Editorial – ΙΟΥΛΙΟΣ: Μια ορμή αίματος στο κεφάλι

EDITORIAL

Θυμάμαι ακόμα ολοζώντανα την ήρεμη βεράντα του πατρικού μου σπιτιού σε μια ήσυχη τότε γειτονιά, το καλοκαίρι του 2000. Το τρυφερό φαλσέτο ενός 23χρονου πετούσε με ευγένεια στο ημίφως και με έκανε να κοιτάζω καχύποπτα στις σκιές κάτω από τις φωτισμένες κολώνες: “και οι κατάσκοποι βγήκαν από το νερό, αλλά νιώθεις τόσο άσχημα γιατί ξέρεις ότι οι κατάσκοποι κρύβονται σε κάθε γωνιά”…

Νομίζω πως εύκολα μπορώ να επικαλεστώ ένα σεβαστό μέρος του καλοκαιριού εκείνου σαν τις “νύχτες του Parachutes”, καθώς οι μικρές ιστορίες του πρώτου άλμπουμ των τότε άγνωστων Coldplay επέστρεφαν με συνέπεια κάθε νέα νύχτα. Το “Spies” με τις αναφορές στους προσωπικούς φόβους φιλτραρισμένο από την αγάπη τους για τον James Bond ήταν πάντα μια ξεχωριστή φέτα χρόνου και κάποιους μήνες αργότερα, γέλασα μόνος μου όταν διάβασα το σχόλιο του Chris Martin για την απαγόρευση του τραγουδιού στην Κίνα με την πρόφαση του “εμπρηστικού πολιτικού περιεχομένου”: “αν το παίξετε ανάποδα, λέει ελευθερώστε το Θιβέτ”…

Το περασμένο καλοκαίρι άκουσα με έκπληξη από την κόρη μου πως ήθελε να της αγοράσουμε εισιτήριο για την συναυλία των Coldplay που θα γινόταν έναν χρόνο αργότερα, για να προλάβουμε πριν εξαντληθούν. Μόνη της η μικρή αυτή φράση μου δημιούργησε μια σειρά από ερωτηματικά. Αρχικά ήταν μια επιβεβαίωση πως η μπάντα (την οποία είχα εγκαταλείψει κάπου στη σαρωτική επιτυχία του “Viva la Vida…” όχι από σνομπισμό αλλά από καθαρή κούραση) υπήρχε ακόμα. Δυσκολεύτηκα να συλλάβω τον πανικό του sold out, και η κόρη μου φρόντισε να με διαφωτίσει γρήγορα, λακωνικά και σύγχρονα σε λίγα δεύτερα με κάποια βίντεο από το tiktok: “ δεν θα ήθελες να είσαι εκεί μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό;”

Όταν τράβηξα από το ράφι τους πρώτους δίσκους τους και τους της έδειξα, η έκπληξή της ήταν μάλλον μεγαλύτερη από τη δική μου για τα επικείμενα sold out. Η μοιραία ερώτηση ήταν πλέον αργά να αποφευχθεί: “ξέρεις κανένα τραγούδι τους;”

Για τους μέντορες της σύγχρονης βαριά λαβωμένης μουσικής βιομηχανίας ο χειρισμός ενός μεγαθήριου είναι μια επιστήμη που μάλλον εκσυγχρονίστηκε αισθητά και μεταλλάχθηκε σε κάτι πιο σφαιρικό πάνω στις πλάτες των U2. Οι Ιρλανδοί ήταν ουσιαστικά οι πρώτοι που έχτισαν ένα αυστηρό επιτελείο με ανάλογες σχεδιαστικές ικανότητες και πέρασαν στο νέο αιώνα με φουτουριστικές σκηνές και περιοδείες υπερπαραγωγές, ολοκληρώνοντας  τη μεγέθυνση που γνώρισαν από τα μέσα των 80’s. Έτσι, δεν είναι τυχαίες οι τόσο συχνές συγκρίσεις και παραλληλισμοί των Coldplay μαζί τους. Ακόμα από την περιοδεία για το δεύτερο άλμπουμ τους, “A Rush of Blood to the Head” χρησιμοποίησαν περίπλοκους φωτισμούς και ατομικές οθόνες, θυμίζοντας αισθητά την “Elevation Tour” των U2.

Οι δυο συναυλίες των Coldplay έγιναν στις 8 και 9 Ιουνίου στο ΟΑΚΑ, και η σκόνη έχει καθίσει για τα καλά, δίνοντας τον καθαρό ορίζοντα για πιο ψύχραιμες θεωρήσεις. Δεν χωρά την παραμικρή αμφιβολία πως σαν (διπλό) “συναυλιακό” γεγονός σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι. Πέρα από τη σαρωτική ορμή του συγκεκριμένου φαινομένου, το οποίο έχει τις εξηγήσεις του, και επαναλαμβάνεται σε ίδια πάνω κάτω μεγέθη σε όλη την Ευρώπη, θα έπρεπε να είχαμε ήδη κατακτήσει τη γνώση πως ο καθένας είναι ελεύθερος να επιλέγει να βλέπει (και να ακούει μετά) όποιον θέλει. Ο κάθε άνθρωπος έχει την ατομική ευθύνη να επιλέξει με τι ακριβώς θα ταΐσει τους αισθητήρες του για να περάσει όμορφα. Οι ελιτιστές είναι και αυτοί το ίδιο ελεύθεροι να συγχρωτιστούν με ανάλογους  εκλεκτικούς ακροατές σε περιορισμένους, μυστικούς χώρους διαφορετικής έκφρασης και προσέγγισης. Για όλα τα παραπάνω, ο χλευασμός αλλά και ο σνομπισμός περισσεύουν.

Είναι βέβαια αυτονόητο πως δεν υπάρχουν τόσοι συνειδητοποιημένοι ακροατές των Coldplay, υπάρχουν όμως σίγουρα χιλιάδες που έμαθαν το “Sky Full of Stars”, το “Viva la Vida” και το “Paradise” έγκαιρα και επαναληπτικά από το tiktok, επιθυμώντας διακαώς να ζήσουν την εικόνα αυτή. Η εύστοχη λέξη που αντιπροσωπεύει τους Coldplay του σήμερα στη μητρική τους γλώσσα είναι “institution”. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το περιεχόμενο των άρθρων που έστρωναν το χαλί για την έλευσή τους με τίτλους όπως “οι Coldplay έρχονται οικολογικά, μειώνοντας κατά 59% το αποτύπωμα του άνθρακα στην περιοδεία τους”.

Με ειδικές πίστες χορού που επιτρέπουν στους θαυμαστές τους να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια, τα ανακυκλώσιμα βραχιολάκια, τα ταξίδια του συγκροτήματος με το τρένο (εδώ μάλλον θα προτίμησαν να το αποφύγουν), προάγουν μια έντονη οικολογική ευαισθησία. Ανακυκλωμένες μπαταρίες, και εισιτήρια που αναλογούν σε φύτεμα δένδρων από την παγκόσμια, μη κερδοσκοπική οργάνωση “One Tree Planted”, συνθέτουν ένα εκσυγχρονισμένο και πληθωρικό προφίλ απόλυτα θεμιτό. Το concept συμπεριλαμβάνει την παρουσία διερμηνέα στη νοηματική γλώσσα για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, όπως και τα ειδικά γιλέκα για να αισθάνονται οι βαρήκοοι και κωφοί τις δονήσεις.

Το δυνατό σημείο του έξυπνα σχεδιασμένου σόου είναι βέβαια τα LED βραχιολάκια από ανακυκλώσιμα υλικά , τα οποία προσφέρουν όλες εκείνες τις φαντασμαγορικές εικόνες που κάνουν τον γύρο του κόσμου, αποτελώντας σε στρατηγικό συνδυασμό με τα δυο τρία πασίγνωστα τραγούδια τους, το μεγάλο δέλεαρ για τη μαζική προσέλευση του κοινού. Και φυσικά η εμπειρία είναι δυνατή και ασύλληπτα εντυπωσιακή, όπως συμβαίνει συνήθως σε όλες αυτές τις μεγάλες υπερπαραγωγές και το οπτικό μέρος της παράστασης μάλλον επισκιάζει το ηχητικό. Είναι πράγματι δύσκολο να χαρακτηρίσεις τις παραστάσεις των Coldplay “συναυλίες”. Είναι μάλλον μια έξυπνη για την ώρα στροφή και κατεύθυνση απέναντι στις λαβωμένες πωλήσεις της μουσικής βιομηχανίας, που μπορεί να μεταφραστεί με την ανάλογη διαχείριση σε μαζικό κέρδος. Αυτή η συγκεντρωτική απόπειρα μετάλλαξης μιας συναυλίας σε ένα υπερθέαμα δείχνει να κερδίζει το στοίχημα, ο κόσμος καταναλώνει ξανά κατά χιλιάδες ένα προϊόν μουσικής βάσης,  και η μοναδική μου ένσταση είναι να ξέρουμε ακριβώς για τι πράγμα μιλάμε.

Σε μια υποθετική απόπειρα να ξετυλίξω το πακέτο από όλα τα υπόλοιπα περιτυλίγματα για να φτάσω σε μια μάλλον, σύμφωνα με πολλές ψύχραιμες ομολογίες, νωθρή μουσική απόδοση, μάλλον θα προτιμήσω να εκτιμήσω ξανά και να επαναφέρω με περισσή νοσταλγία στο μυαλό μου τις “νύχτες του Parachutes”. Ακόμα και αν οι “κατάσκοποι” μεταφέρουν πια περισσότερους φόβους για την ανεξάρτητη αξία της μουσικής.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1014 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.