Ενόψει της επικείμενης εμφάνισής τους την Κυριακή, 2 Ιουλίου στο Eject festival, ας ρίξουμε μια ματιά στη μουσική ιστορία ενός από τα κορυφαία συγκροτήματα της βρετανικής σκηνής του 21ου αιώνα. Σχηματίσθηκαν το 2002 στο Birmingham, και το αρχικό τους όνομα ήταν Pilot. Τα πρώτο τους άλμπουμ,”The Back Room” ήρθε 3 χρόνια αργότερα, και ήταν εξαιρετικό. Η σύνθεση της μπάντας περιλάμβανε τους Tom Smith-κιθάρα φωνή, Ed Lay-ντραμς, Russell Leetch-συνθεσάιζερ μπάσο και Chris Urbanowicz-κιθάρα.
Οι 4 συμφοιτητές, -επειδή συμφοιτητές ήταν τα μέλη των Editors, της Σχολής Μουσικής Τεχνολογίας, του Staffordshire University-, κινούνταν με ιδιαίτερη άνεση στο χώρο του alternative-indie rock,και φυσικά στα μονοπάτια του post-punk, αφού για βρετανική μπάντα μιλάμε. Συγκροτήματα όπως οι Joy Division, οι Depeche Mode, οι The Mission, αλλά και οι U2 των eighties, άσκησαν σαφή επίδραση στη διαμόρφωση του ήχου τους.
Η κλασσική σκοτεινή αγγλική μουσική μελαγχολία, παντρευόταν άριστα με το industrial περιβάλλον της γενέτειράς τους. Έως και σήμερα, το “Back Room” είναι ο πλέον κιθαριστικός δίσκος των Editors, κάτι που οφείλεται στην καταλυτική παρουσία του Urbanowicz. Φυσικά, εκτός από τις εξαιρετικές κιθάρες, η πρώτη τους δουλειά έφερε τη σφραγίδα του χαρισματικού ερμηνευτή Tom Smith, που διαθέτει απίστευτο φωνητικό εύρος. Κομμάτια όπως το “All Sparks” ,το “Lights”, το “Munich” και το προσωπικά αγαπημένο “Camera” συγκαταλέγονται έως και σήμερα στις κορυφαίες συνθέσεις της ιστορίας τους.
Το άλμπουμ συγκέντρωσε εξαιρετικές κριτικές, και το στοίχημα κερδήθηκε εξ’ ολοκλήρου με το “An End Has a Start” που ήρθε στο φως της δημοσιότητας δύο χρόνια αργότερα καθιερώνοντας οριστικά τη μπάντα ανάμεσα στις κορυφαίες της γενιάς τους. Με λυρικά και μουσικά αριστουργήματα όπως το “Smokers Outside the Hospital Doors”, το ομότιτλο “An End Has a Start”, το “The Racing Rats” και το “The Weight of the World” όπου “ every little piece of your heart means something to someone”, οι Editors απέδειξαν ότι αποτελούσαν ισάξιους διαδόχους της βρετανικής σκηνής που άνθισε στα τέλη των seventies και τη δεκαετία του ’80.
Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησαν το πλέον αμφιλεγόμενο άλμπουμ της καριέρας τους. Το “In this Light and on this Evening”, διχάζει έως και σήμερα τους οπαδούς του συγκροτήματος. Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από την όποια κριτική αποτίμηση, θα πρέπει να τους αναγνωρίσει κανείς τη διάθεσή τους να πειραματιστούν και να ανοίξουν τους μουσικούς τους ορίζοντες. Οι κιθάρες υποχωρούν, γεγονός που συνεπάγεται απομάκρυνση από τις μουσικές τους ρίζες, και το συγκρότημα μεταμορφώνεται σε dark-wave μπάντα. Στο “In this Light”, τα synthesizers και τα drum-machine δίνουν τον μουσικό τόνο, γεγονός που οδηγεί στην αποχώρηση του Urbanowcz τρία χρόνια αργότερα. Προσωπικά μιλώντας θεωρώ ότι το πείραμα απέτυχε. Μπορεί να περιείχε το massive-heat “Papillion”, το πλέον εμπορικό τους κομμάτι έως και σήμερα, όμως οι Editors των δύο πρώτων άλμπουμ, ήταν οι Editors που προτιμώ, τόσο συναυλιακά, όσο και στουντιακά.
Το “The Weight of your Love”(2013), ως διάδοχος δίσκος, και με τους ίδιους να συνεχίζουν ως πενταμελές σχήμα με την προσθήκη του κιμπορντίστα Elliott Williams και του κιθαρίστα Justin Lockey, αποτελεί την προσπάθειά τους να “παντρέψουν” μουσικά τους πρώιμους Editors, με τους αντίστοιχους της dark-wave-electronica περιόδου. Το εν λόγω πείραμα επιτυγχάνει απόλυτα, με κομμάτια όπως τα “The Weight”, “Sugar”, “A Ton of Love” και “Formaldehyde”, αν και οι κριτικοί της μουσικής βιομηχανίας διχάζονται ως προς την αποτίμηση του δίσκου. Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφορούν το “In Dream”, που σύμφωνα με τον Smith, φανερώνει τη διάθεσή τους να αναμείξουν την pop, με την πειραματική μουσική. Οι ίδιοι αναλαμβάνουν την παραγωγή, και ο δίσκος κυκλοφορεί από τη βέλγικη δισκογραφική PIAS Recordings, που μεταξύ άλλων έχει κυκλοφορήσει άλμπουμ των “The Sound”, των “Sigur Ros”, αλλά και των “Mogwai”. Το “In Dream”, με ισόποσες δόσεις post-punk και dark- wave παραπέμπει μουσικά σε συγκροτήματα όπως οι Depeche Mode και οι Radiohead”, ενώ περιέχει ορισμένα από τα καλύτερα τραγούδια στην ιστορία του συγκροτήματος, όπως τα “No Harm” και “Marching Orders”, που “ανοίγουν” και “κλείνουν” το δίσκο αντίστοιχα.
Με το “In Violence” του 2018, αγκαλιάζουν ακόμα περισσότερο την ηλεκτρονική μουσική, -πχ “Cold”, “Violence”-, εξ’ ου και η συνεργασία τους με τον Blanck Mass, που συνεισφέρει συνθετικά. Ενίοτε φλερτάρουν και με την pop, -“Darkness at the Door”-, με θετικά αποτελέσματα. Ένα χρόνο μετά κυκλοφορούν την πρώτη τους best of συλλογή, υπό τον τίτλο “Black Gold’, με 13 τραγούδια, απόλυτα αντιπροσωπευτικά της πλούσιας μουσικής τους διαδρομής.
Το περυσινό “EBM”, σηματοδοτεί ακόμα μία στροφή στη συνθετική τους πορεία. Ο Blanck Mass εντάσσεται πλέον στα μόνιμα μέλη των Editors, και το υλικό που παρουσιάζουν, έχει ένα έντονο synth-pop άρωμα, σε συνδυασμό με τις new wave-post punk φόρμες. Κομμάτια όπως τα “Picturesque” και “Heart Attack” ,είναι αντιπροσωπευτικά του νέου τους ήχου.
Ανεξάρτητα από το ποιους Editors προτιμάτε, το σίγουρο είναι ότι θα δούμε μια εξαιρετική συναυλία, αφού το συγκρότημα αποδίδει εξίσου εξαιρετικά είτε σε ανοιχτούς είτε σε κλειστούς χώρους.
Από μέρους μου, μια επιθυμητή set-list θα ήταν η παρακάτω:
Munich
All Sparks
Camera
An End has a Start
Smokers Outside the Hospital Doors
The Weight
Marching Orders
No Harm
Violence
Picturesque
Papillion