Ο Neal Preston γεννήθηκε το 1952 στη Νέα Υόρκη. Κάνοντας τη σωστή κίνηση την κατάλληλη στιγμή και με έδρα το Λος Άντζελες , κατάφερε να γράψει τη δική του ιστορία και δίκαια να χαρακτηρίζεται ένας από τους πιο σημαντικούς φωτογράφους της σύγχρονης μουσικής ιστορίας. Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, ο Preston κατέγραψε με το φακό του τη διαδρομή μεγάλων μορφών του rock & roll, και μας χάρισε εικονικά στιγμιότυπα, όντας σε άμεση συνεργασία με τους Led Zeppelin, Queen, The Who, Bruce Sprinsteen, Fleetwood Mac, Michael Jackson, Whitney Houston, και πολλούς άλλους.
Ξεκινώντας λοιπόν ήδη από το γυμνάσιο, συνήθιζε να παίρνει τη φωτογραφική του μηχανή σε συναυλίες rock & roll. Εκείνη την εποχή, κανείς δεν νοιαζόταν αν το έκανε κάποιο ή όχι, και ήταν εύκολο να φέρεις τον εξοπλισμό σου στο χώρο της συναυλίας. Ενώ λοιπόν αρχικά, όπως κάθε παιδί της γειτονιάς του, προσπάθησε να παίξει σε κάποιο συγκρότημα, πήρε τη δύσκολη απόφαση πως δεν ήταν πολύ καλός. Αποδείχτηκε όμως ότι ήταν πολύ καλύτερος φωτογράφος από κιθαρίστας, οπότε άρχισε να πηγαίνει τη φωτογραφική του μηχανή στα live, στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Έτσι έτυχε να συναντήσει παιδιά, που στήριζαν έμπρακτα τις συναυλίες στην περιοχή που έμενε, και τους έδινε τις εκτυπώσεις του, ενώ αυτοί τον άφηναν να μπαίνει στις παραστάσεις τους δωρεάν. Συνέχισε να βγάζει φωτογραφίες και άρχισε ταυτόχρονα να γνωρίζει ανθρώπους στην μουσική βιομηχανία… Άνθρωποι ξεκίνησαν τα πρώτα περιοδικά rock & roll, και ήταν μια πολύ νέα αίσθηση τότε, και αυτό συνέβη, όταν ήταν ακόμα στο γυμνάσιο. Μέχρι να αποφοιτήσει από το γυμνάσιο, είχε ήδη δουλέψει με τον τρόπο αυτό ενάμιση χρόνο, περίπου. Και αυτό ήταν το 1970. Το 1971 μετακόμισε στο Λος Άντζελες, το οποίο ήταν αναμφισβήτητα το κέντρο ολόκληρης της μουσικής επιχείρησης τότε, τουλάχιστον σε όλα όσα τον ενδιέφεραν τότε, και από τότε έμεινε εκεί. Τα πράγματα πήραν γι’ αυτόν το δρόμο τους, χωρίς να προσπαθήσει ιδιαίτερα.
Η πρώτη φορά που φωτογράφισε τους Led Zeppelin ήταν το 1970, πριν πραγματικά τους γνωρίσει και δουλέψει για αυτούς. Φωτογράφισε τη συνέντευξη Τύπου που είχαν στη Νέα Υόρκη καθώς και την παράσταση την επόμενη μέρα στο Madison Square Garden. Αλλά από τη στιγμή που μετακόμισε στο Λος Άντζελες, άρχισε να κάνει πολλή δουλειά για την Atlantic Records, και μέσω της δισκογραφικής εταιρείας, άρχισε να κάνει όλο και περισσότερη δουλειά για τους Led Zeppelin. Κάποια στιγμή λοιπόν, πριν από την περιοδεία του 1975, ο Danny Goldberg, ο οποίος ήταν ο εκπρόσωπος Τύπου τους εκείνη την εποχή, τον πήρε τηλέφωνο και του είπε “Αν θέλεις να βγεις στο δρόμο με τους Led Zeppelin, η δουλειά είναι δική σου”. Η απάντηση ήταν φυσικά “ναι”.
Ο ίδιος είχε πάντα την αίσθηση πως για όλη αυτή την εξέλιξη όφειλε ένα μεγάλο ευχαριστώ στον μάνατζερ των Led Zeppelin, τον Peter Grant, γιατί απλά ο Grant είχε ένα προαίσθημα για αυτόν, και εκείνος έτσι δούλευε και αποφάσιζε, ήταν άνθρωπος του δρόμου, από αυτούς που χαρακτηρίζουν “street smart”. Και έλεγε ότι μπορούσε να μυρίσει κάποιον, αν ήταν εντάξει ή όχι, και το μύριζε κυριολεκτικά. Ο Preston ήταν τυχερός γιατί είχε τη σωστή μυρωδιά την πρώτη μέρα που τον συνάντησε.
Είναι σίγουρα γεγονός πως αν δεν έχεις το ταλέντο, δεν πρόκειται να πάρεις μια τέτοια δουλειά. Αλλά ο Preston θεωρούσε ότι και άλλα πράγματα είναι εξίσου σημαντικά. Πρέπει να ξέρεις πώς να συμπεριφέρεσαι γύρω τους, πρέπει να ξέρεις πότε να κρατάς το στόμα σου κλειστό. Δεν είναι εύστοχο να συμπεριφέρεται κανείς σαν το πέμπτο μέλος της μπάντας: θα απολυθεί πολύ γρήγορα. Ήταν μια άλλη δουλειά, ήταν μια πολύ, πολύ, πολύ σημαντική δουλειά, αλλά ήταν μια δουλειά, και ο ίδιος δεν συμπεριφέρθηκε διαφορετικά μαζί τους συγκριτικά με οποιονδήποτε άλλο . Αλλά σίγουρα υπήρχε ένα στοιχείο εμπιστοσύνης, χωρίς αμφιβολία, που για να κερδηθεί έπρεπε να μάθεις να είσαι αόρατος. Και ατό το πετύχαινες μόνο αν ήσουν επιδέξια και αθόρυβα παρών παντού και πάντα, φτάνοντας στο σημείο να μη σου δίνει πια σημασία κανείς, να είσαι μέρος του ιστού της περιοδείας.
Σίγουρα οι ιστορίες του Preston είναι πια περισσότερες από τον χρόνο που του απομένει και φωτίζουν μοναδικές λεπτομέρειες μιας μαγικής εποχής, αποφεύγοντας συστηματικά και με επιμονή να φωτίσει τα γνωστά κουτσομπολιά περί sex και ναρκωτικών. Ξεχωριστή υπήρξε η “απαγωγή” του Robert Plant, μαζί με τον Danny Marcus και τη Janine Safer, όταν έκαναν με πτήση από το Κλήβελαντ στο Ντιτρόιτ μια διαφημιστική επίσκεψη πριν την εμφάνιση εκεί, στο στάδιο Pontiac, με την ευκαιρία μιας ανάπαυλας που υπήρχε. Δεν υπήρξε όμως η παραμικρή ενημέρωση στο management, έτσι ο Preston υποχρεώθηκε να παρουσιαστεί σαν βρεγμένη γάτα στον αρχηγό Peter Grant, που του επέβαλλε την τιμωρία του, ζητώντας έξι εκτυπωμένες φωτογραφίες 11 επί 14 του John Bonham, να έχουν περάσει κάτω από την πόρτα του δωματίου του ντράμερ ως τις 12 το μεσημέρι. Σε αντίθετη περίπτωση τον περίμενε η απόλυση. Όταν του το ανακοίνωσε ο Grant ήταν απόγευμα Σαββάτου, και ήξερε πόσο δύσκολο ήταν να βρεθεί διαθέσιμος σκοτεινός θάλαμος. Ο Preston κατάφερε να πάρει τα κλειδιά από τον θάλαμο του περιοδικού Creem από τον καλλιτεχνικό διευθυντή του περιοδικού, μπόρεσε να αναμίξει σωστά τα χημικά υγρά, αν και είχε να μπει περίπου τρία χρόνια σε σκοτεινό θάλαμο, έκανε τις εκτυπώσεις. Η διαδρομή για τα γραφεία του Creem μαζί με την επιστροφή, κόστισε 70 δολάρια, ποσό πολύ υπολογίσιμο για εκείνον τότε, αλλά στις δώδεκα παρά τέταρτο, οι φωτογραφίες γλιστρούσαν κάτω από την πόρτα του Bonzo. Μικρή σημασία έχει αν τις είδε ποτέ, καθώς ήταν ο τρόπος του Grant να πατά τα σωστά κουμπιά στον καθέναν.
Μια από τις πιο σημαντικές και πιεστικές φωτογραφίες του είναι η φωτογραφία διαβατηρίου του Jimmy Page, που έγινε και το εξώφυλλο του βιβλίου του. Του ανακοίνωσαν ξαφνικά στο αεροπλάνο πως ο Page και ο Plant θα πήγαιναν στην Αίγυπτο μετά την ολοκλήρωση του σκέλους της περιοδείας, και ο Jimmy χρειαζόταν άμεσα μια φωτογραφία διαβατηρίου ή βίζας για το αιγυπτιακό προξενείο. Έπρεπε να την είχαν στα χέρια τους το επόμενο μεσημέρι. Ο Preston πήρε τον Jimmy στο πίσω μέρος του αεροπλάνου, τράβηξε τρία ή τέσσερα καρέ, γνωρίζοντας ακριβώς πως πρέπει να είναι μια φωτογραφία διαβατηρίου καθώς είχε κάνει αρκετές μόνος του. Πήρε το φιλμ στο εργαστήριο και περίμενε εκεί μαζί τους για να βεβαιωθεί πως δεν θα έκαναν επιπλέον εκτυπώσεις, και στη συνέχεια βρέθηκε έγκαιρα στο αιγυπτιακό προξενείο.
Η σχέση του με τους Queen επισφραγίζεται εμφατικά από την επίσκεψη του Brian May στο πατρικό σπίτι του για να γνωρίσει τους γονείς του, όπου καταλήγει στο μικροσκοπικό τραπέζι της μητέρας του να τρώει ομελέτα. Για τον Preston, ο May ήταν ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος και τον έκανε πολύ χαρούμενο το βιβλίο με τις φωτογραφίες του για τους Queen. Ο έμπειρος φωτογράφος θεωρούσε πως είχαν βγάλει κατά καιρούς αρκετά πράγματα δεύτερης διαλογής που δεν τιμούσαν ανάλογα το ήθος της δουλειάς τους και την τελειότητά τους. Σε ένα δείπνο, ένα βράδυ στη Νότια Αμερική, αρκετά χρόνια πριν, πρότεινε στον May να κάνουν ένα όμορφο βιβλίο και αυτός δέχτηκε. Στο εξώφυλλο βρέθηκε μια φωτογραφία που ήταν η αγαπημένη του Brain May, από την περιοδεία του 1981. Είναι τραβηγμένη από τη σκηνή, πριν τη συναυλία, προς τον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου ποδοσφαίρου. Υπάρχει μια σειρά από παραταγμένους στρατιώτες στο κέντρο του γηπέδου. Κάποια στιγμή ο Preston έλαβε ένα email από ένα παιδί στην Αργεντινή, που έγραφε πόσο περήφανη ήταν η χώρα που το βιβλίο είχε αυτή τη φωτογραφία στο εξώφυλλο, όπως και ο πατέρας του που ήταν ο τρίτος από αριστερά στην παράταξη των στρατιωτών. Όταν το έμαθε ο May σοκαρίστηκε.
Αν τον ρωτήσεις ποιον θεωρεί τον ευφυέστερο άνθρωπο στον κόσμο, θα σου απαντήσει χωρίς δεύτερη σκέψη, τον Pete Townshend. Έχοντας μεγάλη αγάπη για τους The Who, το “Won’t Get Fooled Again” είναι το τραγούδι που θα ακούσει κάθε μέρα, αυτό για το οποίο λέει χαρακτηριστικά πως οι γείτονές του ξέρουν πάντα πότε γυρίζει στο σπίτι, καθώς ακούνε πρώτα το τραγούδι και μετά το αυτοκίνητο. Η αγαπημένη του φωτογραφία από τους The Who είναι άλλο ένα ιστορικό στιγμιότυπο, αυτή που βλέπει προς το πλήθος και είναι τραβηγμένη πίσω και ψηλά από τη σκηνή, με τον Pete Townshend και τον Roger Daltrey να βρίσκονται αντίστροφα, με το άλμα του Pete να ολοκληρώνεται με τη στάση του μπροστά στο κοινό και τον Roger θολό. Όταν είχε πάρει κάποια στιγμή τον Cameron Crow μαζί του, με κάποιες εκτυπώσεις της φωτογραφίας και συνάντησαν τον Pete μετά από μια εμφάνιση των The Who στο Caesar’s, του ζήτησε να υπογράψει τις φωτογραφίες, και ο Pete έβαλε την υπογραφή του ακριβώς πάνω στον κώλο του, στο γνώριμο λευκό στενό παντελόνι της φωτογραφίας, λέγοντας “αυτός είναι ένας πολύ ωραίος κώλος”! Ο Preston του απάντησε “όχι τόσο ωραίος όσο ο κώλος του Prince”, αλλά αυτός δεν σήκωσε καν το βλέμμα του, συνεχίζοντας να υπογράφει. Ο Preston αναφέρεται στον Pete σαν τον άνθρωπο με τον ανυπολόγιστο δείκτη ευφυΐας.
Ο Preston είναι ο άνθρωπος που περιφρονεί την περιγραφή “rock φωτογράφος”, καθώς έχει επίσης καλύψει με τον φακό του τέσσερις Ολυμπιακούς Αγώνες, πλήθος μεγάλων αθλητικών γεγονότων, ενώ είναι και ένας έξυπνος συγγραφέας με σπουδαία αίσθηση του χιούμορ. Έχοντας πάθος για τις πτήσεις, έχει πετάξει σχεδόν με κάθε πιθανό ιπτάμενο όχημα, κάποτε οδήγησε για περίπου μισό λεπτό το αεροπλάνο των Pearl Jam, κάτι που έμαθαν οι ίδιοι μόνο όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του. Οι τυχεροί του χώροι είναι το The Forum στο LA, το Wembley Stadium στο Λονδίνο, και το Omni στην Ατλάντα, που δεν υπάρχει πια. Στεναχωριέται που δεν ήταν αρκετά μεγάλος για να φωτογραφήσει τους Beatles, ενώ το μεγάλο του απωθημένο είναι η Christina Aguilera, την οποία θαυμάζει απεριόριστα και θεωρεί πως μπορεί να συγκριθεί μόνο με τη Donna Summer. Τέλος θεωρεί απίθανο το ενδεχόμενο της επανασύνδεσης των Led Zeppelin, και προτρέπει όποιον ακούσει κάτι τέτοιο να ποντάρει όλη την περιουσία του στο αντίθετο.
Ακόμα και σήμερα πιστεύει πως εξακολουθεί να μαθαίνει για την τέχνη της φωτογραφίας, καθώς η δουλειά είναι το μοναδικό κλειδί στη γνώση. Και όπως συνηθίζει να λέει: “μερικές φορές δεν είναι το φως που προσθέτεις, αλλά αυτό που αφαιρείς”.