ARÐ

INTERVIEW

Το “Take Up My Bones” είναι χωρίς αμφιβολία ένα album που δεν μπορεί να σε αφήσει αδιάφορο, με την μαγική του ατμόσφαιρα. Το ντεμπούτο των Arð από το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι σίγουρο πως θα ενθουσιάσει όλους τους φίλους των Empyrium, Tenhi και γενικότερα τους fans του καταλόγου της Prophecy Productions. Ο Σπύρος Χονδρογιάννης βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει με τον Mark Deeks, τον άνθρωπο πίσω από την μουσική και τους στίχους των Arð!

Χαιρετισμούς από την Ελλάδα, Mark! Είναι χαρά μας να σε φιλοξενούμε στις σελίδες του Soundcheck για να μιλήσουμε για ένα από τα εντυπωσιακά ντεμπούτα albums της χρονιάς και όχι μόνο.
Σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια και την υποστήριξη, το εκτιμώ πραγματικά.

Η ιστορία των Arð ξεκίνησε το 2019, ενώ το ντεμπούτο album “Take Up My Bones” κυκλοφόρησε φέτος. Τι μεσολάβησε στα δύσκολα χρόνια της πανδημίας;
Λοιπόν, αν το δεις έτσι, ίσως και να εξαπατηθείς λίγο. Το γράψιμο για το album ξεκίνησε στα τέλη του 2018, αλλά ασχέτως αν ασχολήθηκα με το project μέσα στο 2019, αφοσιώθηκα σε αυτό το 2020. Σκέφτομαι σαν τους περισσότερους ανθώπους, έχοντας περισσότερο χρόνο στο σπίτι τότε από ό,τι συνήθως, σκεφτόμενος τι είναι σημαντικό για μένα και τελικά, κατάφερα να κάνω τους Arð πραγματικότητα. Το album ολοκληρώθηκε στο τέλος του 2020 και μόλις λίγες εβδομάδες μέσα στο 2021 είχα ήδη ένα νέο σπίτι για τους Arð στην Prophecy Productions, κάτι που ήταν τεράστια τιμή. Με την κατάσταση που επικρατεί στην μουσική βιομηχανία, χρειάστηκε πάνω από ένα χρόνο για να συμβεί η κυκλοφορία, με την έκδοση σε βινύλιο να είναι ένα από τα κομμάτια του παζλ που πήρε χρόνο.

Το “Take Up My Bones” είναι ένα concept album για το μακρύ ταξίδι των λείψανων του αγίου της Νορθουμβρίας, Cuthbert, που έζησε γύρω στο 650μ.Χ. – μια ιστορία τυλιγμένη στο μυστήριο. Θα ήθελες να μας πεις περισσότερα για αυτή σου την έμπνευση;
Ήξερα καλά πως ήθελα η μουσική των Arð να αντιπροσωπεύει την περιοχή της Νορθουμβρίας που ανήκω και τι καλύτερο για ένα doom metal album από την ιστορία ενός καλόγερου που περιφερόταν στο φέρετρό του σε μια πολύ μεγάλη έκταση για πάνω από 100 χρόνια!; Υπάρχουν πολλές ιστορίες και μύθοι για το ταξίδι του φέρετρου, οι οποίες έγιναν σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της περιοχής και ήταν πραγματικά πλούσια πηγή έμπνευσης για το πρώτο album των Arð.

Μουσικά με τους Arð, βρίσκεσαι σε εντελώς διαφορετικό περιβάλλον από αυτό με τους Winterfylleth, στους οποίους είσαι μέλος αρκετά χρόνια. Ποια ανάγκη σε ώθησε να ξεκινήσεις το μουσικό ταξίδι των Arð;
Τίποτα πιο πολύπλοκο από το απλό γεγονός ότι είμαι μεγάλος doom fan πολλών στυλ. Για να είμαι ακριβής, θα πω πως προτιμώ πολλές φορές την μουσική αργή, παρά γρήγορη. Λατρεύω το “βάρος” με το οποίο η αργή heavy μουσική “προσγειώνεται” και ήθελα να πάρω έμπνευση από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες για να δώσω τη δική μου εκδοχή στο doom είδος.

Όπως έγραψα και στην αρχή, το “Take Up My Bones” είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά ντεμπούτα albums που έχω ακούσει στη ζωή μου. Γεμάτος πάθος, τίμιο, ατμοσφαιρικό, συμπαγές, πραγματικά μοναδικό. Αν με ρωτούσες, θα σου έλεγα πως διακρίνω επιρροές από Empyrium, Tenhi και Bathory. Θα συμφωνούσες με κάποια από αυτά τα ονόματα; Ποιές είναι οι επιρροές σου;
Σε ευχαριστώ πολύ, είσαι πολύ ευγενικός. Ένα στα τρία, καθόλου κακή μαντεψιά! Οι Tenhi ήταν αναμφισβήτητα μια από τις σημαντικές επιρροές, όταν δημιουργούσα τους Arð και αυτό δεν το έχουν εντοπίσει πολλοί άνθρωποι, οπότε μπράβο! Είναι μια τόσο ιδιαίτερη, μοναδική μπάντα. Κανένας δεν έχει την ατμόσφαιρά τους, είμαι μεγάλος fan. Οι Empyrium είναι μια μπάντα που αγαπώ, αλλά δεν τους είχα στο μυαλό μου όταν έγραφα τραγούδια. Όσο αφορά στους Bathory (και ξέρω πως τώρα θα χάσω μερικούς πόντους από μερικούς ανθρώπους λόγω της άποψής μου!)…δεν είμαι fan. Μου αρέσουν οι 2-3 πρώτοι, αλλά όλοι οι επόμενοι για τους οποίους μιλάει συνέχεια ο κόσμος, δεν είναι για μένα…συγγνώμη! Πέραν των Tenhi λοιπόν, άλλες επιρροές (αν είναι εμφανές ή όχι, το αφήνω σε σας) ήταν οι Kauan, Funeral (από την Νορβηγία), Mourning Beloveth και η μουσική του Frank Black.

Πιστεύω πως η Prophecy είναι η ιδανική εταιρεία για να κυκλοφορείς την μουσική σου. Ήρθε εύκολα και φυσικά το deal;
Σύμφωνα με τον Martin, το αφεντικό της Prophecy, οι Arð ήταν το πιο γρήγορο deal που έχει γίνει στα 25 χρόνια της εταιρείας, οπότε αυτό κάτι λέει! Δεν θα μπορούσα να είμαι πιο ευτυχισμένος από το να μοιράζομαι το ίδιο label με μπάντες όπως οι Empyrium, Tenhi και Falkenbach και θεωρώ τιμητικό για τους Arð να είναι πλέον μέρος της ιστορίας αυτής της εμβληματικής εταιρείας.

Πριν λίγο καιρό, κάνατε μια live εμφάνιση στα πλαίσια του Prophecy Fest, σε ένα παλαιό σπήλαιο, μαζί με ονόματα όπως οι Empyrium, Saturnus, Antimatter κ.α. Ήταν το πρώτο σας live; Για πες μου για αυτή την εμπειρία.
Αυτή η εμφάνιση στο Prohecy Fest ήταν η δεύτερη συναυλία των Arð. Η πρώτη μας ήταν μερικές εβδομάδες νωρίτερα στο Manchester, μαζί με την άλλη μπάντα που παίζω, τους Winterfylleth. Η αλήθεια είναι πως η μουσική μας, δεν γράφτηκε αρχικά για να παιχτεί ζωντανά σε συναυλίες (όπως μπορείς να καταλάβεις από τα πολλά επίπεδά της στο δίσκο!). Έχοντας όμως πλέον την “ζωντανή” της εκδοχή και σύνθεση αλλά και την εκπληκτική εμπειρία της εμφάνισής μας στο σπήλαιο του  Balver Höhle, μου αρέσει αυτή η προοπτική και θα μου άρεσε να άκουγα από ανθρώπους του χώρου πως υπάρχει ενδιαφέρον για ζωντανές εμφανίσεις των Arð.

Τι μουσική ακούς τελευταία; Πες μας τα πιο εντυπωσιακά albums του 2022 για σένα, μέχρι στιγμής.
Πιστεύω πως κυκλοφόρησε εκπληκτική μουσική φέτος. Για μένα το καλύτερο της χρονιάς είναι σίγουρα το νέο album των Queensrÿche, των οποίων είμαι fan από τότε που ήμουν έφηβος (εκτός από τα τρελά χρόνια 1995-2012 – όποιος καταλάβει, κατάλαβε!). Από το 2013 που πήραν τον Todd La Torre για τραγουδιστή, πήραν νέα ανάσα, ακούγονται όπως παλιά και έχουν κυκλοφορήσει ήδη τέσσερα υπέροχα albums μαζί του, με αυτό εδώ να είναι πιθανώς το καλύτερο. ‘Αλλες λαμπρές στιγμές της χρονιάς είναι το “Acts Of God” των Immolation, μπάντα που δεν σε απογοητεύει ΠΟΤΕ, το ντεμπούτο των The Halo Effect (ιδανικό για όλους εμάς που αγαπάμε τους παλιούς In Flames), το “The Last Mirror” των Ataraxy, το νέο album των Corpsessed και το “The Long Road North” των Cult Of Luna.

Γνωρίζεις μπάντες ατμοσφαιρικού metal ή γενικότερα heavy καλλιτέχνες από την Ελλάδα;
Ναι φυσικά. Είμαι μεγάλος Rotting Christ fan, ειδικά εκεί στο μέσο της καριέρας τους. Επίσης μου αρέσουν οι Macabre Omen, Katavasia και Kawir. Να προσθέσω και το νέο album του Σάκη Τόλη, που απολαμβάνω επίσης φέτος.

Ποια είναι τα άμεσα πλάνα των Arð; Περισσότερες live εμφανίσεις ή περισσότερη νέα μουσική; Σχέδια για να σας δούμε ζωντανά στην Αθήνα;
Θα ήθελα πολύ να φέρω τους Arð στην Αθήνα – αν κάποιος ενδιαφέρεται να το κάνει πράξη, ας επικοινωνήσει μαζί μου. Σίγουρα θα υπάρξει νέα μουσική: έχω ξεκινήσει ήδη τη διαδικασία, αν και αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα μια γρήγορη διαδικασία, ειδικά όταν γράφεις τα πάντα μόνος σου κάνει ιστορική έρευνα για τους στίχους σου, οπότε η υπομονή πρέπει να είναι σύμμαχός σου!

Σε ευχαριστώ για το χρόνο σου, Mark! Τα τελευταία λόγια δικά σου, προς τους fans των Arð και τους αναγνώστες του Soundcheck.
Ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον προς τους Arð. Είναι πραγματικά συγκινητική η απόκριση στο album με όλα τα μηνύματα που λαμβάνω από τον κόσμο για αυτό. Αν απολαμβάνετε αυτό που ακούτε από τις μπάντες που αγαπάτε, μη ξεχνάτε: μόνο το φυσικό merch είναι αληθινό!

Avatar photo
About Σπύρος Χονδρογιάννης 59 Articles
Γεννημένος στην Αθήνα την χρονιά που οι Rush κυκλοφόρησαν δύο albums, αλλά και που ο Alice Cooper μας καλωσόρισε στον εφιάλτη του, δεν πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να λατρέψει τους Sabbath του Dio και του Tony Martin, τους Fates Warning και τους Sanctuary, τους Candlemass και τους Crimson Glory. 15 χρόνια μετά, τον συνεπήρε η ποίηση των The Mission, Fields Of The Nephilim, And Also The Trees και Nosferatu, ενώ ο απόλυτος συνδυασμός μελωδίας και μαυρίλας του συστήθηκε με φρέσκους, τότε, ήχους των Paradise Lost, My Dying Bride, Anathema, Elend και Katatonia. Ολοκληρώθηκε μόλις ανακάλυψε την μαγεία του David Bowie, του Scott Walker, του Neil Hannon και του Jarvis Cocker αλλά και του J-Rock/Visual Kei πολύχρωμου κόσμου πριν πατήσει τα πρώτα -άντα του. ‘Οταν δεν ασχολείται με τα εξαναγκαστικά βιοποριστικά που ποσώς τον ενδιαφέρουν, κρατάει τα drum sticks του και νιώθει λίγο σαν τους ήρωες του, Neil Peart και Mark Zonder, ενώ ο υπόλοιπος ελεύθερος χρόνος του είναι και πάλι μουσική, μουσική, μουσική - και κινηματογράφος, καθώς τον σπούδασε, όπως και videogaming, γιατί το ιδανικό μέρος να ζει κανείς είναι ξεκάθαρα το Silent Hill, όλοι το ξέρουν αυτό.