V/A: “Yeah Man, It’s Bloody Heavy!! Volume 1”

ALBUM

Όταν φίλε αναγνώστη, ακούς για ονόματα συγκροτημάτων όπως Heavyboots, Macbeth Periscope, Crimson Earth, Zacariah δεν σου έρχεται να ξύσεις το τριχωτό της κεφαλής σου, γεμάτος ερωτηματικά; Μην ανησυχείς, στην ίδια κατηγορία με σένα ανήκω και του λόγου μου…Υπάρχει όμως ο κατάλληλος άνθρωπος για να μας λύσει όλες τις δικαιολογημένες απορίες. Κι αυτός δεν είναι άλλος, από τον Lee Dorian! Ο Dorian ήταν πρώην μέλος των Napalm Death, ιδρυτής και φωνή των Cathedral μετέπειτα και νυν ιθύνων νους της Rise Above Records. Επιπρόσθετα ο εν λόγω κύριος τρέφει μεγάλη αγάπη προς την underground rock σκηνή και ειδικότερα της late 60s-early 70s περιόδου. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε σκάρωσε και τη Rise Above Relics, παρακλάδι της μητρικής δισκογραφικής, που ασχολείται με την ανακάλυψη και κυκλοφορία των έργων καλλιτεχνών εκείνης της εποχής.

Τούτη εδώ τη φορά καταπιάνεται με τα έργα και τις ημέρες άγνωστων προς εμάς Βρετανικών συγκροτημάτων της συγκεκριμένης περιόδου, τα οποία ηχογράφησαν ελάχιστα δείγματα κυρίως ως singles ή ακόμα και ολοκληρωμένων album των οποίων όμως τα ίχνη χάθηκαν στη λήθη του χρόνου. Κοινή συνισταμένη όλων αυτών το συγκροτημάτων, για να γίνει αντιληπτό γιατί μιλάμε, είναι η ένταξη τους στην κατηγορία που σήμερα έχουμε βαπτίσει με τον όρο proto metal. Δηλαδή όλες εκείνες οι μπάντες που στο τελείωμα της εποχής των λουλουδιών και στην αυγή της δεκαετίας των 70’s πειραματίστηκαν με τον ήχο τους, αναμιγνύοντας στοιχεία των blues, της ψυχεδέλειας και του classic rock μέσα από μια διαφορετική προσέγγιση, με μεγαλύτερη παραμόρφωση σε κιθάρες – μπάσο, βαρύτερα riffs και συχνά μια σκοτεινή θεματολογία στους στίχους. Όλα αυτά τα συγκροτήματα αποτέλεσαν τους προφήτες, του heavy metal μουσικού κινήματος. Σίγουρα όλοι οι οπαδοί του ήχου κλίνουν το γόνυ στα μεγαθήρια που ακούν στο όνομα Blue Cheer, Deep Purple, Led Zeppelin, Black Sabbath, αλλά και στους έτερους “ήρωες” που εμείς οι νεότεροι μάθαμε από τις μετέπειτα επανακυκλοφορίες όπως αυτές των Atomic Rooster, Sir Lord Baltimore, Dust, Budgie, Captain Beyond, Bang και δεν συμμαζεύεται…

Υπήρχε όμως και μια πληθώρα άλλων συγκροτημάτων στη Γηραιά Αλβιώνα που αρέσκονταν στο ίδιο μουσικό είδος, έπαιζαν συνεχώς τη μουσική τους στα μικρά “μπαρουτοκαπνισμένα” club της εργατικής τάξης σε όλη την επικράτεια και το όνομά τους αργότερα έγινε αστικός μύθος. Κάπου εδώ έρχεται ο Lee Dorian μαζί με τους συνεργάτες του και μέσα από εξαντλητικό ψάξιμο, έρχονται να μας συστήσουν τους αφανείς “σκαπανείς” εκείνης της εποχής. Η συλλογή ξεκινάει με το “Who Knows Who Cares” των Heavyboots και εκεί έρχεται το πρώτο σοκ…Το συγκεκριμένο τραγούδι θα μπορούσε κάλλιστα να εμπεριέχεται στο ιστορικό ντεμπούτο των Sabbath. Το δεύτερο σοκ καταφθάνει όταν στα liner notes του album διαβάζεις ότι η πόλη καταγωγής τους είναι το Birmingham και το εν λόγω κομμάτι ηχογραφήθηκε το 1969! Στο “Won’t You Take Me” των B.O.M.B. (Band Of Mental Breakdown”, που ακολουθεί, τα blues παραμένουν ο βορράς της πυξίδας τους, αλλά τα riff βαραίνουν αισθητά και τα solo κιθάρας στοιχειώνουν τον αμερικανικό νότο με τον μολυβένιο αγγλικό ουρανό.

Το ενδιαφέρον τους για τη μαγεία δείχνουν με τον τίτλο “Witchcraft” σε τραγούδι τους, τόσο οι Macbeth Periscope όσο και οι Jessica’s Theme, με τον ήχο και των δύο να εμπνέεται κυρίως από το ψυχεδελικό rock των late 60’s, με τους δεύτερους μάλιστα η πλάστιγγα να γέρνει περισσότερο προς το “Witchcraft Destroys Minds And Reaps Souls” των Coven. Οι Agatha’s Moment με το “Bad Trip” προσφέρουν ένα acid rock ταξίδι με το παραμορφωμένο solo κιθάρας στο μέσον και τον υπνωτικό ρυθμό στα τύμπανα. Στοιχειώνει την ατμόσφαιρα με τη ψαρωτική εισαγωγή καθώς και με το solo πλήκτρων το “Satan’s Daughter” που ακολουθεί, των Σκωτσέζων Greenfly. Άξια αναφοράς και η απόδοση του τραγουδιστή τους, τα στοιχεία του οποίου ακόμα αγνοούνται.

Μια κάπως διαφορετική περίπτωση είναι αυτή των Clemen Pull, που στην εποχή τους ήταν περισσότερο γνωστοί για τον πιο progressive ήχο τους. Στο κομμάτι όμως που παρουσιάζεται εδώ, το “Kamikaze Pilot” ακούμε μια straightforward hard rock προσέγγιση όπου εντυπωσιάζει το παίξιμο του κιθαρίστα τους Chris Hunt, με τον ήχο της κιθάρας του να προσομοιάζει την κάθετη εφόρμηση ενός μαχητικού αεροπλάνου του Β’ΠΠ. Τα βαριά riffs και η heavy blues κατεύθυνση επανέρχονται στο “Heathen Woman” των Crimson Earth, όπου το drum solo του drummer τους, Dave Martin κλέβει την παράσταση, καθώς και στο “Chasing Shadows” των Living Dead. Το album κλείνει με το “Destroyer of Life” των Zacariah, μια ζωντανή ηχογράφηση από το “Live At The Boat Club” του Nottingham, πίσω στο 1976. Με διάρκεια που οριακά ξεπερνά τα δύο λεπτά, αποτελεί ένα μίνι κρεσέντο του wah-wah πεταλιού.

Η τρέλα μου με την περίοδο αυτή και το συγκεκριμένο ήχο με οδήγησε σε αυτή τη συλλογή, διατηρώντας παράλληλα χαμηλές προσδοκίες. Η έκπληξη που ένιωσα όμως όταν σηκώθηκε η βελόνα στην πρώτη ακρόαση, ακόμα επανέρχεται κάθε φορά που επιστρέφω. Αυτό έχει να κάνει με την εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει στην προσπάθεια αποκατάστασης του ήχου των αρχικών ηχογραφήσεων, το μερακλίδικο booklet με το φωτογραφικό υλικό και πληροφορίες για τις μπάντες, αλλά κυρίως στην ποιότητα των τραγουδιών που περιέχει.

Κάνοντας τη σούμα, καθίσταται απαραίτητη η απόκτηση του “V/A: Yeah Man, It’s Bloody Heavy!! Volume 1”, από συλλέκτες και μουσικούς ιστοριοδίφες, ενώ συστήνεται ανεπιφύλακτα σε όσους απλά “ερεθίζονται” από τα εν λόγω ακούσματα, καθώς η αυθύπαρκτη υπόστασή του θα τους συναρπάσει. Μάλιστα η υποσημείωσή του ως Vol.1, μας υπόσχεται περαιτέρω συγκινήσεις στο άμεσο μέλλον.

Είδος : Proto metal
Δισκογραφική Εταιρεία : Rise Above Records/Rise Above Relics
Ημερομηνία Κυκλοφορίας : 21 Μαρτίου 2025

Website
Facebook

Avatar photo
About Γιώργος Μπατσαούρας 331 Articles
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ιερή Πόλη Μεσολογγίου, ενώ τα προεφηβικά του χρόνια τα πέρασε αντιγράφοντας ραδιοφωνικές εκπομπές και μουσικά albums σε ενενηντάρες TDK κασέτες. Ο ουρανός έπεσε στο κεφάλι του όταν πρωτοάκουσε το Use Your Illusion II των Guns N’ Roses και είδε το video της live εκδοχής του Child in time στο κρατικό κανάλι. Τα πρώτα του χαρτζιλίκια τα επένδυσε στα τοπικά δισκοπωλεία αγοράζοντας δίσκους (και από το εξώφυλλο μόνο…), ενώ με το πέρασμα του χρόνου τα μουσικά του ακούσματα επεκτάθηκαν over the rainbow σε περισσότερα hard rock, metal και desert μονοπάτια. Με τα ηχεία στα αυτιά και το κάθε είδος rock μουσικής στο κεφάλι αντιμετώπισε τις πραγματικές θαλασσοταραχές, αλλά και αυτές της ζωής. Τα hobbies του πέρα από το αδυσώπητο κυνήγι συναυλιών, αποτελούν τα ταξίδια μέσα από τις σελίδες του Ανυπότακτου Γαλάτη, του θαυμαστού κόσμου του Τόλκιν και των βιβλίων ιστορίας καθώς και η χωρίς ντροπή κατανάλωση b-movies με νεκροζώντανους. Στο τέλος της ημέρας επαναλαμβάνει σαν προσευχή τα λόγια του θείου Lemmy ‘’The Chase Is Better Than the Catch’’ και προσπαθεί την επόμενη να τα κάνει πράξη...