Articles – METALLICA: 72 Seasons Global Premiere

ARTICLE

Metallica global premiere 72 Seasons, Village Cinemas Λάρισα- Γράφει ο Γιώργος Γεωργίου

Μια Πέμπτη που έγινε Μεγάλη, όχι απλά για την ορθοδοξία, αλλά για την απανταχού μεταλλική κοινότητα, ήταν η 13η Απριλίου, καθώς αποτέλεσε την πρεμιέρα της ταυτόχρονης παγκόσμιας παρουσίασης του νέου άλμπουμ των Metallica, με τον τίτλο “72 Seasons”. Μια οπτικοακουστική εμπειρία στις οθόνες των κινηματογράφων του πλανήτη επιλέχθηκε από το management της μπάντας να μας συστήσει το ενδέκατο στούντιο άλμπουμ τους.

Ακόμα και για ένα τέρας της βιομηχανίας της μουσικής, είναι πια σήμερα αυτονόητο και δεδομένο πως το μεγάλο μέρος της πίτας βρίσκεται στις περιοδείες και τις συναυλίες. Το πρώτο πράγμα λοιπόν που έγινε, μόλις έσβησαν τα φώτα, και η προβολή άρχισε, ήταν η προώθηση της περιοδείας του νέου δίσκου, με τα ήδη γνωστά δεδομένα των διπλών εμφανίσεων με τελείως διαφορετικά setlists, σε μεγάλες πόλεις του πλανήτη. Το teaser για την επικείμενη περιοδεία ήταν πραγματικά εντυπωσιακό, αναδεικνύοντας με έναν εύστοχα χρησιμοποιημένο συνδυασμό εικόνας και ήχου το τεράστιο μέγεθος της μπάντας στο σανίδι, τη σημασία του ονόματος στη σημερινή πραγματικότητα, και την απίθανη μαζικότητα που ελάχιστα σχήματα στο χώρο έχουν σήμερα.

Βέβαια, αν η μαεστρική λειτουργία της εικόνας με τον ήχο στο ξεκίνημα, έδωσε γενναίες εντυπώσεις για τη συνέχεια, η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Το όλο concept ήθελε να διατηρήσει μια in your face αισθητική και νοοτροπία, σίγουρα δεν στόχευε σε εμβαθύνσεις, δυσνόητες προσεγγίσεις και δημιουργία εντυπώσεων για τους δημιουργούς που δεν ισχύουν στην πραγματικότητα, αλλά σύμφωνα με την ταπεινή μου άποψη, ήταν πολύ πρόχειρο.

Η διαδοχή γινόταν από τους σχολιασμούς κάθε τραγουδιού από ορισμένους από τη μπάντα και αμέσως στη συνέχεια την προβολή του αντίστοιχου βίντεο που υποστήριζε το τραγούδι. Δεν γνωρίζω αν ο ίδιος καναπές πάνω στον οποίο κάθονταν κάθε μέλος είχε κάποια σημειολογική και συμβολική ψυχοθεραπευτική σημασία που εξυπηρετούσε το συγκεκριμένο θέμα του δίσκου, με τα πρώτα 18 χρόνια που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα μας και τα σχετικά, αλλά η επανάληψη, η προβλεψιμότητα και η φτώχεια της αισθητικής αυτής ήταν όλα μαζί πολύ λίγα για το εγχείρημα. Θεμιτή και η επιδερμική προσέγγιση των θεμάτων, με σχόλια που είχαν περισσότερο να κάνουν με τα μουσικά μικρά μυστικά κάθε τραγουδιού, αλλά αν προσθέσεις και ένα πιο ενδιαφέρον σχόλιο πάνω στη θεματική αφετηρία, δεν θα σε πουν και φιλόλογο…

Και περνάμε στο μεγαλύτερο μειονέκτημα της παρουσίασης, που ήταν τα συνοδευτικά βίντεο. Προσωπικά μιλώντας, βαριέμαι αφόρητα και ίσως και να απεχθάνομαι την αλόγιστη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας, την αποδέχομαι όμως και την αντιμετωπίζω διαφορετικά σε καλλιτέχνες μικρών οικονομικών δυνατοτήτων που θα επιχειρήσουν να προωθήσουν τη μουσική τους με μικρό κόστος. Ακόμα βέβαια και σε τέτοια επίπεδα, πρωτεύοντα ρόλο παίζει η αισθητική της χρήσης της ψηφιακής τεχνολογίας. Εδώ οι Metallica κατάφεραν και έπιασαν πάτο σε όλα. Συνολικά η δουλειά της οπτικής ανάπλασης ήταν φτηνιάρικη και πρόχειρη και σε κάποια συγκεκριμένα βίντεο, το απόλυτο τίποτα. Έχοντας να κάνουμε με έναν δίσκο που επικεντρώνεται στην ταυτότητα και τον χαρακτήρα του ανθρώπου, στη συγκεκριμένη διαδρομή που δομείται το είναι κάποιου, όλες οι οπτικές ευαισθησίες πήγαν πραγματικά περίπατο. Σε μια θεματική απόπειρα λοιπόν στην οποία επιχειρείς να ξεσκεπάσεις , να αποκαλύψεις, να εκμαιεύσεις τα μυστικά που υπάρχουν μέσα σου στην πιο κρίσιμη περίοδο της ζωής σου, στις οθόνες δεν εμφανίστηκε τίποτα πραγματικό, τίποτα που να σέβεται την πραγματική ζωή, τη μικρή προσωπική αλήθεια κάπου. Μια παρατεταμένη ζάλη από εφέ, ένα κοκτέιλ κανονικών πλάνων της μπάντας που παίζει με ψηφιακές παρεμβάσεις που προσπαθούσαν να εμπλουτίσουν το αποτέλεσμα, αλλά μάλλον το ευτέλιζαν, ενώ αλλού, σε ολόκληρα τραγούδια, προγραμματισμένες ψηφιακές χαράξεις και πρόοδοι μηδενικού ενδιαφέροντος και φυσικά χωρίς ίχνος συναισθήματος. Ο γενικός συνδυασμός όλων συνολικά, σχημάτιζε την εντύπωση μιας πολύ βιαστικής ιδέας χωρίς βάθος και ευελιξία, χωρίς έμπνευση, χωρίς ταλέντο από αυτούς που το επιμελήθηκαν.

Για τον δίσκο θα είμαι σύντομος, καθώς θα ακολουθήσει τις επόμενες μέρες λεπτομερής παρουσίαση. Ας μην ξεχνάμε πως οι μεγάλοι άνθρωποι έχουν και μεγάλους εχθρούς. Το μίσος φιλτράρει τόσο τις δουλειές τους , όσο φιλτράρει και την εικόνα κάποιου που πυροβόλησε κάπου κάποτε μια αρκούδα… Είναι γνωστό πως οι Metallica έχουν καθιερώσει τις δικές του μανιέρες, και το μεγάλο τους προσόν είναι πως αυτές πάντα αναδεικνύουν εκείνα τα στοιχεία της μουσικής αυτής που εύκολα δημιουργούν εθισμό. Τόσα χρόνια πια, έχουν μάθει με ακρίβεια να διαχειρίζονται τις αρχέγονες αγάπες τους για το NWOBHM, το punk rock, το hard rock (εδώ ίσως ακόμα περισσότερο με τις ευπρόσδεκτες και πιο συχνές δισολίες), όλα τα αθάνατα κλασικά χαρμάνια του σκληρού ήχου. Τα πρόσφατα σκοτεινά βιώματα του Hetfield που αποτελεί και τον βασικό θεματικό εκφραστή τους ανοίγουν όμως σε ένα φάσμα πιο πολυσχιδές από το προηγούμενο άλμπουμ. Οι Metallica εκμεταλλεύονται έξυπνα και ισορροπημένα το ταλέντο τους με τους ρυθμούς τα ριφ, τις λεπτομέρειες στις μεταβάσεις των τραγουδιών. Υπάρχουν αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα μέσα, από αυτά τα αναμενόμενα δικά τους singles, μέχρι εσωτερικά ταξίδια σαν το “Inamorata”. Μέσα σε όλες τις ακρότητες που συνοδεύουν κάθε νέα δουλειά τους από τότε που άγγιξαν την κορυφή, η αλήθεια βρίσκεται πάλι κάπου στη μέση. Υπάρχουν και αδύναμες στιγμές (με έξυπνα διαστήματα, είναι αλήθεια), αλλά αν η ουσιαστική ερώτηση είναι αν θα βάλω να ακούσω πάλι τον δίσκο, η απάντηση είναι “ναι”.

Άλλωστε, όσο και αν φαίνεται παράξενο σε μερικούς, σε έναν κόσμο με αμέτρητους doom, stoner και vintage κλώνους, οι Metallica παραμένουν σήμερα η εξυπνότερη και περισσότερο Sabbath-driven μπάντα του πλανήτη, και το T-shirt “Never Say Die” του James στην παρουσίαση, ήταν το πιο άμεσο και ξεκάθαρο σινιάλο…

Metallica global premiere 72 Seasons, Village Cinemas Ρέντη – Γράφει ο Νίκος Κορέτσης

Ο οργανισμός (γιατί περί τέτοιου πρόκειται) που ακούει στο όνομα Metallica, κυκλοφόρησε αισίως το 11ο στούντιο άλμπουμ του. Αυτή τη φορά οι Αμερικανοί επέλεξαν μία ημέρα πριν την παγκόσμια κυκλοφορία του (14/4) να προβάλουν στις κινηματογραφικές αίθουσες ολόκληρο το άλμπουμ. Και όταν το μέγεθος των Metallica κάνει ανακοινώσεις, φαίνεται πως σχεδόν ολόκληρος ο πλανήτης συντονίζεται με αυτούς. Για να είμαι ειλικρινής, δεν είχα σκοπό να τραβηχτώ σε κάποιο σινεμά για να δω την παρουσίαση ενός άλμπουμ, ενώ θα το είχα στα χέρια μου την επόμενη ημέρα. Πολύ δε περισσότερο μετά από εκείνο το φιάσκο του 2013 με την ταινία (ο θεός να την κάνει) “Through The Never”. Λαμβάνοντας όμως την πρόσκληση από τον Σταύρο Βλάχο, αποφάσισα να κατηφορίσω το ποτάμι προς το Ρέντη και να ακούσω το άλμπουμ λίγες ώρες πριν τους υπόλοιπους.

Πριν προχωρήσω θα ήθελα, να σταθώ λίγο στο πως αντιμετώπισαν το γεγονός οι κινηματογραφικές αίθουσες. Βλέποντας αργότερα υλικό από αίθουσες ανά τον κόσμο, διαπίστωσα πως η προβολή ενείχε κάποιου είδους “εορταστικό” χαρακτήρα. Αφίσες, ειδικά hard copy εισιτήρια κτλ. προϊδέαζαν τους παρευρισκόμενους πως κάτι γίνεται εδώ. Αντιθέτως, στα μέρη μας ο μόνος τρόπος για να καταλάβεις πως παιζόταν κάτι σχετικό με τους Metallica ήταν οι θεατές που έσκαγαν μύτη με τα ανάλογα t-shirts. Τσάμπα ο κόπος μου τελικά που αποφάσισα να παίξω «επικίνδυνα» πηγαίνοντας σε πρεμιέρα άλμπουμ των Metallica με μπλουζάκι Megadeth.

Ξεκινώντας με μια παρουσίαση των δυνατοτήτων της αίθουσας με σύστημα Dolby Atmos, οι οποίες σε κινηματογραφικές ταινίες πραγματικά πρέπει να προσφέρουν τρομερή εμπειρία, πίστεψα πως θα ακούσω το άλμπουμ υπό μια άλλη διάσταση απ’ ότι στο σπίτι μου. Δε συνέβη κάτι τέτοιο αλλά πάμε παρακάτω. Στο σχολιασμό της μπάντας υπήρχαν υπότιτλοι όπως είναι φυσικό, όμως στα Αγγλικά. Οκ, δε μιλούσαν και για φιλοσοφικά θέματα αλλά δεν είναι όλοι αγγλομαθείς ρε άνθρωποι, αφού υπήρχαν και αρκετά παιδιά με τους γονείς τους εκεί. Στην Ιταλία δηλαδή γιατί είχαν υπότιτλους στη γλώσσα τους;

Ξέραμε πως η προβολή θα αφορούσε video των τραγουδιών με ενδιάμεσο σχολιασμό από τα μέλη της μπάντας. Ξέραμε πως δε θα ακούγαμε ενδοσκοπικά το άλμπουμ (αυτό γίνεται την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές) αλλά θα παίρναμε μια πρώτη γεύση από αυτό. Αυτό έγινε, αλλά θεωρώ πως δεν έγινε με τον τρόπο (που θα ήθελα εγώ) που ίσως αρμόζει στη μεγαλύτερη μπάντα αυτή τη στιγμή στον πλανήτη. Και αυτό γιατί κάποια από τα video φάνταζαν ως προχειροδουλειές. Να με συμπαθάτε αλλά δεν έχω καλλιτεχνική ματιά κι αν είχα ένα από τα video (δε θυμάμαι ποιο) φρόντισε να την αφαιρέσει. Συγγνώμη αλλά δεν πήγα σινεμά για να δω μια χαλασμένη κινούμενη εικόνα από Atari. Στο ενδιάμεσο κομμάτι των σχολιασμών, τα μέλη της μπάντας εστίασαν σε λίγες μόνο πληροφορίες γύρω από το μουσικό κομμάτι των τραγουδιών, το οποίο στην τελική μπορείς να διαπιστώσεις και μόνος σου ακούγοντάς τα. Θα ήθελα λίγα παραπάνω μη εμφανή «μυστικά» γύρω από το κάθε τραγούδι, έτσι για να πούμε ότι εμβαθύναμε και λίγο παραπάνω. Στο τέλος θα πει κάποιος: «μα καλά ρε μεγάλε, μας γράφεις όλο παράπονα και αρνητικά. Και γιατί πήγες τότε;» Μα γιατί είναι οι Metallica φυσικά κατά πρώτον. Και κατά δεύτερον για να ξέρετε πως δε χάσατε δα και κάτι τόσο συγκλονιστικό. Μπορείς να «βουτήξεις» στο “72 Seasons” και χωρίς την κινηματογραφική του απεικόνιση.

Επειδή όμως στον επίλογο ταμείο κάνει η μουσική, το πρόσημο της βραδιάς ήταν θετικό παρά τις όποιες δικές μου γκρίνιες. Αναλυτικότερη αναφορά για το άλμπουμ θα υπάρξει σύντομα, όμως θα συμφωνήσω μέχρι τελείας με τα ανωτέρω γραφόμενα σχετικά με το περιεχόμενο και την ποιότητά του. Δεν περιμένω από τους Metallica εν έτει 2023 να με συνταράξουν συθέμελα. Το έχουν πράξει πάμπολλες φορές στο παρελθόν. Μου αρκεί που βλέπω το δεξί χέρι του 60άρη Hetfield να δημιουργεί ακόμα, έστω και με πιο αδύναμο downpicking. Τον μισητό για πολλούς Ulrich να γελάει σαρκαστικά με τους haters γνωρίζοντας τι έχει προσφέρει ο ίδιος στη μουσική. Τον πάντα χαμηλών τόνων Hammett να ξαναβρίσκει, μαζί με το κινητό του, και την έμπνευσή του. Τον μουσικό (γιατί πολλοί το προσπερνούν) Trujillo να αποδεικνύει πως δεν είναι ο μπασίστας που συμπληρώνει απλώς το line-up. Μου αρκεί που οι τέσσερείς τους παρ’ότι απαντώνται σχεδόν παντού (σαν την κοακόλα) παραμένουν οπαδοί αυτής της μουσικής που οι ίδιοι αγάπησαν και έκαναν εκατομμύρια κόσμο να την αγαπήσει και αυτός. Επιβεβαιώνεται από το “Never Say Die” t-shirt του Hetfield μέχρι τις ευθείες ματιές στα ινδάλματά τους Thin Lizzy, Black Sabbath, Diamond Head κτλ. Στο «αιώνιο» δίλημμα «Metallica ή φάπα», πάντα το όνομά τους θα είναι η πρώτη επιλογή. Οι υπόλοιποι μπορούν να καθίσουν αναπαυτικά στον (Γήινο) «άξονα» ο οποίος εν τω μεταξύ μετακινείται κατά μία μοίρα κάθε φορά που οι Metallica απασχολούν την παγκόσμια μουσική κοινότητα.

Γράφει ο Σταύρος Βλάχος

Το “72 Seasons” βρέθηκε στα χέρια μου το μεσημέρι της Πέμπτης 13 Απριλίου, και ενώ αρχικά υπέκυψα στον πειρασμό και έβαλα να ακούσω το πρώτο κατά σειρά άγνωστο κομμάτι, το “Shadows Follow”, ώστε να ακούσει μερικές νότες και ο μερικών μηνών γιος μου, στη συνέχεια επέλεξα την εγκράτεια, χαρακτηριστικό των ημερών, σκεφτόμενος ότι θα ήταν προτιμότερο να το βιώσω στην ολότητά του με την ιδέα που σκαρφίστηκε η μπάντα, κατά την πρεμιέρα στους κινηματογράφους όπου είχα κλείσει θέση εδώ και μέρες.

Γεγονός που συνάμα με την επικείμενη περιοδεία τους και την εμφάνιση με δύο setlists ανά πόλη-σταθμό της, πρόβαλλε με ενδεικτικό τρόπο ότι δεν εφησυχάζουν και ασχολούνται συνεχώς με καινούριες ιδέες για να επικοινωνήσουν την μουσική τους.

Η προβολή και ακρόαση δε με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας ήχου, παρείχε όλα τα εχέγγυα για μία ανεπανάληπτη εμπειρία. Με ολοκληρωμένη όμως τη βραδιά, δεν ξέρω πόσοι έμειναν ενθουσιασμένοι με το συνολικό αποτέλεσμα….αλλά μάλλον δεν ήταν πολλοί.

Θετικό πρόσημο όσον αφορά στην «πρόθεση» της διαδικασίας του να δώσουν μερικές λεπτομέρειες ως προς την δημιουργία εκάστου κομματιού, πλην όμως και εκεί ο βαθμός επιτυχίας δεν ήταν ικανοποιητικός. Περισσότερο αναλωθήκαν στο πώς εισπράττουν οι ίδιοι κάθε σύνθεση και λιγότερο στα προαναφερθέντα, από τα οποία ο ακροατής-θεατής θα κέρδιζε σαφώς και θα βοηθούνταν να έμπαινε στο κλίμα του διαστήματος που η τετράδα πέρασε, αλλά και εγγύτερα στην πεμπτουσία της δημιουργίας του “72 Seasons”.

Ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο και το αποτέλεσμα της διανομής της οπτικοποίησης σε διαφορετικούς σκηνοθέτες (πλην του Tim Saccenti, ο οποίος βέβαια ήταν ο Creative Director), που θαρρείς σε 2-3 περιπτώσεις «παίρνουν ποσοστά» από οφθαλμιάτρους, αφού τα οπτικοποιημένα δεν ήταν απλά ανυπόφορα για τα μάτια μας, αλλά πραγματικά αδύνατον να τα παρακολουθήσεις, κουράζοντας και «εκμαιεύοντας» και κάποια Ελληνικά….Γαλλικά! Ατυχής μάλλον και ακόμα μία έμπνευση αναπαράστασης στην οθόνη της μπάντας και σε μία ακόμα σύνθεση, σε περιβάλλον….ATARI!

Συνοψίζοντας, ενδεχομένως καλές οι προθέσεις, πλην όμως μη αποδεκτό το τελικό αποτέλεσμα αναλογιζόμενος το brand name.

Για τη μουσική πλευρά, που περιείχε πιο «εύπεπτα» αλλά και πιο «δύσκολα» κομμάτια, θα τα πούμε οσονούπω….

METALLICA on the web:
Official Page
Facebook
Instagram
YouTube Channel
Tik Tok
Twitter
LnkTree

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 833 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.