MOTLEY CRUE: Το 1987 γράφουν τη δική τους ωδή στον ηδονισμό για όλα τα “GIRLS, GIRLS, GIRLS” του κόσμου

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ- 15 ΜΑΙΟΥ

Το “Girls, Girls, Girls”  είναι το τέταρτο στούντιο άλμπουμ για τους αγαπημένους αλήτες από το Los Angeles, Mötley Crüe, που κυκλοφόρησε από την Elektra, τον Μάιο του 1987. Το άλμπουμ περιέχει τα πετυχημένα singles “Girls, Girls, Girls”, “You’re All I Need” και το αγαπημένο του MTV “Wild Side”. Ήταν η τελευταία συνεργασία του συγκροτήματος με τον παραγωγό Tom Werman, ο οποίος είχε εργαστεί και στα δυο προηγούμενα  άλμπουμ του συγκροτήματος, “Shout at the Devil” και “Theatre of Pain”. Όπως αυτά τα άλμπουμ, το “Girls, Girls, Girls” θα γινόταν τέσσερις φορές πλατινένιο, πουλώντας πάνω από 4 εκατομμύρια αντίτυπα και φτάνοντας στο νούμερο δύο στο Billboard 200. Το άλμπουμ σηματοδότησε μια αλλαγή σε έναν ήχο επηρεασμένο από την blues-rock, ο οποίος έτυχε θετικής υποδοχής.

“Ήταν πραγματικά συναρπαστικό όταν ξεκινήσαμε το “Girls, Girls, Girls””, ανέφερε ο frontman Vince Neil στο κείμενο της επανέκδοσης του 1999. “Νόμιζα ότι το “Theatre Of Pain” ήταν λίγο ανάλαφρο. Όλο αυτό το glam και τα υπόλοιπα, ναι ήταν υπέροχα, αλλά ήταν συναρπαστικό να μπαίνεις σε κάτι πιο σκληρό και πιο σαρκαστικό – κάτι στο οποίο θα μπορούσες να βυθίσεις τα δόντια σου”.

Οι Crüe γύριζαν ξανά στους δρόμους, ίσως σε μια προσπάθεια να ανακτήσουν τη φωτιά που πυροδότησε τα δύο πρώτα άλμπουμ τους. Σίγουρα αυτό είναι ξεκάθαρο στα δύο πρώτα τραγούδια. Το εναρκτήριο, “Wild Side”, είναι ένα σκοτεινό, βαρύ κομμάτι που απεικονίζει έναν αστικό εφιάλτη ναρκωτικών και βίας, μια σαφής ένδειξη ότι η γυαλιστερή, pop metal λάμψη του “Theatre of Pain” ανήκει στο παρελθόν. Ακολουθεί το “Girls, Girls, Girls”, η απόλυτη άσκηση στον ηδονισμό και ίσως ο καλύτερος ύμνος στριπτιτζάδικων που γράφτηκε ποτέ. Κανένα ζευγάρι τραγουδιών στον κατάλογό τους δεν συνοψίζει τη μπάντα καλύτερα από αυτό.

1970 – Το “In the Wake of Poseidon” είναι το δεύτερο στούντιο άλμπουμ του αγγλικού progressive rock γκρουπ King Crimson, που κυκλοφόρησε από την Island Records στην Ευρώπη, την Atlantic Records στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Vertigo Records στη Νέα Ζηλανδία. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στη διάρκεια μιας περιόδου αστάθειας στο συγκρότημα, με αρκετές αλλαγές στη σύνθεση, αλλά έχει παρόμοιο στυλ και συνέχεια με το πρώτο τους άλμπουμ, “In the Court of the Crimson King”. Όπως και με το πρώτο τους άλμπουμ, η διάθεση του “In the Wake of Poseidon” αλλάζει συχνά και γρήγορα από γαλήνια σε χαοτική, αντανακλώντας τις ευέλικτες μουσικές πτυχές του progressive rock.

1981–  “Το Long Distance Voyager” είναι το δέκατο άλμπουμ των Moody Blues, που κυκλοφόρησε από τη δισκογραφική εταιρεία “Threshold” του γκρουπ. Ήταν το πρώτο άλμπουμ τους στο οποίο συμμετείχε ο Patrick Moraz (ο οποίος είχε συνεργαστεί στο παρελθόν με συγκροτήματα όπως οι Refugee και οι Yes) στη θέση του συνιδρυτή Mike Pinder, ο οποίος έφυγε μετά το “Octave” του 1978.

Μόλις κυκλοφόρησε το 1981, το “Long Distance Voyager” έγινε το δεύτερο αμερικανικό νούμερο ένα άλμπουμ των Moody Blues . Συνέχισε επίσης το νικηφόρο σερί τους στην πατρίδα τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, φτάνοντας στο No 7 εκεί. Τον Νοέμβριο του 2008, το άλμπουμ επανακυκλοφόρησε remastered σε CD με ένα επιπλέον κομμάτι.

1990 – Το “Lock Up the Wolves” είναι το πέμπτο στούντιο άλμπουμ του προσωπικού σχήματος του Ronnie James Dio, των DIO, που κυκλοφόρησε από την Vertigo σε όλο τον κόσμο, εκτός από τη βόρεια Αμερική, όπου ανέλαβε η Reprise. Ανέδειξε μια πλήρη αλλαγή στη σύνθεση των μουσικών σε σχέση με το προηγούμενο άλμπουμ “Dream Evil”, με την έλευση του του 18χρονου κιθαρίστα Rowan Robertson, και του Simon Wright στα ντραμς που έπαιξε με τους AC/DC από το 1983 έως το 1989. Το τραγούδι “Evil on Queen Street” πήρε τον τίτλο του από ένα ντελικατέσεν στο Τορόντο που είχε ένα σάντουιτς με αυτό το όνομα, σύμφωνα με δήλωση του Dio στο Much Music το 1990. Ο κιθαρίστας Rowan Robertson είχε πει ότι άλλα δύο τραγούδια γράφτηκαν και ετοιμάστηκαν για το άλμπουμ αλλά σταμάτησαν με απόφαση της Wendy Dio: τα “Hell Wouldn’t Take Her” και “The River Between Us”.

Την ίδια χρονιά, οι Αμερικανοί alternative rockers Concrete Blood κυκλοφορούν το τρίτο στούντιο άλμπουμ τους, με τον τίτλο “Bloodletting”,  που σηματοδοτεί μια στροφή για το συγκρότημα προς το gothic rock. Το “Bloodletting” έφτασε στο νούμερο 8 στα Αυστραλιανά Charts ARIA και έγινε χρυσό. Περιλαμβάνει guest εμφανίσεις από τον Peter Buck των R.E.M. και τον Andy Prieboy του Wall of Voodoo. Το “Joey” ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος, φτάνοντας στο νούμερο ένα στο chart Modern Rock Tracks και στο top 20 των pop charts.

1995– Το “Orchid” είναι το ντεμπούτο στούντιο άλμπουμ του σουηδικού progressive metal συγκροτήματος Opeth, που κυκλοφόρησε στην Ευρώπη από την Candlelight Records και στις 24 Ιουνίου 1997 στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Century Black. Επανεκδόθηκε το 2000 με ένα μπόνους κομμάτι που ονομαζόταν “Into the Frost of Winter”, μια πρώιμη ηχογράφηση πρόβας χωρίς παραγωγή από το συγκρότημα. Οι ηχογραφήσεις έγιναν στο παλιό στούντιο Unisound, στο Finspång με παραγωγή από τους Opeth, μαζί με τον Dan Swanö. Το συγκρότημα δεν ηχογράφησε καν demo για να υπογράψει σε δισκογραφική. Ο Lee Barrett, ο ιδρυτής της Candlelight Records, εντυπωσιάστηκε από μια κασέτα πρόβας τους, και αποφάσισε να υπογράψει το συγκρότημα.

2007– Το “United Abominations” είναι το ενδέκατο στούντιο άλμπουμ του αμερικανικού heavy metal συγκροτήματος Megadeth. Είναι η πρώτη κυκλοφορία των Megadeth που διανέμεται μέσω της Roadrunner Records και, με εξαίρεση τον frontman του συγκροτήματος Dave Mustaine, ηχογραφήθηκε με μια ολοκαίνουργια σύνθεση. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας για την προώθηση του άλμπουμ, ο κιθαρίστας Glen Drover άφησε το συγκρότημα για προσωπικούς λόγους και αντικαταστάθηκε από τον Chris Broderick, κάνοντας το άλμπουμ αυτό το μοναδικό στούντιο άλμπουμ των Megadeth στο οποίο συνέβαλε.

Ο Mustaine δήλωσε ότι “πήγε στη δημιουργία αυτού του δίσκου χωρίς προσχεδιασμένες ιδέες”. Μερικοί από τους στίχους στο “United Abominations” γράφτηκαν για την απογοήτευσή του από τις προηγούμενες δισκογραφικές του, δηλώνοντας πως “πολλά από αυτά μεταφράζονται στην ένταση του δίσκου”.  Οι περισσότεροι όμως στίχοι του άλμπουμ αφορούσαν κυρίως επιλογές που έκανε η αμερικανική κυβέρνηση εκείνη την εποχή, τις οποίες ο Mustaine έβρισκε ανόητες. Ο ίδιος δήλωσε ότι η ηχογράφηση των νέων τραγουδιών ήταν “σούπερ διασκεδαστική”, παρά το ότι είχε προβλήματα με ορισμένα λόγω της πολυπλοκότητας της μουσικής,  και με τα φωνητικά.  Όλοι οι στίχοι και η μουσική, με εξαίρεση ένα τραγούδι, γράφτηκαν από τον Mustaine. Το “Never Walk Alone… A Call to Arms” γράφτηκε από κοινού από τον Mustaine και τον κιθαρίστα Glen Drover.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 835 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.