St. John Green: “St. John Green” (1968)
Ιδανικός δίσκος για….γραφείο τελετών!
Φτιάχτηκαν το 1967 στην Καλιφόρνια (πού αλλού;) από τους τότε φοιτητές στο Pasadena City College Michael “Papabax” Baxter (πλήκτρα) και Victor “Vic” Sabino (φωνητικά), αλλά το «αφεντικό» που τους βάφτισε και τραγουδούσε τα πάντα ήταν ο μπασίστας, στιχουργός και βασικός συνθέτης, Ed Bissot. Η παρέα συμπληρώθηκε από τον κιθαρίστα Bill Kirkland και τον ντράμερ Shelly Scott και όλοι τους μετά την γνωριμία τους με τον δαιμόνιο Kim Fowley, άρχισαν να ανοίγουν για τους Canned Heat και Spirit.
Υπέγραψαν στην Flick-Disc (θυγατρική της MGM) και μαζί με τον Fowley στην παραγωγή αναμείχθηκε και ο Michael Lloyd, για έναν δίσκο που κατά τον Baxter: «…στριφογυρνούσε στην παραξενιά του Fowley ….προχωρήσαμε καλόπιστα αλλά είμαι σίγουρος ότι και τα άλλα παιδιά απογοητεύτηκαν εξίσου….σκόπευε να δημιουργήσει τον Canyon sound σχετιζόμενο με “mystical tale about the Dark Shadows of the Canyon and the Mysterious Canyon people who had left the world behind to become one with nature” και όλες αυτές τις αηδίες. Έκοβε κι έραβε κομμάτια από το στούντιο και μετά ανάγκαζε εμένα να τα κάνω τραγούδι….» (σε μετάφραση του γράφοντα, όπως και ό,τι ακολουθεί μεταφρασμένο).
Αντίθετα ο Fowley σε συνέντευξή του το 2001 στο περιοδικό Ugly Things, αντεπιτέθηκε:
«….[‘St. John Green’ is] one of the great lost records….Somebody will reissue it someday and people will start crying and jacking off and smoking dope to it. It’s a great record. There’s only a handful of records that I’ve made that are great….».
Χαρακτήρισε τον Bissot «βασανισμένο» άτομο, που ξερνούσε αίμα καπνίζοντας σαν φουγάρο αλλά στη σκηνή τα έδινε όλα κάνοντας τις groupies να τσιρίζουν και καταλήγει:
«….I mean, what a genius. This fucking guy was Jim Morrison and Leon Russell….He had the stage presence of Morrison and a young Leon….What a band! Every heroin addict and gun dealer and radical black person from Venice to Malibu and Hollywood would all come to prowl and just worship this guy….». (Νομίζω ότι το πρωτότυπο στέκεται καλύτερα).
Ποια είναι τελικά η αλήθεια; Μη βιάζεστε, θα την δείτε παρακάτω. Το εξώφυλλο μια φορά μας μπάζει πλήρως στο πνεύμα του δίσκου, με έναν απαίσιο δράκο από τα βάθη της κόλασης εν μέσω πυράς, να πολιορκεί τη γη καθόσον οι νεκροί, τα πνεύματα, ο «έξ΄ από δω», ο χάρος και γενικά ότι προκαλεί τρόμο έχουν εδώ την τιμητική τους!
Και εξηγούμαι αμέσως: Ο θεός του πρώιμου θανάτου σε μια γεμάτη echo και acid ατμόσφαιρα, με ένα υπνωτικό μπάσο να ηχεί σαν μοναδικό κρουστό καθώς κουνιέται σαν εκκρεμές πάνω από το συγκρατημένο και φιμωμένο γκαράζ, κηρύττει στο “7th Generation Mutation” τον εξής τρομακτικό μονόλογο:
«…Στη σκοτεινιά του άδειου μου κλουβιού είμαι από την Αφροδίτη και μου μιλάει / Είδα τον πλανήτη σας να υποφέρει από επτά πυρηνικούς πολέμους….Είδα τον πολιτισμό σας να ανατέλλει από την καταστροφή του. Μόνο να θρυμματιστεί για άλλη μια φορά σε στάχτη. Η Κιβωτός του Νώε ήταν μια χρονική περίοδος και όχι μια βάρκα. Είναι μέσα από τέτοιες παρανοήσεις / Οι πεποιθήσεις σου εξασθενούν και η πίστη σου χάνεται…. ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΒΛΕΠΕΤΕ.…; Δεν υπάρχει αγάπη δεν υπάρχει ζωή / Η Γη γεννιέται από λιωμένη λάβα από τις σχισμές ενός βίαιου άστρου. Ο άνθρωπος δημιουργείται / Και υψώνεται από την παγωμένη λάσπη με σκόνη / Να αγαπά….Να κατακτά….Να σκοτώνει…. ΚΑΙ ΘΑ ΤΟ ΚΑΝΕΙ!….».
Αφού δε ο Bissot στο “Messages From The Dead” διέσχισε τα επτά επίπεδα της Κόλασης μέσα στις φλόγες που γλείφουν το σώμα του, είναι τώρα γονατιστός και παρακαλεί:
«….Όχι, Θεέ μου…. μη με κάψεις! Σε παρακαλώ, μη με κάψεις, Θεέ μου!….» μέχρι την κορύφωση που όλα παίρνουν φωτιά, σε θρίλερ ατμόσφαιρα με εφέ ουρλιαχτά, προεξέχον μπάσο και το hammond να κυριαρχεί αλλά δεν μας προξενεί τίποτα!
Η έκτρωση του “You’re Lost Little Girl” των Doors, που ονομάζεται “Goddess Of Death”, αφήνει το όργανο να κουλουριάζεται ήσυχα στο βάθος, καθώς το γκρουπ περπάτησε, «….στην ατελείωτη κοιλάδα…. Κοιτάζοντας πίσω με δάκρυα ενώ οι απόηχοι της ζωής έσβηναν από τα αυτιά μας….Περπατήσαμε στην κρύα σιωπή….προσέχοντας να μην πατήσουμε αυτούς που είχαν λιποθυμήσει εκεί τις προηγούμενες φορές….και ρωτάω:
«Γιατί είμαστε εδώ; Γιατί είμαστε εδώ; Γιατί είμαστε εδώ;» με το συγκρότημα επαναλαμβάνει ξερά «Γιατί; Γιατί; Γιατί; Γιατί;». Η νεκρίλα ολοκληρώνεται με το “One Room Cemetery” (του Fowley), όπου και μόνο ο τίτλος τα λέει όλα και ο Bissot σε ένα σκοτεινό και μοναχικό μέρος πάνω από τύμπανα και μπάσα που βροντούν δυσοίωνα, στενάζοντας με βογγητά και μαστιγώματα λίγο πριν κόψει τις φλέβες του στην μπανιέρα, λαχταράει να συναντήσει τον δημιουργό του και καλεί τους ομοϊδεάτες του να τον ακολουθήσουν:
«….Παίζουμε με τον κόσμο…. Παίζουμε με τον κόσμο….Όταν ένα τραγούδι αγάπης έχει πάει στραβά….πού πάει ένα θλιμμένο κορίτσι; Πού πάει το θλιμμένο κορίτσι όταν τελειώσει το ερωτικό της τραγούδι; Παίζουμε με τον κόσμο….Παίζουμε με τον κόσμο….», αμέσως πριν όλα ξεθωριάσουν σε αιώνιο μαύρο.
Όσο για τον δίλεπτο ποιητικό μονόλογο του “Love Or Hate” περιέχει φοβερές ρίμες για τον κόσμο πέρα από τον τάφο αλλά….συγκινητικές μόνο για τους αγγλομαθείς.
Ζαλιστήκατε λίγο; Έχει και για σας ο δίσκος: η ελαφρά σόουλ του “Canyon Women” (του Fowley) με το hammond να φέρνει έντονα στον μάστορα Booker T και την acid κιθάρα να σολάρει αδιάκοπα από κάτω καθώς κάποια γρυλίσματα περνούν στις σκιές, θυμίζει την παγανιστική ατμόσφαιρα του “Gris-Gris” και ακούγεται ευχάριστα, όπως και το ψυχεδελοχίτ “Devil And The Sea”, που ατενίζει: «….τα βουνά να γίνονται κίτρινα, τα λουλούδια να λιώνουν στην θάλασσα….». Όσο για το country freak κήρυγμα της καταστροφής του κόσμου “Do You Believe”, θα ήταν πολύ καλύτερο εάν έπεφτε στα χέρια των πρωτοπόρων Fraternity of Man ή των Holy Modal Rounders.
«Πηγαίνω!», ακούγεται να λέει ο Fowley πίσω από το τζάμι του στούντιο, στο “Help Me Close The Door”, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας «σκοτεινής αφήγησης» για έναν θρυμματισμένο άνθρωπο. Πλην όμως, τα κοριτσίστικα γελάκια που κελαηδούν συνεχώς «Μπαμπά;», τον κάνουν να απαντήσει “If you have any heart at all….You’ll help me close the door!”, που κάνει όλο το στούντιο να ξεραθεί στα γέλια!
Τελικά αξίζει τίποτε από τον δίσκο; Ναι, αλλά μόνο δύο κομμάτια: το (γραμμένο από τον Fowley), ”St. John Green”, θυμίζοντας πολύ το ”A Whiter Shade Of Pale” με καλά φωνητικά (αν και λίγο «ντιλανικά») με φόντο ένα «γλυκό» πιάνο, μπάσο σε τόνους τούμπας και έντονο όργανο. Εάν όλος ο δίσκος ήταν σε αυτό το κλίμα θα μιλούσαμε για ένα αριστούργημα, αλλά δεν το επέτρεπαν οι παραγωγοί κι άφησαν τον Bissot να αναρωτιέται:
«….Ακριβώς επειδή είμαστε τόσο νέοι και θανατηφόροι / Γιατί έπρεπε να χάσουμε το φως μας;….».
Η άλλη καλή στιγμή είναι το ”Spirit Of Now”, που παρότι κλέβει ασύστολα τους Strawberry Alarm Clock και τους Electric Prunes, επιτέλους ακούμε την ωραία κιθάρα του Kirkland να σολάρει!
Ο δε πεντάλεπτος επίλογος ”Shivers Of Pleasure”, σε μια εντελώς άσχετη jazzy ατμόσφαιρα, μας εξηγεί πώς γράφτηκε ο δίσκος και που τον αφιερώνουν (μεταξύ αυτών στον Fowley και στην….Brigitte Bardot!), αλλά τι μας νοιάζει στην τελική;
Δεν μπορώ να μην παραθέσω και την γνώμη του γκουρού Julian Cope για τον δίσκο:
«…..Μέσω αμοιβαίων συναναστροφών στο Topanga Canyon, οι St. John Green συνδέθηκαν με τον Fowley κάποια στιγμή το 1968, και αυτός με τη σειρά του τους ώθησε να ξεπεράσουν το μοναδικό τους άλμπουμ ή να πεθάνουν μαζί του. Πέτυχαν και τα δύο. Το ”St. John Green” είναι εκ περιτροπής τρομακτικό, σκοτεινό, αστείο και ηλίθιο, καθώς «μυρίζει» άσχημα ταξίδια σε δωμάτια βαμμένα σε μαύρο, ματ χρώμα, χωρίς έπιπλα που φωτίζονται μόνο από μια κόκκινη λάμπα και φλεγόμενες γόπες τσιγάρων.
Αυτό που ξεχωρίζει αμέσως από αυτό το σκοτάδι είναι τα μυστικιστικά ξόρκια του τραγουδιστή/μπασίστα Ed Bissot, ο οποίος είναι κακός, κυκλοθυμικός, υπέροχος ΚΑΙ για τις αμαρτίες του είναι κολλημένος σε ένα γκαράζ αρρωστημένης έρπουσας ψυχεδέλειας για όλη την αιωνιότητα. Αυτός ο τύπος ισορροπεί επισφαλώς σε ένα ρέμα μεταξύ του Jim Morrison και του Arthur Brown, χωρίς να προσπαθεί καθόλου. ΤΟ ΕΝΝΟΕΙ. Και τον υποστηρίζει σε όλη του τη διαδρομή μια καλοκουρδισμένη μπάντα σε πλήρη συγχρονισμό με τα γεμάτα «θάνατο», καταδίκη και τρόμο οράματά του. Για μέγιστο αποτέλεσμα, παίξτε τον δίσκο στο απόλυτο σκοτάδι….».
Μετά από πολλαπλές ακροάσεις του, μπορώ ενσυνείδητα να ανταπαντήσω:
«Θυμίζει μεν τις δουλειές του Kim Fowley, άκρως μέσα στο πνεύμα της εποχής και της ψυχεδέλειας της δυτικής ακτής, με παραγωγή γεμάτη γωνίες που χάνεται συνέχεια στα μυστηριώδη ταξίδια του μυαλού τους, γιατί εδώ έχουμε δώδεκα ταξίδια που ουδεμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα και γι΄ αυτό σήμερα ακούγονται τελείως ξένα, άκαιρα και σε σημεία αστεία, γιατί το να βγάζεις κραυγές πάνω από ένα hammond ή μια κιθαρίτσα γεμάτη εφέ, δεν λέγεται ψυχεδέλεια….Ο χαρακτηρισμός «ηλίθιος» συνεπώς, που αποδίδει στον δίσκο μέσα σε όλα τα υπόλοιπα ηχηρά ο Julian Cope, είναι ο μοναδικός που με βρίσκει σύμφωνο….»
Δεν «πάτωσε» λοιπόν άδικα ο δίσκος, οδηγώντας το μαγαζί σε διάλυση και (παρά τις προσδοκίες του Fowley) είναι ζήτημα εάν επανεκδόθηκε….
Track listing:
7th Generation Mutation
Canyon Women
Devil and the Sea
Do You Believe
Help Me Close the Door
Messages from the Dead
Goddess of Death
St. John Green
Spirit of Now
Love of Hate
One Room Cemetery
Shivers of Pleasure
Flick-Disc FLS 45,001
Παραγωγή: Kim Fowley, Michael Lloyd
Κείμενο: Γιώργος Δ. Δημόπουλος
ΠΗΓΕΣ:
Wikipedia
YouTube
headheritage.co.uk
Περιοδικό “Ugly Things” #19, 2001