ULVER: “The Red Light”

ALBUM

Οι απρόβλεπτοι Νορβηγοί μουσικοί ταξιδιώτες ολοκλήρωσαν τη σταδιακή αποκάλυψη του νέου τους έργου, και έχοντας πια συμπληρωμένη την ακολουθία των εννέα φρέσκων τραγουδιών τους μπορούμε να περιηγηθούμε στο σχεδόν εσχατολογικό σύμπαν του Κόκκινου Φωτός. Κάπου στη διαδρομή, την 16η Αυγούστου, έχασαν τον μακροχρόνιο συνεργάτη τους Tore Ylvisaker. Η ερώτηση που προκύπτει άμεσα είναι φυσικά ποια μουσική μανιέρα χρησιμοποίησαν αυτή τη φορά οι πολύπειροι μάστορες.

Η διάθεση των Νορβηγών μοιάζει να αναδύεται από μια ευρωπαϊκή μητρόπολη που σκεπάζεται από την παρωχημένη απειλή του ψυχρού πολέμου. Αυτή είναι βέβαια η εντύπωση που δίνει άμεσα αυτό το synthwave χαλί που μας απλώνουν ήδη από το εναρκτήριο ομότιτλο τραγούδι. Με ρυθμούς αλλά και σχεδόν αέρινες φωνητικές μελωδίες που στα αυτιά μου ακουμπούν μια ψυχρή ειρωνεία, η σημερινή απειλή ενός κόσμου που εξακολουθεί να παραλογίζεται σε μοιραία παιχνίδια δύναμης, ντύνεται με μια σοφά ρετρό  μουσική αισθητική: τα ίδια λάθη, οι ίδιες σκιές, η ίδια τρέλα, ο ίδιος πελώριος φόβος.

Είναι χαρακτηριστική η δυσοίωνη προοπτική του οργανικού “Nocturne # 2”, το οποίο χωρίς την περιπαιχτική ελαφρότητα και αισθητή αποσυμπίεση των φωνητικών, αποκτά το ύψος και την πίεση μιας οριστικής απειλής. Όσο οι στίχοι αφηγούνται προειδοποιήσεις της χλωρίδας και της πανίδας του πλανήτη, προμηνύματα της τελευταίας βροχής, και βιβλικούς υπαινιγμούς πάνω σε ελκυστικά παραπλανητικές μελωδίες, μια κατευναστική γοητεία που απλώνεται από τις δόξες των Tears For Fears μέχρι τα γλυκά σκοτάδια των Depeche Mode κρατά το φαρμάκι του δίσκου σε μια απόσταση ασφαλείας. Με τέτοιου είδους “προφύλαξη” περνά και ο υπαινιγμός της αμερικανικής τρέλας και της οπλοφορίας στο προειδοποιητικό και ρυθμικά επιτακτικό “Hollywood Babylon”. Και έχοντας πια σπρώξει όλο το είναι μας μέσα σε αυτή την αμφίσημη λογική τους, ζητούν το έλεος και τη συγχώρεση μιας άγνωστης, απροσδιόριστης δύναμης για κάθε ασέβεια απέναντι στη λαβωμένη ψυχή της φύσης με ένα σχεδόν smooth jazz ύμνο στο “Forgive Us”.

Μετά την σκοτεινή υπενθύμιση-επαναφορά του “Nocturne # 1”, το ηλεκτρονικό πανόραμα μιας οικουμενικής δυστυχίας στο “A City in the Skies” είναι πιθανά το πιο αποκαλυπτικά γλυκόπικρο τέχνασμα του δίσκου, ένας ύμνος που σου βιδώνει τη λέξη “uplifting” στο μυαλό, για να ξεφυλλίσει μπροστά σου μια ακολουθία σκληρών εικόνων και μαύρων προφητειών. Οι δυο διαφορετικές εκδοχές του “Ghost Entry” μοιάζει να ανοίγουν στη μούρη μας τα χαρτιά αυτής της στρατηγικής, και το δεύτερο πρόσωπο, αυτό της απειλητικής παραμόρφωσης, μας αφήνει με την τελευταία εντύπωση, αυτή ενός αναπόφευκτου, επικείμενου εφιάλτη.

Με σύντομα βιβλικά στιγμιότυπα, πέτρινα σκληρούς υπαινιγμούς και περιγραφές ήχων που παγώνουν, οι Νορβηγοί μας αποπλανούν με δολώματα μιας περασμένης μουσικής σελίδας που γίνεται έξυπνο εργαλείο στα δεδομένα τους. Οι πανούργα θελκτικοί ρυθμοί και οι επουλώσεις ενός ηλεκτρονικού ambience θα μπορούσε να είναι το καλάμι με το δόλωμα. Μοιάζει σχεδόν βέβαιο πως το ανθρώπινο είδος θα τα καταφέρει να εξοντωθεί μέσα σε μια υπερφίαλη και ανόητη υπερβολή αυτοθαυμασμού, αλαζονείας, υποτίμησης αξιών και επανάληψης λαθών.

Και δεν θα είναι και απρόσμενο να το κάνει λικνίζοντας αυτάρεσκα το δηλητηριασμένο του κορμί.

Είδος: Synthwave, ambient, electronic
Εταιρεία: House of Mythology
Ημερομηνία κυκλοφορίας: 31 Οκτωβρίου 2024

Website
Facebook

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1157 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.