Απέφυγα σαν ο «αντίχριστος το λιβάνι» τις διαρροές και τις πληροφορίες που συνεχώς περνούσαν από το χρονολόγιό μου, εδώ και καιρό από το εξωτερικό. Προς αποφυγή της οιασδήποτε επιρροής στην κρίση, όντας σε προσπάθεια να παραμείνω όσο αποστασιοποιημένος γίνεται, όσο δύσκολο και αν είναι για έναν, ες αεί (ως επικοινωνημένο), οπαδό της μπάντας.
Ακόμα και όταν ήρθε νωρίτερα το album στα χέρια μου, επέλεξα να αναμένω την προβολή της ταινίας, όπου εκτιμάται διατήρησα την αντικειμενικότητά μου και παραμέρισα τις αστείρευτες δόσεις συμπάθειας και εκτίμησης.
Τα αρχικά «δείγματα γραφής» μάλλον προβλημάτισαν και μπέρδεψαν, με την αρχική σκέψη να το τοποθετεί χαμηλότερα στην αναπόφευκτη σύγκριση με το “Hardwired….to Self-Destruct”, τουλάχιστον προσωρινά. {Κάτι ανάλογο (ίσως και χειρότερο) έγινε στο μυαλό του γράφοντα και με το “Patient Number 9”, μέχρι να φτάσει τα επίπεδα αντικρύσματος που θεωρώ θα το κατατάξουν μελλοντικά υψηλά στην δισκογραφία του}.
Η πρώτη, «κινηματογραφική» ακρόαση στην ολότητά του, δεν βοήθησε προς την πλήρη «διαλεύκανση» του τί μας είχαν παρουσιάσει. Κάποιες «εύπεπτες», άλλες πιο «δύστροπες» συνθέσεις, απαιτούσαν και σε καλούσαν σε πιο ενδελεχή «εξέταση». Με υπόψη, την «υποσημείωση» του Hetfield στην ταινία (πέραν του T-Shirt των Sabbath), που αποδεικνύει τα κ@κ@λ@ που έχουν να σχολιάζουν τις καινούριες συνθέσεις, βάσει, και με σημείο αναφοράς τις υπερήφανες επιρροές τους, αφήνοντας «λοιπούς συγγενείς», να αναζητούν μάταια «παρθενογενέσεις», που όσο και αν εκτιμούν, δε βρίσκουν πουθενά.
Ανατρέχοντας κάποιος στο βιβλιαράκι με τους στίχους, θα συναντηθεί σε κάθε «γωνιά» και σύνθεση, με τα βιώματα, τα αδιέξοδα, τα «σκοτάδια», τη διαδρομή, τους «δαίμονες» και τις λυτρώσεις του James και των όσων έχει περάσει, πρόσφατα ή μη, θαρρείς και υπάρχει ένα déjà vu, από εκείνο το «κατακρεουργημένο» “St.Anger”. Ειλικρινή, βιωματικά, διαρκώς παρόντα, ξεμπροστιάζοντας χλευαστικές και ειρωνικές συμπεριφορές, εδραζόμενες αποκλειστικά σε νούμερα τραπεζικών λογαριασμών, και «σταμπάροντάς» τες με τη «σφραγίδα» της…παρωδίας. Θαρρείς και δεν είναι το ζητούμενο οι καλλιτέχνες να ορμώνται από τις καταβολές και εμπειρίες τους, δημιουργώντας τους δικούς τους, αλλά και δικούς μας «λιμένες, συναισθηματικού κατάπλου». Από τα «ενδότερα» του “Room of Mirrors”, αναδύεται πιθανότατα όλη η νεογνική πεμπτουσία του “72 Seasons”, όπως αποτυπώνεται στις αράδες….
“So I stand here
Before you
You might judge
You might just bury me”
Η ταινία και τα όσα ακούστηκαν σε αυτήν, δεν μας έκαναν πολύ σοφότερους, όμως με διέψευσαν σε χρόνιες απόψεις, πρόσφατα επίσημα εκπεφρασμένες. Όπως με την έτι περαιτέρω συμβολή του Hammett στο “72 Seasons”, μετά και την έκδοση του δικού του EP. Τα solos του, που γίνονται συχνά αντικείμενο συζητήσεων παγκοσμίως, θα αγαπηθούν ή μισηθούν ακόμα μία φορά.
Οι, ως επί το πλείστον, mid-tempo συνθέσεις, μπορεί να σε «ταξιδέψουν» κυρίως στα “Load” και “Reload”, αλλά διάσπαρτα στη μουσική τους «θάλασσα», θα συναντήσεις εκτός από το “Kill ’em All”, το “Black Album”, αλλά ακόμη και το “….And Justice For All” να «κρύβεται» ανάμεσα σε κάποιες νότες. Ωσάν μία ακόμα επιτηδευμένη αναφορά, είτε στο πλαίσιο του concept είτε υπό μορφή απαντήσεων του στυλ….«Πότε θα κάνουν ένα thrash album; -Πάρε ένα “Hardwired….to Self-Destruct”». ….«Θα κάνουν πάλι κάτι αντίστοιχο; -Λυπάμαι, αλλά στεγανά και καλούπια δεν είναι αποδεκτά».
Ακόμη και να καθόμουν να αναλωθώ σε σκέψεις του ποιο θα αφαιρούσα ώστε να αναδειχθεί, «ανέπαφα» και χωρίς συνέπειες το album, ακόμα και αν έλεγα ότι θα κατέληγα στο “Crown of Barbed Wire”, εκεί κάπου θα ξεπρόβαλαν λέξεις καίριες και «στιγματικές» για τον δημιουργό, που θα το καθιστούσαν απαγορευτικό. “So tight, this crown of barbed wire, this rusted empire I own, bleed as I rust on this throne”.
Κι εκεί που αμφισβητείται η ειλικρινής πρόθεση και αγάπη προς τη μουσική ενός ανθρώπου, που δακρύζει ακούγοντας (από όχι κάποιον τυχαίο) ότι το “Nothing Else Matters” είναι από τα ομορφότερα κομμάτια που έχουν γραφτεί, και εν μέσω πολλών αξιομνημόνευτων στιγμών, όπως (ενδεικτικά), το μέσον του “You Must Burn!” ή η χαρακτηριστική μελωδικότητα στο “Too Far Gone?”, «πετιέται» κι αυτή του εκπληκτικού “Room of Mirrors”. Και ενώ μπορεί να κλείσει κάλλιστα το δίσκο με ένα ακόμα κομμάτι «τσόντα», σου έρχεται αυτή η 11άλεπτη «κεραμίδα» που ακούει στο όνομα “Inamorata”, το μακροσκελέστερο που έχουν γράψει ποτέ, και μένεις αποσβολωμένος και ακούραστος να το θαυμάζεις και να αναρωτιέσαι ποιο μέρος του είναι το καλύτερο και πόσες ομορφιές (όπως το μπάσο στο μέσον) έχουν συμπεριλάβει σε αυτόν τον «μουσικό κήπο». Όπως, και αν ο Hetfield συμφωνεί, όπως φαίνεται να εννοείται με το τέλος του δίσκου, ότι πρόκειται για το καλύτερό του.
Γιατί όσο και αν ένας όρος είναι παντού και πρωταγωνιστεί…. “Misery, she needs me, oh, but I need her more, she kills me, oh, but I end this war!”
Η «οπαδική αντιπαλότητα», που δεν είναι ίδιον μόνο των Ελλήνων (σε κάθε άρθρο σχετικό, να διαβάζεις για Maiden ή τον Mustaine και το αντίστροφο, μάλλον τοποθετείται στο όριο του….γραφικού), δε μπορεί να είναι αποδεκτή. Προσωπικά, όσο και να με απογοήτευσε η ισχυρή προσωπικότητα που ακούει στο όνομα Bruce Dickinson, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του, δε μπορώ να τον υποβαθμίσω αξιακά.
Η κριτική, η συμπάθεια ή μη στη μουσική τους ή η απαξίωση, είναι δικαίωμα του καθενός και ενδεχομένως το προκάλεσαν με τη «στροφή» τους ενσυνείδητα. Το αν κάποιος επέλεξε το «αλώβητο» και όχι να πειραματιστεί (εκ του αποτελέσματος επιτυχημένα, όπως τουλάχιστον στο “Metallica” και το “Load”), δεν είναι αξιωματικά τιμητικότερο, απλά σίγουρα πιο ασφαλές.
Το “72 Seasons”, εν προκειμένω, θα στέκει αγέρωχο, σαν ένας ακόμα ποιοτικός, ξεχωριστός δίσκος στην ιστορική και υπερήφανη δισκογραφία τους (καθώς τείνει να ολοκληρωθεί), για κάθε ανοικτόμυαλο και μη προκατειλημμένο «δέκτη» και κοινωνό του. Μία πρωτοφανής ενδοσκόπηση, μία ειλικρινής παρουσίαση των εσώτερων του βασικού «στυλοβάτη» της πορείας τους, εμπεριέχοντας μερικά από τα «ενδοξότερα» συστατικά της. Όσοι αναπολούν και ανατρέχουν σε συγκρίσεις με μνημεία της παγκόσμιας μουσικής κληρονομιάς που μας παρέδωσαν, όπως τα πρώτα τους αριστουργήματα, ίσως ψάχνουν άλλοθι για να «πυροβολήσουν» τη «φιγούρα» τους, αδυνατώντας ή αρνούμενοι να την προσεγγίσουν, προβάλλοντας ως εφάμιλλα, δημιουργήματα που, στις περισσότερες των περιπτώσεων, αν και δεν προσεγγίζουν ακόμα και αυτό το επίπεδο, πάραυτα παρουσιάζονται σαν….. «μουσικοί ανδριάντες». Μοιάζει σαν την περίπτωση του «διαρκούς διασώστη» τους (κι εγώ έχω αναρωτηθεί πώς θα ήταν αν είχαν drummer τον Lombardo ή τον Portnoy), που «εξευτελίζεται» χλευαζόμενος, παρότι επαγγελματίες του είδους παραδέχονται την αξία του.
Για τον γράφοντα, το πρωτοφανές «άνοιγμα ψυχής», όποιοι και αν ήταν στο στερεοφωνικό μου, δε θα μπορούσε να λοιδορηθεί. Κάνοντας εικόνα ο οιοσδήποτε τον εαυτό του σε ένα δωμάτιο με καθρέφτες, κοιτώντας εαυτόν στα μάτια και αναρωτώμενος για την αντικειμενικότητά του, δεν ξέρω αν θα μπορούσε να καταφύγει σε απαξιωτικές απόψεις τόσο…. «ασφαλώς». Διότι ίσως….. “Who’s the next witch you must burn?….You are the witch you must burn”, αλλά και επειδή…. “Without darkness there’s no light….meet the ghosts where I reside….naked, broken, beat, and scarred”.
Tracklist:
72 Seasons
Shadows Follow
Screaming Suicide
Sleepwalk My Life Away
You Must Burn!
Lux Æterna
Crown of Barbed Wire
Chasing Light
If Darkness Had A Son
Too Far Gone?
Room of Mirrors
Inamorata
Είδος: Heavy Metal
Εταιρεία: Blackened Recordings
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 14 Απριλίου 2023
Produced by Greg Fidelman with Hetfield & Ulrich
Mixed by Greg Fidelman
Mastered by Bob Ludwig
Design and Art Direction by David Turner, Jamie McCathie & Ian Conklin
Cover & Object Photography by Stan Musilek
Οι Metallica είναι:
James Hetfield – Vocals, Guitar
Lars Ulrich – Drums
Kirk Hammett – Guitar
Robert Trujillo – Bass
Metallica on the web:
Official Page
Facebook
Instagram
Twitter
YouTube Channel