ερώτηση “τι θα γινόταν αν οι μαύροι σκλάβοι στην Αμερική είχαν επιλέξει τον σατανά αντί για τον Ιησού;”…
Το επίσημο ντεμπούτο άλμπουμ του project, με τον τίτλο “Devil Is Fine”, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στο Bandcamp στις 15 Απριλίου 2016. Ο Manuel έγραψε και ηχογράφησε ο ίδιος μόνος του το άλμπουμ. Τον Νοέμβριο του 2016, το συγκρότημα συμπεριλήφθηκε σε ένα άρθρο που γράφτηκε από το Bandcamp σχετικά με το black experimental metal. Τον Ιούνιο του 2016, το Rolling Stone χαρακτήρισε το “Devil Is Fine” σαν έναν από τους καλύτερους metal δίσκους του 2016 μέχρι τότε.
Στις 11 Νοεμβρίου 2016, κατάφερε να υπογράψει συμβόλαιο με την βρετανική δισκογραφική εταιρεία MVKA. Το ομότιτλο single, “Devil Is Fine”, κυκλοφόρησε σε μουσικό βίντεο στις 15 Δεκεμβρίου 2016. Ένα δεύτερο single, το “Come On Down”, κυκλοφόρησε στις 16 Ιανουαρίου 2017. Η νέα του εταιρεία επανακυκλοφόρησε το άλμπουμ στις 24 Φεβρουαρίου 2017, και αυτό σκαρφάλωσε στην 17η θέση στα ελβετικά Hitparade charts.

Η πρόσκληση του promoter Walter Hoeijmakers να παίξει στο Roadburn Festival, ώθησε τον Manuel να μεταμορφώσει το project σε ένα ολοκληρωμένο συγκρότημα με την προσθήκη των τραγουδιστών Denis Wagner και Marc Obrist για τα backing vocals, του κιθαρίστα Tiziano Volante, της μπασίστα Mia Rafaela Dieu και του ντράμερ Marco Von Allmen. Άνοιξαν για τους Prophets of Rage για δύο συναυλίες, στο Λονδίνο και τη Γερμανία το 2017.
Το επόμενο άλμπουμ, “Stranger Fruit”, κυκλοφόρησε στις 8 Ιουνίου 2018. Προηγήθηκαν τα singles “Gravedigger’s Chant”, “Waste”, και “Built On Ashes”. Στις 23 Οκτωβρίου 2020 έρχεται το ΕΡ “Wake of a Nation”, και συνοδεύεται από μια πολύ στοχευμένη ανακοίνωση:
“Η πρόθεση και το πλαίσιο του “Wake Of A Nation” πρέπει να είναι φανερά. Μου αρέσει να απολαμβάνω την ασάφεια και το περιθώριο στην ερμηνεία. Αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση αυτή. Αυτά τα 6 τραγούδια είναι μια ενστικτώδης αντίδραση σε ό,τι έχει συμβεί στους συνανθρώπους μου τους τελευταίους μήνες. Αρχικά, είχα προγραμματίσει να ηχογραφήσω ένα άλμπουμ που θα κυκλοφορούσε τον επόμενο χρόνο. Καθώς αυτά τα τραγούδια γράφτηκαν λόγω των φρικτών γεγονότων που τα προκάλεσαν, αποφάσισα να τα κυκλοφορήσω το συντομότερο δυνατό. Χρησιμοποιώντας την πλούσια κληρονομιά και τον πολιτισμό σαν μέρος της μουσικής μου ταυτότητας, ένιωσα δειλία να κάθομαι άπραγος και να συνεχίζω τη ρουτίνα μου σαν να μην συνέβη τίποτα. Αυτός ο δίσκος είναι για τον Michael Brown, τον Eric Garner, τον George Floyd και τους αμέτρητους ανώνυμους νεκρούς. Είναι για τις γενναίες ψυχές που είναι πρόθυμες να πάρουν θέση και είναι έτοιμες να ρισκάρουν τη δική τους ευημερία, ώστε οι άλλοι να έχουν τη δική τους άθικτη.”

Στις 25 Μαΐου 2021, το συγκρότημα κυκλοφόρησε το “Run”, το πρώτο single από το επερχόμενο τρίτο άλμπουμ τους με τον τίτλο “Zeal & Ardor”. Ένα δεύτερο single, το “Erase”, κυκλοφόρησε στις 23 Ιουλίου. Την 1η Σεπτεμβρίου 2021 ακολούθησε το “Bow”, και το “Götterdämmerung”, κυκλοφόρησε στις 15 Οκτωβρίου, με τον δημιουργό του να το χαρακτηρίζει σαν ένα απλό τραγούδι χωρίς τεχνάσματα, χωρίς φαντασιώσεις, χωρίς περισπασμούς, απλά με οργή”. Το άλμπουμ κυκλοφόρησε τελικά στις 11 Φεβρουαρίου 2022. Η εκκεντρική αλλά ουσιαστική μουσική φόρμα τους αρχίζει και απλώνεται με σαμανική μαγεία κερδίζοντας τους γενναίους ακροατές. Η τραχύτητα του black metal, οι industrial άξονες, τα ηλεκτρονικά στολίδια, οι folk αντηχήσεις, οι blues αλλά και gospel υποβλητικές χορωδίες, αλλά και περιπετειώδεις ενστάσεις από country, indie rock, nu metal, όλα χαμηλώνουν και κουμπώνουν υπάκουα σε μια απόκοσμη αρμονία.
Το τέταρτο άλμπουμ του συγκροτήματος, με τον τίτλο “Greif” ανακοινώνεται στις 22 Απριλίου 2024. H επιλογή του τίτλου είναι στην πραγματικότητα το όνομα της φιγούρας του γρύπα, ενός μυθικού πλάσματος, μισό λιοντάρι, μισός αετός, με δέρμα φιδιού, που παρελαύνει στους δρόμους για τα παιδιά, συμβολίζοντας τους εργαζόμενους ανθρώπους της Βασιλείας που στέκονται απέναντι στην καταπίεση της ελίτ. Όσο και αν το νέο έργο τους ακούγεται συχνά σαν alt μαφιόζοι να τον εκβίασαν αδίστακτα να ξεχειλώσει την κορνίζα του, η βαθιά gospel φλέβα τους συνεχίζει να διοχετεύει μαύρο αίμα. Οι ακρότητες περιμένουν υπομονετικά να υψωθούν σε σύντομα μικρά οροπέδια έκρηξης, αφήνοντας χώρο για έναν ερωτισμό και μια ευπρόσδεκτη πουτανιά που παραπέμπει σε εντυπώσεις των Queens Of The Stone Age.
Ο Manuel καταφέρνει συνεχώς να ελκύει τόσο τους παράξενους γρύπες αυτού του κόσμου, όσο και κάθε καθημερινό ακροατή που μπροστά στην περιπετειώδη συγκίνηση μιας πλούσιας ηχητικής πρότασης, θα θυσίαζε όλα τα αγαπημένα του αρχέγονα μουσικά παραπετάσματα.
Σαν τη δυσδιάκριτη φιγούρα ενός σύγχρονου ταραγμένου πνεύματος από το Δέλτα του νοτιότερου σημείου της γης, η μουσική του εξακολουθεί να σε απαγάγει και να κάνει αλλόκοτα πράγματα πάνω σου.
Οι Zeal & Ardor εμφανίζονται την Παρασκευή 11 Ιουλίου στη χώρα μας, στο Terra Vibe Park, στα πλαίσια του Rockwave Festival, μαζί με τον μυθικό Alice Cooper.