THE NEFILIM: ”Zoon”

GEM

Δημιουργημένοι στο Stevenage της Αγγλίας το 1984, οι Fields Of The Nephilim, κάνουν έναρξη με το αρχικό line up τους να περιλαμβάνει τους “Nod” Wright και τον αδερφό του Paul, στα ντραμς και την κιθάρα αντίστοιχα, τον Tony Pettit στο μπάσο, τον Peter Yates στην κιθάρα και τον Carl McCoy στα φωνητικά, ο οποίος μάλιστα καθόρισε με την ισχυρή προσωπικότητα του, την πορεία και το μέλλον του σχήματος. Όντας βασικός υπεύθυνος για την εμφάνιση και την αισθητική του συγκροτήματος, καθώς και για τους στίχους και το artwork, έφερε με την μουσική ιδιοσυγκρασία του και την καλλιτεχνική άποψη του, το σχήμα των Fields Of The Nephilim, στην κορυφή του σκοτεινού ατμοσφαιρικού ήχου.

Ήδη από το πρώτο EP “Burning the Fields” καθώς και στα άλμπουμ “Dawnrazor” και “The Nephilim”, η μουσική τους ακολουθεί ομοιότητες και επιρροές από τους Sisters of Mercy αλλά με ένα δικό τους ιδιαίτερο και προσωπικό στυλ, αντλώντας έμπνευση από σπαγγέτι γουέστερν, αποκρυφισμό και Σουμεριανή παράδοση. Όλα τα παραπάνω με την εκφραστική φωνή του μοναδικού McCoy, ο οποίος αποτυπώνει με άρτιο τρόπο όλη την φιλοσοφία του σχήματος, που εκδηλώνεται σταδιακά και κορυφώνεται από δίσκο σε δίσκο καταλήγοντας σε μνημειώδη album που ακόμη και σήμερα θεωρούνται κλασικά.

Βρισκόμαστε κάπου στα μέσα της δεκαετίας των 90’s, οι Fields Of The Nephilim, είναι ουσιαστικά στον “πάγο” μετά το εξαιρετικό, δισκογραφικό αποτέλεσμα του “Elizium”, που έχει φέρει τους Fields στα μεγάλα” μουσικά σαλόνια” της σκοτεινής εναλλακτικής σκηνής, με ενα δίσκο που αναδεικνύει την πιο προοδευτική πλευρά τους. Σε συνεργασία με τον παραγωγό, Andy Jackson ( Pink Floyd / David Gilmour), κυκλοφόρησαν ένα μεστό άλμπουμ γεμάτο από εφιαλτικά όνειρα και οράματα. Οι ίδιοι έδρεψαν τους καρπούς της επιτυχίας τους με τα αναμενόμενα αποτελέσματα σε ένα τέτοιο εγχείρημα, την απόλυτη σύγκρουση μεταξύ των ισχυρών προσωπικοτήτων του σχήματος και την δυσκολία της δισκογραφικής τους να αντιληφθεί την καλλιτεχνική διάσταση των Fields Of The Nephilim.

Το συγκρότημα μετά από εκτεταμένες περιοδείες ανά τον κόσμο, αρχίζει να εξουθενώνεται. Ο McCoy ένιωθε ότι ήταν πολύ βασανιστικό να ερμηνεύει τα τραγούδια από το “Elizium” έχοντας πλέον διάθεση και την ανάγκη να παίξει κάτι διαφορετικό. Το υπόλοιπο συγκρότημα βρήκε νέο τραγουδιστή και σχημάτισε τους Rubicon. Ενώ μετά από μικρό διάστημα ανασύνταξης ο McCoy σχημάτισε αντίστοιχα τους The Nefilim το 1992 και στις 22 Απριλίου 1996 κυκλοφόρησε το ηχητικό “μεγαθήριο” που έφερε τον τίτλο “Zoon”.

Οι The Nefilim αποτέλεσαν εν τέλει ένα στούντιο project που δημιουργήθηκε από τον Carl McCoy και τον John “Capachino” Carter το 1992 μετά την ουσιαστική διάλυση των Fields of the Nephilim. Το σχήμα περιλάμβανε τον McCoy στα φωνητικά και τα πλήκτρα και τον John Carter στο μπάσο, τις κιθάρες και τα ντραμς. Μετά από ένα χρόνο ο Carter και ο McCoy χώρισαν την παρέα τους και ο McCoy στρατολόγησε τον Paul Miles στην κιθάρα, τον Simon Rippin στα ντραμς και τον Cian Houchin στο μπάσο.

Από αυτήν την κυκλοφορία δημιουργήθηκε ένα μεγάλο σοκ για όποιον περίμενε τη συνέχιση του κινηματογραφικού gothic rock των Fields Of The Nephilim. O Carl McCoy πλέον εκφράζεται με ένα διαφορετικό όραμα που αγγίζει περισσότερο την industrial/ thrash metal αισθητική έχοντας πλέον απομακρυνθεί εμφατικά από τις ρίζες των Fields αν και υπάρχουν ηχητικά ψήγματα, τα οποία όμως είναι δυσδιάκριτα μέσα σε αυτήν την ηχητική καταιγίδα του “Zoon”.

Ένας μουσικός ορυμαγδός, μια τέλεια ηχητική αποκάλυψη, συνθέτουν τον μουσικό προσανατολισμό του “Zoon”, ο Carl McCoy, εξαπολύει όλους τους σκοτεινούς του δαίμονες και το μένος τους, σοκάροντας όλους τους πατροπαράδοτους οπαδούς των Fields Of The Nephilim, οι όποιοι βλέπουν την αποσύνθεση του αγαπημένου τους συγκροτήματος σε κάτι πιο επιθετικό και βίαιο, ηχητικά. Διαθέτει κάποια ατμοσφαιρικά περάσματα του πρότερου σχήματος άλλα η βάση του είναι μια βιομηχανική εξέλιξη που ξεριζώνει και εξελίσσει την εμβληματική περσόνα του Carl McCoy.

Όγκος, ένταση και ιδρώτας σε πρώτο πλάνο με μια μυστηριακή σχεδόν αποκρυφιστική ατμόσφαιρα να καταπίνει τις αισθήσεις σε ένα ηλεκτρισμένο περιβάλλον, γεμάτο εφιάλτες. Το “Still Life” αποτελεί τον εισαγωγικό προπομπό του δίσκου και ήδη η κάθοδος ξεκινά στον κόσμο των The Nephilim με τα εισαγωγικά γρυλίσματα του Carl McCoy. Το “Xodus” αποτελεί την αναπόφευκτη συνέχεια στην καταστροφή, με κιθαριστικές thrash /industrial “πινελιές” που δίνουν σχήμα στα σκοτεινά οράματα του σχήματος. Το “Shine” είναι μια πρώτη προσπάθεια να πάρεις μια “ανάσα” από την μετάλλαξη και εδώ υπάρχουν οι πρώτες “σκιώδεις” Fields Of The Nephilim εκλάμψεις, που παραμένουν κρυμμένες επιμελώς, προϊδεάζοντας για την επερχόμενη “φροντίδα” που μας περιμένει με το καταιγιστικό “Penetration”, που αποτέλεσε και την μεγαλύτερη επιτυχία τους στο MTV, κάνοντας γνώριμη την παρουσία των The Nephilim στις μεγαλύτερες μάζες, με τους φίλους του μεταλλικού χώρου να “προσκυνούν” την σκληρή, σκοτεινή ηχητική τους διάσταση.

Το “Melt (The Catching of the Butterfly)”, αποτελεί ένα διάλειμμα απ τη “κτηνωδία” που έχει ακολουθήσει, με την ατμόσφαιρα του συγκεκριμένου κομματιού να δίνει αέρα λησμονιάς στο παρελθόν του σχήματος, που επανέρχεται με νέες ακραίες και επιθετικές μελωδίες με το “Venus Decomposing” να “σπέρνει” τον όλεθρο και την καταστροφή. Το “Pazuzu” (Black Rain), συνεχίζει με τον μονολιθικό και μεταλλικό χαρακτήρα του σε ένα έργο που το τέλος του είναι από την αρχή προδιαγεγραμμένο.

Τα δυο μέρη του “Zoon, Parts 1 & 2: Saturation”, έρχονται να καθησυχάσουν και να υπνωτίσουν τον ακροατή που νιώθει την” ζεστασιά” και την ηρεμία, μα ο φόβος είναι εκεί και είναι έτοιμος να εκδηλωθεί, σαν όνειρό/ εφιάλτης που δεν τελειώνει ποτέ, καθηλωτικό και αγχώδες ξεσπά δυναμικά στο τέλος του, για να δώσει την σκυτάλη στο τρίτο μέρος του ”Zoon, Part 3: Wake World”, οπού η γρέζα φωνή του Carl McCoy, έχει αναλάβει τον ρόλο της “αφύπνισης” και η ισορροπία του μεταλλικού ήχου και των τραχειών φωνητικών, να αποτελούν τον καλύτερο επίλογο που ολοκληρώνεται με την ολιγόλεπτη παραισθησιογόνα ατμόσφαιρα του “Coma”, που αφήνει τους περιβαλλοντικούς θορύβους να ξεθωριάζουν, αφήνοντας ανάμεικτα ανεκπλήρωτα αισθήματα να αιωρούνται στο περιθώριο του.

Ο χρόνος αποτέλεσε τον καλύτερο κριτή αυτού του μοναδικού “ανοσιουργήματος”, κάνοντάς το “Zoon”, να στέκεται υπερήφανο, κοσμώντας μετά από τόσα χρόνια, με την μοναδική του ηχητική άξια. Κατόρθωσε να εμπνεύσει και να ενώσει πολλές από τις ετερόκλητες αρετές του, διχάζοντας αρχικά, μα ο πρωτοποριακός του χαρακτήρας ήταν αδιαμφισβήτητα εκείνος που τον καθόρισε ως album και του χάραξε πορεία προς την κορυφή και την αιώνια μουσική του “αθανασία”. Ο Carl McCoy για μια ακόμη φορά υπέδειξε τον δρόμο και δεν δίστασε να τον ακολουθήσει μέχρι τέλους, φροντίζοντας να μας κάνει για ακόμη μια φορά κοινωνούς των προσωπικών του οραμάτων που καταλήγουν σε ένα μοναδικό εφιαλτικό ταξίδι δίχως επιστροφή. Το “Zoon” είναι απλά μια μεγαλειώδη μουσική αποκάλυψη που θα λάμπει για πάντα, από έναν ηγετικά χαρισματικό καλλιτέχνη και κανένας δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό.

Tracklist:
Still Life
Xodus
Shine
Penetration
Melt (The Catching of the Butterfly)
Venus Decomposing
Pazuzu (Black Rain)
Zoon, Parts 1 & 2: Saturation
Zoon, Part 3: Wake World
Coma

ΟΙ Nefilim είναι:
Carl McCoy – Vocals, Additional instruments, Effects, Programming
Cian Houchin – Bass, Programming
Simon Rippin – Drums
Paul Miles – Guitars

Είδος: Gothic, Industrial/Metal
Δισκογραφική: Beggars Banquet
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 22 Απριλίου 1996

Facebook
You Tube
Official

Avatar photo
About Γιώργος Μακρής 315 Articles
Ακροβατώντας ανάμεσα στην παράνοια και την τρελά της μουσικής, τριγυρίζει στα σοκάκια της μουσικής τέρψης, μονολογώντας «…η ζωή είναι μουσική, το θέμα είναι πόση μπορούμε να αντέξουμε...». Φιλοθεάμων και ερευνητής, καταριέται τις ταμπέλες αναζητώντας τα σκοτεινά λιμάνια της μουσικής συναισθηματικής έξαψης…..First, Last and Always….