Έμαθα για την τραγική απόδραση του Τάσου Σταματούκου από τις αναρτήσεις φίλων. Δεν είχα ποτέ κάποια προσωπική επαφή ή επικοινωνία με τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Τον είχα γνωρίσει αποκλειστικά μέσα από τα κείμενά του στο Metal Hammer και στο Metal Invader. Όταν όμως μοιράζεσαι πράγματα με κάποιον ακόμα και με αυτό τον όχι άμεσο τρόπο, είναι σχεδόν απίθανο να σε αφήσει αδιάφορο μια τέτοια είδηση.
Πολλοί άνθρωποι που έχουν γαλουχηθεί μουσικά στα 00’s δυσκολεύονται να προσεγγίσουν ή ακόμα και να φανταστούν τα δεδομένα, τις έστω άγαρμπες αρχές και τα αντανακλαστικά μιας άλλης εποχής. Και η αλήθεια είναι πως η μουσική κοινότητα του ευρύτερου σκληρού ήχου είχε μια εντελώς διαφορετική μορφή και δράση στα 80’s και τα 90’s. Μέσα σε αυτή την ακαμψία, τον φανατισμό, την περιχαράκωση, την ένταση που σίγουρα πήγαζε και από την ευρύτερη κοινωνική αντιμετώπιση απέναντι σους ακροατές του ήχου αυτού, συχνά χανόταν και το κυρίαρχο μήνυμα του καλλιτέχνη που αγαπούσες. Όλοι μας άλλωστε θέλαμε να πιστεύουμε και το επιζητούσαμε με όσες δυνάμεις και αντοχές είχαμε, πως η επιλογή αυτής της μουσικής ήταν και το σημάδι, το σινιάλο μιας ευρύτερης τοποθέτησης απέναντι σε όλα τα ζητήματα της ζωής. Θέλαμε να νιώθουμε πως ο ήχος αυτός μας στήριζε να αντέξουμε απέναντι στον συντηρητισμό, την ακαμψία, τον περιορισμό, τον ευρύτερο και πάσης κατευθύνσεως φασισμό. Θέλαμε να πιστεύουμε πως η ένταση αυτής της διαρκούς εμπειρίας θα ήταν ο ηχητικός βατήρας για μια μάχη απέναντι σε μια ζωή που είχε, και έχει ακόμα άλλωστε πολλά άδικα, σκληρά, απάνθρωπα πρόσωπα.
Την ταχύτητα της εξέλιξης μέσα από το θάρρος της προσωπικής γνώμης κλήθηκαν να τη ρυθμίσουν τότε ακούσια άνθρωποι που μοιράστηκαν τις απόψεις τους με το κοινό της χώρας. Η αγάπη και το μίσος, η συμφωνία και η διαφωνία, η ταύτιση και η απόρριψη είναι έννοιες και πράξεις που πάνε και έρχονται πάνω στις επιλογές κάθε ανθρώπου που επέλεξε να τις μοιραστεί με το κοινό. Για μένα προσωπικά, όλοι οι μουσικοί γραφιάδες μιας παρατεταμένης περιόδου κουβάλησαν μια σχεδόν ακούσια ευθύνη απέναντι σε όλα τα δύσκαμπτα προβλήματα του κοινού αυτού στη χώρα μας. Ο Τάσος Σταματούκος κάποια στιγμή είχε την προσωπική ατυχία να βιώσει την τυφλή οργή, την άδικη και παράλογη βία ανθρώπων που άκουγαν αυτή τη μουσική αλλά ένιωσαν θιγμένοι από τα κείμενά του. Ο άνθρωπος τραμπουκίστηκε άγρια από κάποιους που προφανώς ένιωθαν πως οι αρχές ενός τυφλού μουσικού χουλιγκανισμού τους εξέφραζαν πολύ περισσότερο από την πιθανότητα ενός τίμιου ανοιχτού διαλόγου, που ίσως να μην οδηγούσε και πουθενά.
Επαναλαμβάνω πως δεν γνωρίζω την παραμικρή λεπτομέρεια για τον Τάσο, τη ζωή του, τον χαρακτήρα του, τα θέματα που μπορεί να τον οδήγησαν σε αυτή την πράξη απόγνωσης. Γνώριζα όμως το συγκεκριμένο περιστατικό, ένα περιστατικό ντροπής για ανθρώπους που θεωρητικά τουλάχιστον αγαπούν τη μουσική και θα έπρεπε να την επικαλούνται για να ομορφύνει η ζωή τους. Θέλοντας να επιστρέψω κάτι από εκείνα τα κείμενα του Τάσου που με μεταφέρουν σε εκείνη την γοητευτικά παράξενη αλλά συχνά παράλογη εποχή, σκέφτηκα πως αντί ενός μάλλον υποκριτικού αποχαιρετισμού σε έναν μουσικό γραφιά που μου κράτησε παρέα τότε, να επικαλεστώ αυτό το τόσο θλιβερό γεγονός και να χρησιμοποιήσω την επίθεση εναντίον του εξορκίζοντας κάθε τυφλό φανατισμό.
Η μουσική μας ψιθυρίζει κάθε στιγμή την κρυφή της ευγένεια. Στην αγαπημένη μας των τεχνών δεν χωρούν εγκλήματα μικρά ή μεγάλα. Δεν χωρούν παραπετάσματα και αδικαιολόγητες πράξεις που παραπέμπουν στον χειρότερο θρησκευτικό ή πολιτικό φανατισμό. Σε ένα πολύχρωμο ηχητικό χωράφι που έχει μια γωνιά για όλους μας, μπορούμε να διαφωνούμε αιώνια διασκεδάζοντας, μπορούμε να είμαστε φίλοι χωρίς να συναντιόμαστε ποτέ στις βασικές προτιμήσεις, μπορούμε να γίνουμε πιο ισορροπημένοι και βαθύτεροι άνθρωποι μαθαίνοντας να αναγνωρίζουμε τη διαφορετικότητα, το δικαίωμα στην επιλογή του άλλου.
Μπορούμε να ψάξουμε τον τρόπο για να αποφύγουμε τα προφανή λάθη ανθρώπων, ηθών και εποχών που αδίκησαν και έβλαψαν όσους βιάστηκαν να προχωρήσουν σε μια νέα ευρύτητα και να ακουμπήσουμε επιτέλους τον σεβασμό στη θέση που του ανήκει.