Articles – ΠΕΝΤΕ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΞΑΝΑΔΕΙΣ ΤΟΥΣ AND ALSO THE TREES

ARTICLE

Άνοιξαν λογαριασμό στη χώρα μας όταν εμφανίστηκαν για πρώτη φορά τον Μάιο του 2004, στο Elfentanz Festival, στο μυθικό Ρόδον. Από τότε έχουν τιμήσει συχνά την πολύτιμη σχέση που έχουν οικοδομήσει με το κοινό της χώρας μας. Το Σάββατο 4 Φεβρουαρίου επιστρέφουν στην Αθήνα για μια εμφάνιση μαζί με τους The Legendary Pink Dots, στο Gagarin 205, στο πλαίσιο των επετειακών events για τα 10 χρόνια παρουσίας του club Death Disco στα μουσικά δρώμενα της Αθήνας. Μην έχοντας κρύψει ποτέ την ιδιαίτερη σχέση μας μαζί τους, επιχειρούμε να περιγράψουμε συνοπτικά τη σημασία μιας άλλης ζωντανής εμπειρίας μαζί τους.

Αποτελούν ακόμα και σήμερα, μετά από 43 χρόνια διαδρομής ένα από τα πολυτιμότερα κρυμμένα μυστικά του παγκόσμιου underground, ανεξάρτητα από ιδιώματα και ήχους. Και ήταν από το ξεκίνημα το μυστικό τόσο καλά κρυμμένο πίσω από τα φυλλώματα ενός μικρού χωριού κοντά στο Birmingham, πίσω από τα παράθυρα και τις πόρτες τους “Step Hill” ενός παλιού αρχοντικού του 15ου αιώνα. Εκεί δυο ξεχωριστά αδέρφια έμαθαν από νωρίς να ψάχνουν πέρα από τον θερισμό κάθε χρονιάς και στις εικόνες από τον ορίζοντα του Inkberrow, μαζί με τους ίδιους μεγάλωσαν και κάποιοι μοναδικοί ήρωες που σκιαγραφήθηκαν στις γραμμές των τραγουδιών τους.

Είναι η ονείρωξη κάθε τοπικιστή. Μεγαλωμένοι σε ένα χωριό που σχεδόν αφανίστηκε από την επιδημία της πανούκλας, με το αλέτρι να ξεθάβει συχνά κάποιον τάφο ή λείψανα, έκαναν την επίδραση της αιρετικής φύσης μια μακριά πηγή έμπνευσης. Η ξεχωριστή καταγωγή της μουσικής τους ήταν ένας δυνατός παράγοντας διαφοροποίησης που τους προστάτευσε από το ενδεχόμενο να τους καταπιούν οι σκηνές της εποχής ή οι επιρροές τους. Η σημαία του μολυσμένου λιβαδιού συνέχισε να στέκεται στον αέρα ακόμα και, όταν με τα χρόνια έγιναν ουσιαστικά αλλά και μεταφορικά πολίτες αυτού του κόσμου, αυτή η αφετηρία τους έδωσε το έναυσμα και τις συντεταγμένες να συνεχίσουν στην πιο κρίσιμη συγκυρία της διαδρομής τους.

Με αφετηρία τη βουκολική ποίηση του Simon και την αναπλαστική, εσωτερική συνθετική φλέβα του Justin, δεν αργούν να απλώσουν έναν κόσμο παράπλευρο, παραμελημένο, με αθόρυβους ήρωες που απομονώνονται στις ατομικές τους περιπέτειες. Γύρω από αυτή την διαφορετική δοκιμασία αντίληψης, καταγράφουν συχνά επεισόδια και ενός κόσμου που χάνεται με την εξέλιξη και οι εικόνες του ξεθωριάζουν. Οι προσωπικές περιπέτειες εξελίσσονται σε λιθόστρωτους δρόμους, κάτω από τα λαδοφάναρα, παράλληλα με επαγγέλματα που χάνονται οριστικά και μνημεία μιας άλλης εποχής που γκρεμίζονται. Οι ήχοι της λατέρνας στα στενά σοκάκια, και η χρυσή ομίχλη στους δρόμους των καμπαναριών, και όλες οι υποτιμημένες λεπτομέρειες παροδικών εικόνων και ήχων ζωντανεύουν σε έναν ξεχωριστό ήχο. Περισσότερο Άγγλοι από τους ίδιους τους Άγγλους, πολύ εναλλακτικοί για το γοτθικό κοινό τους, περισσότερο κινηματογραφικοί από όσο μπορούσαν να αντέξουν οι νεοκυματικοί φίλοι τους, κατάφεραν να διατηρήσουν με το ισχυρό προσωπικό φίλτρο τους, μια εκφραστική περιοχή αποκλειστικά δική τους.

Ειλικρινείς πρώτα απέναντι στους εαυτούς τους, δεν διστάζουν να περάσουν σε πιο αστικά περιβάλλοντα, με τις βαλίτσες τους γεμάτες με βιβλία του Fitzgerald και του Hemingway, με την τρομπέτα του William Waghorn, και τους twang, jazz ήχους της κιθάρας του Justin. Μέσα από την “Americana” τριλογία τους στα 90’s, βρέθηκαν στις άδενδρες αμερικανικές πεδιάδες, με ξεχασμένα τζούκμποξ σε ατέλειωτες λεωφόρους, και ηρωίδες με μοιραία noir χτενίσματα. Μοιραία χάνουν ένα υπολογίσιμο μέρος του πιο συντηρητικού κοινού τους, που τους προτιμούσε ακίνητους και οι στενόμυαλοι αφορισμοί έρχονται μαζί με την πρώτη πολύ σοβαρή αμφισβήτηση για το μέλλον τους. Η ίδια αμείλικτη εξέλιξη που έσβηνε έναν ρομαντικό κόσμο που τους έδωσε έμπνευση για χρόνια, φροντίζει με μια παράξενη απρόβλεπτη δικαιοσύνη να δικαιώσει την επιμονή τους να συνεχίσουν. Με μια λειτουργική ώθηση από την ίδια αρχέγονη αφετηρία τους, επιστρέφουν με το πνεύμα τους ζωντανό και ισχυρό, τυλιγμένο σε έναν φλοιό δημιουργικής διαχρονικότητας. Την ίδια στιγμή οι ευκολίες της διαδικτυακής εποχής προσφέρουν ένα ιδανικό μαξιλάρι με την αυτόματη, ακούσια οργάνωση του σταθερού πυρήνα των φίλων τους.

Όλα όσα έχουν ιχνογραφήσει μουσικά σε αυτό το μακρύ, ταραγμένο ταξίδι που συνεχίζεται ακόμα, ζωντανεύουν με έναν μοναδικό τρόπο πάνω στο σανίδι. Με μια αποθήκη τραγουδιών που επιτρέπει τις εκπλήξεις αλλά επιβάλλει και τις αιώνιες σταθερές της, φροντίζουν πάντα να ρυθμίζουν έξυπνα τις δυναμικές των ζωντανών τους εμφανίσεων, δημιουργώντας συχνά μια αίσθηση πλημμυρίδας και άμπωτης. Πέρα από το σχεδιασμό της τελετουργικής διαδρομής, το αυστηρό κριτήριο της προσωπικής σημασίας των τραγουδιών την συγκεκριμένη περίοδο εξασφαλίζει αυτό που τελικά απολαμβάνουμε πάντα. Ένα ηλεκτρισμένο σύνολο μουσικών που αλληλοεπιδρά μοναδικά στη σκηνή και έναν ερμηνευτή που θα ενδυθεί διαδοχικά όλους τους πρωταγωνιστές των ιστοριών του, απελευθερώνοντάς τους μπροστά μας με έναν τρόπο που θα συνεχίσει να σε ακολουθεί για καιρό…

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 893 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.