Τον Ιούλιο του 1968, το αγγλικό ροκ συγκρότημα Yardbirds διαλύθηκε αφού δύο ιδρυτικά μέλη του, ο Keith Relf και ο Jim McCarty αποχώρησαν από το γκρουπ, ενώ ο Chris Dreja, έφυγε για να γίνει φωτογράφος λίγο αργότερα. Έμεινε μόνο ο κιθαρίστας Jimmy Page, διατηρώντας τα δικαιώματα στο όνομα και συμβατικές υποχρεώσεις για μια σειρά συναυλιών στη Σκανδιναβία.
Ο Page ζήτησε από τον έμπειρο παίκτη και ενορχηστρωτή John Paul Jones να γίνει μπασίστας και ήλπιζε να στρατολογήσει τον Terry Reid ως τραγουδιστή και τον BJ Wilson των Procol Harum ως ντράμερ. Ο Wilson ήταν ακόμα αφοσιωμένος στους Procol Harum και ο Reid αρνήθηκε να συμμετάσχει, αλλά συνέστησε τον Robert Plant, ο οποίος συναντήθηκε με τον Page στο boathouse του στο Pangbourne του Berkshire τον Αύγουστο για να μιλήσουν για τη μουσική και να δουλέψουν σε νέο υλικό.
Οι Page και Plant συνειδητοποίησαν ότι είχαν καλή μουσική χημεία και έτσι ο Plant ζήτησε από τον φίλο του John Bonham να παίξει ντραμς για το νέο γκρουπ. Το line-up των Page, Plant, Jones και Bonham έκανε για πρώτη φορά πρόβα στις 19 Αυγούστου 1968 (την ημέρα πριν από τα 20ά γενέθλια του Plant), λίγο πριν από μια περιοδεία στη Σκανδιναβία ως The New Yardbirds, ερμηνεύοντας κάποιο παλιό υλικό των Yardbirds καθώς και νέα τραγούδια όπως ” Communication Breakdown”, “I Can’t Quit You Baby”, “You Shook Me”, “Babe I’m Gonna Leave You” και “How Many More Times”. Αφού επέστρεψαν στο Λονδίνο μετά την περιοδεία, ο Page αλλάζει το όνομα του συγκροτήματος και οι Led Zeppelin μπαίνουν στα Olympic Studios στις 11 μ.μ. στις 25 Σεπτεμβρίου 1968 για να ηχογραφήσουν το ντεμπούτο τους.
Το album κυκλοφορεί το 1969 και σύμφωνα με τον Page, χρειάστηκε μόλις 36 ώρες για να ηχογραφηθεί (σε διάστημα μερικών εβδομάδων) προσθέτοντας ότι το γνώριζε λόγω του ποσού που χρεώθηκε στον λογαριασμό του στούντιο. Ένας από τους κύριους λόγους για το σύντομο χρόνο ηχογράφησης ήταν ότι το υλικό που επιλέχθηκε για το album είχε δοκιμαστεί καλά και είχε επιλεγεί από το συγκρότημα στη σκανδιναβική περιοδεία. Το εξώφυλλο του “Led Zeppelin”, το οποίο επέλεξε ο Page, παρουσιάζει μια ασπρόμαυρη εικόνα του φλεγόμενου αερόπλοιου Hindenburg, όπως φωτογραφήθηκε από τον Sam Shere στις 6 Μαΐου 1937, κατά τη διάρκεια της καταστροφής του. Η εικόνα αναφέρεται στην προέλευση του ίδιου του ονόματος της μπάντας. Όταν ο Page, ο Jeff Beck και οι Keith Moon και John Entwistle των The Who συζητούσαν την ιδέα του σχηματισμού ενός γκρουπ, ο Moon αστειεύτηκε: “Μάλλον θα περνούσε σαν μολύβδινο μπαλόνι”, με τον Entwistle να φέρεται πως απάντησε: “ένα μολυβένιο Ζέπελιν” (a lead Zeppelin).
1965 – Ο Rob Zombie (γεννημένος Robert Bartleh Cummings) είναι Αμερικανός μουσικός, τραγουδιστής, τραγουδοποιός, παραγωγός δίσκων και κινηματογραφιστής. Η μουσική και οι στίχοι του ξεχωρίζουν για τα θέματα τρόμου και επιστημονικής φαντασίας και οι ζωντανές εμφανίσεις του έχουν επαινεθεί για την περίτεχνη ροκ θεατρικότητα τους. Έχει πουλήσει περίπου 15 εκατομμύρια album παγκοσμίως με τη μπάντα του, τους White Zombie.
1970 – Γεννιέται στο Long Beach της Καλιφόρνια ο Zach de la Rocha Αμερικανός μουσικός, τραγουδιστής, τραγουδοποιός, ράπερ και πολιτικός ακτιβιστής. Είναι γνωστός ως τραγουδιστής και στιχουργός του ροκ συγκροτήματος Rage Against the Machine. Μέσω των Rage Against the Machine και του ακτιβισμού του, ο De La Rocha προωθεί την αριστερή πολιτική ενάντια στις μεγάλες εταιρείες της Αμερικής, το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα και την κυβερνητική καταπίεση. Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν έξι ετών και μετακόμισε με τη μητέρα του από το Ανατολικό Los Angeles στο Irvine. Ο De La Rocha αργότερα περιέγραψε το Irvine ως “μια από τις πιο ρατσιστικές πόλεις που μπορεί κανείς να φανταστεί” τονίζοντας ότι “αν ήσουν Μεξικανός στο Irvine, ήσουν εκεί επειδή είχες μια σκούπα ή ένα σφυρί στο χέρι σου”.
Το ενδιαφέρον του De la Rocha για punk rock συγκροτήματα όπως οι The Clash, Misfits, The Sex Pistols και Bad Religion εξαπλώθηκε και για άλλες μπάντες όπως οι Minor Threat, Bad Brains και The Teen Idles. Το 1987, εντάχθηκε στο συγκρότημα Hard Stance, το οποίο μετά την ανάληψη των φωνητικών από τον Zach μετονομάζεται σε Inside Out. Μετά τη διάλυσή τους το 1991, ο De La Rocha άρχισε να παίζει freestyle hip hop σε τοπικά κλαμπ, σε ένα από τα οποία τον πλησίασε ο πρώην κιθαρίστας των Lock Up, Tom Morello, και τον έπεισε να σχηματίσουν ένα συγκρότημα. Ο Morello στρατολόγησε τον πρώην ντράμερ των Greta, Brad Wilk και ο De La Rocha έφερε τον πρώην σύντροφό του στους Juvenile Expression, Tim Commerford, για να παίξει μπάσο. Το συγκρότημα πήρε το όνομά του από έναν ακυκλοφόρητο δίσκο των Inside Out, ο οποίος θα ονομαζόταν “Rage Against the Machine”.
1987 – Το “The House of Blue Light” είναι το 12ο στούντιο album του βρετανικού ροκ συγκροτήματος Deep Purple, που κυκλοφόρησε από την Polydor. Ήταν η δεύτερη ηχογράφηση από την αναμορφωμένη σύνθεση των Deep Purple, τη γνωστή πλέον Mark II, και το 6ο album συνολικά με αυτή τη σύνθεση. Η δημιουργία του album ήταν μια εξαιρετικά μακρά και δύσκολη διαδικασία, την οποία ο τραγουδιστής Ian Gillan συνέκρινε με την ηχογράφηση του “Who Do We Think We Are” στη Ρώμη. Ο Gillan έχει παρατηρήσει πως οι τεταμένες σχέσεις μέσα στο συγκρότημα έβαλαν σε κίνδυνο το album: “Κοιτάω πίσω στο “House Of Blue Light”, υπάρχουν μερικά καλά τραγούδια σε αυτόν το δίσκο, αλλά κάτι λείπει από το συνολικό αποτέλεσμα. Δεν μπορώ να νιώσω το πνεύμα αυτής της μπάντας.
Μπορώ να δω ή να ακούσω πέντε επαγγελματίες να κάνουν το καλύτερο δυνατό, αλλά είναι σαν μια ποδοσφαιρική ομάδα, δεν λειτουργεί. Είναι σαν 11 σούπερ σταρ που παίζουν στο ίδιο γήπεδο αλλά δεν συνδέονται με την καρδιά ή το πνεύμα.” Ο κιθαρίστας Ritchie Blackmore είπε ότι πολλά από αυτά ηχογραφήθηκαν ξανά και ομολόγησε, “Νομίζω ότι έπαιξα σκατά σε αυτό” ενώ ο Jon Lord πρόσθεσε ότι “Το “House of Blue Light” ήταν ένα περίεργο άλμπουμ και δύσκολο να συντεθεί. Κάναμε το τεράστιο λάθος να προσπαθήσουμε να κάνουμε τη μουσική μας τρέχουσα. Ανακαλύψαμε ότι οι άνθρωποι δεν ήθελαν να το κάνουμε αυτό.” Παρά τις ανησυχίες του συγκροτήματος, το album έφτασε στο Νο10 στα charts του Ηνωμένου Βασιλείου, στο Νο34 στο Billboard 200 στις Ηνωμένες Πολιτείες και έφτασε στο Top 10 σε έξι άλλες χώρες.
1999 – Το “By Your Side” είναι το 5ο στούντιο albmu του αμερικανικού ροκ συγκροτήματος The Black Crowes, το οποίο κυκλοφόρησε από την Columbia Records.
2004 – Το “The Glorious Burden” είναι το 7ο album των Αμερικανών Iced Earth Είναι ένα concept album, το οποίο εξερευνά διάφορες στιγμές της στρατιωτικής ιστορίας. Είναι το πρώτο με τον τραγουδιστή Tim “Ripper” Owens, πρώην των Judas Priest και το μόνο με τον Ralph Santolla (RIP) στις κιθάρες. Ήταν επίσης το τελευταίο με τον μπασίστα James MacDonough και τον ντράμερ Richard Christy.
2007 – Οι Γερμανοί Grave Digger κυκλοφορούν το 13ο album τους με τίτλο “Liberty or Death” από την Locomotive Music. 13ο album και για τους Σουηδούς Therion με το “Gothic Kabbalah” το οποίο κυκλοφόρησε από τη Nuclear Blast.
2011 – Ο αριθμός 13 έχει την τιμητική του καθώς οι Stratovarius κυκλοφορούν το 13ο τους album με τίτλο “Elysium“. Είναι το τελευταίο τους album με τον επί σειρά ετών ντράμερ Jörg Michael, ο οποίος αποχώρησε από το συγκρότημα ένα χρόνο αργότερα.
2018 – Οι Σουηδοί Avatar κυκλοφορούν το 7ο album τους, “Avatar Country”. Οι Avatar αποκάλεσαν το εναρκτήριο κομμάτι, “Glory to Our King”, τον “εθνικό ύμνο” του album. Συγκεκριμένα, κάθε τραγούδι στο album έχει τη λέξη “King” στον τίτλο του.