Articles – HYMNS OF A LESSER GOD ACT 7: WHITE LION “Return of the Pride”

ARTICLE

Στον σκληρό και απροσδόκητο κόσμο της μουσικής βιομηχανίας υπήρξαν συγκυρίες που αρκετές φορές άλλαξαν τη μουσική μοίρα και ιστορία ακόμα και καλλιτεχνών με τεράστιο ειδικό βάρος. Περίεργες ισορροπίες, δεσμεύσεις ή σκοπιμότητες ανέτρεψαν σχέδια, άλλαξαν υλικό και ονόματα, παρέτειναν ή κατέστρεψαν καριέρες. Χωρίς να λιγοστεύει η αγάπη μας για το καλλιτεχνικό περιεχόμενο τέτοιων περιπτώσεων, ρίχνουμε λίγο παραπάνω φως στις αντίστοιχες ιστορίες.

Η ελεύθερη πτώση των White Lion υπήρξε το ίδιο απότομη με την επιτυχία τους. Συνοδεύτηκε από όλα τα προσφιλή κλισέ της ιστορίας του rock & roll, σαν να έχουν υποσχεθεί όλοι οι πρωταγωνιστές να δικαιώσουν την παρακαταθήκη του ανυπέρβλητου “Spinal Tap”. Τα λιοντάρια βρέθηκαν στο μηδέν, μέσα στη δίνη των αλλαγών στη μουσική βιομηχανία, στις αρχές της δεκαετίας του ’90.

Το πρώτο σοβαρό ρήγμα είχε να κάνει με τους δυο συνθέτες και πρωταγωνιστές του γκρουπ, τον Mike Tramp και τον Vito Bratta, που δεν κατάφεραν στην πραγματικότητα να περάσουν ποτέ τη δημιουργική συνεργασία τους και στην πραγματική ζωή. Μακριά από το στούντιο και τη σκηνή, περνούσαν ελάχιστο χρόνο μαζί, ενώ ήδη από την περιοδεία του “Big Game”, ο Tramp φρόντισε να έχει το δικό του καμαρίνι: είχε βαρεθεί τα άλλα “παιδιά” ή ίσως μόνο τον Vito.

Η μπηχτή του John Kalodner, κορυφαίου στελέχους της A&R και γκουρού της μουσικής βιομηχανίας στον μάνατζερ του γκρουπ, πως ο αγώνας για τη σωτηρία της φάλαινας δεν πουλά περισσότερους δίσκους, ήταν μια κυνική προειδοποίηση για όσα ήταν να έρθουν. Η άνοδος του grunge και του alternative άρχισε να πέφτει πάνω τους, και το παλιομοδίτικο πουλόβερ του Cobain έδιωξε εύκολα τους προηγούμενους θαμώνες του MTV. Και φυσικά μέσα στη γκρίνια ανθίζουν μόνο συγκρούσεις, έτσι άρχισε η σοβαρή διαμάχη με τον μπασίστα James Lorenzo και τον ντράμερ Greg d’ Angelo για τα οικονομικά, που κατέληξε στην αποχώρηση και των δυο από το γκρουπ.

Με τον νέο μπασίστα Tommy ‘T-Bone’ Caradonna και τον ντράμερ Jimmy DeGrasso, οι White Lion ξεκίνησαν μια περιοδεία δεκαέξι εμφανίσεων σε κλαμπ στις ΗΠΑ. Αλλά όταν η περιοδεία έφτασε στη Νέα Υόρκη, την πατρίδα του συγκροτήματος, ο Tramp ανακάλυψε ότι η Atlantic Records είχε παραιτηθεί από το γκρουπ. Κανείς από τη δισκογραφική εταιρεία δεν εμφανίστηκε στη συναυλία. Την επόμενη μέρα πήγε στα γραφεία της Atlantic, και ζήτησε να μιλήσει με τον Doug Morris.  Η γραμματέας του απάντησε πως δεν είναι διαθέσιμος, και εκείνος της απάντησε “απλά ενημερώστε τον πως ο Sebastian Bach είναι εδώ”. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Doug Morris βγήκε έξω και τον κοίταξε απορημένος. Ο Tramp απλά γύρισε και έφυγε. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά γι’ αυτό το περιστατικό, “ήξερα το τραγούδι there’s a new kid in town”…

Όταν οι White Lion έφτασαν στη Βοστώνη για την τελευταία εμφάνιση της περιοδείας, ο Tramp πήρε τον Bratta στην άκρη και του είπε: “Αυτή είναι η τελευταία μας συναυλία”. Ο Bratta απάντησε μονολεκτικά: “Εντάξει”. Ποτέ πραγματικά δεν μίλησαν για την τύχη του συγκροτήματος, το τηλεφώνημα από τη δισκογραφική δεν ήρθε ποτέ, και οι δυο συνθέτες που μπορούσαν να συνεργάζονται μουσικά με σπουδαία αποτελέσματα, δεν έδωσαν την παραμικρή μάχη για αυτό. Στο Channel της Βοστώνης τον Σεπτέμβριο του 1991 έπεσαν οι τίτλοι τέλους για το γκρουπ με την αυθεντική του μορφή, στη σιωπή της αινιγματικής ανοχής των δυο ηγετών του.

Οι δυο τους τράβηξαν εντελώς διαφορετικούς δρόμους. Ο Bratta σχημάτισε αρχικά ένα project με τον τραγουδιστή John Levesque με το όνομα “Civil War”, που έληξε γρήγορα και άδοξα. Μετά εξαφανίστηκε ήσυχα, αποφεύγοντας την έκθεση στα κοινά, ζώντας εκεί που μεγάλωσε, στο Staten Island. Το 2007, στην πρώτη του συνέντευξη μετά από σχεδόν δώδεκα χρόνια, αποκάλυψε πως ο πατέρας του πέρασε μια σοβαρή ασθένεια για πέντε χρόνια και ο ίδιος είχε αφοσιωθεί στη συναισθηματική και οικονομική του υποστήριξη. Το 1997, ένας τραυματισμός στον καρπό του άφησε σοβαρό πρόβλημα στην κίνηση στο λαιμό της ηλεκτρικής κιθάρας, και τον περιόρισε στη χρήση της κλασικής χωρίς τον ίδιο πόνο.

Από την άλλη, ο Tramp παρέμεινε απόλυτα ενεργός, ηχογραφώντας και κάνοντας περιοδείες σαν σόλο καλλιτέχνης αλλά και με τα συγκροτήματα Freak Of Nature και Mike Tramp And The Rock’N’Roll Circuz. Συνέχισε επίσης να χρησιμοποιεί το όνομα των White Lion, μέσα από τους καπνούς της διαμάχης του με τον Bratta για την κατοχή του ονόματος.. Έκανε περιοδείες με εναλλακτικά ονόματα, σαν Tramp’s White Lion και White Lion II, και ηχογράφησε ξανά 12 κλασικά τραγούδια του γκρουπ στο σόλο άλμπουμ του “Remembering White Lion”.

Στη διάρκεια του 2007, ο Tramp πήρε τη μεγάλη απόφαση να συνθέσει το sequel του “Pride” του 1987. Ανέλαβε ο ίδιος την παραγωγή, μαζί με τον μπασίστα Claus Langeskov, και ο δίσκος ηχογραφήθηκε τόσο στην Αυστραλία, όσο και στην Κοπεγχάγη. Κάπως έτσι προέκυψε το πέμπτο και τελευταίο άλμπουμ που κυκλοφόρησε τελικά με το όνομα White Lion στις 14 Μαρτίου 2008. Φτάνει φυσικά το γεγονός πως ο Tramp είναι το μοναδικό αυθεντικό μέλος στο άλμπουμ αυτό, για να διχάσει πριν καν ακουστεί, πόσο μάλλον όταν ο μεγάλος απών Vito Bratta είναι σχεδόν αδύνατο να αντικατασταθεί. Ο κιθαρίστας Jamie Law έδωσε τον καλύτερο εαυτό του και όταν η σκόνη κάθισε για τα καλά, κέρδισε με τον χρόνο κάποια εύσημα. Η έντονη παρουσία του κημπορντίστα Henning Wanner αποδόθηκε στην αδυναμία να καλυφθεί το κενό του Bratta, ενώ ο ντράμερ Troy Patrick Farrell συμπλήρωνε το πλήρωμα της δύσκολης αυτής απόπειρας.

Τα δυο μεγάλα σε διάρκεια επικά τραγούδια, το εναρκτήριο “Sangre de Cristo” και το “Battle at Little Big Horn” κουβάλησαν αισθητά την υπόληψη του άλμπουμ, μεταφέροντας επάξια ισχυρές αντηχήσεις του ένδοξου παρελθόντος, από τα “Lady of the Valley”, “Lights and Shadows” και “Cry for Freedom”. Τα πιο άμεσα hard rock τραγούδια του στηρίχτηκαν σθεναρά από τα εξαιρετικά φωνητικά του Tramp, που έστηναν γέφυρες με το παρελθόν, ενώ υπήρξαν και δυο μπαλάντες. Ο δίσκος πέρασε από όλες αυτές τις αναμενόμενες φάσεις της αμφισβήτησης, ακόμα και της κατηγορίας της εξαπάτησης, για να αφήσει τον χρόνο να κατευνάσει τους ακραίους φίλους του γκρουπ και να αποδώσει μια δικαιοσύνη που κινήθηκε από τη συμπάθεια μέχρι και τον ενθουσιασμό  για κάποιους περισσότερο γενναιόδωρους ή ψύχραιμους.

Μετά την κυκλοφορία του, ο Tramp αντιμετώπισε μια ταραχώδη περίοδο επαγγελματικής αναποφασιστικότητας καθώς προσπαθούσε να διαλέξει αν θα συνεχίσει τη σόλο καριέρα του ή να σπαταλήσει την ενέργειά του στο όνομα των White Lion ξανά. Το 2009 τελικά κυκλοφορεί το άλμπουμ “The Rock ‘N’ Roll Circuz”, το οποίο αρχικά προοριζόταν να είναι το επόμενο άλμπουμ των White Lion, με την επιλογή ενός ακόμα σόλο project.

Για να κλείσουμε την ιστορία, το 2010, ο Tramp εκχώρησε την κυριότητα του ονόματος White Lion στον Bratta με εξώδικο συμβιβασμό. Οίδιος είπε ότι αυτός και ο Bratta κατέληξαν σε αυτή τη συμφωνία μετά από “μια βαθιά συνομιλία” προσθέτοντας με ρεαλισμό πως δεν ήθελε να ξοδέψει όλα του τα λεφτά σε γαμημένους δικηγόρους. Για τον Tramp άλλωστε, αυτό που πέτυχε ο Bratta είναι μια πύρρειος νίκη.

“Είμαι περήφανος για αυτό που κάναμε εγώ και ο Vito με τους White Lion”, λέει, “και γι’ αυτό τον αγαπώ ακόμα. Όμως το μόνο που θα πάρει ο Vito μαζί του στον τάφο του είναι το όνομα. Δεν θα έφευγε ποτέ από το γαμημένο Staten Island – στο οποίο ζει ακόμα – αν δεν ήταν ένα παιδί από την Κοπεγχάγη με την ενέργεια ενός πυραύλου”.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 896 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.