W.A.S.P.  : The Real Me

Δεν είναι δύσκολο ούτε καν μυστικό, πως ψάχνοντας ένα ισχυρό στοιχείο που ενεργοποιήθηκε στην ανάφλεξη των μυθικών W.A.S.P., δεν μπορεί κανείς να αποφύγει το πέρασμα του ηγέτη Blackie Lawless από τους προκλητικούς New York Dolls, ή “τα παιδιά του αδιεξόδου του σήμερα”. Με μια ακραία ανδρόγυνη γκαρνταρόμπα, φορώντας ψηλοτάκουνα, εκκεντρικά καπέλα, σατέν, μακιγιάζ, σπάντεξ και φορέματα, οι Αμερικανοί glam/punk/hard rockers απέκτησαν άμεσα ένα πανίσχυρο cult status, και η έστω σύντομη θητεία του Blackie στο γκρουπ, έθεσε τις χαρακτηριστικές βάσεις της θεατρικότητας, που σημάδεψαν τη γενική εντύπωση του δικού του γκρουπ.

Όλα στους W.A.S.P. ήταν μια πρόκληση: πονοκέφαλος για τη συντηρητική αμερικανική κοινωνία, δελεαστική προοπτική για νέους που ήθελαν να προκαλέσουν και να αφήσουν το δικό τους σημάδι. Ξεκινώντας από το όνομά τους, που είναι ένα ακρωνύμιο, έχουν προκληθεί αμέτρητες συζητήσεις για την πραγματική του σημασία. Ο frontman του συγκροτήματος  προτίμησε την αινιγματική σιωπή. Με το πέρασμα των χρόνων, οι εικασίες των φίλων τους και των κριτικών  υποστήριξαν πως σημαίνει “Είμαστε Σεξουαλικά Διεστραμμένοι” ή “Είμαστε ο Λαός του Σατανά”. Στην πραγματικότητα, ο Lawless έχει απορρίψει κατηγορηματικά αυτές τις ερμηνείες, δηλώνοντας ότι οι τελείες μεταξύ των γραμμάτων ήταν απλώς ένας τρόπος σχεδιασμού.

Ίσως η μεγαλύτερη των προκλήσεων ήταν οι ζωντανές τους εμφανίσεις τα πρώτα χρόνια της καριέρας τους, ένας τολμηρός συνδυασμός θεατρικότητας και τρόμου που διευρύνει και να επιβάλλει τα νέα όρια μιας μουσικής παράστασης. Το πέταγμα ωμού κρέατος στο κοινό παρέπεμπε αισθητά στο horror rock του μεγάλου Alice Cooper, και οι W.A.S.P. πέτυχαν να παρουσιάσουν μια διαφορετική ζωντανή εμπειρία, η οποία με αφετηρία τη μουσική ήταν μια έντονη διαδρομή πρόκλησης και διασκέδασης. Μέσα στα τερατώδη σκηνικά, η εκρηκτική περσόνα του Blackie γεννούσε μια μοναδική εμπειρία, και η φήμη τους εξαπλώθηκε γρήγορα.

Σίγουρα, αυτοί που δεν το χάρηκαν και τόσο, ήταν οι ιθύνοντες της περιβόητης PMRC, με συνιδρύτρια την Tipper Gore (δεύτερη κυρία των ΗΠΑ τότε), και στόχο την επιβολή  ενός συστήματος γονικής επίβλεψης πάνω στις μουσικές κυκλοφορίες. Οι προκλητικοί στίχοι και οι ακραίες τους εμφανίσεις τους έβαλαν γρήγορα  στο στόχαστρο. Το τραγούδι του συγκροτήματος “Animal (F**k Like a Beast)” συμπεριλήφθηκε στη λίστα “Filthy Fifteen” της PMRC. Ήταν η λίστα με τα πιο προσβλητικά λόγω περιεχομένου τραγούδια. Παρά την σκληρή αντιπαράθεση μαζί τους, το συγκρότημα παρέμεινε ανυπότακτο, αρνούμενο να λογοκρίνει τη μουσική ή τις εμφανίσεις του. Προκλήθηκε μια πανεθνική συζήτηση για τη λογοκρισία και την καλλιτεχνική ελευθερία. Η ανυπακοή του Blackie και των υπόλοιπων μελών του συγκροτήματος κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου τους τύλιξε με μια επαναστατική αύρα στη σκηνή του heavy metal.

Πράγματι, ο αποκλεισμός του τραγουδιού τους από το ντεμπούτο άλμπουμ δεν το εμπόδισε να γίνει αγαπημένο των φίλων τους. Τελικά κυκλοφόρησε σαν single στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου έφτασε στο νούμερο 9 στο UK Indie Chart. Παρά τον αμφιλεγόμενο χαρακτήρα του, το “Animal (F**k Like a Beast)” παρέμεινε βασικό κομμάτι στις ζωντανές εμφανίσεις τους.

Από την πρώιμη μουσική τους με ακατέργαστη ενέργεια, επιθετικά riff κιθάρας και προκλητικούς στίχους, και με κυρίαρχο πυρήνα έμπνευσης το shock rock, το συγκρότημα ωρίμασε και ακολούθησε μια σπουδαία εξέλιξη στη συνθετική και στιχουργική του δημιουργία. Τα τραγούδια έγιναν πιο προσωπικά και ενδοσκοπικά, η μουσική έγινε πιο σύνθετη, προκλητική στις διαδρομές της, πιο εκλεπτυσμένη και δίνοντας συχνά την εντύπωση μιας progressive rock σκιάς. Ο Blackie ήταν σαφώς εύστροφος και ιδιαίτερα ευέλικτος για να παραμείνει στάσιμος και προβλέψιμα επαναληπτικός.

Το “The Crimson Idol” είναι χωρίς δεύτερη σκέψη το πιο φιλόδοξο έργο του συγκροτήματος. Κυκλοφόρησε το 1992, και είναι ένα σπουδαίο concept άλμπουμ που αφηγείται την τραγική ιστορία του Jonathan Steel, ενός rock star που γίνεται διάσημος αλλά παλεύει με τη μοναξιά και τον εθισμό. Είναι ένα σκοτεινό, επικίνδυνο και ταραχώδες εσωτερικό ταξίδι που αναδεικνύει την αφηγηματική ικανότητα του συγκροτήματος.

Μουσικά, το άλμπουμ περιλαμβάνει περίπλοκα σόλο κιθάρας, σκοτεινές και επίμονες μελωδίες και εκφραστικά για το θέμα φωνητικά από τον Blackie Lawless. Είναι μια απόδειξη της μουσικής εξέλιξης του συγκροτήματος και της ικανότητάς τους να δοκιμάζουν πιο πολυσύνθετες απόπειρες με μεγάλη επιτυχία. Δικαιωματικά το “The Crimson Idol” θεωρείται ένα αριστούργημα του heavy metal. Ακόμα και σήμερα παραμένει μια επιδραστική και ανθεκτική κυκλοφορία με βάθος και έμπνευση.

Μεγάλη μπάντα χωρίς μοιραίο δίπολο δεν υπάρχει φυσικά. Ο κιθαρίστας Chris Holmes σημάδεψε με την παρουσία του την ακμή του συγκροτήματος, συμβάλλοντας σε μια σειρά από κλασικά άλμπουμ, όπως το ομώνυμο ντεμπούτο τους το 1984 και το “The Last Command” του 1985. Μετά από μια δεκαετία με το συγκρότημα, αποχώρησε το 1990, αλλά τελικά επέστρεψε το 1995, παραμένοντας για άλλα επτά χρόνια πριν φύγει οριστικά το 2002. Η μακροχρόνια εχθρότητα  μεταξύ Holmes και Lawless έχει μείνει παροιμιώδης, όμως ο Holmes έχει δηλώσει συχνά πως δεν κοιτάζει πίσω με θυμό ή λύπη. Η μουσική και οι εμπειρίες που μοιράστηκε με το συγκρότημα παραμένουν ξεχωριστές από τις προσωπικές διαμάχες και προτιμά να επικεντρώνεται στις θετικές πτυχές εκείνης της περιόδου.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 προέκυψε μια εντυπωσιακή μεταστροφή του Blackie Lawless στον χριστιανισμό, κάτι που αναμενόμενα πέρασε στους στίχους και τη μουσική του. Η ύστερη πορεία του γκρουπ σημαδεύτηκε από αρκετές παύσεις και διάφορες αλλαγές μελών. Η περίοδος αυτή μας δίνει ιδανικά την ευκαιρία να αποκαλύψουμε και την ευγενική μορφή του γκρουπ που συνήθως περνά απαρατήρητη. Πέρα από την ενεργή κινητοποίηση του Lawless για τα δικαιώματα των ζώων (είναι γνωστός φιλόζωος, και έχει χρησιμοποιήσει την επιρροή του συγκροτήματος για να ευαισθητοποιήσει το κοινό απέναντι στην κακοποίηση των ζώων), έχουν επίσης συμμετάσχει σε διάφορες φιλανθρωπικές συναυλίες και εκδηλώσεις συγκέντρωσης χρημάτων, συνεισφέροντας σε σκοπούς όπως η ανακούφιση από καταστροφές και οι φιλανθρωπικές οργανώσεις για παιδιά.

Με την σταθερή, κεντρική, ηγεμονική φιγούρα του Blackie Lawless, και έχοντας μόνιμα δίπλα του τον Mike Duda, οι σημερινοί W.A.S.P. είναι κυρίως ένα σχήμα ζωντανών εμφανίσεων που δέχτηκε συχνά (όχι άδικα) πολύ αυστηρές επικρίσεις. Με την ασύγκριτη νοσταλγία της πρώτης περιόδου να φέγγει μόνιμα, είναι αδιαπραγμάτευτο πως η ασήκωτη κληρονομιά τους παραμένει σαρωτικά επιδραστική και πολύτιμη, ακόμα και σήμερα.

Οι W.A.S.P. επιστρέφουν στη χώρα μας τη Δευτέρα 14 Ιουλίου στο TerraVibe Park, στα πλαίσια του Rockwave Festival.

Avatar photo
About Γιώργος Γεωργίου 1317 Articles
Αν και από την τρυφερή ηλικία των ισχυρών δονήσεων κυνηγούσε την άκρη του Ουράνιου Τόξου, κάποια στιγμή στην εφηβεία του ανακάλυψε πως γεννήθηκε με ένα Triryche σημάδι, έστω και αν αυτό τον πρόδωσε μόλις τον οδήγησε στη Γη της Επαγγελίας. Ψάχνοντας για μια καλύτερη ζωή ένωσε το αγαπημένο του δίπολο, από το απόλυτο Καναδικό τρίο ως τα παλικάρια του "Νησιού" από το Aylesbury που ανάστησαν ένα ιδίωμα με τον Ψηλό ποιητή-ψάρι και αγκάλιασαν το μέλλον με τον κύριο "Η". Έμαθε και συνεχίζει να αγαπά με το ίδιο πάθος τους μεγάλους του τσίρκου της μουσικής αλλά και τα άγνωστα ευρήματα των ατέλειωτων ανασκαφών, όπως αγαπά και τις υπερβάσεις στα μουσικά ιδιώματα και άνετα θα έπινε κουβάδες από καφέ με τον Martin Walkyier και τον Paddy McAloon στο ίδιο τραπέζι. Ένας από τους διακαείς πόθους του με το πληκτρολόγιο ή την "πένα" είναι να συμφιλιώσει την παραδοσιακή prog metal παράταξη με τους μοντέρνους πιονιέρους του χώρου, μένοντας με πάθος ετοιμοπόλεμος σε κάθε προειδοποίηση της μοίρας για την εξάπλωση των λεπρών. Δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να δραπετεύσει από τις σελίδες του Σαρτρ, έστω και αν ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Σιχαίνεται τη σοβαροφάνεια, τον φασισμό κάθε απόχρωσης και τον Κούγια. Ο κινηματογράφος μάλλον στένεψε πολύ γι' αυτόν μετά το "Διάφανο Δέρμα", ενώ όταν κοιτάζει το Subbuteo με μεγεθυντικό φακό, προτιμά οι ομάδες του σε οποιοδήποτε χορτάρι του πλανήτη να φοράνε βυσσινί.