VOLA: “Friend of A Phantom”

ALBUM

Ήταν μια φορά τρεις Δανοί και ένας Σουηδός, μα τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά για να υποθέσει κανείς πως προτίθεμαι να αφηγηθώ κάποιο ανέκδοτο. Λίγο παραπάνω από τρία χρόνια από την κυκλοφορία του “Witness”, και οι τέσσερις είναι ακόμα εκεί, απολαμβάνοντας κάτι που μοιάζει να μεγαλώνει συνεχώς. Οι Vola, έχοντας τη μυστική συνταγή για το δικό τους ηχητικό ελιξίριο, εξακολουθούν να αποτελούν την ένοχη απόλαυση πολλών διαφορετικών ακροατών.

Είναι πράγματι αλήθεια, πως κάθε νέο έργο τους μοιάζει σαν ένα απαγορευμένο σημείο συνάντησης φίλων πολλών διαφορετικών ήχων. Είναι ο εύστοχος συνδυασμός τους που σταθερά εξελίσσεται και μοιάζει να φινίρεται όλο και πιο απαιτητικά, που φέρνει αυτά τα αναπόφευκτα αποτελέσματα. Περιμένοντας λοιπόν μετά την εθιστική επίμονη σχέση που μας κράτησε σφιχτά κοντά του το “Witness”, φτάνουμε σε μια νέα μορφή εξάρτησης. Η εξέλιξη των Vola είναι μια υπολογίσιμη συνιστώσα στα δρώμενα του μοντέρνου progressive metal, και ακόμα και η πρόσφατη πατρότητα του κιθαρίστα/τραγουδιστή Asger Mygind δεν μπορεί να την εμποδίσει.

Άλλο ένα συμπαγές έργο εννέα σχεδόν ισότιμων συνθέσεων, χωρίς περιττά διαστήματα είναι το τέταρτο, φρέσκο άλμπουμ τους. Για μια φορά ακόμα οι ελκυστικοί djent σκελετοί τους εφαρμόζουν ιδανικά σε μια λεπτομερώς ενισχυμένη επίστρωση ηλεκτρονικών στοιχειών αλλά και μια γοητευτική συλλογή φωνητικών γραμμών που αναμφισβήτητα υπονομεύουν με μια άμεση pop γοητεία το βάρος των ριφ. Ναι, οι Vola είναι ξεκάθαρα από εκείνες τις περιπτώσεις συγκροτημάτων που πέτυχαν να συμφιλιώσουν ετερόκλητα στοιχεία, ανοίγοντας την πιθανή θέα του σκληρού προοδευτικού ήχου σε νέες προοπτικές. Η ισχυρή βάση του προσωπικού τους στοιχείου είναι ακριβώς αυτή η ιδιαιτερότητα που ξεδιπλώνεται με υπέροχα συνθετικά αποτελέσματα. Φυσικό επακόλουθο σε αυτή την τακτική είναι η μεγάλη σημασία που δίνουν στην παραγωγή, για να αναδυθεί το τελικό αποτέλεσμα με μια ισορροπία ικανή να υποστηρίξει κάθε πτυχή τους.

Με το εναρκτήριο “Cannibal” φροντίζουν έτσι να επικυρώσουν τη γνώριμη συνταγή, και ταυτόχρονα να διευρύνουν τη φωνητική εκδοχή στο τραγούδι, με τη συμμετοχή του Anders Friden, των In Flames. Οι Vola εξακολουθούν να παραμένουν ενδοσκοπικοί στα θέματά τους, ρίχνοντας ένα ερευνητικό, ποιητικό και διακριτικό φως στις αλλαγές, τις προσωπικές εξελίξεις αλλά και στην πιθανότητα της αντοχής. Με εξίσου ανθεμικά ρεφρέν που απογειώνουν μια πολυτελή ευγένεια, βρίσκουν τον τρόπο να τρυπώσουν μια αξιοπρεπή μελαγχολία. Υπάρχουν συχνές αναγωγές πολλών για το υλικό τους με αναφορές στους Tesseract, τους Leprous και τους Haken, προσωπικά όμως θεωρώ πως συναντιούνται σε πολλά σημεία με τους Αυστραλούς Voyager, έχοντας μια ρυθμική γοητεία που θα συγκινούσε ακόμα και ηλεκτρονικούς νεο-κυματικούς ακροατές όταν θα έψαχναν κάτι πιο ενισχυμένο. Η djent pop μανιέρα τους θυμίζει την μετεξέλιξη των Αυστραλών στα τέσσερα πρόσφατα άλμπουμ τους, σίγουρα όμως οι Vola κοιτάζουν πολλές από τις ίδιες προκλήσεις από άλλη κορυφή.

Το “Break my Lying Tongue” είναι ένα ευφυές, εν δυνάμει, single με δυο παρατάξεις ήχων που αναβιώνουν μια αντιπαράθεση όπως περιγράφεται στους στίχους, και τα φωνητικά του Mygind αλώνουν όμορφα τους κενούς χώρους που του δίνονται. Οι Vola έχουν πια ανιχνεύσει απόλυτα τις ικανότητες των διαφορετικών δυναμικών και μπορούν ευρηματικά να δημιουργήσουν μοναδικές εντάσεις και πανέμορφες αποφορτίσεις μέσα σε λίγες στιγμές, με μια απόλυτα εύστοχη ροή. Αυτό είναι κάτι που καθιστά το νέο τους υλικό εξελισσόμενο, ακόμα και αν το χαρμάνι έχει μείνει το ίδιο. Είναι έκδηλη η συνολική απόπειρα να περιφρονηθεί στην τακτική τους το κυνήγι στο ύφος και να επικεντρωθούν σε συνθέσεις που αποκαλύπτουν τη δύναμη και την αντοχή τους στις μελωδίες. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση πως οι πιουρίστες του τεχνικού prog θα μείνουν στερημένοι. Ο Adam Janzi στα τύμπανά του παραμένει συναρπαστικός σε όλη τη διαδρομή, τα ριφ είναι επιδέξια και περιπλέκονται με περιζήτητους ήχους στο πληκτρολόγιο του σπουδαίου Martin Werner, ενώ ο Nicolai Mogensen ελίσσεται με εξυπνάδα και συντονισμό στο μπάσο του.

Από τις επίμονες αντηχήσεις του “Friend Of A Phantom”, εξακολουθώ συχνά να ακούω στο κεφάλι μου τον υποβλητικό, συγκινητικό υπαινιγμό του “Glass Mannequin”, μια σύγχυση απέναντι σε έναν αναγκαίο, πραγματικό στόχο. Ακριβώς δίπλα του, είναι εξαιρετική η δυσοίωνη μουσική συνοδεία του “Bleed Out” που επιχειρεί να αλλάξει χρώματα, σε ένα ακόμα τραγούδι αναζήτησης, δύσκολων ερωτήσεων και μιας αναβράζουσας οργής.

Το ίχνος των Vola γίνεται πιο ανάγλυφο με τη νέα τους προσφορά, και αυτό προσωπικά το αποδίδω στην ιδανική απόσταση ανάμεσα στο δελεαστικό συναίσθημα και την βαθιά πρόκληση της σκέψης. Με όλα τα επιμέρους όπλα τους σε πλήρη δράση, μεταφέρουν το ιδίωμα στον επόμενο σταθμό εξέλιξης.

Ραντεβού με όλους τους πρόθυμους στο γνώριμο σημείο της ένοχης απόλαυσης.

Είδος: Djent/Progressive Metal
Εταιρεία: Mascot Records
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 1 Νοεμβρίου 2024

Website
Facebook

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1159 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.