
Μέσα από τις κοινωνικές υποχρεώσεις του εορταστικού τριημέρου, και ένα προσωπικό πρόγραμμα με αναποδιές, βρέθηκε τελικά η ποθητή πολυτέλεια να αποδράσουμε για τη δεύτερη –έστω- μέρα της “Heavy” πλευράς του φετινού “Horns Up Festival” στα Τρίκαλα. Με την ψυχή στο στόμα, μετά τη σύντομη διαδρομή, φτάσαμε στον φιλόξενο χώρο του “Andromeda”, και ο ήχος ήδη από το δρόμο μας φώναζε πως έχουμε αργήσει.
Μπαίνοντας, οι Αθηναίοι Deus Culpa βρίσκονται ήδη στο δεύτερο τραγούδι τους, οπότε οφείλω ήδη μια ειλικρινή και μεγάλη συγνώμη από τους Melinoë που άνοιξαν την βραδιά. Το κουαρτέτο των Αθηναίων είναι μια φρέσκια μπάντα, η οποία έχει κυκλοφορήσει ένα ΕΡ με τον τίτλο “Roots” το 2021, αλλά έχει αρκετό δικό του νεότερο υλικό από το επερχόμενο πρώτο άλμπουμ να προωθήσει. Έχοντας ένα μοντέρνο χαρμάνι από μελωδικό hard rock, σύγχρονο άμεσο metal με φιλικές φωνητικές μελωδίες, συγκροτημένα, δεμένα τραγούδια, έδωσαν ένα σετ που προσέγγισε άμεσα ακόμα και ετερόκλητους ακροατές στο κοινό. Με τους δυο βασικούς πρωταγωνιστές, τον τραγουδιστή Νίκο Τσιαμπάο και τον κιθαρίστα Lorentzo Buhagier να πατούν στο σταθερό υπόβαθρο του ντράμερ Δημήτρη Γκίνη και του μπασίστα Αυγερινού Μιχαηλίδη, οι Αθηναίοι περνούν μέσα στα φαινομενικά φωτεινά τους τραγούδια, ευαίσθητα κοινωνικά μηνύματα και ενστάσεις. Φάνηκε καθαρά πως είχαν και τους δικούς τους φίλους μεταξύ αυτών που τους άκουγαν για πρώτη φορά.

Την σκυτάλη πήραν οι Αμερικανοί Adamantis από τη Βοστώνη, μια μπάντα που ήδη βρίσκεται στην οικογένεια της No Remorse, συμπληρώνει μια δεκαετία δράσης και αυτές τις μέρες επιστρέφει με νέο άλμπουμ. Το power κουιντέτο δεν μας άφησε και πολλά περιθώρια, καθώς ανέβηκε στη σκηνή διψασμένο να κλέψει μάτια και αυτιά. Με μια επιθετική σκηνική παρουσία, ξεδίπλωσε το υλικό του με εκρηκτικό τρόπο, φανερώνοντας πόσο πιστεύει σε αυτό. Βυθισμένοι στα μυστικά του US power metal, δεν άφηναν στιγμή με παράπονα έναν ηρωικό λυρισμό που έβρισκε το δρόμο του τόσο από την εξαιρετική απόδοση του τραγουδιστή Jeff Stark, όσο και από τις όμορφες δισολίες τους. Ο Stark αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα με την εμφάνισή του στην ευδιάκριτη απόδοση των τραγουδιών, ύψωσε και το σπαθί του όταν χρειάστηκε και μας μετέφερε μια αύρα από άλλες εποχές. Οι Adamantis κράτησαν χωρίς έκπτωση την εμφάνισή τους στην ίδια ένταση και αφοσίωση και μόνο κέρδισαν από τη συμμετοχή τους στο φεστιβάλ.

Αλλάζοντας αισθητά ύφος και μουσικό χώρο, η σκηνή παραδίνεται στους Αθηναίους black metallers Dark Vision. Όντας μια μπάντα με μακριά ιστορία στην εγχώρια σκηνή, παρατάσσονται με κλασική σύνθεση των προσώπων που υπηρετούν το όραμα της μπάντας για δεκαετίες. Με δυο δίσκους που έχουν μεγάλη χρονικά απόσταση μεταξύ τους, έχουν φροντίσει να κρατήσουν το ενδιαφέρον των φίλων τους με μια σειρά από εμβόλιμα ΕΡ και singles. Το black metal τους έχει μια ευρύχωρη οργή που ξεσπά και παραμονεύει σε επιτακτικά ρυθμικά, βρίσκει χώρους να γίνει πιο ευρηματικό με κοφτά ριφ και στάσεις στις εκρήξεις του. Έχοντας έναν από τους καλύτερους ήχους της βραδιάς, και μια σκηνική παρουσία το λιγότερο πειστική, αν και πιο δίκαια επιβλητική, οι Dark Vision έπαιξαν ένα σετ συγκινητικής αφοσίωσης που μας έσπρωξε εύστοχα στον κόσμο τους. Οι δυναμικές τους, οι σωστές αναλογίες στη δομή και οι ισορροπίες στις διαθέσεις έκαναν την εμφάνισή τους να ρέει φυσικά και γρήγορα. Ήταν από τις κορυφαίες παρουσίες της βραδιάς και άξιζαν ακόμα περισσότερο κόσμο στο εσωτερικό του “Andromeda”.

Ένα διαφορετικό μακροχρόνιο και μακρινό μυστικό του underground διαδέχτηκε τους Αθηναίους blacksters: οι Αυστραλοί Raven Black Night, οι οποίοι παραμένουν ενεργοί από το 1999, με την πιο πρόσφατη δουλειά τους να έχει κυκλοφορήσει πριν περίπου πέντε χρόνια, με τον τίτλο “Run with the Raven”. Με την πρωταγωνιστική χαρακτηριστική φιγούρα του βετεράνου Jim the White Knight σε κιθάρα και φωνητικά, οι Αυστραλοί ξεδίπλωσαν ένα μουσικό ύφος που αναμειγνύει το doom στοιχείο με το hard rock αλλά παράλληλα έχει και μια έντονη stoner αίσθηση. Αυτό επιβεβαιωνόταν αισθητά στις φωνητικές μελωδίες των τραγουδιών που υποστήριζαν σθεναρά την αντίστοιχη αισθητική, κάτι που ενισχύθηκε και από τα τζαμαρίσματα του γκρουπ. Όχι ακριβώς για μένα “my cup of tea” που λένε και στο “Νησί”, περισσότερο γιατί οι ερμηνείες του Jim είναι ιδιόμορφες και το φαλτσέτο του δεν είναι και το πιο εύπεπτο ηχητικά πράγμα στον κόσμο. Όπως και να έχει, ικανοποίησαν το δικό τους κοινό, βασισμένοι στο επαναληπτικό τους groove και την ιδιόμορφη αισθητική τους.

Η ανυπομονησία χτύπησε κόκκινο όσο οι μύθοι από το Colorado ρύθμιζαν τις τελευταίες λεπτομέρειες πάνω στη σκηνή. Από την πρώτη στιγμή χωρίς την πολυτέλεια ανάσας, οι μεγάλοι Titan Force, ανέβασαν τον πήχη σε απίθανο επίπεδο. Το γεγονός πως η συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων αποτελεί σήμερα μια live act είναι μια μεγάλη απώλεια και στέρηση για τον συγκεκριμένο χώρο. Η ευφυΐα, η δύναμη, το συναίσθημα και η ικανότητα που έχουν οι μουσικοί αυτοί να εμπλουτίζουν και να ζωντανεύουν αυτά που γράφουν, δύσκολα συναντιέται πια σήμερα. Και γι’ αυτό η χτεσινή τους εμφάνιση ήταν μια απολαυστική επίδειξη ταλέντου και δύναμης, που προσφέρθηκε όμως με το πάθος έφηβων. Οι Titan Force, από τους πιο επιβλητικά επιθετικούς τους ύμνους μέχρι τα πιο ηρωικά mid tempo έπη τους, ήταν σταθερά συγκλονιστικοί και αλάνθαστοι. Η αιχμή του δόρατος αυτής της αισθητικής επίθεσης, ο μεγάλος Tyrant, περιφρονεί τον χρόνο, στέκεται απαράλλαχτος στο δικό του βασίλειο της σκηνής και γιγαντώνει το μύθο του. Και χτες παρέμεινε ένα απλησίαστο ον, ένας χρυσός πρωταγωνιστής, με στηρίγματα μια μπάντα δολοφόνων εκτελεστών που μας άφησε με το στόμα ανοιχτό. Και το υλικό, δοσμένο με τέτοια φλόγα και τέτοια αρτιότητα παραμένει φρέσκο και παντοδύναμο σαν την πρώτη επαφή μαζί του. Όλη η παρουσία τους επί σκηνής ήταν πραγματικά ένα αδιάκοπο highlight, αλλά αν με απειλούσαν με πιστόλι στον κρόταφο να αποκαλύψω την καρδιά αυτής της διαρκούς άνευ όρων παράδοσης, μάλλον θα ενέδιδα στο μαγικό “Master of Disguise” που με έκλεψε λίγο παραπάνω από την πραγματικότητα. Μύθοι, μάγοι και υπέροχες ιστορίες αγάπης και προσωπικής αντίστασης έκαναν τη νύχτα μας πολυτιμότερη από τις συνηθισμένες.

Για το “Horns Up” που φέτος γιορτάζει τα δέκα του χρόνια σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια και σε δυο δόσεις, με την “metal” φάση του να πραγματοποιείται αρχές Μαΐου, έχουμε ξαναγράψει πως με τον χαρακτήρα και τις όμορφες ιδιαιτερότητες που έχει, αξίζει διπλά την έμπρακτη στήριξη τουλάχιστον όλης της Θεσσαλίας. Και χτες η οργάνωση ήταν πολύ καλή, οι καθυστερήσεις ελάχιστες, και ο ήχος συνολικά αρκετά καλός σε έναν λειτουργικό χώρο. Αποτελεί μια σημαντική πρωτοβουλία που αγκαλιάζει τους ήρωες του underground metal, απλώνοντας το συνολικό του πρόγραμμα και σε παράπλευρες δράσεις. Έτσι, πέρα από κάποιες επιπλέον ακουστικές εμφανίσεις συμμετεχόντων, η διοργάνωση φροντίζει κάθε φορά να δώσει την ευκαιρία στους επισκέπτες, αλλά και στους ντόπιους που χρειάζονται μια γρήγορη απόδραση, να γνωρίσουν διάφορες ομορφιές της περιοχής.
Όσες μέρες διαρκεί το φεστιβάλ, οργανώνονται λοιπόν εκδρομές σε υπέροχες τοποθεσίες και φυσικά η τέρψη των ματιών θα περάσει και από την τέρψη του στομαχιού, με τις απαραίτητες στάσεις σε ταβέρνες που έχουν ήδη λάβει τα απαραίτητα εύσημα. Το “Horns Up” στο σύνολό του, αποτελεί σαν δράση μια καινοτόμο σύλληψη που αναδεικνύει την υγιή σχέση που έχει και πρέπει να έχει η μουσική με τη ζωή, και μόνο πολλά μπράβο αξίζουν στους ανθρώπους που φροντίζουν για να γίνεται αυτό.
